Περιεχόμενα
Νέα στοιχεία για το ναυάγιο της Πύλου φέρνει στο φως το BBC, τα οποία αυξάνουν τις αμφιβολίες για την εκδοχή του Λιμενικού όσον αφορά το τραγικό συμβάν, στο οποίο έχασαν τη ζωή τους περίπου 600 άνθρωποι.
Σύμφωνα με τον βρετανικό δημόσιο τηλεοπτικό φορέα, που μίλησε με δύο επιζώντες του ναυαγίου, το Λιμενικό τους πίεσε να «αναγνωρίσουν» στα πρόσωπα των εννέα Αιγυπτίων που επέβαιναν στο πλοιάριο ως τους διακινητές τους. Και παρά το γεγονός, όπως επισημαίνεται στο ρεπορτάζ, το Λιμενικό αμφισβητεί το περιεχόμενο του ρεπορτάζ του BBC Verify, το βρετανικό δίκτυο επισημαίνει ότι έχει δει δικαστικά έγγραφα τα οποία που δείχνουν σοβαρές αποκλίσεις μεταξύ των καταθέσεων μαρτύρων των επιζώντων που ελήφθησαν από τους λιμενικούς και των αυτοπρόσωπων καταθέσεων που έκαναν αργότερα όταν παρουσιάστηκαν στους δικαστές.
Μάλιστα, επικαλείται μεταφραστή, ο οποίος περιγράφει ανάλογο περιστατικό διάσωσης προσφύγων το 2022, που στη διάρκεια έρευνας για λαθρεμπόριο ανθρώπων, μάρτυρες εκφοβίστηκαν από την ακτοφυλακή. Η υπόθεση, τότε, κατέρρευσε πριν καν φτάσει σε δίκη.
Το BBC επισημαίνει ότι και το Λιμενικό και η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκαν να σχολιάσουν το ρεπορτάζ και απέρριψαν τα αιτήματά του για συνέντευξη.
Οι επιζώντες «φιμώθηκαν και δέχθηκαν εκφοβισμό»
Όσον αφορά το ναυάγιο της Πύλου, αναφέρει το BBC, δύο επιζώντες λένε ότι οι πρόσφυγες φιμώθηκαν και δέχθηκαν εκφοβισμό από τις ελληνικές αρχές, διότι υποστήριξαν ότι η ακτοφυλακή μπορεί να ευθύνεται για την τραγωδία. Όπως είπαν το Λιμενικό χρησιμοποίησε σχοινί για να ρυμουλκήσει το αλιευτικό, με αποτέλεσμα να βυθιστεί.
«Έδεσαν ένα σχοινί από τα αριστερά. Όλοι κινήθηκαν στη δεξιά πλευρά του σκάφους μας για να το ισορροπήσουν», λέει ο Μουσάμπ. «Το ελληνικό σκάφος αποχώρησε γρήγορα προκαλώντας την ανατροπή του σκάφους μας. Συνέχισαν να το σέρνουν για αρκετή απόσταση».
Όταν διασώθηκαν, δύο ώρες μετά τη βύθιση του πλοίου, οι δύο μάρτυρες υποστηρίζουν ότι το Λιμενικό είπε στους επιζώντες να «σιωπήσουν», όταν άρχισαν να λένε για το πώς οι ελληνικές αρχές προκάλεσαν την καταστροφή.
«Όταν οι άνθρωποι απάντησαν λέγοντας ότι η ελληνική ακτοφυλακή ήταν η αιτία, ο αξιωματούχος που ήταν υπεύθυνος για την ανάκριση ζήτησε από τον διερμηνέα να πει στον ερωτώμενο να σταματήσει να μιλάει», λέει ο Άχμαντ. «Έχεις γλιτώσει τον θάνατο! Σταμάτα να μιλάς για το περιστατικό! Μην κάνεις περισσότερες ερωτήσεις γι’ αυτό!», λέει ότι του φώναξαν.
Οι δύο άνδρες λένε ότι φοβούνται να μιλήσουν δημόσια γιατί φοβούνται ότι θα βρεθούν κατηγορούμενοι όπως οι εννέα Αιγύπτιοι, που βρίσκονται αντιμέτωποι με κατηγορίες για διακίνηση. «Εάν υπήρχε δίκαιο σύστημα, θα συμβάλλαμε σε αυτήν την υπόθεση», λέει ο Άχμαντ.
Ερωτήματα για τα στοιχεία που συγκεντρώνονται
Μεταξύ άλλων, επισημαίνεται επίσης ότι τα δικαστικά έγγραφα που έχουν δει εγείρουν σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο συγκεντρώνονται αποδεικτικά στοιχεία για να παρουσιαστούν στο δικαστήριο. Και τονίζεται ότι στις αρχικές δηλώσεις πέντε επιζώντων, κανένας δεν ανέφερε ότι το Λιμενικό προσπάθησε να ρυμουλκήσει το σκάφος. Αλλά μέρες αργότερα, παρουσία δικαστή, όλοι εξήγησαν ότι είχε γίνει αποτυχημένη προσπάθεια να το ρυμουλκήσουν.
Το BBC Verify επισημαίνει ότι δεν έχει μιλήσει με αυτούς τους μάρτυρες και επομένως δεν μπορεί να πει γιατί άλλαξαν οι καταθέσεις τους.
Όσον αφορά τους εννέα Αιγύπτιους, σημειώνει ότι οι ελληνικές αρχές λένε πως ανήκουν σε κύκλωμα λαθροδιακινητών και εντοπίστηκαν από συνεπιβάτες. Αν καταδικαστούν θα βρεθούν αντιμέτωποι με ισόβια κάθειρξη. Κάποιοι επιζώντες υποστηρίζουν ότι κάποιοι από τους εννέα υπόπτους κακοποίησαν όσους επέβαιναν στο πλοίο, ενώ άλλες μαρτυρίες λένε ότι κάποιοι προσπαθούσαν πραγματικά να βοηθήσουν.
Αλλά ο Άχμαντ και ο Μουσάντ, που μίλησαν στο BBC, είπαν ότι το Λιμενικό έχει υποχρεώσει όλους τους επιζώντες να πουν ότι οι εννέα Αιγύπτιοι είναι διακινητές. «Φυλακίστηκαν και κατηγορήθηκαν άδικα από τις ελληνικές αρχές ως απόπειρα να καλύψουν το έγκλημά τους», λέει ο Μουσάμπ.
Τι είπε ο διερμηνέας
Το BBC μίλησε και με τον Φαρζίν Χαβάντ, διερμηνέα, Βρετανό πολίτη που ζει 20 χρόνια στην Καλαμάτα, ο οποίος επισημαίνει ότι το 2022 είδε το Λιμενικό να κατηγορεί ως διακινητές δύο αθώους Ιρανούς, μετά τη διάσωση 32 προσφύγων.
Έχοντας εργαστεί ως διερμηνέας κατά τη διάρκεια της έρευνας του Λιμενικού για το τι συνέβη πέρυσι, λέει στο BBC ότι οι πρόσφυγες, 28 από το Αφγανιστάν και τέσσερις από το Ιράν, εξήγησαν ότι είχαν ξεκινήσει από την Τουρκία και ήταν στη θάλασσα για οκτώ ημέρες πριν διασωθούν. Σε αυτό το διάστημα, η ελληνική ακτοφυλακή είχε πλησιάσει το σκάφος, αλλά έφυγε. Δύο άνδρες που μιλούσαν αραβικά είχαν εγκαταλείψει το σκάφος όταν εξερράγη ο κινητήρας του πλοιαρίου, είπαν ότι οι περισσότεροι επιβαίνοντες προσπάθησαν εναλλάξ να οδηγήσουν το σκάφος σε ασφαλές μέρος, συμπεριλαμβανομένων των δύο κατηγορουμένων Ιρανών, οι οποίοι είχαν πληρώσει για να ανεβούν στο πλοίο όπως όλοι οι άλλοι.
Οι δύο Ιρανοί, είπε ο Φαρζίν Χαβάντ, «ήταν σοβαρά τραυματισμένοι» και «μου επαναλάμβαναν ότι δεν είχαν δει ποτέ ούτε τη θάλασσα πριν ξεκινήσουν από την Τουρκία. Και τους έλεγαν συνέχεια ότι αυτοί κυβερνούσαν το πλοίο». «Δεν ξέρουμε τίποτα για το σκάφος. Δεν μπορούμε καν να κολυμπήσουμε», κατέθεταν.
Ο διερμηνέας αναφέρει ότι έδωσε τις καταθέσεις τους στο Λιμενικό, αλλά όταν τις είδε μεταγραμμένες, οι μαρτυρίες τους είχαν αλλάξει. Και σημειώνει πως φοβάται ότι «άλλαξαν τις ιστορίες τους μετά από πιέσεις από τις ελληνικές αρχές», γιατί οι Ιρανοί του είπαν ότι μερικοί από τους Αφγανούς επιβάτες είχαν υποχρεωθεί από το Λιμενικό για να τους κατονομάσουν ως λαθρέμπορους, για να αποφύγουν οι ίδιοι «δυσάρεστη μεταχείριση» και μετά τις απειλές για φυλάκιση ή ότι «θα τους στείλουν πίσω στους Ταλιμπάν».
Η υπόθεση τελικά κατέρρευσε πριν φτάσει στο δικαστήριο και ο Φαρζίν Χαβάντ λέει ότι δεν είναι πλέον διατεθειμένος να βοηθήσει ξανά το Λιμενικό.«Δεν προσπαθούσαν να μάθουν την αλήθεια. Προσπαθούσαν να διαλέξουν μερικούς τύπους και να τους κατηγορήσουν ότι ήταν λαθρέμποροι», είπε.