Περιεχόμενα
Η σχέση μου με τον Σιλβέστερ Σταλόνε δεν ξεκίνησε καθόλου καλά. Ο Rocky κυκλοφόρησε τη δεκαετία του ’70 (1976) κι εγώ εκείνη την εποχή ήμουνα στα «αριστερά κάγκελα» πολιτικά. Σινεμά πηγαίναμε Αλκυονίδα και Στούντιο και βλέπαμε από Αγγελόπουλο και Αϊζενστάιν μέχρι στο τσακίρ κέφι ιταλικό νεορεαλισμό ή Γκοντάρ και Τριφό.
Διάβαζα εφημερίδες με το κιλό και κάθε κριτική αριστερού γραφιά για μια ταινία, με επηρέαζε βαθύτατα. Δεν είδα το Rocky. Κι αυτό κράτησε πολλά χρόνια. Δεν ήταν μόνο ότι δεν τις θεωρούσα σοβαρές ταινίες, αλλά ήταν ότι τις πιο πολλές φορές αυτοί που τις έβλεπαν, κατέληγαν στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Έφτασα να μη δω τον Ελαφοκυνηγό με τον Ντε Νίρο που πήρε 5 Όσκαρ, γιατί κάποιοι έγραφαν ότι είναι απαράδεκτο να δείχνουν ότι οι Βιετκόνγκ εκτελούσαν εν ψυχρώ και μάλιστα με ρώσικη ρουλέτα. Έφτασα να μη δω ούτε τον E.T., πολλώ δε τον Ράμπο που ακολούθησε.
Δεν τον είχα για σοβαρό τον Σιλβέστερ Σταλόνε, λες κι ο κινηματογράφος είναι μια στεγνή τέχνη που περνάει μόνο μηνύματα. Σιγά σιγά, βλέποντάς τον να κάνει τη μία επιτυχία μετά την άλλη, άρχισα να καταλαβαίνω το κοινότυπο πως «τίποτα δεν είναι τυχαίο». Και ο Σταλόνε δεν είναι τυχαίος.
Είχε φάτσα και χτένισμα κάγκουρα, στραβωμένο στόμα, φωνή «στραβωμένη» κι αυτή και οι διάλογοι του ήταν δευτερολέπτων. Αυτό δεν τον εμπόδισε βέβαια να γίνει ο καλύτερος, μαζί με τον Σβαρτσενέγκερ, ήρωας σε ταινίες δράσης, ταινίες αδρεναλίνης για να ακριβολογώ, που σίγουρα ενθουσίαζαν ένα, αντρικό κυρίως, κοινό.
From zero to hero
Στο ντοκιμαντέρ του Netflix, που βλέπω ότι κάνει ακόμα μια επιτυχία σε τέτοιο είδος, μετά το αφιέρωμα στον Μπέκαμ, ανακαλύπτεις έναν άλλο κόσμο για τον ήρωα, που ούτε τον ήξερες ούτε τον φανταζόσουν.
Είναι πολλά αυτά που θα μπορούσες να πιαστείς. Το πρώτο για μένα ήταν το πώς τα κατάφερε. Άσχετος, αγράμματος, είχε αλλάξει 13 σχολεία σε 12 χρόνια, χιλμπίλης σχεδόν, έχοντας κάνει όμως χιλιάδες ώρες σε αίθουσες σινεμά ως ταξιθέτης και θεατής, από το μεσημέρι ως το ξημέρωμα, του κόλλησε το μικρόβιο του ηθοποιού. Έτρωγε πόρτα παντού. Το παρουσιαστικό του δεν ανταποκρινόταν παρά μόνο σε κανέναν ρόλο μπράβου ή νταή. Με τα χίλια ζόρια, κατάφερε και μπήκε στην ταινία The Lords of Flatbush, έχοντας δεύτερο ρόλο.
Εκεί κατάλαβε πως δεν θα μπορούσε να συνεχίσει έτσι. Κι αντί να τα παρατήσει, το πήρε πάνω του και άρχισε να γράφει μανιωδώς σενάρια. Και το έκανε για να γράψει την ταινία στην οποία θα πρωταγωνιστούσε ο ίδιος. Δε φαίνεται μόνο ουτοπικό, φαίνεται σχεδόν αστείο, αν λάβουμε υπ’ όψιν το background του.
Μάζεψε τα μπογαλάκια του από τη Νέα Υόρκη, από το Hell’s Kitchen όπου μεγάλωσε, και πήγε στο Λος Άντζελες για να βρει την τύχη του. Χτυπούσε πόρτες, αλλά δεν άνοιγαν. Κι όταν άνοιγαν, ήταν μόνο για τα σενάρια του, όχι για να παίζει ο ίδιος στην ταινία. Με τα πολλά, κι αφού δεν είχε να φάει (λένε ότι έπαιξε σε softporn για το μεροκάματο), κάποιος παραγωγός αποφάσισε να βάλει τα λεφτά και να στηρίξει μια ταινία με τον Σταλόνε πρωταγωνιστή. Και ξαφνικά, μέσα σε μια μέρα στην κυριολεξία, έφτασε από την ανυπαρξία, από την απόρριψη, στην κορυφή.
Το Χόλιγουντ τον κοίταζε με γουρλωμένα μάτια. Ούτε ήξερε ποιος είναι. Κι ήταν μόλις 30 χρονών. Αυτό μου έχει μείνει εμένα από το Sly. Και το πρώτο Rocky πήρε με τη μία 3 Όσκαρ (είχε προταθεί για 9 συνολικά το 1977): Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, Όσκαρ Σκηνοθεσίας και Όσκαρ Μοντάζ.
Μετά, σε κάποια στιγμή, την είδε καλλιτεχνικά, θέλοντας να αποδείξει ότι είναι ηθοποιός ρεπερτορίου. Έκανε και κωμωδίες και δράματα, από το Fist όπου θέλει να θυμίσει κάτι από Μάρλον Μπράντο στο Λιμάνι της Αγωνίας, μέχρι το Rhinestone με τη Ντόλι Πάρτον και το Ο Μπάτσος Της Μαμάς. Η αποτυχία, όπως παραδέχεται και ο ίδιος στο Sly, ήταν εκκωφαντική. Και τον ανάγκασε να ξανασκεφτεί για τι είναι ικανός, τι μπορεί να κάνει και τι δεν μπορεί να κάνει. Ήταν ένα μάθημα ζωής που τον βοήθησε να συνεχίσει απτόητος, κάνοντας 3 franchises (Rocky, Rambo, Expendables) και να πλακώνονται με τον Σβαρτσενέγκερ για το ποιος είναι ο βασιλιάς ταινιών δράσης.
Σαν το Μέσι-Ρονάλντο, ανταγωνίζονταν ποιος έβγαζε τα περισσότερα κάθε χρόνο. Έχει πλάκα η διήγηση του Άρνολντ ότι ανταγωνίζονταν σε κάθε ταινία για το ποιος έχει μεγαλύτερο μαχαίρι, καλύτερο όπλο, ακόμα και ποιος θα πυροβολεί με το ένα χέρι κρατώντας πολυβόλο. Από αντίπαλοι, κατέληξαν καλοί φίλοι.
Η σχέση του Σταλόνε με τον πατέρα του σε βάζει σε σκέψεις
Όμως, όλο το ντοκιμαντέρ το διαπερνά η σχέση του Σταλόνε με τον πατέρα του. Έναν κακό πατέρα. Ένα αντιπαράδειγμα. Τσαμπουκάς, δεν δεχόταν μύγα στο σπαθί του, έκανε στους δύο γιους του λεκτικό μπούλινγκ και δεν τους άφηνε να πάρουν ανάσα. Ήταν τόσο ανταγωνιστικός απέναντι στον γιο του που όταν έβλεπε να είναι καλός σε κάτι, του το έκοβε με τη μία. Αστεία και δραματική, και είναι στο ντοκιμαντέρ, είναι η στιγμή που μετά από χρόνια, ο Σταλόνε διοργανώνει έναν αγώνα πόλο με άλογα για να μπορέσει να παίξει με τον πατέρα του.
Κι ενώ είναι ένα φιλικό ματς, σε μια στιγμή που τον βλέπει σκυμμένο στο άλογο για να χτυπήσει τη μπάλα, ο πατέρας του Σταλόνε πέφτει επίτηδες πάνω του και τον ρίχνει κάτω, κινδυνεύοντας να ποδοπατηθεί από τα άλογα. Τη γλύτωσε στο φτερό.
Στις πιο πολλές ταινίες, όπως εξομολογείται, τον είχε στο μυαλό του. Και συνήθως, έδινε χαρακτηριστικά του πατέρα του στους αντιπάλους του. Ακόμα και σήμερα, στα 77 του χρόνια, κι ενώ πήγε να φιλήσει τον πατέρα του λίγο πριν πεθάνει και να του δώσει συγχωροχάρτι, δείχνει τραυματισμένος, επηρεασμένος ακόμα από τη μη αποδοχή και την αντιπαλότητα, αν όχι και φθόνο. Βγαίνει μια πίκρα σε αρκετές σκηνές.
Το λέει και στην αρχή σχετικά του ντοκιμαντέρ ο Σταλόνε ότι από τους ρόλους του αποζητούσε την αγάπη του κοινού γιατί δεν την έπαιρνε από τον πατέρα του.
Ο πατέρας του έπεσε τόσο χαμηλά, που πήγε στους παραγωγούς έχοντας γράψει το σενάριο του πραγματικού Rocky, με σκοπό να τσακίσει την ταινία του γιου του…
Στο ντοκιμαντέρ μιλάνε για τον Σταλόνε ο Σβαρτσενέγκερ, ο παραγωγός του στα Rocky και ο Ταραντίνο. Ο Ταραντίνο, που σπάνια μιλάει για άλλους πέραν των φίλων και συνεργατών του, παραδέχτηκε ότι τον είχε προσέξει από την πρώτη ταινία (The Lords of Flatbush) που έπαιζε δευτερότριτο ρόλο. Αποθέωσε το πρώτο Rocky, συμφωνώντας με τον ίδιο τον Σταλόνε, απαξίωσε τις προσπάθειες του Sly να γίνει δραματικός ή κωμικός και του έβγαλε το καπέλο στο ότι κατάφερε μόνος του να φτιάξει δύο από τα μεγαλύτερα franchises στην κινηματογραφική ιστορία. Ταυτισμένα με το πρόσωπό του.
Τι σημαίνει το «Keep Punching» του Σταλόνε
Απ’ ό,τι κατάλαβα εγώ, ο Σταλόνε έχει μετανιώσει μόνο για ένα πράγμα: ότι δεν ήταν στην οικογένειά του, ότι ήταν απών κάνοντας ταινίες. Σε μια στιγμή λέει ότι παραλίγο να την καταστρέψει την οικογένεια, αναφερόμενος ενδεχομένως σε κάποιον χωρισμό του με τη γυναίκα του, τη Τζένιφερ Φλάβιν. Δείχνει τρελή, παθολογική αγάπη, πράγμα που φαίνεται κι από το Instagram, στις 3 κόρες του.
Αν έχεις μια ηλικία, σε βάζει να σκεφτείς και για το ότι πρέπει να προσπαθείς και να δουλεύεις σαν σκυλί για να πετύχεις, αλλά, ιδίως, για το ότι σαν πατέρας πρέπει στα παιδιά να δίνεις ελευθερία και στήριξη και να μην ανατινάζεις μια οικογένεια κυνηγώντας λεφτά ή επιτυχία. Και κυρίως, να έχεις τη συναίσθηση για ποιο πράγμα είσαι ικανός και για ποιο δεν είσαι.
Κι όταν μιλάει, πια, ενώ παλιά δε μπορούσε να αρθρώσει κουβέντα, θα μπορούσες να πεις ότι μιλάει και σοφά. Με γνώση και αυτογνωσία. Μιλάει άνετα, έχει φιλοσοφία ζωής φανερά αποτυπωμένη, είναι γλυκός και έχοντας καταπιεί σε τόνους την αποτυχία και την επιτυχία, φαίνεται να ξέρει πολύ καλά πια ποιος είναι.
Το μότο του το «Keep Punching» δεν αναφέρεται στο μποξ. Κι όπως λέει μέσα, δεν αναφέρεται καν στο ότι πρέπει να χτυπάς. Είναι η απάντησή σου όταν τρως «ξύλο» στη ζωή ή και από τη ζωή, γιατί όπως λέει ο Σταλόνε στο Sly «τα χειρότερα χτυπήματα στα δίνει η ζωή».
Όταν λέει ότι ήθελε να δώσει με τις ταινίες του κουράγιο στους περιθωριοποιημένους, στους underdogs, ότι αν προσπαθήσεις από τον πάτο, μπορείς να πας ψηλά, δεν είναι μόνο πιστευτός, είναι το ζωντανό παράδειγμα. Βλέποντας το Sly, τον Σταλόνε να μιλάει έτσι στα 77 του, το πρώτο που σου έρχεται στο μυαλό είναι ότι μαζί του μεγάλωσες κι εσύ. Και θα ήταν ευχής έργο να κοιτάς τον παλιό εαυτό σου και να σε κριτικάρεις, όπως κάνει αυτός. Ιδανικά, με λιγότερα παιδικά τραύματα.
Εντάξει, μπορείς να πεις ότι έχει γυρίσει και δεκάδες «πατάτες». Αλλά αυτό πια το βλέπουμε να το κάνει ακόμα κι ο θεός Ντε Νίρο. Κατάφερε όμως να κάνει την καλύτερη ερμηνεία του (δεν υπάρχει στο ντοκιμαντέρ) ως δεύτερος ρόλος στο Creed, όπου προτάθηκε για Όσκαρ Ερμηνείας και πήρε Χρυσή Σφαίρα.
Μετάνιωσα που δεν τον έβλεπα μικρός, αλλά τα έχω δει πια όλα σε τριπλή δόση με τον γιο μου παρέα, χωρίς να του τα προτείνω εγώ. Τα ζητούσε ο ίδιος από τα 10 του. Ωραία περάσαμε. Είμαστε και οι δύο groupies του.