Το μείγμα έντονης συναισθηματικής βαθύτητας, ηπειρώτικης παράδοσης και λεκτικής «ζωγραφικής» είναι η ποιητική ταυτότητα του ποιητή Μιχάλη Γκανά, που έφυγε από τη ζωή την Τρίτη (12/11).

Μιχάλης Γκανάς: Έφυγε ο ποιητής που περπάτησε στα... «Γυάλινα Γιάννινα»

«Αυτοί παιδί μου δεν
δεν σου χαρίζουνε ούτε τη νύστα τους
όλο δεν και δεν και
δέν-τρο δεν φυτέψανε τα χέρια τους
δεν χαϊδέψανε σκυλί γατί πουλάκι πληγωμένο
γυναίκα άσχημη και στερημένη
αυτοί παιδί μου δεν
αυτοί παιδί μου δεν
δεν δίνουν του Αγγέλου τους νερό
όλο δεν και δεν και δέν-
τρο δεν φυτέψανε τα χέρια τους
αυτοί παιδί μου δεν
δεν είδαν -κατάργησαν τα μάτια τους-
δεν χαϊδέψανε σκυλί γατί πουλάκι πληγωμένο
γυναίκα άσχημη και στερημένη
αυτοί παιδί μου δεν
δεν ξέρουνε δεν αγαπούν
ξέρουνε μόνο να απαιτούν
περισσότερα περισσότερα περισσότερα περί…
που έτσι γράφεται το μέλλον μας».

(Άψινθος)

Ο Γκανάς πάντοτε έδειχνε την αγάπη του για τον τόπο του, την Ήπειρο… την Άπειρο… και αυτή την αγάπη την εξέφραζε με τους στίχους του.

Με κάποιον τρόπο ήταν ο ποιητής που χωρίς να έχει φυσική παρουσία, αλώνιζε στους δρόμους και τα στενά, στο Κάστρο και στη Λίμνη Παμβώτιδα, φυσούσε σαν αγέρι στον Παραλίμνιο και μετά ανέβαινε στα γυμνά βουνά της Ηπείρου, μιλούσε για το χειμώνα, για τους καλούς και τους κακούς ανθρώπους, της πόλης και της περιοχής που γεννήθηκα και μεγάλωσα για κάποιο διάστημα.

Στους επικήδειους δεν ήμουν ποτέ καλή, ωστόσο πιστεύω ότι οι καλλιτέχνες και οι ποιητές ποτέ δεν πεθαίνουν, γιατί δεν σφαλά η ψυχή τους που κουρνιάζει αιώνια σε διάφορες ψυχές όταν τα λόγια τους και το έργο τους τις αγγίζει και ξαναζωντανεύει με μία άλλη «μετάφραση».

Όταν το δάκρυ ή το χαμόγελο προκαλείται γιατί διαβάσαμε, ακούσαμε, ξανάδαμε αυτό το γέννημα της ψυχής ενός δημιουργού, για αυτό και το έργο του Μιχάλη Γκανά δεν τέλειωσε εδώ, αλλά στέκει μαγιά και για τις επόμενες γενιές που πάντα όταν θα διαβάζουν τα Γυάλινα Γιάννινα θα περιπλανιούνται νοερά στην «παγωμένη» πρωτεύουσα της Ηπείρου με τις ζεστές καρδιές.

Χάραζε ο τόπος με βουνά πολλά
κι ανάτελλε τα ζωντανά του,
καλούς ανθρώπους και κακούς, νυφίτσες,
αλεπούδες, μια λίμνη ως κόρην
οφθαλμού και κάστρα πατημένα.

Θα ’ναι τα Γιάννενα, ψιθύρισα,
στο χιόνι και στον άγριο καιρό
γυάλινα και μαλαματένια.

Κι όσο πήγαινε η μέρα,
σαν το βαπόρι σε καλά νερά,
είδα και μιναρέδες κι άκουσα
τα μπακίρια να βελάζουν.

(Γυάλινα Γιάννινα)

Μιχάλης Γκανάς: Μία ζωή πολυταξιδεμένη, μία ψυχή με συναίσθημα

Γεννήθηκε μέσα στην αντάρα του Εμφυλίου, το 1944, στον Τσαμαντά Θεσπρωτίας και λίγο αργότερα με την οικογένειά του βρέθηκε στην Ανατολική Ευρώπη. Το 1948 βρέθηκε στην Αλβανία και μετά στην Ουγγαρία μαζί με την οικογένειά του.

Επέστρεψε στη Ελλάδα το 1954.

«Η ιστορία της οικογένειάς μου είναι λίγο τρελή. Με το που έπεσε η Μοργκάνα στα χέρια του στρατού, οι αντάρτες οπισθοχωρώντας πήραν μαζί τους κόσμο απ’ τα χωριά, ανάμεσά τους και γυναικόπαιδα.

Κι έτσι βρεθήκαμε στην Ουγγαρία στη λίμνη του Μπάλατον, που ήταν τα θέρετρα των πλούσιων Μαγυάρων. Και μετά θυμάμαι τις ντουντούκες στο χωριό να φωνάζουν “οι φασίστες στην Ελλάδα δικάζουν τον ήρωα Μπελογιάννη” και όταν τον εκτελέσανε δώσανε το όνομά του στο χωριό»*.

Οι γονείς του ονειρεύονταν να τον κάνουν νομικό και έτσι φοίτησε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1962), παρότι ο ίδιος ένιωθε ότι ποτέ δεν θα πραγματοποιήσει το όνειρό τους, και πράγματι δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του για λόγους βιοποριστικούς.

Στη συνέχεια εργάστηκε ως βιβλιοπώλης (βιβλιοπωλεία Δωδώνη), ως επιμελητής τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών εκπομπών και ως κειμενογράφος σε διαφημιστική εταιρεία.

Μετά τη στρατιωτική του θητεία ανακάλυψε όμως αυτό που ήθελε η ψυχή του και στράφηκε στην ποίηση, αποτυπώνοντας τα οράματα και τα βιώματα της γενιάς του, την αγροτική και αστική ζωή με απίστευτο λυρισμό και αμεσότητα.

Έγραψε στίχους για τραγούδια που έγιναν μεγάλες επιτυχίες, ενώ ο ίδιος είχε μιλήσει στον Σταύρο Θεοδωράκη για αυτό:

«Οι ποιητές είχαν αντιρρήσεις σε αυτό, ακόμη έχουν: «Μιχάλη γιατί το κάνεις»; Θεωρούν την ποίηση κάτι πολύ υψηλό σε σχέση με τον στίχο. Ενας νέος συγγραφέας είχε πει μια φορά: «Τι είναι αυτά τα ποιητικά του Γκανά που το αγρίμι, δεν τρώει, δεν πίνει, δεν ξαποσταίνει.

Στίχος απλός και ωραίος είναι το “παιδί μου σόρι, βρήκα καλύτερο αγόρι’’». Εμείς που έχουμε τραγουδήσει πίνοντας ρετσίνα «της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ», δεν μπορούμε να μείνουμε στο σόρι και το αγόρι. Κι αυτά παίζουν, αλλά δεν είμαστε αυτού του κόμματος». 

Σε άλλη συνέντευξή του στην ιστοσελίδα tameteora.gr (27/12/2013) είχε πει για την ποίηση: «Η ποίηση έχει πάντα κάτι να πει, αλλά δεν βιάζεται να το πει. Δεν προσφέρεται για επείγοντα περιστατικά. Χρειάζεται χρόνο για να μετουσιώσει σε λόγο τα τρέχοντα.

Αλλά κι αν μιλούσε αμέσως, ποιος θα το έπαιρνε χαμπάρι; Ο κόσμος; Ποιος κόσμος; Ξέρετε πόσοι διαβάζουν ποίηση; Ελάχιστοι. Ψυχραιμία λοιπόν. Υπάρχουν εξάλλου τόσα ποιήματα που μιλούν για καταστάσεις ανάλογες με τη σημερινή, που όποιος ενδιαφέρεται μπορεί εύκολα να τα βρει».

Είχε μιλήσει στην ίδια συνέντευξη και για τη θεματολογία του: «Δεν αυτοβιογραφούμαι ακριβώς.
Είναι δύσκολο να το πω χωρίς να παρεξηγηθώ, αλλά αισθάνομαι σαν να γράφω μία ομαδική αυτοβιογραφία της φάρας μου, της φυλής μου, των ανθρώπων, σαν να χάνω σταδιακά τη δική μου μνήμη και να καταδύομαι στη συλλογική μνήμη του είδους (…) Ποίηση είναι όταν δύο λέξεις συναντιούνται για πρώτη φορά».

Κι εσύ που ξέρεις από ποίηση
κι εγώ που δεν διαβάζω
κινδυνεύουμε.

Εσύ να χάσεις τα ποιήματα
κι εγώ τις αφορμές τους.

(Περί ποιήσεως)

Ο ίδιος ζούσε στην Αθήνα, στην περιοχή της Πανόρμου μαζί με τη γυναίκα του που υπεραγαπούσε, τα παιδιά του και τα εγγόνια του:

«Δόξα τω Θεώ, έχουμε τόσες κόντρες με τη γυναίκα μου – είναι πολύ δυνατή προσωπικότητα και εκδότρια πετυχημένη…. Ένα όργανο μπορεί να παίξει πολλές μελωδίες και με πολλούς τρόπους. Δεν είναι απαραίτητο αυτό να το κυνηγήσεις σε άλλα σώματα».

Ξαφνιάζεσαι μια μέρα,
κοιτάζεις μες τα μάτια μιας γυναίκας,
όποιας γυναίκας,
λες σιγανά παλιούς σκοπούς,

«θα φύγω το χειμώνα γέρνοντας λίγο αριστερά
από το βάρος της αγάπης σου»,

θυμάσαι πόσο σου ‘λειψε η δίδυμη καρδιά της,
χαράζεις στίχους, λές σιγανά παλιούς σκοπούς,

«Λιγνό μου κυπαρίσσι, σ’ ονειρευόμουνα
τρεις νύχτες»,

κάποτε να τα σιχαθείς ετούτα,
να μην βουλιάξεις τη ζωή σου
μέσα σε τόσες λεπτομέρειες.

(Καλό Φεγγάρι)

Ο Μιχάλης Γκανάς τιμήθηκε με το Β’ Κρατικό Βραβείο ποίησης για το έργο του, «Παραλογή», ενώ το 2011 βραβεύτηκε για το σύνολο του ποιητικού του έργου από την Ακαδημία Αθηνών. Εξέδωσε αρκετές ποιητικές συλλογές όπως: «Ακάθιστος Δείπνος», «Μαύρα Λιθάρια», «Γυάλινα Γιάννινα», ενώ έγραψε και πεζογραφία.

Επειδή λες όχι και ναι κι ύστερα όχι
και δεν παραιτείσαι, ντρέπομαι
για τα ίσως, τα μπορεί τα δικά μου,
μα δεν αλλάζω, όπως δεν αλλάζεις κι εσύ,
αν αλλάζαμε θα ‘μαστε πάλι
δυο άγνωστοι και θ’ αρχίζαμε
απ’ το άλφα.

Τώρα ξέρουμε που πονάς
που σωπαίνω πότε γίνεται παύση,
διακοπή αίματος και κρυώνουν
τα σώματα, ώσπου μυστικό δυναμό
να φορτίσει πάλι τα μέλη
με δύναμη κι έλξη και δέρμα ζεστό.

Επειδή είναι δύσκολο ν’ αγαπάς
και δυσκολότερο ν’ αγαπάς τον ίδιο άνθρωπο
για καιρό, κάνοντας σχέδια και παιδιά
και καβγάδες, εκδρομές, έρωτα, χρέη
κι αρρώστιες, Χριστούγεννα, Κυριακές
και Δευτέρες, νόστιμα φαγητά και καμένα,
θέλοντας ο καθένας
να ‘ναι ο άλλος γεφύρι και δέντρο
και πηγή, κατά τις περιστάσεις
ή και όλα μαζί στην ανάγκη,
δε θα πει πως εγώ δεν μπορώ
να γίνω κάτι απ’ αυτά ή και όλα μαζί,
κι αν είναι να περάσω
μια ζωή στη σκλαβιά -έτσι κι αλλιώς-
ας είμαι, λέω, σκλάβος της αγάπης.

(Προσωπικό)

Έργα του έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες, ενώ στίχοι του έχουν μελοποιηθεί από γνωστούς Έλληνες συνθέτες.

Μετέφρασε τις Νεφέλες του Αριστοφάνη για το Θέατρο Τέχνης-Κάρολος Κουν (1991), τους Επτά επί Θήβας του Αισχύλου για το ΔΗΠΕΘΕ Πατρών (1994) και το Άσμα ασμάτων (Μελάνι, Αθήνα 2005).

Για το κλείσιμο κρατάω μία ατάκα του, πάλι από συνέντευξη, όπου μιλούσε για την πολιτική του ταύτιση και ίσως είναι αυτή την στιγμή πιο επίκαιρη από ποτέ: «Το να είσαι άστεγος είναι πολύ δύσκολο!».

Τι να σου κάνω χωρίς άσσο στο μανίκι
μέτριος παίχτης
που δεν μαθαίνει κιόλας απ’ τα λάθη του
όλο θυμάται όσα θα ‘πρεπε να ζει
κι όλο ξεχνάει να ζήσει.

(Ο Ύπνος του Καπνιστή)

Αποσπάσματα από τις συνεντεύξεις:

Μιχάλης Γκανάς στον Σταύρο Θεοδωράκη – pod.gr

tameteora.gr