Περιεχόμενα
Μετά τον θρίαμβο των Καννών, εκεί όπου η νέα του ταινία, Killers of the Flower Moon, έτυχε ενθουσιώδους υποδοχής, ο Martin Scorsese πέταξε για το Βατικανό. Ήταν καλεσμένος στο συνέδριο «Η παγκόσμια αισθητική της καθολικής φαντασίας» που διοργάνωσε το ιησουιτικό περιοδικό La Civiltà Cattolica σε συνεργασία με το πανεπιστήμιο Τζορτζτάουν.
Πριν παρευρεθεί στις εργασίες του συνεδρίου, ο Martin Scorsese και η σύζυγός του, Elen Morris, συναντήθηκαν με τον Πάπα Φραγκίσκο στο Βατικανό, σύμφωνα με το Variety.
Αυτή η συνάντηση έδωσε και είδηση: «Απάντησα στην έκκληση του Πάπα προς τους καλλιτέχνες με τον μόνο τρόπο που ξέρω: πλάθω και γράφω σενάριο για μια ταινία για τον Ιησού». Η δέσμευση του Martin Scorsese έγινε επίσημη όταν ο ίδιος το ανακοίνωσε κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, που αφορούσε μια ταινία για τον Ιησού που λατρεύει (Το Κατά Ματθαίο Ευαγγέλιο του Pier Paolo Pasolini) και τη δική του, τον Τελευταίο Πειρασμό, το βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη που μετέφερε στη μεγάλη οθόνη το 1988.
Μπορεί να μοιάζουν όλα θολά όπως η κινηματογράφηση μιας ανάμνησης -πέρασαν ήδη 25 χρόνια από τότε, αλλά ας θυμηθούμε γιατί Ο Τελευταίος Πειρασμός δεν έμεινε στην ιστορία του κινηματογράφου μόνο ως μια καλή ταινία…
Όταν ο Martin Scorsese «γνώρισε» τον Νίκο Καζαντζάκη
Το έργο του Νίκου Καζαντζάκη δεν ήταν άγνωστο στο Χόλιγουντ. Δύο βιβλία του είχαν ήδη ταινίες με μεγάλο αντίκτυπο παγκοσμίως* και τα έργα του κυκλοφορούσαν στο Χόλιγουντ. Στη βιβλιοθήκη της Marilyn Monroe, για παράδειγμα, βρέθηκε ο Τελευταίος Πειρασμός. Το ίδιο βιβλίο κράτησε για πρώτη φορά στα χέρια του ο Martin Scorsese το 1972, όταν σε ένα πάρτι του το δίνει η Barbara Hersey (που μετέπειτα ενσάρκωσε τη Μαρία Μαγδαληνή στην ταινία).
«Μου πήρε έξι χρόνια για να το τελειώσω!» θα δήλωνε ο Martin Scorsese σε συνέντευξη του το 1988. «Θα το έπιανα, θα το άφηνα, θα το ξαναδιάβαζα… Με γοήτευε η όμορφη γλώσσα του και αργότερα θα συνειδητοποιούσα ότι δεν θα μπορούσα να κινηματογραφήσω αυτή τη γλώσσα. Διάβασα μεγαλύτερο μέρος του μετά τον Ταξιτζή (1976) και το τελείωσα ενώ βρισκόμουν στα γυρίσματα του The Meadow των αδελφών Taviani τον Οκτώβριο του 1978. Και τότε κατάλαβα ότι αυτό ήταν για μένα. Σκεφτόμουν συχνά να κάνω ένα ντοκιμαντέρ για το Ευαγγέλιο — αλλά ο Pasolini το είχε κάνει ήδη».
Ο Martin Scorsese, που στην προεφηβεία του ήθελε να γίνει ιερέας, ξεκινά τις συζητήσεις με την Paramount για να γίνει ο Τελευταίος Πειρασμός ταινία. Του παίρνει χρόνια για να πείσει τα στελέχη και τελικά, το 1983 παίρνει μαζί με το πράσινο φως και 12 εκατ. δολάρια μπάτζετ.
Γρήγορα οι απαιτήσεις ανεβάζουν το μπάτζετ στα 14 εκατ. δολάρια, το στούντιο δεν είναι σίγουρο για τον Aidan Queen στον ρόλο του Ιησού, ενώ και κάποια από τα υπόλοιπα ονόματα του καστ τους προκαλούν νευρικότητα: στο ρόλο του Πόντιου Πιλάτου ο Sting (!), Ιούδας ο Ray Davies, και μία ακόμη έκπληξη, η Vanity ως Μαρία Μαγδαληνή.
Στους δισταγμούς της εταιρείας ήρθε να προστεθούν και οι κινητοποιήσεις θρησκευτικών και παραθρησκευτικών ομάδων, ενώ μια αλυσίδα σινεμά ανακοινώνει πως δεν θα προβάλλει την ταινία. Έτσι, η Paramount κάνει πίσω.
Ο Γάλλος υπουργός Πολιτισμού Jack Lang μπαίνει στο παιχνίδι, δηλώνοντας την πρόθεσή του να χρηματοδοτήσει την ταινία το Γαλλικό Κράτος, αλλά κι εκεί ξεκινούν οργισμένες αντιδράσεις. Ο Martin Scorsese παράλληλα γυρίζει το Χρώμα του Χρήματος και πλέον μπαίνει στο πάνθεον των κορυφαίων σκηνοθετών.
«Εν τω μεταξύ, ο ατζέντης μου, Harry Ufland, συνέχιζε να το προτείνει σε άλλα στούντιο. Κράτησε την ιδέα ζωντανή, κράτησε την ελπίδα μου ζωντανή, για τρία χρόνια» εξιστορεί στην ίδια συνέντευξη ο Martin Scorsese και συνεχίζει: «Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο αναφέρεται στα credits ως εκτελεστικός παραγωγός. Ήταν υπέροχος. Ασχολήθηκε όμως με άλλα έργα. Μετά πήρα τον Mike Ovitz τον Ιανουάριο του 1987, και μέσα σε τρεις μήνες είχαμε μια συμφωνία με τη Universal».
Θα πρέπει όμως να γυριστεί με τα μισά χρήματα από αυτά που έδινε η Paramount, με τα deadlines να είναι ασφυκτικά -τα γυρίσματα προγραμματίζονται να γίνουν στο Μαρόκο μέσα σε 58 (!) ημέρες.
Επιπλέον, ο Scorsese θα πρέπει να ανανεώσει το καστ του: Ιησούς ο William Defoe, Ιούδας ο Harvey Keitel, ενώ ο David Bowie (!) επιλέγεται για τον ρόλο του Πόντιου Πιλάτου. Εμφανίζεται μάλιστα και ο Scorsese. Τη μουσική υπογράφει ο Peter Gabriel (το album με τίτλο Passion κέρδισε το Grammy στην κατηγορία Best New Age Album το 1990 και ήταν υποψήφιο για Χρυσή Χρυσή Σφαίρα.
Τα γυρίσματα είναι εξοντωτικά, η ταινία είναι μια από τις πιο minimal που έχει γυρίσει ο Martin Scorsese. Στο Μαρόκο φτάνει μάλιστα και η μητέρα του, η οποία στα γυρίσματα της σταύρωσης παρακαλεί τον γιο της «να μην πονέσει ο Χριστούλης».
«Η ομορφιά της ιδέας του Καζαντζάκη είναι ότι ο Ιησούς πρέπει να ανέχεται όλα όσα περνάμε, όλες τις αμφιβολίες και τους φόβους και το θυμό» τονίζει ο Martin Scorsese. «Με έκανε να νιώσω ότι αμαρτάνει — αλλά δεν αμαρτάνει, είναι απλώς άνθρωπος. Καθώς και θεϊκό. Και έχει να αντιμετωπίσει όλη αυτή τη διπλή, τριπλή ενοχή στο σταυρό. Αυτός είναι ο τρόπος που το σκηνοθέτησα, και αυτό ήθελα, γιατί τα δικά μου θρησκευτικά συναισθήματα είναι τα ίδια. Το σκέφτομαι πολύ, με πολλές αμφισβητήσεις, πολλές αμφιβολίες και μετά κάποιο καλό συναίσθημα. Πολύ καλό συναίσθημα. Και μετά πολύ περισσότερες αμφισβητήσεις, σκέψεις, αμφιβολίες» καταλήγει.
Οι… πολεμικές αντιδράσεις των υπερ-Χριστιανικών γκρουπ
Πριν ακόμη ολοκληρωθούν τα γυρίσματα στο Μαρόκο, πίσω στις ΗΠΑ καταφτάνουν οι πρώτες επιστολές διαμαρτυρίας από φανατικά γκρουπ χριστιανών. Πανίσχυρες οργανώσεις βρίσκονται πίσω από την καμπάνια ενάντια στην ταινία, οι οποίες αγοράζουν τηλεοπτικό και ραδιοφωνικό αέρα για να προπαγανδισουν εναντίον της ταινίας.
Τα γραφεία της Universal κατακλυζονται από επιστολές (2,5 εκατ. συνολικά), ενώ έπειτα από πρωτοβουλία ενός ραδιοφωνικού σταθμού της Καλιφόρνια, 600 άτομα μαζεύονται και αποκλείουν τα studio της Universal.
Αλυσίδες σινεμά εμπρός στο φόβο των φανατικών αρνούνται να προβάλλουν την ταινία, ενώ ο Ευαγγελιστής Bill Bright προσπαθεί να αγοράσει το φιλμ και να καταστρέψει το φιλμ.
Οι διαμαρτυρίες μετατρέπονται σε βίαια επεισόδια με την προβολή της ταινίας, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη (ένα παρισινό σινεμά τυλίχθηκε στις φλόγες). O ίδιος ο Martin Scorsese δέχεται απειλές για τη ζωή του και για ένα διάστημα κυκλοφορεί με σωματοφυλακες.
Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό η ταινία απαγορεύτηκε σε πολλές χώρες (Τουρκία, Αργεντινή, Χιλή, Μεξικό). Στην Ελλάδα επικράτησε φυσικά παροξυσμός, καθώς πρόθυμες ομάδες φανατικών χριστιανών κατέβηκαν στα κεντρικά σινεμά της Αθήνας έτοιμες για μάχη (11/10/1989).
Κι ενώ οι Αμερικανοί κριτικοί αποθεωνουν την απλότητα και το βάθος της ταινίας (“ο πιο ανθρώπινος Ιησούς”) το φιλμ δεν σημειώνει κάποια εμπορική επιτυχία. Ο Martin Scorsese, ωστόσο, κερδίζει υποψηφιότητα για Oscar Σκηνοθεσίας (θα χάσει από το Rainman), ενώ υποψήφια για Oscar Β Γυναικείου Ρόλου ήταν και η Hersey.
Είχε προηγηθεί η τοποθέτηση του κυβερνητικού εκπροσώπου, Σωτήρη Κωστοπουλου, που απαντώντας στον αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ, δήλωσε «Σοσιαλισμός και λογοκρισία δεν συμβιβαζονται».
Όταν η Αθήνα έγινε… Ιερουσαλήμ
Έξω από τους κινηματογράφους οι φανατικοί ήρθαν πρόσωπο με πρόσωπο με τους αστυνομικούς. «Ο λαός απαιτεί η ταινία να καεί» φώναζαν εκστασιασμενοι κραδαίνοντας εικόνες και πλακάτ, την ώρα που οι «απέναντι απαντούσαν με το ευρηματικό «δεν υποχωρούμε, αν δεν αφοριστούμε».
Το αλαλαζον πλήθος στο Οπερα σπάει τον αστυνομικό κλοιό και τις τζαμαρίες και εισβάλει στο εσωτερικό του σινεμά. Σκίζουν καθίσματα και καταστρέφουν την οθόνη προβολής. Ανάλογη έφοδο προσπαθούν να κάνουν και στο Embassy. Στο ντου που επιχειρούν οι αστυνομικοί απαντούν με δακρυγόνα. Στα σινεμά που δεν προλαβαίνουν να επισκεφτούν τηλεφωνούν για να πληροφορησουν πως έχει…τοποθετηθεί βόμβα.
«Είχε λοιπόν κάθε λόγο να ζητήσει η Εκκλησία την απαγόρευση της ταινίας και είναι λυπηρό ότι δεν εισακούστηκε η φωνή της και προκλήθηκε το χριστιανικό αίσθημα των πιστών με αποτέλεσμα να σημειωθούν σοβαρά επεισόδια» σχολίασε η Ιερά Σύνοδος την επόμενη.
Στις 15/11/1989 το Τμήμα Ασφαλιστικών Μέτρων του Μονομελους Πρωτοδικείου κάνει δεκτή την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων 8 παραεκκλησιαστικων οργανώσεων που ζητούν την απαγόρευση προβολής της ταινίας και την κυκλοφορία της σε βιντεοκασέτα, σε απογοήτευση της Μελίνας Μερκούρη.
Είχε κόψει 155.000 εισιτήρια, παρά τον περιορισμένο αριθμό κινηματογράφων που έπαιζαν την ταινία.
Η ταινία δεν είχε προβληθεί μέχρι το 2004 από κανένα κανάλι, όταν το Star τη συμπεριέλαβε στον προγραμματισμό του. Η παρέμβαση όμως του Χριστοδούλου ήταν καταλυτική.
*Ο Τελευταίος Πειρασμός είναι το τρίτο βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη που μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο. Το 1957 έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ των Καννών η ταινία του Jules Dassin, Ο Χριστός Ξανασταυρωνεται (He Who Must Die ο τίτλος), με τη Μελίνα Μερκούρη σε έναν από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους, χαρίζοντας στον Dassin το Βραβείο της Επιτροπής.
Έξι χρόνια αργότερα, ο Μιχάλης Κακογιάννης σκηνοθετεί ένα άλλο βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη, τον Αλέξη Ζορμπά, κερδίζοντας , μεταξύ άλλων, επτά υποψηφιότητες και τρία Όσκαρ (Β’ Γυναικείου για τη Lila Kedrova, Κινηματογράφησης για τον Walter Lassaly, Σκηνικών για τον Βασίλη Φωτοπούλο).