Από μικρός, όταν οραματιζόμουν να ασχοληθώ με αυτή τη δουλειά, το να γράφω για σινεμά, για ταινίες, ήταν ένα από τα όνειρά μου. Δεν μπορούσα όμως με τίποτα να πω ότι θέλω να γίνω κριτικός κινηματογράφου. Το θεωρούσα και το θεωρώ τρομερά αστείο, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά παγκοσμίως, να έχει κάποιος το θράσος να λέει πως κριτικάρει μια ταινία, πως ανήκει σε ένα κονσόρτσιουμ ατόμων που κρίνουν αν μια καλλιτεχνική προσπάθεια αξίζει, όταν οι ίδιοι απλά έχουν δει πολλές ταινίες και ποτέ δεν έχουν αποπειραθεί να κάνουν μία.

Προφανώς, όλοι έχουμε άποψη για ένα έργο, μια ταινία, τη μοιραζόμαστε, αποζητάμε την κουβέντα, τη συνδιαλλαγή, αλλά από αυτό μέχρι το «εγώ είμαι κριτικός κινηματογράφου», υπάρχει μια απόσταση που καταδεικνύει και τον ψωνισμό, την αυταρέσκεια, τον ναρκισσισμό που διακατέχει κάποιους ανθρώπους.

Γιατί γίνεται κάποιος «κριτικός κινηματογράφου»; Γιατί θέλει στο βάθος να έρθει όσο πιο κοντά γίνεται στους διάσημους παγκοσμίου βεληνεκούς. Κι αυτό είναι θεμιτό. Μετά από ένα σημείο όμως, αυτοί που αυτοαποκαλούνται έτσι, γεμίζουν από ένα αίσθημα υπεροχής έναντι σκηνοθετών, ηθοποιών, καλλιτεχνών και πιστεύουν πως τα δικά τους κείμενα καθορίζουν την πορεία μιας ταινίας.

Και, κάπως, το μάρκετινγκ μα και οι ίδιες οι εταιρείες διανομής στην Ελλάδα, έχουν πείσει τον κοσμάκη πως αν πει κάτι ο τάδε που γράφει στην Χ εφημερίδα ή το Χ έντυπο, είναι βαθμός αξιοπιστίας.

Μπούρδες.

Μπούρδες γιατί όλο αυτό τους έχει κάνει να νομίζουν πως είναι βασιλιάδες, πως οι δημιουργοί θα γονατίζουν μπροστά τους για να ζητήσουν μια καλή κριτική για την ταινία τους και νιώθουν πως τους ανήκουν οι δημιουργοί, οι αίθουσες κινηματογράφου, το κοινό. Αν τολμήσεις και τους ζητήσεις να σε σεβαστούν, θα γυρίσουν να σου πουν «ξέρεις ποιος/ποια είμαι εγώ;». Και λίγο μετά, θα κράξουν τον Αυγενάκη που το είπε στον υπάλληλο αεροδρομίου.

Κριτικοί κινηματογράφου που δεν παρακολουθούν τις ταινίες

Η υποκρισία και το «δεν κοιτάζω την καμπούρα μου» υπάρχει παντού, δεν είναι ίδιον μόνον αυτής της κάστας, αλλά είναι πιο έντονο σε αυτούς διότι καμώνονται και τους ηθικά ανώτερους, τους πνευματικά ανεπτυγμένους, πουλάνε ότι έχουν κοιτάξει κατάματα τον θεό και πρέπει να τους ακολουθούμε ως πνευματικούς μας ταγούς. Ε, αφού έχει δει όλο τον Παζολίνι και τον Ταρκόφσκι ή το Metropolis, τότε αυτός ξέρει.

«Εμείς είμαστε αλληλέγγυοι, είμαστε αριστεροί και με την τέχνη πάμε κόντρα στο κατεστημένο». Και λίγο μετά δεν μπορούν να επιδείξουν την πιο απλή κίνηση σεβασμού. Δεν λένε ούτε ένα «συγγνώμη».

Οι κριτικοί κινηματογράφου απέχουν από κάθε συναίσθημα, είναι σκληροί και γραφειοκράτες, δεν έχουν τίποτα να δώσουν στον κόσμο που τους διαβάζει. Είναι μια φούσκα, όπως φούσκα είναι συνολικά η δημοσιογραφία στην Ελλάδα, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Καλοί πωλητές παραμύθας είναι όσοι αυτοπροσδιορίζονται ως κριτικοί κινηματογράφου. Απώτερος στόχος τους να πάνε τσάμπα στις Κάννες, στη Βενετία, στο Χόλιγουντ και μετά να λένε «εγώ ξέρω, άκου με».

Θέλετε να ξέρετε τι ξέρουν; Στις δημοσιογραφικές προβολές όπου έχουμε το προνόμιο να βλέπουμε όλες τις ταινίες λίγες μέρες πριν κυκλοφορήσουν και δεν πληρώνουμε ούτε ευρώ, έρχονται, κάθονται, γράφουν διαρκώς στα κινητά τους με ανοιχτό φλας, τυφλώνουν όποιον κάθεται γύρω τους, μιλάνε διαρκώς μεταξύ τους στην διάρκεια της προβολής και θεωρούν πως η δουλειά τους είναι ανώτερη από τη δική σου.

Τα ίδια κάνουν και στις avant premiere που είναι καλεσμένοι. Εδώ στην Ελλάδα. Στις Κάννες και στη Βενετία δεν τολμάνε να αγγίξουν κινητό, γιατί θα τους πετάξουν από την αίθουσα. Εδώ που είναι αφεντάδες, εμείς οι τιποτένιοι θα πρέπει να τους υποκλιθούμε.

«Έχουμε έρθει για δουλειά, δεν είναι κανονική προβολή», μου είπε ένας όταν του ζήτησα να σταματήσει να μιλάει διαρκώς, διότι δε μπορώ να παρακολουθήσω την ταινία. Ένας άλλος έχει ένα στυλό με φως που χρησιμοποιεί και δε σέβεται ότι πειράζει την όρασή μας σε μια θεοσκότεινη αίθουσα όπου η οθόνη παράγει φως και οποιοδήποτε άλλο φως σε αποσπά. Άλλοι μέχρι που θα μιλάνε στο τηλέφωνο. Είναι η «δουλειά» τους. Αυτοί λοιπόν θα έρθουν μετά να σας πουν αν μια ταινία αξίζει ή όχι. Πώς; Αφού τις παρακολουθούν ελάχιστα.

Γι’ αυτό, να έχετε τις επιφυλάξεις σας κάθε φορά που διαβάζετε κριτικές για ταινίες από «περισπούδαστους» ψωνισμένους που δεν δίνουν καμία σημασία σε αυτό που βλέπουν και δεν σέβονται καν τον συνάδελφό τους. Τους ανήκουν όλα. Και δεν διαμαρτύρεται κανείς εκτός από 2-3 «τρελούς του χωριού». Κι έχουν πετύχει αυτοί οι 15-20 να κάνουν τους 40-50 που ενοχλούνται, να μη μιλάνε, να επιλέγουν τη σιωπή για να μη μπλέξουν με την παράνοια.

Κάθονται και σας «πουλάνε» τα αστεράκια που έβαλε ο τάδε σε μια ταινία, διαβάζεις το κείμενό του και δεν έχει κανένα συναίσθημα, δεν έχει τίποτα, παρά αμπελοφιλοσοφίες και μερικές τεχνικές εκφράσεις για να εντυπωσιάσουν.

Να προτιμάτε τα κείμενα εκείνα που έχουν ψυχή, γιατί σε αυτά θα βρείτε και ειλικρίνεια. Στα υπόλοιπα θα βρείτε καμιά χιλιάρα καρδινάλιους!