Θα ξεκινήσω αυτό το κείμενο με μια θερμή παράκληση: ΜΗΝ ΚΑΝΕΤΕ ΑΛΛΟ ΤΡΙΩΡΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ, ΤΙ ΣΑΣ ΕΧΕΙ ΠΙΑΣΕΙ…
Να μου συγχωράτε τα κεφαλαία, αλλά μετά την θέαση της ταινίας Beau Is Afraid, ένιωσα την ανάγκη να το πω και να το γράψω, μιας και μετά το The Irishman, φαίνεται πως έχει γίνει κάποια συνωμοσία από τη Λέσχη Μποντιμπίλνερμπεργκ και αποφάσισαν όλοι οι σκηνοθέτες να το γυρίσουν στο Μπεν Χουρ. Το είδαμε στο Babylon, όπου από τις 3 ταινίες, περίπου η 1 θα μπορούσε να μην υπάρχει. Το είδαμε και στο Avatar: The Way of The War. Το έχουμε δει κι αλλού, απλώς δε μου έρχεται στο μυαλό. Ε, είπε κι ο Άρι Άστερ να μη λείπει από τον χορό της ασημαντότητας και να παράξει ένα 3ωρο θέαμα με το Beau Is Afraid.
Και θα μου πείτε, πολύ σωστά, ότι οι καλλιτέχνες έχουν ένα όραμα και δε θα κάτσουν να ασχοληθούν με εμένα και τον κάθε εμένα, που έχει πάθει διάσπαση προσοχής από τις πλατφόρμες και δεν μπορεί να κοιτάζει για 3 ώρες τη μεγάλη οθόνη. Και θα σας απαντήσω για να σας ρουμπώσω, ότι είδα το Lord of the Rings για 58η φορά στη ζωή μου, και δεν σήκωσα βλέφαρο από την οθόνη. Το ίδιο έκανα και στο Babylon, παρά το ότι αναγνωρίζω γιατί κάποιοι το βρήκαν too much.
Το Beau Is Afraid είναι μια ταινία που την περίμεναν όλοι οι σινεφίλ πώς και τι. Τόσο γιατί πρωταγωνιστεί ο Χοακίν Φοίνιξ και ήταν ένας ρόλος που είχε μεγάλη φημολογία γύρω του, όσο και γιατί σκηνοθετεί ο Άρι Άστερ που μας πήρε τα μυαλά με το Hereditary και το Midsommar.
Η συγκεκριμένη ταινία είναι η πρώτη μη indie του Άστερ, παρόλο που γίνεται κι αυτή από το στούντιο Α24. Το μπάτζετ που είχε ήταν απείρως μεγαλύτερο και αυτό φαίνεται σε αρκετές περιπτώσεις, όπως στο διάστημα της αφήγησης της γυναίκας για το πώς θα εξελισσόταν η ζωή του Μπο σε μια παράλληλη διάσταση.
Το τελικό αποτέλεσμα σίγουρα δικαιώνει την επένδυση, σίγουρα διακατέχεται από μια καλλιτεχνική ποιότητα, αλλά αν έφαγε για παράδειγμα κράξιμο ο Κρίστοφερ Νόλαν για το ακατανόητο Tenet – που εγώ το βρήκα εξαιρετικό και το έχω δει 4 φορές – τότε ο Άρι Άστερ θα έπρεπε να κλειστεί κάπου και να του πετάνε αντικείμενα.
Λίγα λόγια για την πλοκή
Είναι μια τρίωρη μυθολογία ξεκάθαρα φροϋδική, γύρω από τη σχέση ενός μεσήλικα με τη μητέρα του, η οποία τον μεγάλωσε μόνη και ήταν μια μητριάρχισσα, μια δυναμική επιχειρηματίας με πακτωλό χρημάτων.
Η ταινία ξεκινάει με τον Μπο να ζει σε μια γειτονιά της Νέας Υόρκης όπου στον δρόμο αλληλοσκοτώνονται άνθρωποι, γίνεται ένα πανηγύρι τρέλας και δεν μπορεί να το σταματήσει κανείς. Κι ο ίδιος τρέμει να βγει έξω γιατί τον έχει βάλει στο μάτι ένας περίεργος. Οπότε, κάθε φορά που πάει να πάρει κάτι, τρέχει σαν να μην υπάρχει αύριο.
Ο Μπο πηγαίνει σε ψυχολόγο και παίρνει χάπια και περνάει τη ζωή του σε ένα μεσαίο διαμέρισμα. Καθώς ετοιμάζεται να πάει να βρει την μητέρα του, του κλέβουν τα κλειδιά και τη βαλίτσα και τηλεφωνεί στη μητέρα του πως δε θα πάει να την δει. Αυτό λειτουργεί σαν κλωτσιά πριν τον γκρεμό, με τη μητέρα του να βρίσκεται νεκρή χωρίς κεφάλι και ο Μπο αποφασίζει να πάει να την δει για τελευταία φορά.
Στην πορεία όμως καταλήγει, αφού τον χτυπάει ένα φορτηγό, να είναι υπό την περίθαλψη ενός άγνωστου ζευγαριού, που τον τοποθετούν στο δωμάτιο του νεκρού τους γιου, κάτι που προκαλεί οργή στην κόρη τους.
Η κατάσταση εκτροχιάζεται και ο Μπο βρίσκεται να τρέχει σε ένα δάσος για να ξεφύγει από έναν βετεράνο πολέμου με PTSD και ιδρυματισμό και καταλήγει να γίνεται μέλος ανθρώπων του δάσους που ταυτόχρονα στήνουν και μια θεατρική παράσταση. Και μετά από διάφορες σκηνές όπου οι συμβολισμοί είναι περισσότεροι κι από τα αστέρια στο σύμπαν, είναι μπροστά στο φέρετρο της μάνας του.
Από κει και μετά, αρχίζει η ακόμα μεγαλύτερη παράνοια και ένας μητρικός κοπετός που διαλύει και το τελευταίο λειτουργικό κύτταρο του εγκεφάλου του Μπο.
Κι όταν τελειώνει η ταινία, ενώ αντιλαμβάνεσαι πως έχεις δει κάτι που ως σύλληψη, σεναριακή και σκηνοθετική, φέρει μέσα της κάτι το τρομερό, αδυνατείς να φτιάξεις κάτι λογικό στο μυαλό σου. Αναζητάς, αναζητάς, αναζητάς και δεν βρίσκεις.
Ως θεατής βρίσκομαι εδώ και μερικές μέρες, από τη θέση του Beau Is Afraid, μεταξύ σφύρας και άκμονος, οι οποίες λειτουργούν όμως μόνο για τον φόβο της αναμονής και δεν χτυπούν το κεφάλι.
Τι είναι τελικά το Beau Is Afraid;
‘Ενα φροϋδικό πανηγύρι και κάμποσοι φόβοι γύρω από το πέος. Αυτό είναι το Beau Is Afraid. Δεν βρίσκω λέξεις να το περιγράψω καλύτερα. Κι αυτές που βρήκα, θαύμα είναι που μπόρεσα να τις γράψω.
Αν κατανοώ σωστά, για το οποίο αμφιβάλλω, είναι μια περίπτωση πνιγηρής μητρικής αγάπης που οδηγεί σε εγκεφαλική αδράνεια τον Μπο, δεν του επιτρέπει την ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων και καταλήγει να είναι ένα παιδί με καραφλοχαίτη. Με γνώμονα τον φόβο του να μην εκθέσει τη μητέρα του, να μην την ατιμάσει, ο Μπο εισχωρεί σε μια αρχετυπική ψευδαίσθηση για το πώς θα έπρεπε να είναι η πορεία της ζωής του και όλο αυτό καθοδηγείται από την καταπίεση του πέους του.
Η μητέρα του του είπε κάποτε, για να μην τον χάσει ποτέ από κοντά της ή για να είναι ο Μπο πάντοτε ο γιος που στέκεται δίπλα της, ότι αν εκσπερματώσει, θα πεθάνει. Όπως πέθανε και ο πατέρας του και ο παππούς του.
Τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι τα εξής: μήπως η αρχική σεκάνς είναι μια παραίσθηση που προκαλείται στο μυαλό του Μπο από τα χάπια που του δίνει ο γιατρός; Μήπως όλο το υπόλοιπο είναι μια παραίσθηση; Μήπως η ζωή του είναι μια στημένη παραγωγή τύπου Truman Show από τη μητέρα του, όπου ο Μπο αποτυγχάνει και την εκθέτει; Ή μήπως έχει φτιάξει επίτηδες έναν κόσμο γεμάτο φόβους για τον Μπο, ώστε η ζωή του να είναι μια εύκολη κατηγορία για την ίδια πως την ευτελίζει;
Ο Χοακίν Φοίνιξ, εντός αυτού του πλαισίου, έχει μια φανταστική ερμηνεία, αλλά θα θέλαμε πολύ να μας πει τι κατάλαβε ο ίδιος από την ταινία, γιατί, οκ, ο ρασιοναλισμός δεν είναι πάντοτε ζητούμενο στην τέχνη, αλλά πάντοτε θες να βρεις την άκρη της κλωστής, να πεις ότι υπάρχει το Χ μονοπάτι και επιλέγεις να το ακολουθήσεις.
Με το Beau Is Afraid είσαι απλά σε μια δίνη, το νερό κινείται γύρω σου και απλώς περιμένεις αν θα έρθει η στιγμή να εκτοξευτείς εκτός της δίνης κάποια στιγμή.