Περιεχόμενα
Ξέρουμε ήδη μερικά πράγματα γύρω από την καινούργια ταινία του Martin Scorsese, το «Killers of the Flower Moon». Ξέρουμε ότι παίζει ο De Niro και ο DiCaprio, ότι θα βγει από την Apple τον Οκτώβριο και ότι θα έχει διάρκεια 3,5 ώρες.
Ότι βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Ντέιβιντ Γκραν του 2017 και τοποθετείται στην Οκλαχόμα του 1920: στην κοινότητα Οσέιτζ έχει ανακαλυφθεί κοίτασμα πετρέλαιο με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να αποκτήσουν τεράστιο πλούτο. Κι όταν πολλά μέλη της φυλής ινδιάνων Οσέιτζ αρχίζουν να δολοφονούνται υπό μυστηριώδεις συνθήκες, η ζωή απλώς συνεχίζεται.
Ξέρουμε ότι ακριβώς αυτά τα γεγονότα οδήγησαν στη «γέννηση» του FBI. Αλλά στην πραγματικότητα όλα αυτά είναι περίπου «αχρείαστες πληροφορίες»: όταν κάνει ταινία ο Scorsese, απλά υποκλίνεσαι. Και χειροκροτείς, μέχρι να μελανιάσουν οι παλάμες σου.
Ο θρίαμβος του Martin Scorsese στις Κάννες
Όπως περίπου έκαναν δηλαδή οι θεατές στο Φεστιβάλ των Καννών, που είχαν την ευκαιρία να δουν πριν λίγες μέρες την ταινία: σηκώθηκαν όρθιοι και χειροκροτούσαν για κανένα δεκάλεπτο. Γι’ αυτό που είδαν αλλά και γι’ αυτόν που το δημιούργησε. Για το «τώρα» αλλά και το «πριν», για όλα αυτά τα αριστουργήματα που μας έχει χαρίσει ένας από τους πιο ξεχωριστούς, τους πιο εμπνευσμένους, τους πιο δημιουργικούς ανθρώπους στην ιστορία του κινηματογράφου.
Αλλά και για τη θλιβερή και πένθιμη παραδοχή, ότι κάθε ταινία του Scorsese, κάθε κινηματογραφική ανάσα που μας χαρίζει, κάθε πινελιά, κάθε καρέ που φέρει την υπογραφή του, μας φέρνει όλο και πιο κοντά στο φινάλε μιας διαδρομής σπουδαίας: στα 81 του πλέον και με τον τρόπο που «διαλέγει» τις δουλειές που θα κάνει, με τον χρόνο που απαιτείται για να τελειοποιήσει τη δημιουργία του και με τη συχνότητα που κάνει πλέον ταινίες, δεν θα χαρούμε πολλές ακόμα.
Στο «Killers of the Flower Moon», ο Martin Scorsese συναντά για μια ακόμα φορά τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο και το Leonardo DiCaprio. Η συνύπαρξη του Scorsese – De Niro, άλλαξε για πάντα την ιστορία του κινηματογράφου, η συνάντηση του Scorsese με τον DiCaprio, έβαλε σε διαφορετικές ράγες και έδωσε οντότητα και κύρος στην καριέρα του Leonardo. Τόσο απλά. Θείος και ανιψιός σε αυτή την ταινία οι δυο τους.
Για «ερμηνείες καριέρας» κάνουν λόγο οι κριτικοί. Δύσκολο να το χωνέψεις και να το αποδεχθείς για τον De Niro, παράσημο στο πέτο του DiCaprio, που έχει πάρει μεν Όσκαρ, έχει διεκδικήσει μερικά ακόμα, αλλά στο κλειστό κλαμπ των πραγματικά σπουδαίων ηθοποιών δεν έχει καταφέρει (ακόμα;) να μπει.
Martin Scorsese: Με τον Robert, τον Leo και τα άλλα παιδιά
Αντίθετα, ο De Niro μπήκε με τον «Ταξιτζή» του Scorsese φυσικά, το 1976. Και με το «Οργισμένο Είδωλο», το 1980. Πάλι του Martin Scorsese. Άλλοι ηθοποιοί θα έδιναν το ένα τους νεφρό για να παίξουν σε δυο τέτοιες ταινίες, με αυτόν τον σκηνοθέτη. Ο De Niro νεφρό δεν έδωσε, αλλά έδωσε ό,τι καλύτερο είχε στο «Goodfellas», στο «Καζίνο» και στο «Ακρωτήρι του Φόβου», μια ταινία που σου έριχνε απανωτά κροσέ στο σαγόνι και άπερκατ στο στομάχι σε όλη τη διάρκειά της.
Όσο για τον DiCaprio; «Aviator», «Συμμορίες της Νέας Υόρκης», ο «Πληροφοριοδότης», «Ο Λύκος της Γουόλ Στριτ», το «Νησί των Καταραμένων» – αν στους γονείς του χρωστάει το «ζην», στον Martin Scorsese χρωστάει το «ευ ζην».
Έκανε κι άλλα πολλά σπουδαία πράγματα ο Scorsese, όπως «Το Χρώμα του Χρήματος», που χάρισε το Όσκαρ στον Paul Newman. Ή «Τον Τελευταίο Πειρασμό» με τον William Defoe, όπου αλαλάζοντες χριστιανο-ταλιμπάν επιτέθηκαν με μανία στα κινηματογραφικά πανιά στην Ελλάδα. Τον «Ιρλανδό», που δεν ικανοποίησε πάντως τις τεράστιες προσδοκίες που δημιουργήθηκαν, όταν ακούσαμε ότι De Niro, Pacino, Pessi και άλλοι κολοσσοί της Έβδομης Τέχνης θα συναντιούνταν ξανά. Το «New York – New York» με τη Laisa Minelli στο πλευρό του De Niro, το «Μετά τα Μεσάνυχτα» και το «Hugo», που στην πράξη αποδείχθηκε πολύ λιγότερο «παιδικό» απ’ ό,τι έμοιαζε εκ πρώτης όψεως. Τους «Κακόφημους Δρόμους» και το «Βασιλιάς για μια Νύχτα», με De Niro φυσικά. Τα «Χρόνια της Αθωότητας» και τη «Σιωπή».
Αν βάλει κάποιος κάτω όλες αυτές τις ώρες που έχει περάσει καλά με τις ταινίες του Martin Scorsese, που έχει κλάψει, έχει γελάσει, έχει γαντζωθεί στην καρέκλα του από φόβο, έχει νιώσει την αδρεναλίνη να βγαίνει από τα αυτιά του και έχει νιώσει την ψυχή του να πηγαινοέρχεται, θα χάσει το μέτρημα.
Κυρίως ο Martin Scorsese, έχει ένα δικό του, μοναδικό χάρισμα: να αφηγείται τις ιστορίες του, με έναν εντελώς δικό του τρόπο. Αδιαφορώντας για το τι «θέλει να δει ο κόσμος» ή «τι περιμένει ο κόσμος απ’ αυτόν» ή «τι υποδοχή θα του επιφυλάξουν οι κριτικοί» ή πόση διάρκεια «θα έπρεπε να έχουν οι ταινίες του» κι αν θα έπρεπε να είναι πιο «σφιχτές» ή αν έχουν «σκηνές που επαναλαμβάνονται» ή «φλυαρούν».
Οι καλύτεροι «παραμυθάδες» του κόσμου άλλωστε καμιά φορά είναι φλύαροι, μπορεί να σου ξαναπούν την ίδια ιστορία, να προσθέσουν ή να ξεχάσουν σημαντικές λεπτομέρειες αλλά πάντοτε σε κάνουν να κρέμεσαι από τα χείλη τους και να περιμένεις την επόμενη φράση τους. Αυτό έκανε μια ολόκληρη ζωή, αυτό είμαστε σίγουροι ότι κάνει και με τη νέα του ταινία.
Χωρίς εκπτώσεις, χωρίς να υποκύπτει στις ευκολίες της νέας τεχνολογίας και της σύγχρονης εποχής, χωρίς να προσπαθεί να παραστήσει κάτι που δεν ήταν, δεν είναι και δεν θα γίνει ποτέ. Κι όλο αυτό, κάνει πραγματικά μοναδικό και αξεπέραστο τον Martin Scorsese, σύμβολο μιας εποχής και μιας γενιάς όπου ο κινηματογράφος ήταν κάτι (πολύ παραπάνω) από CGI, ηλεκτρονικούς υπολογιστές και καταιγιστική δράση. Μιας εποχής που δεν θα υπάρξει ποτέ ξανά.