Ο Αλέξανδρος Θεοδωρόπουλος είναι ένας νέος ηθοποιός, άκρως ανερχόμενος, που κέρδισε την προσοχή του κοινού στην παρουσία του στη σειρά του OPEN «Η Δική Μας Οικογένεια» την περσινή σεζόν. Αυτή η περιγραφή όμως μπορεί να αφορά όλους τους νέους ηθοποιούς. Είναι αόριστη. Δεν προσφέρει κάτι.

Χρειάζεται πάντοτε να μιλήσεις με τον άλλον, να ακούσεις τον τρόπο που βλέπει τα πράγματα, για να καταλάβεις πού θέλει να φτάσει και τι καλλιτέχνης θέλει να είναι. Κι οι απαντήσεις που μας δίνει ο Αλέξανδρος Θεοδωρόπουλος επιβεβαιώνουν την αρχικά αόριστη περιγραφή.

Ποια είναι η διαδρομή που σε πάει από την Αγγλική Φιλολογία που έκανες πτυχίο, στη Δημοσιογραφία που έκανες μεταπτυχιακό και μετά την Υποκριτική;

Θα ξεκινήσω απ’ το ότι δε θα άλλαζα τίποτα σε αυτή τη διαδρομή. Για μένα είναι σαν όλα αυτά να ήρθαν στην ώρα τους. Όταν ήμουν στο λύκειο έβλεπα τον εαυτό μου σε πολλές και διαφορετικές σπουδές και μετέπειτα δουλειές απλώς τότε δεν ήξερα ακριβώς που θα με οδηγούσε όλο αυτό και πως θα το κάνω. Στο μυαλό μου ήταν όλα ένας αχταρμάς. Ήθελα να βγω στον κόσμο και να πω αυτά που έχω να πω, να βάλω και εγώ το λιθαράκι μου.

Σιγά σιγά έκανα τις επιλογές μου και το ένα βήμα με οδηγούσε στο επόμενο. Η απώτερη δουλειά του ηθοποιού είναι η ικανότητα να αφουγκράζεται την κοινωνία (αυτό που μερικοί λένε ταλέντο). Τι καλύτερο λοιπόν από έναν ηθοποιό που ανανεώνει συνεχώς το οπλοστάσιο του με ποικιλία εμπειριών και εκπαίδευσης. Έχοντας αυτή τη σκέψη προχώρησα σε αυτή τη διαδρομή και θα συνεχίσω να το κάνω. Δε με φοβίζει το να δοκιμάζω καινούργια πράγματα. Με φοβίζει το να μην έχω κάτι να πω. Και η διαδρομή μου αυτή με βοήθησε πάρα πολύ στο να αποκτήσω άποψη για πολλά, με έκανε πολυσχιδή και αισθάνομαι ότι έχω γερά θεμέλια για να χτίσω την τέχνη μου.

Αν μπορούσα να χαρακτηρίσω αυτό το τρίπτυχο της διαδρομής μου θα έλεγα πως η Αγγλική Φιλολογία ήταν το άνθος μιας σκέψης, η δημοσιογραφία η έμπρακτη ωρίμανση της σκέψης και η υποκριτική το μέσον για την επικοινωνία και τη διάδοση της σκέψης αυτής.

Αλέξανδρος Θεοδωρόπουλος συνέντευξη

Το ότι χρειάστηκε να κάνεις αυτό το choice hopping σημαίνει ότι δεν είχες αυτό το «από μικρός ήθελα να γίνω ηθοποιός» και σου εμφανίστηκε στην πορεία ή ότι είχες κάποιους δισταγμούς;

Όταν ήμουν μικρός είχα μια μεγάλη λίστα ταινιών και κάθε φορά που έσβηνα μια ταινία από τη λίστα σκεφτόμουν τον εαυτό μου σε έναν από τους ρόλους. Έψαχνα να βρω στοιχεία για τη σκηνοθεσία και ήθελα να αναλύσω τα πάντα. Σίγουρα ήθελα να γίνω ηθοποιός. Οι δισταγμοί που είχα ήρθαν λίγο αργότερα και αφορούσαν κυρίως το εργασιακό- οικονομικό κομμάτι. Γιατί όταν πήγαινα εγώ λύκειο ήμασταν στην κορύφωση της δημοσιονομικής κρίσης και σκεφτόμουν πόσο δύσκολο είναι να τα καταφέρει κανείς ως ηθοποιός σε μια περίοδο που δεν υπήρχαν παραγωγές και οι μισθοί ήταν στα τάρταρα. Το είχα από μικρός μέσα μου όμως.

Απλώς ήθελα να κάνω στην πορεία και άλλα πράγματα, όπως και έκανα. Γενικά είμαι άνθρωπος που μου αρέσει να αλλάζω πράγματα, δεν είμαι της ρουτίνας ούτε της μιας και μοναδικής επιλογής. Είναι ωραίο να ψάχνεσαι μέσα από διαφορετικές ενασχολήσεις. Οι άνθρωποι είμαστε πολυπράγμονες, δε μας πάει το ένα και μοναδικό, θέλουμε να κάνουμε πολλά. Αυτά τα χρόνια έψαξα και εγώ αρκετά τον εαυτό μου και κατέληξα πως μέσω τη υποκριτικής αυτό το ταξίδι της εξερεύνησης δεν τελειώνει ποτέ.

Έχοντας παίξει σε σειρές και δη μεγάλες παραγωγές, όπου οι ρυθμοί είναι άλλοι, γυρίζετε επεισόδια όχι με χρονολογική σειρά, δεν έρχεστε σε επαφή στα γυρίσματα με όλους τους ηθοποιούς, υπάρχει δέσιμο με τους ανθρώπους όπως συμβαίνει στο θέατρο;

Θα έλεγα πως ναι, αρκετές φορές υπάρχει δέσιμο. Εξαρτάται και από τον άνθρωπο. Στο θέατρο πάντως το δέσιμο είναι πιο εύκολο γιατί περνάτε χρόνο όλοι μαζί, πόσο μάλλον σε περίπτωση καλοκαιρινής περιοδείας εκεί το δέσιμο έρχεται αναπάντεχα και μπορώ να σας πω πως δεν υπάρχει καλύτερο πράγμα από έναν αγαπημένο θίασο. Πάντα αυτό φαίνεται και στο τελικό αποτέλεσμα είτε στην οθόνη είτε στη σκηνή. Αλλά στην τηλεόραση όντως υπάρχουν και ηθοποιοί με τους οποίους δεν έρχεσαι σε συχνή επαφή λόγω σεναρίου.

Μου έτυχε στη Δική μας Οικογένεια στο Open πέρυσι όπου υπήρχαν ηθοποιοί στο βασικό καστ με τους οποίους είχα μια ή και καμία σκηνή μαζί διότι οι χαρακτήρες μας σεναριακά δε συναντιούνταν. Στο θέατρο όμως υπάρχει πολύ μεγαλύτερη τριβή σε σχέση με τα πάντα και πόσο μάλλον σε σχέση με τους υπόλοιπους συναδέλφους. Όλα είναι πιο ζωντανά, το δέσιμο, το νοιάξιμο, το ενδιαφέρον για τον άλλον αλλά και οι προστριβές και οι καυγάδες όλα συγχέονται με έναν όμορφα ζωηρό τρόπο και αυτό είναι το νέκταρ μας εν τέλει.

Αλέξανδρος Θεοδωρόπουλος ηθοποιός

Πώς αντιμετωπίζεις το τέλος μιας δουλειάς, δεδομένου ότι αυτό το επάγγελμα έχει εξ ορισμού ένα τουλάχιστον τέλος κάθε χρόνο;

Με νοσταλγία, η οποία ξεκινάει την ίδια ημέρα που κάνουμε το τελευταίο γύρισμα ή την τελευταία παράσταση. Για παράδειγμα φέτος έζησα δύο τέλη, ένα τηλεοπτικό με τη Δική μας Οικογένεια και ένα κινηματογραφικό με το The Big Greek Nightmare, την αμερικάνικη ταινία που έκανα. Και στις δύο περιπτώσεις θυμάμαι όλες τις λεπτομέρειες από την τελευταία μέρα και από την τελευταία μου σκηνή. Τα πάντα! Ένιωθα ότι μόλις ακούσω το cut της τελευταίας λήψης για την τελευταία μου σκηνή, θα φύγει μαζί με αυτή τη λέξη και ένα ολόκληρο κομμάτι μου και όλος ο χαρακτήρας που έπλασα και με τον οποίο πορεύτηκα θα είναι πλέον παρελθόν.

Ξέρετε εμείς οι ηθοποιοί ζούμε με τους χαρακτήρες μας. Αποτελούν για πάντα αναπόσπαστο κομμάτι του είναι μας. Και είναι το τέλος ενός πνευματικού ταξιδιού και μιας συντροφιάς που είχες για όσο καιρό την είχες.

Ταυτόχρονα με το πνευματικό τέλος όμως έρχεται και η πραγματολογική προσέγγιση της κατάστασης. Κοινώς, μένεις χωρίς δουλειά και φτού και απ’ την αρχή.

Είναι εύκολα διαχειρίσιμο να βλέπεις ανθρώπους με τους οποίους πορεύεστε μαζί να έχουν συχνότερα προτάσεις για ρόλους από σένα ή να έχεις εσύ συχνότερα από αυτούς; Επηρεάζει τις φιλίες ή τις δυναμώνει αυτή η συνθήκη;

Τώρα ο όρος φιλία είναι και όρος δύσκολος για συζήτηση. Αν πρόκειται για βαθιά, δοκιμασμένη και αληθινή φιλία τότε χαίρεσαι με το συνάδελφο σου στις χαρές του και λυπάσαι στις λύπες του. Γενικά στους χώρους όπου υπάρχει μεγάλη προβολή και διασημότητα είναι δύσκολες οι φιλίες και για να καθοριστούν πρέπει να περάσει καιρός και να αποδειχτούν έμπρακτα. Αυτός ο χώρος περιλαμβάνει θεμιτό και αθέμιτο ανταγωνισμό και αρκετό φθόνο.

Δεν ξέρω αν σήμερα όλο αυτό γίνεται σε μικρότερο βαθμό σε σχέση με το παρελθόν, το ελπίζω γιατί πιστεύω στην κοινωνία της προόδου και στην πρόοδο της τέχνης. Από την άλλη βέβαια ζούμε στην εποχή της υπερέκθεσης όπου είναι δυσκολότερο να παραμείνουμε ανθρώπινοι. Επίσης ο χώρος μας είναι ένας από τους πρωταγωνιστικούς επαγγελματικούς χώρους στη λυκοφιλία. Συνήθως είναι δυσδιάκριτο το ποιος είναι πραγματικός σου φίλος, ποιος σε νοιάζεται πραγματικά και ποιός θα χαρεί πραγματικά όταν πάρεις ένα ρόλο (ειδικότερα αν για τον ίδιο ρόλο είχε δοκιμαστεί και εκείνος/εκείνη).

Το αν είναι εύκολα διαχειρίσιμο εξαρτάται και από το χαρακτήρα και την προσωπικότητα του καθενός όπως επίσης και από την κατάσταση του. Ένας ηθοποιός που δεν έχει σταδιοδρομήσει στο επάγγελμα, βλέποντας έναν όμοιο ή συνομήλικο του να πετυχαίνει και σε συνδυασμό με κάποιο καλλιεργούμενο κόμπλεξ είναι πολύ πιθανό να επηρεαστεί η διάθεση του απέναντι στο συνάδελφο του. Όλα είναι στον άνθρωπο. Αλλά ο κορεσμός στο επάγγελμα είναι απλά μαθηματικά. Οι ρόλοι είναι πολύ λιγότεροι από τους διαθέσιμους ηθοποιούς. Θα πρέπει αυτό να το καταλάβουμε όλοι. Από εκεί και πέρα όσο καλύτερα πηγαίνει η οικονομία μας τόσο περισσότερες παραγωγές θα γίνονται και θα μπαίνουμε σε καλύτερες εποχές. Και είμαστε ήδη σε καλό δρόμο.

Αλέξανδρος Θεοδωρόπουλος

Ποιος είναι ο απολογισμός της πορείας σου και της επιλογής σου πριν μερικά χρόνια να γίνεις ηθοποιός;

Είμαι πολύ ικανοποιημένος με όλες μου τις επιλογές και δε θα άλλαζα τίποτα ακόμα και αν μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω. Θα ακολουθούσα ακριβώς το ίδιο μονοπάτι σπουδών και επαγγελματικής σταδιοδρομίας. Αυτές οι επιλογές με έφεραν εδώ που είμαι τώρα και είμαι περήφανος για αυτές. Εξάλλου στο τέλος της μέρας αυτά που μετανιώνουμε είναι συνήθως αυτά που δεν κάναμε όχι αυτά που κάναμε. Την πρώτη φορά που ανέβηκα πάνω στο σανίδι και την πρώτη φορά που έπαιξα μπροστά στην κάμερα τις θεωρώ δύο ιερές στιγμές για μένα.

Κατάλαβα ότι αυτό είναι που θέλω να κάνω και για πρώτη φορά ένιωσα τόσο πλήρης. Ευτυχώς, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, τα έχω καταφέρει αρκετά καλά και με τις δουλειές μου στο χώρο, έχοντας υπόψιν και τον κορεσμό που υπάρχει στο επάγγελμα μας και γενικότερα τις δυσκολίες επιβίωσης όσον αφορά το οικονομικό κομμάτι.

Tι ξεπέρασε τις προσδοκίες σου και τι έπεσε χαμηλότερα;

Ξεπέρασε τις προσδοκίες μου η απόλυτη ζωντάνια επί σκηνής, αυτό το μαγικό συναίσθημα της βύθισης στον ψυχισμό ενός χαρακτήρα και η σαρκική μεταφορά του στο σήμερα και στο εδώ και τώρα είτε επί σκηνής είτε μπροστά στην κάμερα. Αυτό το συναίσθημα και όλη η πορεία της δουλειάς μέχρι εκείνη τη στιγμή, για τον κάθε χαρακτήρα που έχω υποδυθεί, είναι υπεράνω της οποιαδήποτε φαντασίας που είχα ως παιδί για το τι εστί αυτό το επάγγελμα, αυτή η θέση.

Στον αντίποδα, έπεσε χαμηλότερα η δική μου θεώρηση για το status του επαγγέλματος το οποίο πολλές φορές υφίσταται εξευτελισμό τόσο εκ των έσω όσο και από ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας και της πολιτικής ηγεσίας. Υπάρχουν τελικά πολλοί περισσότεροι άνθρωποι που εχθρεύονται την τέχνη ή αποσκοπούν σε προσωπικό όφελος μέσα από αυτήν από ότι πίστευα παλιότερα. Ο εκμαυλισμός της τέχνης κορυφώθηκε από το ΠΔ85του περσινού Δεκέμβρη, ένα εξαιρετικό παράδειγμα αυτής της γενικής υποτίμησης.

Η υποκριτική είναι ένα επάγγελμα που απαιτεί να μην είσαι μυγιάγγιχτος, να αφήνεις τα ταμπού σου εκτός, να απελευθερώνεσαι πρώτα για να σε αιχμαλωτίσει ένας ρόλος, μια ιστορία, μια συνθήκη. Σε μια εποχή των τελευταίων ετών όπου κάθε συμπεριφορά μπαίνει σε ένα μικροσκόπιο υπερανάλυσης και οι άνθρωποι μοιάζουν να αναζητούν φαντάσματα κι εχθρούς, αλλάζουν οι κώδικες επικοινωνίας μεταξύ των ηθοποιών, ιδίως σε έργα που υπάρχει βία και σωματική επαφή;

Αυτό είναι πιθανό γιατί συμβαίνει συχνά και στην κοινωνία. Από τη μία πάμε να διορθώσουμε λάθη και καταστάσεις του παρελθόντος και από την άλλη χάνουμε εντελώς την πολυπόθητη ισορροπία των πραγμάτων και καταλήγουμε στο άλλο άκρο, αυτό της υπερευαισθησίας. Το θέατρο είναι εκ φύσεως κακοποιητικό και ψυχοφθόρο για αυτό και αποβάλλει από το κύτταρο του πολλούς που προσπαθούν να διατηρηθούν σε αυτό χωρίς να έχουν το απαραίτητο ψυχικό σθένος.

Αυτό βέβαια που λέω δεν αναφέρεται στο κίνημα του Metoo το οποίο πολύ σωστά ξεσκέπασε τους υπαίτιους και τις απαράδεκτες συμπεριφορές τους, κάθε άλλο! Όμως θέλω να θίξω την υπερανάλυση των πάντων και την ευκολία στο θέατρο. Πολύς κόσμος λατρεύει την ευκολία, για παράδειγμα σε μια σκηνή σωματικής βίας ή ερωτική ή γενικά σε μια σκηνή που απαιτεί σωματική επαφή, ας κάνουμε μόνο τα απολύτως απαραίτητα δίχως να μας ενδιαφέρει το αποτέλεσμα και ας φαίνεται αυτό ψεύτικο, μόνο και μόνο για να μη θιχτεί η αισθητική μας, τα ταμπού μας, οι ευκολίες μας και γενικά προσπαθούμε να αποφεύγουμε να βγαίνουμε από το καβούκι μας.

Όχι, η υποκριτική είναι το ακριβώς αντίθετο. Δε θα μου άρεσε να συνεργαστώ με μυγιάγγιχτους ηθοποιούς είναι η αλήθεια. Μέχρι στιγμής δε μου έχει τύχει. Πιστεύω πως δεν δίνουν το είναι τους για την τέχνη και τους ενδιαφέρει περισσότερο η εικόνα τους και η καλοπέραση τους. Παρόλα αυτά πιστεύω πως είναι απολύτως απαραίτητο να σεβόμαστε τα όρια του κάθε συναδέλφου ακόμα και αν διαφωνούμε πλήρως στην προσέγγιση μιας σκηνής. Οι κώδικες επικοινωνίας σε αυτό το χώρο είναι πάντα προσωπικοί και πρέπει να αποφασίζονται από κοινού με το σκηνοθέτη και όλους τους εμπλεκόμενους ηθοποιούς.

Οι προσωπικές τραγωδίες ενός συναδέλφου σε μια εκάστοτε δουλειά, ενώνουν ακόμα περισσότερο τους ηθοποιούς μεταξύ τους, ειδικά στο θέατρο που υπάρχει πιο…οικογένεια;

Σε όλες σχεδόν τις δουλειές πιστεύω πως μια προσωπική τραγωδία ή ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα ενώνει τους ανθρώπους, οι ηθοποιοί δε διαφέρουν σε αυτό από οποιαδήποτε άλλο επάγγελμα. Βέβαια στο θέατρο δεν υπάρχει διακοπή, δεν υπάρχει άδεια, δε μπορείς να λήψεις, δε σου επιτρέπεται η θλίψη εκτός αν είναι επί σκηνής και ανήκει στο χαρακτήρα. Το θέατρο είναι σκληρό. Γι’ αυτό επιβιώνει ανά τους αιώνες. Οι ηθοποιοί το ξέρουμε αυτό και για αυτό το λόγο υπάρχει μεγάλη υποστήριξη σε ένα συνάδελφο που βιώνει μια προσωπική τραγωδία. Όπως θα ξέρετε ο θίασος μας (σ.σ. Ένας Βλάκας και Μισός) βίωσε πολύ πρόσφατα μια ανείπωτη τραγωδία και σε αυτές τις περιπτώσεις καταλαβαίνεις ότι όλα τα άλλα είναι ασήμαντα και μάταια μπροστά σε κάτι τέτοιο.

Πώς ήταν αυτή η διαδρομή στην παράσταση Ένας Βλάκας και Μισός;

Στο Ένας Βλάκας και Μισός είχα την τύχη να γνωρίσω μερικούς εξαιρετικούς ανθρώπους και να ανέβω στο σανίδι μαζί τους. Η κωμωδία αυτή, όπως και σχεδόν όλα τα έργα του Δημήτρη Ψαθά, είναι θρυλικά πλέον και κουβαλούν μια τεράστια παρακαταθήκη.

Είναι μεγάλη πρόκληση για έναν ηθοποιό και ένα σκηνοθέτη να καταπιαστεί με ένα τέτοιο έργο έχοντας στο μυαλό του και την πασίγνωστη, πολύπαιγμένη και επιτυχημένη ταινία του 1959 σε σκηνοθεσία του Γιάννη Δαλιανίδη με ηθοποιούς όπως ο Χρήστος Ευθυμίου, ο Διονύσης Παπαγγιανόπουλος, ο Ανδρέας Μπάρκουλης, η Ρίκα Διαλυνά και άλλοι. Εκτός από την ταινία το έργο αυτό έχει ανέβει από πολύ μεγάλους θιάσους, από το πρώτο ανέβασμα το 1957 από το θίασο του Βασίλη Λογοθετίδη μέχρι και το προηγούμενο από εμάς, αυτό της δεκαετίας του 90 με τον Δημήτρη Πιατά στο θέατρο Ακάδημος.

Το να μπεις στα παπούτσια ρόλων που έχουν υποδυθεί μεγάλοι ηθοποιοί σε γνωστά έργα είναι ένα έξτρα βάρος γνωρίζοντας εξαρχής πως θα υπάρξει σύγκριση. Προσωπικά αυτό είναι που με εξιτάρει όμως. Να καταφέρω να δώσω τη δική μου οπτική και να βάψω το ρόλο στα δικά μου χρώματα. Διανύσαμε μια πολύ ωραία διαδρομή αυτό το καλοκαίρι με το Ένας Βλάκας και Μισός και αυτό το οφείλουμε στο σκηνοθέτη μας, Γιώργο Φρατζεσκάκη, στην παραγωγή μας και σε όλα τα μέλη του θιάσου μας.

* Βρες τον Αλέξανδρο εδώ.