Αλλά, ακόμα και αν περνάει τα ζόρικά της φεγγάρια, έχει πάντοτε στο νου της την κυρία στο απέναντι μπαλκόνι, η οποία δεν πολυβγαίνει από το σπίτι και κάνει την Άντα, καμιά φορά, να ανησυχεί. Γιατί αυτό το  Όμορφο Παιδί που περπατά και οδηγεί στην πόλη με τα πόδια στη γη και το κεφάλι στα σύννεφα δεν επιλέγει να βυθίζεται ομφαλοσκοπικά στην τέχνη που τόσο αγαπά.

Υπέροχη η υποκριτική, αλλά η ζωή υπεροχότερη, την πονάει πιο πολύ, την αφορά πιο πολύ. Η Άντα Κουγιά, η ταλαντούχα, η εργατική, η υποστηρικτική η γενναία και η γενναιόδωρη, έχει αδυναμία στα Απτά, αυτά που είναι τραχιά ή απαλά, που την δροσίζουν ή την καίνε-προσωπικά, νομίζω ότι έτσι ακριβώς εξηγείται που η Άντα είναι καλή ηθοποιός και που, επίσης, γράφει τόσο ωραία.

Με αφορμή την συμμετοχή της στην πρωτοποριακή παράσταση Catch(19)22 που σκηνοθετεί η Αθηνά Χατζηαθανασίου και η οποία θα ανεβεί στην Βέροια στις 14 και 15 Σεπτεμβρίου, άνοιξα με την νέα ηθοποιό μια συζήτηση που, παρά την φιλία μας, ή ίσως χάρη σε αυτήν, δεν είχε ανοίξει ποτέ με αυτόν τον τρόπο.

Εμείς καπνίζουμε, ερωτευόμαστε, αναθεωρούμε, αναλύουμε, γκρινιάζουμε για τα χίλια δύο όταν βρισκόμαστε. Κάποτε, μένουμε και σιωπηλές κιόλας. Τώρα, θα’ χουμε να λέμε και για αυτήν την συνέντευξη. Και πολύ γουστάρουμε.

Από πότε σε θυμάσαι να λες πως θες να γίνεις ηθοποιός;

Από πάντα, ειλικρινά. Έβλεπα πάρα πολύ ελληνικό κινηματογράφο και ήμουν η ατραξιόν οικογένειας και καλεσμένων που με έβαζαν να κάνω σκηνές από τις ταινίες. Όποτε πήγαινα θέατρο, μαγευόμουν. Αναρωτιόμουν πώς το κάνουν οι ηθοποιοί και υποδύονται άλλες ζωές, άλλους ανθρώπους. Τρελαινόμουν και με τα βελούδινα καθίσματα. Ήθελα πάντα να βλέπω και τα καμαρίνια για να επιβεβαιώσω αν αυτά είναι όντως όπως στις ταινίες.

Ποιο είναι το καλύτερο και ποιο το χειρότερο πράγμα, κατά την άποψή σου, στο να είναι κανείς ηθοποιός; Μόνο αλήθειες.

Δεν μπορώ να διαλέξω ένα μόνο ως καλύτερο. Για μένα, τα καλύτερα είναι ότι πλησιάζοντας έστω και στο ελάχιστο κάποιους άλλους χαρακτήρες, τότε καταλαβαίνεις καλύτερα τους ανθρώπους. Επίσης, το δέσιμο με τους συναδέλφους που αν επιτευχθεί και ταιριάξουν και τα χνώτα σας, θα αποκτήσεις φίλους ζωής. Και το κοινό βεβαίως. Να έρχεται ένας άνθρωπος γελώντας ή κλαίγοντας και να σου λέει πόσο όμορφα αισθάνθηκε, πόσο ξέχασε τις έγνοιες του, πόσο μαγεύτηκε, πόσο ταξίδεψε, πόσο μπορεί να μετακινήθηκε –έστω και ένα «ποντάκι»– προς τα μπρος.

Κι όλα αυτά είναι πολύ σημαντικά και σε κάνουν να αντέχεις τα χειρότερα. Τα οποία είναι πολλά και δεν θα κρυφτώ. Ανασφάλεια στη δουλειά, μεγάλη ανταγωνιστικότητα (λογικό, θέλει αρκετές δόσεις ναρκισσισμού αυτό το επάγγελμα κι άλλη τόση προσπάθεια να τον κατευνάζεις), συμπεριφορές που, όντως, δεν έχω καταλάβει από πού απορρέουν. Ναι, είναι άσχημο να εκμεταλλεύονται την ανάγκη σου να πραγματοποιήσεις το όνειρό σου και να σου δίνουν ελάχιστα χρήματα ή να σε αντιμετωπίζουν άσχημα.

Έχει συμβεί και εξακολουθεί να συμβαίνει. Όπως φαντάζομαι και σε άλλες δουλειές. Επίσης, πάνω στη σκηνή, έρχεσαι αντιμέτωπος με την αλήθεια σου – κι αν δεν το κάνεις, για μένα, κοροϊδεύεις και τον εαυτό σου και το κοινό. Επομένως, μπαίνουν στην αρένα όλα τα τραύματα, τα εμπόδια, τα κόμπλεξ αν θέλεις που ο καθένας μας κουβαλάει. Και φαίνονται. Πώς θα τα εκμεταλλευτεί αυτά ο άλλος είναι λίγο ρώσικη ρουλέτα. Πού θα «πέσεις».

Ποια είναι η μεγαλύτερή σου προίκα στην υποκριτική; Εννοώ, ποια συνύπαρξη ή άνθρωπο ή δάσκαλο ή παράσταση βαστάς ως κόρη οφθαλμού μέχρι σήμερα;

Γενικότερα, κρατάω ως κόρη οφθαλμού την εμπειρία που αποκόμισα στο θέατρο Τόπος Αλλού. Ο Νίκος Καμτσής με διάλεξε από ακρόαση σε νεαρή ηλικία (νομίζω ήμουν μόλις 24) και συνεργαστήκαμε σε ένα ευρύ πεδίο. Παιδικές, εφηβικές παραστάσεις, παραστάσεις για ενήλικες…  Ξεχωρίζω μία δουλειά με τίτλο «Διαβατήριο ένα πράσινο κουμπί», στην οποία συνεργαστήκαμε με ηθοποιούς από άλλες χώρες της Ευρώπης και ήταν πραγματικά αναντικατάστατη η εμπειρία.

Ταξιδέψαμε, γνωρίσαμε τη θεατρική κουλτούρα άλλων χωρών. Άσε που έμαθα και κάτι βουλγάρικα για τις ανάγκες του ρόλου εκ των οποίων θυμάμαι μόνο τα βασικά. Εκεί συναντήθηκα με τη Μάνια Παπαδημητρίου –τρισμέγιστη ηθοποιός και δασκάλα– , την Άντρια Ράπτη, τον Γιάννη Λασπιά με τον οποίο έχουμε ήδη συνεργαστεί δύο φορές σε παραστάσεις σε σκηνοθεσία δική του.

Πέρσι, συνεργάστηκα και με τον Πέτρο Νάκο, εξαιρετικό σκηνοθέτη στο θέατρο Altera Pars, που μου φώτισε κι άλλες ατραπούς ώστε να ανακαλύπτω την αλήθεια στους ρόλους. Μέγας δάσκαλος για μένα υπήρξε και ο Σωκράτης Αλαφούζος. Αλλά καθημερινά μαθαίνω, χαμογελάω και εμπλουτίζομαι από τους φίλους που απέκτησα στην πορεία της δουλειάς. Ξέρουν όλοι ποιοι είναι και τους έχω στην καρδιά μου.

Εσύ γράφεις κιόλας. Τι ακούς συνήθως για τον όχι συνηθισμένο συνδυασμό αρθρογράφου και ηθοποιού από τον κόσμο;

Κοίτα, όλοι ξέρουν ότι είναι δύσκολο να επιβιώσει ένας ηθοποιός μόνο δουλεύοντας στο θέατρο. Κι εγώ έχω προσανατολιστεί καθαρά προς το θέατρο. Κάποιες χρονιές επιβίωσα μόνο με αυτό- με πολλή, πάρα πολλή δουλειά βέβαια. Το γράψιμο στο περιοδικό Η Πόλη Ζει όπου και συνεχίζω ξεκίνησε λίγο σαν εξτραδάκι ή σαν παιχνίδι. Αντί να δουλέψω σέρβις ή μπαρ ή οτιδήποτε άλλο που «συνηθίζεται» στους ηθοποιούς, είπα «γιατί να μην ασκήσω και το άλλο πτυχίο, της δημοσιογραφίας»;

Για πολλούς λόγους, το γράψιμο έγινε η δεύτερη μεγάλη αγάπη μου. Όταν το ακούν οι άλλοι, η πρώτη ερώτηση είναι αν γράφω για θέατρο. Δεν τους αδικώ, δεν ξέρουν όλοι ότι έχω κι άλλο πτυχίο. Σε κάποιους διακρίνω ενθουσιασμό ως κάτι διαφορετικό, σε άλλους περνάει αδιάφορο. Τώρα αν το κακοχαρακτηρίζουν ή αν θέλουν να το εκμεταλλευτούν, τι να σου πω… Δεν έχω αισθανθεί κάτι τέτοιο, αλλά είμαι και φοβερά καλοπροαίρετη, κάτι που στην εποχή μας λέγεται αλλιώς!

Αλήθεια, σε νοιάζει τι λέει ο κόσμος;

Νομίζω ότι, πλέον, με νοιάζει τι λένε αυτοί που με νοιάζουν. Δηλαδή να πει κάτι κάποιος για μένα που δεν με ξέρει, δεν τον ξέρω, δεν με ενδιαφέρει και πολύ – αν και αποφεύγω να τραβάω την προσοχή πάνω μου, έχω τη σκηνή να ικανοποιήσει αυτή την ανάγκη. Με νοιάζει όμως να είμαι σωστή σε όσους έχω επιλέξει να είναι στη ζωή μου και να μην τους πληγώνω ούτε άθελά μου. Παλιά, με ένοιαζε πολύ η γνώμη των άλλων.

Έχω κι αυτό το σύνδρομο του «καλού παιδιού» κι ακόμη παλεύω να δεχτώ ότι για κάποιους μπορεί να είμαι «κακό παιδί». Αλλά το βελτιώνω. Στο τέλος της μέρας όμως, ο μόνος που ξέρει τα κίνητρα, τα θέλω, τις ανάγκες σου είσαι εσύ ο ίδιος. Γιατί να μας νοιάζει οπότε τι λέει ο κόσμος; Κι αυτός όλο κάτι βρίσκει να πει!

Ποια είναι η πιο ευτυχισμένη εποχή της ζωής σου; Και γιατί;

Γενικά έχω την τάση να είμαι ικανοποιημένη από τη ζωή μου, με την έννοια ότι βρίσκω τις χαρές στα μικρά και καθημερινά όσο κλισέ κι αν ακούγεται αυτό. Φυσικά, έχω τις καταθλίψεις και τις κρίσεις μου, αλλά δε νιώθω να μου λείπει κάτι. Άντε λίγο παραπάνω χρήματα να είχα, να μην τρέμει το χέρι μου όταν έρχεται η ΔΕΗ ή να μη σκέφτομαι αν θα ψωνίσω ή αν θα φάω απ’ έξω. Αλλά επειδή την ευτυχία την αντιλαμβάνεσαι κυρίως αφού περάσει, θα σου πω όταν τέλειωσα το σχολείο και όλη η φοιτητική ζωή κι όταν έφυγα από την οικογενειακή εστία και μετακόμισα. Το κοινό στοιχείο των δύο εποχών; Ότι αισθανόμουν ατρόμητη.

Ζεις, πιστεύεις, περισσότερο στο παρελθόν, το παρόν ή το μέλλον;

Νοσταλγώ συχνά, προσπαθώ να απολαμβάνω και να ζω το παρόν ενώ πρόσφατα, χάρη σε σένα, κατάλαβα καλύτερα τι θα πει να κάνεις σχέδια και να κινείσαι προς έναν στόχο. Οπότε από δω και μπρος θα ζω και το μέλλον μου ώστε να έρχονται όσα έχω ονειρευτεί.

Τι διαβάζεις και τι παρακολουθείς αυτή την εποχή;

Λοιπόν, διάβασα το «18 Ντεσιμπέλ» και το συστήνω ανεπιφύλακτα, όχι επειδή είναι δικό σου, αλλά επειδή είναι καλό βιβλίο. Σε γρατζουνάει όπως γράφεις κάποια στιγμή. Τώρα διαβάζω το «Χαμογέλα ρε, τι σου ζητάνε;» και το «Κορίτσι, γυναίκα, άλλο» της Εβαρίστο Μπερναρντίν. Ισορροπώ τη βαριά λογοτεχνία με πιο light σειρές στο Netflix όπως το Sandman (πέθαινα για το κόμικ και χοροπήδηξα από τη χαρά μου όταν το είδα σε σειρά) και το Echoes. Παρακολουθώ επίσης και τις προσφορές στην Xbox, θέλω να πάρω το νέο Assassin’s αλλά είναι πανάκριβο! Και την κυρία στο απέναντι μπαλκόνι, δεν πολυβγαίνει από το σπίτι και θέλω να μάθω αν της έχει συμβεί κάτι.

Αφού ξεκοκκίνησα, ας έρθω και στο κυρίως θέμα αυτής της συνέντευξης: Τι θα συμβεί ακριβώς στην Βέροια στις 14 και 15 Σεπτέμβρη; Χαρτί και καλαμάρι.

Η παράσταση –ή για να είμαι πιο ακριβής performance–  έχει τίτλο CATCH (19)22, έχει θέμα τη Μικρασιατική Καταστροφή και υλοποιείται στα πλαίσια του προγράμματος 2022 του θεσμού ΟΛΗ Η ΕΛΛΑΔΑ ΕΝΑΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. Η Αθηνά Χατζηαθανασίου –η καρδιά της καλλιτεχνικής εταιρείας CALD, στην οποία ανήκει η ιδέα της παράστασης και η σκηνοθεσία– κατέθεσε την πρόταση και έγινε δεκτή. Το «Catch (19)22» θα παρουσιαστεί στο μέρος για το οποίο φτιάχτηκε: το Μουσείο Βασιλικών Τάφων Αιγών, όπου το μακεδονικό μεγαλείο του τότε έρχεται σε ευθεία αντιπαράθεση με την Μικρασιατική Καταστροφή και τη ζωή στο «μετά», μετά την εγκατάσταση Μικρασιατών προσφύγων στη Βέροια.

Ουσιαστικά, ο θεατής θα ακολουθήσει τη δική μας διαδρομή, έναν δικό μας χάρτη με σημεία-σταθμούς. Σώματα, φωνές, ήχοι, βίντεο, χοροί, αληθινές μαρτυρίες, αληθινά αντικείμενα από τη συλλογή του Γιώργου Κοτζαερίδη γίνονται στάσεις σε μια δαιδαλώδη περιήγηση. Οι υπόλοιποι ηθοποιοί που θα συμμετέχουν είναι η Παναγιώτα Χαϊδεμένου, ο Γιάννης Ζέρβας που έχει αναλάβει και το σχεδιασμό των φωτισμών, η Ευγενία Βησσαρίου που έχει αναλάβει και τη σκηνογραφία και τα κοστούμια και η Αθήνα Χατζηαθανασίου βεβαίως.

Με μεγάλη μας χαρά σε κάποιες δράσεις θα συμμετέχουν και μαθητές από το 1ο Γυμνάσιο Βέροιας, όπως και μέλη ερασιτεχνικών θιάσων της περιοχής. Την κινησιολογία ανέλαβε η Αφροδίτη Γεωργιάδου, τα γραφιστικά η Εύα Λαμπαρά, τις κατασκευές ο Τηλέμαχος Χατζηαθανασίου και την επιμέλεια των βίντεο η Νάλια Ζήκου. Τις φωνές τους έχουν δανείσει η Μάνια Παπαδημητρίου και ο Γιώργος Γιαννακάκος. Τίποτα από όλα αυτά δε θα γινόταν αν δεν έβαζε την πένα της η Σοφία Γουργουλιάννη που στηρίχθηκε πάνω σε αληθινές ιστορίες και αναμνήσεις.

Σου αρέσει, Άντα, να παίζεις θέατρο εκτός έδρας; Δεν το ‘χεις κάνει και λίγες φορές. Με ενδιαφέρει να μου πεις τι αίσθηση σου αφήνει αυτό το πράγμα.

Αίσθηση χαράς και ανανέωσης. Όπως και να το κάνεις, συνδυάζονται διακοπές με δουλειά. Κάπου θα ξεκλέψεις χρόνο να δεις ένα καινούργιο μέρος. Και γνωρίζεις ανθρώπους, τι καλύτερο; Στη Βέροια για παράδειγμα δεν έχω ξαναπάει. Φίλοι, θέατρο, νέος τόπος. Φανταστικός συνδυασμός!

Πώς θα είναι ο φετινός σου χειμώνας καλλιτεχνικά; Τι σχεδιάζεις;

Μετά τη Βέροια, ξεκινάω πρόβες για μία παιδική παράσταση. Άλλα σχέδια που είναι στα σκαριά είναι ένα έργο που είναι σχεδόν έτοιμο και δεν ξέρω ακόμη αν θα ανέβει πριν ή μετά τα Χριστούγεννα και άλλη μία, σίγουρα μετά τα Χριστούγεννα, για την οποία το κείμενο γράφεται από υπερταλαντούχο πλάσμα και ανυπομονώ. Τίποτα από όλα αυτά δεν μπορώ να ονοματίσω ακόμη δυστυχώς.

Τι σε απασχολεί περισσότερο αυτόν τον καιρό; Τι σε κυβερνάει;

Δύσκολη ερώτηση γιατί υπάρχει ο μικρόκοσμος και ο μακρόκοσμος. Κάθε μέρα με απασχολεί τι να μαγειρέψω, τι έχει σαπίσει τόσο σε αυτή τη χώρα και σ’αυτήν την εποχή με όλα αυτά που βγαίνουν στην επιφάνεια όπως το μεταναστευτικό, οι γυναικοκτονίες, οι παρακολουθήσεις κ.λπ., γιατί κάποιος να μου κλέψει την κεραία του ραδιοφώνου στο αμάξι (κάθε μέρα κοιτάω την έλλειψη κεραίας και κάθε μέρα με απασχολεί), γιατί κάνω ακόμη ψυχοθεραπεία, γιατί, γιατί, γιατί. Ξέρεις, θεωρώ ότι ο μικρόκοσμος και ο μακρόκοσμος έχουν ίδια βαρύτητα στον ψυχισμό. Γι’ αυτό απάντησα έτσι κι ας θεωρηθώ γραφική. Με κυβερνάει και ο Ήλιος στον Δίδυμο, δε φταίω εγώ, η κακιά η ώρα.