Πρέπει να ήμουν κάπου 22 ετών όταν άρχισε να με βασανίζει το ζήτημα της μνήμης και της λήθης, του εκφυλισμού του νου. Θυμάμαι πολύ έντονα ένα βράδυ του Δεκεμβρίου του 2016, τον παππού μου να μην αναγνωρίζει πολλά πράγματα γύρω του, καθώς έπαιρνε κάτι χάπια που επηρέαζαν την αντίληψη και τη μνήμη. Δεν είχε κάποιο Αλτσχάιμερ ή άνοια. Μόνο από αυτό όμως, μπόρεσα να επηρεαστώ τόσο, ώστε να ακούω σήμερα για μια παράσταση με τίτλο Forget Me Not, να πηγαίνω να την βλέπω και να νιώθω μια σύνδεση και να συγκινούμαι βαθιά, να δακρύζω.

Κάποτε, σε κάποιες από τις σκέψεις μου που καταγράψω σε χαρτί, είχα γράψει πως προτιμώ τη λήθη από τη μνήμη κι από πολύ νωρίς στη ζωή, για να ξεχνώ όσα με πονάνε. Από τότε, έχουν εμφανιστεί εμπειρίες στη ζωή μου, λίγες μεν, μα τόσο δυνατές, ώστε να καταρρίψω για λίγο αυτή την άποψη-πεποίθηση-ανάγκη.

Το Forget Me Not είναι ένα τέτοιο βίωμα. Η παράσταση που έχουν στήσει και συνθέσει η Μυρτώ Γκόνη και ο Κωνσταντίνος Μπιμπής είναι λιτή, δεν έχει σχεδόν τίποτα σε επίπεδο σκηνικών πέρα από κάτι μικρές γούρνες με νερό, δύο καρεκλάκια και κάτι ρούχα, η σκηνή είναι ένας μικρός χώρος για τα θεατρικά δεδομένα, ο χώρος για τους θεατές δυσανάλογα μεγαλύτερος σε σχέση με τη σκηνή, κι όμως σε αυτό το κενό που υπάρχει χωροταξικά και αμφιθεατρικά, αυτό το κενό που θεωρητικά δεν μπορεί να γεμίσει από μια παράσταση με 2 ηθοποιούς και καθόλου σκηνικά, οι δυο τους το γέμισαν. Σταδιακά, με τρόπο αντισυμβατικό, αλλά τον γέμισαν.

Αν θες να πλαντάξεις στο κλάμα, η παράσταση Forget Me Not θα σε «διεμβολίσε» και θα σου έρθει από κει που δεν το περιμένεις

Λίγα λόγια για την παράσταση

Χρησιμοποιώ αυτό το επίθετο, διότι οι σκηνές δεν έχουν τοποθετηθεί με κάποια αλληλουχία, χρονική ή νοηματική. Στα 60 λεπτά της παράστασης, το πρώτο μισάωρο έχει σκηνές που φαντάζουν ξέχωρες και άσχετες. Σχετίζονται μόνο από το ότι συμμετέχουν τα 3 ίδια πρόσωπα, ο Κώστας, η Μυρτώ και η κόρη τους Αλίκη όταν μετακινούμαστε στο μέλλον, αλλά μοιάζει σαν κάποιος να γυρίζει ένα άλμπουμ φωτογραφιών και απλά να βλέπει στιγμές.

Από μόνο του αυτό, είναι μια χαρά για μένα, αλλά σίγουρα δεν κάνει μια τεκτονική μετακίνηση της ψυχής. Το βλέπεις, το αναλύεις, τέλος. Σαν να έχεις μπροστά σου μια πλειάδα από βινύλια και να επιλέγεις ψηλαφίζοντας, στην τύχη.

Εδώ όμως είναι που έρχεται το 2ο μισάωρο της παράστασης, στο οποίο δένουν μεταξύ τους οι σκηνές, μπαίνουν κάποια κομμάτια του παζλ και γυρνάει αυτόματα το μυαλό σε αυτό που προηγήθηκε για να το ενώσεις. Και μέσα σε όλα τα στιγμιότυπα, υπάρχει κάτι που επαναλαμβάνεται. Μέχρι την 3η-4η φορά δεν κατανόησα το γιατί. Μετά, κατάλαβα πολύ καλά. Και κατάλαβα και πολύ καλά τι σημαίνει τελικά η φράση «πρέπει να το ξέρω αυτό». Θα καταλάβεις κι εσύ μόλις δεις την παράσταση.

Βρέθηκα στην παράσταση χθες, Τρίτη 26/11, και στο τελευταίο 15λεπτο άκουγα ρουθούνια να έχουν ανοίξει, μάτια να έχουν κλείσει από τα δάκρυα, κλάματα από κάθε μεριά. Κάποια στιγμή ένιωσα και τα δικά μου δάκρυα που έτρεχαν, παρόλο που δεν το κατάλαβα με την πρώτη πως ήταν τα δικά μου.

Σε αυτό το έργο που προέκυψε από το κείμενο του Tristan Bernays, η Μνήμη και η Φθορά της, είναι το διακύβευμα. Κι η ανάγκη να διατηρήσεις μια ανάμνηση ζωντανή για πάντα. Κι η αδυναμία του ανθρώπου μπροστά στο ίδιο του το μυαλό. Ίσως το πιο παράδοξο απ’ όλα στην ανθρώπινη ύπαρξη.

Να δακρύζεις μία ξέμπαρκη Δευτέρα ή Τρίτη

Να ηττάσαι από έναν ιό, από ένα μικρόβιο, άντε κι από έναν όγκο που αναπτύσσεται μέσα σου, πάει κι έρχεται. Να ηττάσαι όμως από το μυαλό σου; Όχι επειδή ασθένησε, ανέβασε πυρετό, σιναχώθηκε, αλλά απλά γιατί δεν έχει τη δύναμη να κρατήσει τη Μνήμη. Μια ήττα από τον ίδιο μας τον εαυτό, ο δικός μας εγκέφαλος, που πιστεύουμε ότι κυριαρχούμε πάνω του, αποφασίζει μια μέρα να μας κερδίσει, να μας πει «ως εδώ ήταν φιλαράκο, σου άφησα για πολλά χρόνια την ηγεσία, τώρα τέλος».

«Μη Με Ξεχάσεις», λέει ο Κώστας προς το φινάλε της παράστασης. Τρεις λέξεις απλές, μα όταν τις ακούς μαζί, σφίγγεται η καρδιά σου. Η αιώνια ανάγκη του ανθρώπου να μείνει ζωντανός μέσα από τις μνήμες των άλλων. Ή του άλλου. Ή της άλλης. Κι ένας είναι αρκετός για να καταλαγιάσει η ψυχή μας πως η ύπαρξή μας δεν είναι μάταιη και πεπερασμένη.

Θέλω να μη σε ξεχάσω. Θέλω να μην ξεχάσω. Μπορώ όμως; Μόνο για το ότι θα ξεχάσω μπορώ να είμαι σίγουρος. Καλύτερα να σου υποσχεθώ αυτό. Κι αν τελικά δεν ξεχάσω, θα είμαστε διπλά χαρούμενοι κι εγώ κι εσύ.

Η παράσταση Forget Me Not είναι ένας λόγος να αγαπήσεις μια Δευτέρα ή μια Τρίτη. Από 2/12, από τη Δευτέρα, 1 ώρα, στο Θέατρο Αλάμπρα. Κωνσταντίνος Μπιμπής και Μυρτώ Γκόνη. Με το κενό παράγουν χώρο. Σαν το σύμπαν. Και μας πηγαίνουν σε ένα ταξίδι στον χρόνο, μπρος και πίσω, σα να πέφτουμε σε αναταράξεις. Έτσι γίνεται με το μυαλό…Πέφτει σε αναταράξεις!

* Για εισιτήρια μπες εδώ