Μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ταινία παίζεται αυτό το διάστημα στο Ertflix και αν δεν την έχεις πάρει χαμπάρι, είναι ευκαιρία να τη δεις: «Marshall: Στην σκιά του νόμου».
Το έτος 1941, καθώς το έθνος παραπαίει στα πρόθυρα της εισόδου στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μια σχεδόν χρεοκοπημένη NAACP στέλνει τον μοναδικό της δικηγόρο, τον 32χρονο Θέργκουντ Μάρσαλ, στο συντηρητικό Κονέκτικατ για να υπερασπιστεί έναν μαύρο σοφέρ εναντίον κατηγοριών για βιασμό και απόπειρα δολοφονίας από την πλούσια κοσμική εργοδότριά του.
Ήταν μια δίκη που γρήγορα έγινε σκανδαλοθηρική τροφή για τα πρωτοσέλιδα. Έχοντας ανάγκη από μια νίκη υψηλού προφίλ, αλλά φιμωμένος από το δικαστήριο της δίκης, ο Μάρσαλ συμμαχεί με τον Σάμιουελ Φρίντμαν, ένα νεαρό Εβραίο δικηγόρο που δεν είχε ξαναδικάσει ποτέ ποινική υπόθεση.
Ο Μάρσαλ και ο Φρίντμαν παλεύουν ενάντια σε μια εχθρική θύελλα φόβου και προκαταλήψεων, οδηγούμενοι στην ανακάλυψη της αλήθειας, στη δίκη που προκάλεσε αίσθηση και βοήθησε να τεθούν οι βάσεις για μια καριέρα που τελικά έκανε τον Θέργκουντ Μάρσαλ τον πρώτο Αφροαμερικανό δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου της Αμερικής.
Στους πρωταγωνιστικούς ρόλους βλέπουμε τους Τσάντγουικ Μπόουσμαν, Τζος Γκαντ, Κέιτ Χάντσον, Στέρλινγκ Κ. Μπράουν, Νταν Στιβενς, Τζέιμς Κρόμγουελ, ενώ σκηνοθετεί ο Ρέτζιναλντ Χάντλιν.
Είναι αδύνατο να μην παρασυρθείς σε αυτό το συναρπαστικό δικαστικό δράμα που αναπαριστά με προσοχή ένα επεισόδιο στις αρχές της καριέρας του θρυλικού δικηγόρου για τα πολιτικά δικαιώματα Θέργκουντ Μάρσαλ, μια δεκαετία πριν εργαστεί σε υποθέσεις ορόσημο για το διαχωρισμό των φυλών στον βαθύ Νότο.
Ως νομικό δράμα, είναι αρκετά συμβατικό, γεμάτο με συγκλονιστικούς λόγους και στιγμές θεατρικής εξέτασης. Μερικές φορές, μοιάζει κάπως επιπόλαιη η εστίαση στη συνεργασία μεταξύ του Θέργκουντ και του τοπικού λευκού δικηγόρου (Τζος Γκαντ), αν και ο Νταν Στίβενς του Downton έχει επίσης μία ενδιαφέρουσα ερμηνεία ως ο κακός εισαγγελέας που γίνεται όλο και πιο κακόκεφος όσο η δίκη προχωράει.
Η ταινία ωστόσο ανήκει δικαιωματικά στον Μπόουσμαν που κάνει μία αριστουργηματική ερμηνεία έχοντας ήδη στο παρελθόν υποδυθεί δύο ακόμη σημαντικά πρόσωπα: τον Τζέιμς Μπράουν (Get on Up) και τον Τζάκι Ρόμπινσον (42). Εδώ κάνει χατ-τρικ, πείθοντας απόλυτα ως ένας ενεργητικός νέος άνδρας, ευλογημένος με άγριο ιδεαλισμό και επιβλητικό χάρισμα, προσθέτωντας ακόμη ένα είδωλο στη συλλογή του.
Ο σκηνοθέτης Ρέτζιναλντ Χάντλιν («House Party», «Boomerang») διασκευάζει ένα σενάριο από την ομάδα σεναριογράφων πατέρας-γιος Μάικλ και Τζέικομπ Κοσκόφ, το οποίο εκπηγάζει από μια πραγματική υπόθεση. Πολλές από τις πιο φαινομενικά εξωφρενικές ανατροπές προέρχονται από το αρχείο.
Το ένα είναι η απόφαση του δικαστή (Τζέιμς Κρόμγουελ), ενός αυταρχικού λευκού γέροντα που δεν εκτιμά την παρουσία ενός αλαζόνα μαύρου Νεοϋορκέζου στο δικαστήριό του, να μετατρέψει τον Μάρσαλ σε βουβό θεατή, δηλώνοντας ότι μόνο δικηγόροι με άδεια άσκησης δικηγορίας στο Κονέκτικατ μπορούν να αγορεύουν ενώπιον του δικαστηρίου του.
Αυτό μοιάζει με ένα πρώιμο ματ, με σκοπό να στείλει τον Σπελ κατευθείαν στη φυλακή: η NAACP ανέθεσε τον Μάρσαλ στο Μπρίτζπορτ μόνο και μόνο επειδή η λευκή πλειοψηφία είχε ήδη αποφασίσει για την ενοχή του Σπελ και κανένας ντόπιος δικηγόρος δεν θα αναλάμβανε την υπόθεσή του.
Και έτσι ο ήρωας αναγκάζεται να χρησιμοποιήσει ως μαριονέτα τον συμπαραστάτη του, τον Σαμ Φρίντμαν (Τζος Γκαντ), έναν δικηγόρο ασφαλιστικών εταιρειών που δεν έχει ξαναδικάσει ποτέ ποινική υπόθεση.
Επεξεργάζεται τις λεπτομέρειες της στρατηγικής τους στο παρασκήνιο, και στη συνέχεια καθοδηγεί τον Φρίντμαν κατά τη διάρκεια της επιλογής των ενόρκων και της εναρκτήριας αγόρευσης μέσω χειρόγραφων σημειώσεων, αντιδράσεων του προσώπου και εκνευρισμένων αναστεναγμών και γρυλλισμάτων.
Από εδώ και πέρα, το «Marshall: Στην σκιά του νόμου» μετατρέπεται σε ένα αταίριαστο buddy film, από αυτά που δεν έχουμε ξαναδεί.
Θα λέγαμε ότι ο Μπόουσμαν κάνει μία διαφορετική προσέγγιση στον ρόλο αποφεύγοντας την απομίμηση του αληθινού ψυχολογικού πορτρέτου του ήρωα που υποδύεται, αποδίδοντας στοιχεία alpha male στον ήρωά του σε συνδυασμό με στερεοτυπικές συμπεριφορές σταρ του Χόλιγουντ όπως ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ ή ο Πολ Νιούμαν.
Αλλά εκεί που αρχίζεις να ανησυχείς ότι το «Marshall: Στην σκιά του νόμου» πρόκειται να μπει σε ένα επαναλαμβανόμενο μονοπάτι, με έναν ξερόλα ήρωα να λύνει τα προβλήματα ενός άσχετου, η πλήρης δύναμη της πλειοψηφίας της πόλης αρχίζει να βαραίνει το δίδυμο, φορτώνοντας το έργο τους με παράνοια και φόβο για βία. Αυτό που ακολουθεί είναι μια ταπεινωτική εμπειρία και για τους δύο άνδρες.
Το «Marshall: Στην σκιά του νόμου» δεν είναι μια βαρετή κοινότοπη βιογραφία ενός νομικού, αλλά δίνει έμφαση στην ομαδική δουλειά, αποτελεί λίγο την καταγραφή των δράσεων ενός νομικού ντουέτου. Δίνει επίσης προσοχή σε θέματα φυλετικών, θρησκευτικών και έμφυλων διακρίσεων, χωρίς να απομακρύνεται από τον κύριο στόχο του: να μας δώσει μια διασκεδαστική ταινία για δύο τύπους που βρίσκονται σε πολύ δύσκολη θέση.
Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες ιδιότητες της ταινίας είναι ο τρόπος με τον οποίο δείχνει πώς η δύναμη και ο σεβασμός ποικίλλουν ανάλογα με το δωμάτιο στο οποίο βρίσκεσαι και ποιος είναι μαζί σου.
Ο Μάρσαλ μπαίνει στο Μπρίτζπορτ σαν να φοράει μια αόρατη κάπα, αλλά στο δικαστήριο, στη φυλακή της πόλης, στο σπίτι με τη σύζυγό του Μπάστερ (Κίσα Σαρπ) και στα νυχτερινά κέντρα του Χάρλεμ με πολιτιστικούς γίγαντες, υποβαθμίζεται, με δική του επιλογή ή παρά τη θέλησή του -αλλιώς τον αντιλαμβανόμαστε εμείς και αλλιώς αντιλαμβάνεται ο ίδιος τον εαυτό του.
Όταν ο Μάρσαλ έρχεται αντιμέτωπος με γεροδεμένους λευκούς άνδρες που τον μισούν από την πρώτη ματιά, η ταινία μας υπενθυμίζει έντονα ότι υπάρχουν καταστάσεις όπου τα πτυχία κολεγίου δεν αξίζουν το χαρτί στο οποίο είναι τυπωμένα.
Μια λιγότερο τρομακτική αλλά εξίσου αποκαρδιωτική σκηνή βρίσκει τον Μάρσαλ να μιλάει με έναν μαύρο δικηγόρο στο Μπρίτζπορτ, ο οποίος πέρασε μεν τις εξετάσεις αλλά του αρνήθηκαν την άδεια άσκησης δικηγορίας λόγω της φυλής του.
Ο Φρίντμαν, επίσης, μοιάζει με διαφορετικό άτομο ανάλογα με το δωμάτιο στο οποίο βρίσκεται. Η έπαρση του Μάρσαλ και το φοβερό νομικό ιστορικό του τον εκφοβίζουν, αλλά ο ίδιος ο μικρότερος αδελφός του και συνεργάτης του στο δικηγορικό γραφείο τον λατρεύει και τον υπεραμύνεται, και είναι προφανές ότι στην εβραϊκή κοινότητα του Μπρίτζπορτ είναι ένας άνθρωπος με επιρροή, που τον σέβονται σε μεγάλο βαθμό επειδή έχει το θάρρος να δέχεται προκλήσεις που άλλοι αποφεύγουν.
Υπάρχει μια θαυμάσια στιγμή στην ανδρική τουαλέτα μιας συναγωγής, όπου ένα μέλος της κοινότητας μοιάζει σαν να είναι έτοιμο να προσβάλει τον Φρίντμαν επειδή εκπροσωπεί έναν μαύρο κατηγορούμενο γα βιασμό, και στη συνέχεια βάζει μερικά μετρητά στην τσέπη του σακακιού του Φρίντμαν.
Τόσο ο Μπόουσμαν όσο και ο Γκαντ κάνουν εξαιρετική δουλειά στην αυξομείωση του στάτους των ηρώων που υποδύονται σε σχέση με το τι βρίσκεται γύρω τους. Αυτό προσδίδει στην ταινία μια πιο πλούσια αίσθηση του χρόνου και του τόπου απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς.
Τραβάει επίσης παραλληλισμούς μεταξύ της εμπειρίας των Εβραίων και των μαύρων στην Αμερική του 1940, οι οποίοι αποδίδουν καρπούς στην τελική σύνοψη της ταινίας.
Η ταινία χαρακτηρίζεται από μία χαλαρή αυτοπεποίθηση. Μην το χάσετε…