Τα τελευταία πολλά χρόνια, από τότε που έμεινε έγκυος και μετά, η Τζένιφερ Λόρενς δεν έχει κάνει κάποια ταινία που να έχει συζητηθεί, να έχει μείνει στο κοινό. Μέχρι που ήρθε το No Hard Feelings και την έστειλε στις Χρυσές Σφαίρες 2024 με υποψηφιότητα για Καλύτερη Γυναικεία Ερμηνεία σε Κωμωδία. Η ταινία παρ’ όλα αυτά, δεν συζητήθηκε γι’ αυτό, αλλά εστίασαν πολλοί, ακόμα και το ίδιο το μάρκετινγκ της Λόρενς, στην ολόγυμνη σκηνή της και στο ότι ο ρόλος της είναι αυτός μιας γυναίκας που αναλαμβάνει να προσφέρει την πρώτη του σεξουαλική εμπειρία σε έναν 19χρονο.

Με βάση τα όσα είχαμε ακούσει όταν κυκλοφόρησε, αυτό που φανταζόμασταν, ήταν ότι πρόκειται για μια κωμωδία τύπου Σεθ Ρόγκεν, μια καμενιά, από αυτές που η Λόρενς ξέρει να κάνει καλά, και είχαμε αναρωτηθεί πώς γίνεται να της έδωσαν υποψηφιότητα στις Χρυσές Σφαίρες.

Ευτυχώς, το No Hard Feelings ανέβηκε στο Netflix, και όσοι την δείτε την ταινία, θα πάρετε την απάντηση, όπως την πήραμε κι εμείς. Είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που περιμέναμε. Δηλαδή ναι, μέχρι κάπου στα 45 λεπτά, είναι όπως τη φανταζόμασταν, όμως εκεί παίρνει στροφή, κάνει αναστροφή, θα λέγαμε, και πηγαίνει προς την αντίθετη κατεύθυνση. Μετατρέπεται σε μια πολύ καλή feel good ταινία, με την Λόρενς να καταθέτει μια πτυχή του εαυτού της που έχουμε να δούμε από το 2015!

ταινία

Η πλοκή της ταινίας

Στο No Hard Feelings, η Λόρενς υποδύεται την Μάντι Μπάρκερ, μια κοπέλα που ζει στο Μόντοκ, προάστιο της Νέας Υόρκης, όπου δουλεύει ως οδηγός Uber και σε ένα παραλιακό καφέ. Η Μάντι δεν έχει οικογένεια, έχει μόνο ένα φιλικό ζευγάρι, και περνάει τη ζωή της κάνοντας σεξ της μιας βραδιάς και μετά εξαφανίζεται. Όταν της σηκώνουν το αυτοκίνητό της για χρωστούμενες κλήσεις και χάνει το εισόδημά της από το Uber, με τη βοήθεια της φίλης της αναλαμβάνει μια δουλειά που έχει ως αντάλλαγμα ένα αυτοκίνητο.

Το No Hard Feelings που ανέβηκε στο Netflix είναι η πιο απροσδόκητη ταινία που θα δεις - Με τίποτα αυτό που περιμένεις

Ο Λερντ και η Άλισον Μπέκερ, είναι δύο απελπισμένοι με τον γιο τους γονείς, διότι είναι 19 ετών, ετοιμάζεται να φύγει για το Πρίνστον για σπουδές, αλλά είναι τρομερά κλειστός, ντροπαλός και φοβικός και νιώθουν πως θα γίνει θύμα στο κολέγιο, αν πάει με αυτή την εσωστρέφεια. Έτσι, αναζητούν μια κοπέλα για να τον βγάλει από το καβούκι του και να κάνει και σεξ μαζί του. Η Μάντι αρπάζει την ευκαιρία, τους παρουσιάζεται, συμφωνούν και ξεκινάει την προσέγγιση στον Πέρσι.

Τον βρίσκει στο καταφύγιο αδέσποτων όπου δουλεύει εθελοντικά και τον παίρνει μαζί της να τον γυρίσει σπίτι, έχοντας νοικιάσει ένα βανάκι. Στην πορεία, του παίρνει και το κινητό και ο Πέρσι νομίζει πως τον έχει απαγάγει. Της ρίχνει σπρέι πιπεριού με τη σέσουλα, μετά εκείνη του εξηγεί ότι τον βρίσκει σέξι και της αρέσει, και κανονίζουν ραντεβού για ποτό. Μετά από αυτό, κι αφού δεν πετυχαίνει να κάνουν σεξ με την πρώτη, ενώ έχουν πάει για γυμνό μπάνιο στη θάλασσα, έρχεται δεύτερο ραντεβού σε λογική σχολικού χορού αποφοίτησης, με λιμουζίνα και καλό ντύσιμο, σε εστιατόριο.

Εκεί, η Μάντι πετυχαίνει να τον βγάλει από τον φόβο και να παίξει πιάνο ο Πέρσι και να τραγουδήσει στο εστιατόριο. Αυτό ξεκλειδώνει την αυτοπεποίθησή του. Κάπου εκεί, είναι που παίρνει την αναστροφή η ταινία κι από κάφρικη κομεντί, γίνεται dramedy, καθώς η Μάντι έρχεται αντιμέτωπη με όσα η ίδια απέφευγε να κοιτάξει κατάματα στην ψυχή της. Ο στόχος της διαφοροποιείται και αρχίζει να μετανιώνει που συμφώνησε.

ταινία

Καθώς το επικοινωνεί στους γονείς του Πέρσι, από απροσεξία, η συνομιλία τους ακούγεται στο αμάξι που βρίσκεται ο Πέρσι, μαθαίνει την αλήθεια και τσακώνονται, αφού πρώτα έχουν κάνει μια αποτυχημένη προσπάθεια για σεξ, με τον Πέρσι να τελειώνει σε μερικά δευτερόλεπτα.

Η Μάντι αντιλαμβάνεται πως έχει να μάθει πολλά από τον Πέρσι για τη φροντίδα των ψυχικών της τραυμάτων και η συνθήκη τους οδηγεί σε κάτι καλύτερο από αυτό για το οποίο ξεκίνησαν, για το κυνήγι μιας ζωής που τους αξίζει, αλλά την απέφευγαν γιατί ήταν βολεμένοι σε αυτό που ήδη είχαν και στο να υψώνουν εμπόδια βασισμένα σε φαντάσματα του παρελθόντος.

Το επιμύθιο

Η ταινία θα ήταν καλή αν πήγαινε σερί ως το τέλος με το κάφρικο κομμάτι και είχε απλά ένα 10λεπτο στο φινάλε όπου υπάρχει ένα happy end. Όμως, είναι ακόμα καλύτερη ως ταινία χάρη σε αυτή τη δισυπόστατη ψυχή της.

Η Τζένιφερ Λόρενς διαχειρίζεται αυτή την απότομη μετάβαση με ηρεμία, δεν γίνεται υπερβολική, δεν ξεφεύγει από αυτό που μπορεί, δείχνει να γνωρίζει ακριβώς πώς να το κάνει, διότι ξέρει τι μπορεί η ίδια να κάνει. Δεν έχει αυταπάτες, δεν επιδιώκει κάτι έξτρα από αυτό που είναι ο ρόλος της σε κάθε σκηνή, κάθε στιγμή, συνδεδεμένος με ό,τι έχει προηγηθεί.

Μαζί με τον νεαρό Άντριου Μπαρτ Φέντλμαν, που έχει την τύχη στην πρώτη του, ουσιαστικά, ταινία, να βρίσκεται στο πλάι της Τζένιφερ Λόρενς, που είναι τρομερά άνετη με τα δεδομένα, όπως το να εμφανιστεί φουλ γυμνή στον Άντριου και σε 3 κομπάρσους, συν το συνεργείο, κάνουν την ταινία No Hard Feelings αγαπησιάρικη, χουχουλιάρικη, ευχάριστη, άνετη, σαν την ελαφριά κουβέρτα ή το σεντόνι που χρησιμοποιείς αρχές καλοκαιριού για να μη σε χτυπήσει το ερκοντίσιον, αλλά και να μην ιδρώσεις από τη ζέστη.

Είναι από τις περιπτώσεις που δικαιολογείται να πάει στο Νο1 του Netflix μέσα σε λίγες ώρες και να μείνει για εβδομάδες εκεί. Δεν είναι μια γκουφοταινία, είναι μια ιστορία που και εύκολα τη βλέπεις, χωρίς να πιέζεσαι νοητικά, αλλά σε ακουμπάει και σε βάθος, πάλι χωρίς ιδιαίτερο άχθος από τη μεριά σου!