Από τη λάμψη της σαμπάνιας και τα πολυτελή πάρτι μέχρι τις σκοτεινές πλευρές του Αμερικανικού Ονείρου, το βιβλίο του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ, The Great Gatsby (Ο Μεγάλος / Υπέροχος Γκάτσμπι), συμπληρώνει φέτος 100 χρόνια από την πρώτη του έκδοση. Παρά την πορεία του στο χρόνο, ίσως εξακολουθούμε να μην το έχουμε κατανοήσει πλήρως.

Το βιβλίο Υπέροχος Γκάτσμπι, το μυθιστόρημα που εκδόθηκε τον Απρίλιο του 1925, έχει συνδεθεί έντονα με την εποχή της λάμψης, της χλιδής και της τζαζ.

Λίγοι λογοτεχνικοί ήρωες ενσάρκωσαν μια περίοδο τόσο απόλυτα όσο ο Τζέι Γκάτσμπι τη Εποχή της Τζαζ – την εποχή των flappers, της παρανομίας και της λαμπερής επιφανειακής ευφορίας.

Οι flappers ήταν νεαρές γυναίκες της δεκαετίας του ’20 που αμφισβήτησαν τις παραδοσιακές κοινωνικές νόρμες. Ξεχώριζαν για το κοντό καρέ τους (bob), τα φανταχτερά φορέματα, το έντονο μακιγιάζ, το κάπνισμα, το ποτό σε δημόσια θέα, αλλά και τη διάθεση για ανεξαρτησία και διασκέδαση. Αποτελούσαν σύμβολο της απελευθέρωσης και της νέας γυναικείας ταυτότητας.

Η Εποχή της Τζαζ, από την άλλη, ήταν μια πολιτιστική και κοινωνική περίοδος στις ΗΠΑ την ίδια δεκαετία που χαρακτηριζόταν από άνοδο της τζαζ μουσικής, έντονη αστικοποίηση, απελευθέρωση ηθών, οικονομική ευημερία και υπερβολή.

Δεκάδες Γκάτσμπυ προϊόντα

Ο Τζέι Γκάτσμπι, με τα θρυλικά πάρτι του και το μυστήριο που τον περιβάλλει, έγινε το σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής, επηρεάζοντας τον κόσμο της μόδας, της διασκέδασης και της καταναλωτικής κουλτούρας.

Το όνομά του έχει χρησιμοποιηθεί για καναπέδες, ξενοδοχεία, ακόμα και για το γνωστό σάντουιτς Γκάτσμπι στη Νότια Αφρική, διάσημο για το μέγεθος και την υπερβολή του. Κολόνιες, κεριά, πολυκατοικίες – όλα φέρουν το όνομα ενός ήρωα που, αν και αναγνωρίζεται κυρίως για την εξωτερική του λάμψη, κρύβει πίσω του μια τραγική και βαθιά ιστορία.

Ωστόσο, όπως αναφέρει το BBC, το να δίνεται το όνομα Γκάτσμπι, σε οτιδήποτε φανταχτερό ίσως είναι, τελικά, προβληματικό. Ο χαρακτήρας είναι πολύ περισσότερα από ένας απλά εντυπωσιακός οικοδεσπότης: είναι λαθρέμπορος, εμπλέκεται σε διάφορες εγκληματικές δραστηριότητες – αλλά και ρομαντικός που ακροβατεί ανάμεσα στην ονειροπόληση και την εμμονή. Παρόλο που εκπροσωπεί, εν μέρει, την επίτευξη του Αμερικανικού Ονείρου, ενσαρκώνει ταυτόχρονα και τα όριά του – το τέλος του είναι τόσο μάταιο όσο και βίαιο.

βιβλίο

Ξαφνική επιτυχία για το βιβλίο

Διάφορες παρερμηνείες συνοδεύουν το Υπέροχος Γκάτσμπι, από την πρώτη στιγμή της κυκλοφορίας του. Ο ίδιος ο Φιτζέραλντ είχε παραπονεθεί στον φίλο του Έντμουντ Γουίλσον ότι ούτε οι πιο ενθουσιώδεις κριτικές «δεν είχαν την παραμικρή ιδέα για τι πράγμα ήταν το βιβλίο».

Οι περισσότεροι διάβασαν το βιβλίο σαν μια ιστορία εγκλήματος, και οι πωλήσεις – στην αρχή – ήταν μέτριες. Ακόμη και η δεύτερη έκδοση είχε ξεμείνει στα ράφια.

Η τύχη του Γκάτσμπι άλλαξε χάρη στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν διανεμήθηκαν 155.000 αντίτυπα του βιβλίου σε στρατιώτες. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’50 άρχισε να γίνεται κλασικό, και μέχρι τα ’60s είχε πια καθιερωθεί στη σχολική ύλη.

Από τότε, οι μεταφορές του σε ταινίες, μιούζικαλ και θέατρο, καθώς και η είσοδός του στην ποπ κουλτούρα, έκαναν ακόμα και όσους δεν το έχουν διαβάσει να αισθάνονται πως το γνωρίζουν.

Αυτή η σύνδεση με την επιφανειακή λάμψη δεν είναι καθόλου τυχαία – είναι σχεδόν ενσωματωμένη στην ίδια τη φύση του ήρωα, ο οποίος υποδύεται έναν μεγιστάνα για να κερδίσει την ιδανική του ερωμένη, τη Νταίζη Μπιουκάναν.

Ωστόσο, ο Γκάτσμπι (ή κανονικά Τζέιμς Γκατζ) ήταν στην πραγματικότητα λαθρέμπορος, ένας άντρας μπλεγμένος σε εγκληματικά κυκλώματα, ένας ρομαντικός με εμμονές που δημιουργεί έναν φανταστικό κόσμο γύρω από μια γυναίκα που δεν του ανήκει πια.

Ο ίδιος ο Φιτζέραλντ φαινόταν απογοητευμένος από την παρερμηνεία του έργου του. Σε επιστολή του προς τον φίλο του, Έντμουντ Γουίλσον, μετά την κυκλοφορία του μυθιστορήματος, εξέφρασε την απογοήτευσή του λέγοντας πως «κανένα από τα σχόλια, ακόμα και τα πιο ενθουσιώδη, δεν κατάλαβε πραγματικά το μήνυμα που ήθελα να περάσω».

Παρά το γεγονός ότι συγγραφείς όπως η Ίντιθ Γουόρτον εκτίμησαν το βιβλίο, οι περισσότεροι το είδαν απλώς ως μια περιπετειώδη ιστορία μυστηρίου. Οι πωλήσεις ήταν απογοητευτικές και, μέχρι τον θάνατό του το 1940, η δεύτερη έκδοση του βιβλίου είχε παραμείνει σχεδόν αδιάβαστη.

Ο αφηγητής Νικ Κάραγουεϊ

Η ταινία του Μπαζ Λούρμαν το 2013, τα graphic novels, και οι παραστάσεις βασισμένες στην ιστορία, είναι μόνο μερικά από τα έργα που αναδύθηκαν, ειδικά μετά τη λήξη των πνευματικών δικαιωμάτων το 2021.

Μπορεί η ιδέα για ένα Muppet Gatsby να μην πήρε σάρκα και οστά (ακόμα), αλλά νέες εκδοχές του βιβλίου πληθαίνουν. Ο Αμερικανός συγγραφέας Μίχαελ Φάρις Σμιθ, για παράδειγμα, έγραψε το Νικ, ένα μυθιστόρημα που εστιάζει στον αφηγητή της πρωτότυπης ιστορίας, τον Νικ Κάραγουεϊ.

βιβλίο

Ο Σμιθ εξηγεί ότι ως έφηβος δεν κατάλαβε το βάθος του βιβλίου. Μόνο όταν το ξαναδιάβασε μετά τα 20 του χρόνια, άρχισε να νιώθει τη δύναμή του. Ο Νικ, βετεράνος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, επέστρεψε στην Αμερική μπερδεμένος και αποστασιοποιημένος – κάτι που, σύμφωνα με τον Σμιθ, εξηγεί την ψυχρότητα και την παρατηρητικότητά του στο Γκάτσμπι.

Ο καθηγητής Γουίλιαμ Κέιν επισημαίνει τη σημασία του Νικ: ως αφηγητής πρώτου προσώπου, μάς φιλτράρει τον Γκάτσμπι μέσα από την προσωπική του αμφιθυμία. Με άλλα λόγια, δεν βλέπουμε μόνο τον Γκάτσμπι – βλέπουμε τον Γκάτσμπι όπως τον βλέπει ο Νικ, με θαυμασμό αλλά και περιφρόνηση.

Το εκπαιδευτικό σύστημα, λέει ο Κέιν, συνέβαλε στην επιφανειακή ανάγνωση του βιβλίου – και αυτό γιατί εστιάζει πολύ στα σύμβολα – το πράσινο φως, το αυτοκίνητο – αλλά χάνει τη γλωσσική και ψυχολογική πολυπλοκότητα του έργου. Αντί να βλέπουμε το Γκάτσμπι, μόνο ως σχολιασμό πάνω στο Αμερικανικό Όνειρο, πρέπει να το προσεγγίζουμε και ως λογοτεχνικό κείμενο, με σημασία σε κάθε του σελίδα.

Το όνειρο που ενσαρκώνει ο Γκάτσμπι, μοιάζει μετέωρο. Όσο δυνατή κι αν είναι η φιλοδοξία, η κοινωνική ανισότητα – τα αόρατα αλλά απόλυτα υπαρκτά ταξικά όρια – καθιστούν την επιτυχία άπιαστη. Το μήνυμα του Φιτζέραλντ είναι σκληρό: πολλοί θυσιάζουν τα πάντα για ένα όνειρο που δεν ήταν ποτέ εφικτό.

Το έργο έχει και άλλες σκοτεινές πλευρές: η ρατσιστική γλώσσα και η περιορισμένη απεικόνιση των γυναικείων χαρακτήρων προκαλούν αμηχανία. Αλλά η ελευθερία να επαναπροσδιορίζεται ανοίγει δρόμους για νέες αναγνώσεις: το Γκάτσμπι, της Τζέιν Κρόουδερ φαντάζεται έναν γυναικείο Τζέι Γκάτσμπι στον 21ο αιώνα, ενώ το The Gatsby Gambit της Κλέρ Άντερσον Ουίλερ εισάγει τη μυστηριώδη αδελφή του, Γκρέτα Γκάτσμπι .

βιβλίο

Ίσως τελικά η πιο μεγάλη δύναμη του Υπέροχου Γκάτσμπι να είναι η ικανότητά του να αλλάζει μαζί μας. Όπως λέει ο Σμιθ: «Είναι ένα μυθιστόρημα που θα συνεχίσει να εξελίσσεται στο μυαλό μου και να αλλάζει ανάλογα με το ποιος είμαι. Αυτό κάνουν τα μεγάλα έργα».

Gatsbyesque

Η τύχη του Γκάτσμπι άλλαξε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν το μυθιστόρημα διανεμήθηκε σε πάνω από 150.000 αντίτυπα στους Αμερικανούς στρατιώτες μέσω της Έκδοσης των Ενόπλων Δυνάμεων, δημιουργώντας μια νέα γενιά αναγνωστών μέσα σε μια νύχτα.

Καθώς το Αμερικανικό Όνειρο ανέβαινε σε σημασία στην μεταπολεμική κουλτούρα, το βιβλίο απέκτησε νέο νόημα και καθιερώθηκε ως «κλασικό» από τη δεκαετία του 1960.

Ο κινηματογράφος συνέβαλε επίσης στην εδραίωση του θρύλου του Γκάτσμπι: από την ταινία του 1974 με τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ και σενάριο του Φράνσις Φορντ Κόπολα, μέχρι την εντυπωσιακή εκδοχή του Μπαζ Λούρμαν το 2013 με τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο, ο χαρακτήρας του Γκάτσμπι αποδόθηκε στην οθόνη με τρόπους που άλλοτε τον εξιδανίκευαν και άλλοτε τον παραμόρφωναν.

Η λέξη «γκατσμπυϊκός» (Gatsbyesque) καταγράφηκε για πρώτη φορά το 1977 και έκτοτε έχει συνδεθεί με τη λάμψη, τα μεγάλα όνειρα και την πολυτέλεια, πάντα με μια ελαφρώς τραγική χροιά.

Έναν αιώνα μετά την κυκλοφορία του, Ο Υπέροχος Γκάτσμπι παραμένει ένας καθρέφτης: για τις προσδοκίες, τις ψευδαισθήσεις και την αναζήτηση νοήματος. Ίσως τελικά, όσο περισσότερο διαβάζουμε το βιβλίο, τόσο πιο πολύ καταλαβαίνουμε – όχι τόσο τον Γκάτσμπι, αλλά τον εαυτό μας.