Τ΄άκουσες Αρετούσα μου τα χαρμόσυνα μαντάτα…Εγεννήθη ο Φοίβος Δεληβοριάς κάπου στην Καλλιθέα και κάμποσα χρόνια μετά, τα τραγούδια του ντύνουν μοιραία…τις χαρές, τις πληγές και τα πασέ, τα τετριμμένα, τα μεγάλα κλισέ. Έχοντας μια τάση όλοι να είμαστε Δεληβοριάδες, επιχειρώ με αχρείαστους στίχους να συνομιλήσω μαζί του σε ένα υποθετικό roundtable σαν κι αυτά που κάνουν στο Hollywood Reporter, αλλά όχι με τόση επισημότητα, όχι με τόση άνεση και μπάτζετ.

Ένα τραπέζι πλαστικό, απ΄αυτά που αγόραζαν παλιά οι γονείς μας μαζί με πλαστικές καρέκλες από τους πλανόδιους τσιγγάνους με τα Datsun και κουβαλούσαν τις καρέκλες ως και την παραλία, όπου τις καψάλιζε ο ήλιος και κάθε που καθόσουν, κατέθετες το δέρμα σου για να βρεις λίγο ξαπόστασμα.

Δεν ξέρω γιατί, αλλά θαρρώ πως αυτή η καλτίλα της Ελλάδας των 90’s, μανάδες με περμανάντ, μπουκλωτοί μπαμπάδες με ανοιχτό πουκάμισο, τρίχα και χρυσή καδένα να ποζάρουν στα μπουζούκια, είναι αυτό που θα περιέγραφε αρτιότερα τον ψυχισμό του Φοίβου.

Ο Φοίβος Δεληβοριάς είναι ο εθνικός μας νεφεληγερέτης. Κάνει ποίηση το πεζό και το φτηνιάρικο και φτηναίνει το δήθεν ποιητικό, το απογυμνώνει.

Το νέο του άλμπουμ που κυκλοφόρησε από την Inner Ear Records στις αρχές Μαΐου είναι ο Φοίβος Δεληβοριάς σε όλη του την αφάνεια και σε όλη του την επιφάνεια. Έχοντας ακούσει πολλές φορές τα τραγούδια, ιδίως τη Μπαλάντα και το Αταίριαστο, νιώθω την ανάγκη για να περιπλανηθώ στις σκέψεις και σε αυτές τις περιπλανήσεις να ναυλώσω μερικά πούλμαν και να βάλω και 20-30 άγνωστους νοματαίους να τους ξεναγήσω.

Η Μπαλάντα

Μες στη ζωή μου δεν έχω ζήσει/Μες στην καρδιά μου δεν έχω αγαπήσει/Άλλη από σένα/Που είσαι μακριά μου/Κι όμως σε νιώθω με τη μοναξιά μου: Εσύ που στέκεις κάπου στο χάος, κάπου κοντά μα τόσο μακριά κι εγώ που είμαι εδώ ανάμεσα στους πολλούς και νιώθω μόνος, έχουμε κάτι να συζητήσουμε, έχουμε μια γέφυρα να μας ενώνει. Αυτή τη γέφυρα την έχτισα και την ονόμασα Αγάπη. Αλλά είναι μια λέξη αδιάφορη και μονοπωλιακή. Ξέρει ότι δεν έχει τίποτα από πάνω της. Κάποτε πρέπει να της πάρουμε τα σκήπτρα της Αγάπης. Περπάτα πάνω στη γέφυρα.

Τ’ ήθελα τ’ ήθελα να προχωρήσω/Στο μέρος που άλλος δε γύρισε πίσω/Στου αρχαίου άσματος τον αμπελώνα/Που όλες οι αγάπες ηχούν στον αιώνα: Η ζωή είναι σαν μια Επίδαυρος. Όπου κι αν κάτσεις, θα ακούσεις φωνές από το παρελθόν να συνομιλούν, να γελούν, να δακρύζουν, να ερωτεύονται. Κάθονται σαν κονκλάβιο και περιμένουν και τη δική μου φωνή. Κι εγώ φωνάζω στην ηχώ πως Έρωτας λέγεσαι. Κι εγώ όνομα πια δεν έχω, γιατί ανήκω στις φωνές του παρελθόντος. Περιμένω τον επόμενο Οδυσσέα.

Αγαπημένη μου θα ’σαι για πάντα/Ενθρονισμένη σ’ αυτή τη μπαλάντα/Θα ’σαι ολόκληρη τα άπαντά μου/Μ’ όποιον και να ’σαι θα είσαι δικιά μου: Το παρελθόν είναι κι αυτό σαν την Αγάπη. Είναι αιώνιο. Δεν μπορεις να το αλλάξεις. Αν σε βάλω σε έναν θρόνο, αν σε κάνω Μπαλάντα, τα μάτια μου θα με γυρίζουν πάντοτε εκεί που σε έκανα στίχους. Η μουσική είσαι εσύ, εγώ είμαι οι λέξεις. Κι αν φύγεις από τη μελωδία μου, θα είσαι απλά μια διασκευή, μια επανεκτέλεση.

Ένα Σάββατο που μοιάζει Κυριακή

Ένα Σάββατο που μοιάζει Κυριακή/Προχωράω και βλέπω μπρος μου τη Ροτόντα/Κάποια μου χαμογελάει όπως εσύ/ Κι όπως κάποτε σε κάποιον η Τζοκόντα/Κάνει λες και με γνωρίζει από παλιά: Κάθε μου αύριο είναι Δευτέρα κι εσύ με κοιτάς το ίδιο σε όποια θέση κι αν σταθώ. Λένε πως αν γνωριστήκαμε σε προηγούμενη ζωή ή αν οι ψυχές μας ξεκίνησαν ένα ταξίδι από κάποια Ανδρομέδα για να χωριστούν στη Γη και να βρεθούν ξανά, νιώθουμε ένα γδάρσιμο στο δέρμα μας. Είναι τα σήματα μορς που έχουν οι ψυχές μας οι αιώνιες.

Κάνει λες και είμαι τέλος από έργο/Μα είναι μήνες που μου πήρες τη μιλιά/Κι όλοι οι δρόμοι είναι μόνο για να φεύγω: Όλα έχουν ένα φινάλε με την ύλη, κάθε έργο τελειώνει, μα τους μήνες που σε ξέρω, τους μήνες που δεν αρθρώνω εύκολα τις λέξεις και τραυλίζω, τους μετρώ σαν χρόνια και αιώνες. Κι ενώ γύρω μου οι δρόμοι είναι προς την έξοδο, ενώ η σειρά μου πέρασε γιατί δεν είχα θάρρος να μιλήσω, ενώ σ΄έχω στην πλάτη μου και σε κοιτάζω από το φως σαν να είσαι μια Μέδουσα που θα με πετρώσει, μένω και γυρίζω πίσω. Άλαλος καλύτερα, παρά πλανημένος.

Ο Ποιητής και το Ποίημα

Κι εσύ είσαι στίχος που ‘χει μείνει μισός/Δεν τελειώνεις ποτέ, δεν ταιριάζεσαι, δεν είσ’ εντάξει: Ολόκληρη σημαίνει τέλεια. Και τέλεια σημαίνει τέλος. Και τέλος σημαίνει όχι πια ζωή. Γι΄αυτό δεν βρίσκω ποτέ τη ρίμα που ψάχνω. Είσαι Εκείνη που ποιος στίχος μου να σε χωρέσει..; Τώρα πια δεν θες να αρέσεις στους ακέφαλους, αλλά περπατάς σε ένα μονοπάτι που δεν ενώνεται ποτέ με το δικό μου. Κι αυτό δε μου αρέσει.

 

Αταίριαστο

Κι ό, τι που το είχα αποφασίσει/Πως θα φτάσω αταίριαστος στη δύση/Βρήκα εσένα που είσαι σαν ανθός στα πλεξιγκλάς/Που είσαι σαν κορφή που πάει βαθαίνοντας: Ήμουν αποφασιστικός, βάδιζα στον δρόμο μου θεωρώντας ότι όλα ήταν τελεσίδικα. Κι εκεί σε είδα, να ταράζεις μια αστική κανονικότητα.

Που είσ’ ένα κρασί που αν δεν σε πιουν, δεν ξεδιψάς/Φύση τους ανθρώπους αγναντεύοντας/Θα φιλήσω τ’ άκρα σου στη μέση/Ο κανόνας μου θα σ’ εξαιρέσει: Τα οριστικά κατέληξαν στην αοριστία και αυτό που κάποτε το έλεγα Κανόνα, τώρα το κοιτάζω ακανόνιστο, σαν ένα κομμάτι πίτσα που το τραβάς ενώ ζεματάει και όλο το λιωμένο τυρί μένει και κολλάει στο χαρτόνι. Και μετά το γλείφεις και το δαγκώνεις γιατί το κομμάτι το ήθελες γι΄αυτό το τυρί. Πάντοτε άφηνες το πίσω κομμάτι και δεν το έτρωγες.

Θα σε πάω ταξίδι εκεί που στέκεις καθιστή/Θα σου μάθω να μου μείνεις άγνωστη/Να’ σαι στο ακίνητο σημείο μου ρευστή/Και με μένα να μου γίνεσαι άπιστη: Δεν ξέρω αν σε ξέρω, δεν ξέρω αν είσαι μια ουτοπία που σε βλέπω πάντοτε κοντά και ποτέ δεν σε πλησιάζω στ΄αλήθεια. Δε σε θέλω για μένα. Αλλά μόνο με μένα θέλω να με απατήσεις.

Μόνο Ψέματα

Και πες ψέματα/Πες μου ψέματα/Πες ό, τι ψέμα μπορείς/Πες μου ψέματα/Μόνο ψέματα/Και βγες κάποιον άλλον να βρεις: Η ανθρώπινη εξέλιξη βασίστηκε στις ψευδαισθήσεις. Βασίστηκε στις στιγμές που επιλέξαμε ποιο ψέμα βόλευε καλύτερα το μέσα μας για να συνεχίσουμε. Απ΄όλα τα ψέματα, εσύ είσαι το πιο βολικό και το πιο επώδυνο. Γι΄αυτό σε διώχνω και μετά σε ζητάω πίσω. Σε έναν αγώνα αντιφασκίας βγαίνω ηττημένος. Πες μου ψέματα πως το κέρδος μου είναι η ανάσα σου το πρωί στο μέτωπό μου.

Δεν υπάρχει λόγος για υποσχέσεις/Όταν θες να πονέσεις/Τα χέρια μου θα βρίσκονται εκεί: Μη μου το υποσχεθείς όμως. Άσε να υπάρχει μια αμφιβολία. Πάνω σε αυτή θα χτίσω μια πολυκατοικία από πόνο κι όποτε θες, να έρχεσαι να νοικιάζεις. Τα χέρια μας θα μας πονούν στο δέρμα, μα τα μάτια σου θα με πονούν στο τέρμα.

Διαβάστε ακόμη στο intronews.gr:

Οι Jacks Full παίζουν όπου έχει ρεύμα και κόσμο που γουστάρει

Kendrick Lamar: Το νέο του άλμπουμ «εκθρόνισε» τον Bad Bunny από το Νο. 1 του Billboard 200

«Harry’s House»: Το τρίτο άλμπουμ του Styles σε κάνει μια «βουτιά» στα άδυτα της ψυχής και της pop μουσικής