Η Credit Suisse, τραπεζικός κολοσσός στην Ελβετία, φέρνει στο φως αποκαλύψεις αναφορικά με την περιβόητη διάσωσή της τελικά, από το κράτος, τον Μάρτιο του 2023.
Σύντομα αναμένεται να ολοκληρωθεί η συγχώνευση με την ομοίως ελβετική διάσημη UBS, τράπεζα η οποία την εξαγόρασε και συνιστά έως τώρα το αντίπαλο δέος στο χώρο των τραπεζών. Οι αποκαλύψεις της Παρασκευής δε, σημειώνουν ποσό-ρεκόρ, 4,6 δισ. ευρώ που «έκανε φτερά» από τα θεσμικά χαρτοφυλάκια που διαχειρίζεται η Credit Suisse στο αποκορύφωμα των προβλημάτων της τράπεζας τον περασμένο μήνα.
Όπως δήλωσε σήμερα πάντως, απομακρύνθηκαν επίσης από το τραπεζικό αποθεματικό της 61 δισεκατομμύρια ελβετικά φράγκα, ήτοι 68 δισεκατομμύρια δολάρια, σε περιουσιακά στοιχεία το πρώτο τρίμηνο του 2023, την ώρα που οι εκροές συνεχίζονται, υπογραμμίζοντας την πρόκληση που αντιμετωπίζει ο Όμιλος UBS για τη διάσωσή της νέας θυγατρικής του.
Η ναυαρχίδα του τμήματος διαχείρισης πλούτου της Credit Suisse, είδε το ποσό των περιουσιακών στοιχείων που διαχειριζόταν να πέφτει στα 502,5 δισεκατομμύρια φράγκα στα τέλη Μαρτίου, σχεδόν 29% χαμηλότερα από την ίδια περίοδο πέρυσι. Ήδη από την αρχή του έτους καταγράφηκε ζημία 68,6 δισ. δολάρια πάντως, γεγονός που δυσχεραίνει τον έλεγχο σε κάθε επίπεδο.
Μετά την αναταραχή που προέκυψε με την κατάρρευση της Silicon Valley, φοβούμενοι ένα πάγωμα καταθέσεων, οι Ελβετοί απέσυραν μεγάλο μέρος των καταθέσεων τους από την Credit Suisse, σύμφωνα με πληροφορίες του BBC.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι το πακέτο στήριξης του ελβετικού δημοσίου, προέβλεπε 200 δισ. σε φράγκα, ήτοι 224.66 δολάρια, με την UBS να συμφωνεί εξ αρχής αναφορικά με την αγορά της, παρά το γεγονός ότι εκτός από τα οικονομικά προβλήματά της η Credit Suisse, κουβαλούσε και την δυσφήμιση που προέκυψε ύστερα από την αποκάλυψη της σύνδεσης του ονόματός της με τις κατηγορίες για ξέπλυμα χρήματος.
Οι προειδοποιήσεις άλλωστε για την μελλοντική καταγραφή απωλειών, ήταν έντονες από το περασμένο έτος, μια και ανέρχονταν σε 7,3 δισ. ελβετικά φράγκα, αγγίζοντας τα χειρότερα ποσοστά της, ύστερα από την οικονομική κρίση του 2008.
Επιδιώκοντας δε, την περεταίρω ανάλυση στα επιμέρους ζητήματα, φαίνεται ότι η αποτυχία της Silicon Valley Bank από τη μία και της Signature Bank στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ήρθε μετά την απότομη πτώση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων που κατείχαν ως αποτέλεσμα της αύξησης των επιτοκίων, φαινόμενο που έγινε ορατό και στις ΗΠΑ δηλαδή και όχι μόνο στην Ευρώπη.
Οι τραπεζικές μετοχές υποχώρησαν απότομα παγκοσμίως, εν μέσω ανησυχιών ότι και άλλοι δανειστές μπορεί να αντιμετωπίσουν παρόμοια προβλήματα, με αποτέλεσμα οι επενδυτές να βγάλουν τα χρήματά τους και από την ήδη… «ταλαιπωρημένη» Credit Suisse.
Έκτοτε οι ανησυχίες και για άλλες τράπεζες έχουν οξυνθεί, δεν παύει όμως ως γεγονός να απασχολεί την κοινή γνώμη έντονα στην Ελβετία, την ώρα μάλιστα που οι εισαγγελείς ξεκίνησαν έρευνα για την ξαφνική εξαγορά της Credit Suisse, μια και επρόκειτο για την δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας.
Η συμφωνία έχει εξοργίσει τους ίδιους τους φορολογούμενους όπως ήταν αναμενόμενο ήδη από το πρώτο άκουσμα της είδησης, αλλά και τους μετόχους των δύο τραπεζών, οι οποίοι στερήθηκαν την ψήφο για την εξαγορά. Κάποιοι έχουν επίσης υποστηρίξει ότι έχει βλάψει την παγκόσμια φήμη της Ελβετίας ως χρηματοπιστωτικού κέντρου, αφού μόνο εάν οι δύο συστημικές τράπεζες μπορέσουν να να ενοποιηθούν με επιτυχία, εάν συλλογιστεί κανείς ότι οι μετοχές, τόσο της UBS όσο και της Credit Suisse σημείωσαν άνοδο περίπου 2% στις πρωινές συναλλαγές, με ορισμένους αναλυτές να σημειώνουν ότι οι εκροές δεν ήταν τόσο κακές όσο φοβούνταν.
Αναφέρεται ωστόσο, ότι με την ανακοίνωση της συμφωνίας, η αποτίμηση για την Credit Suiss ανήλθε στα 3,15 δισ. δολάρια (2,6 δισ. λίρες), ενώ την Παρασκευή πριν από την επίτευξη του διακανονισμού είχε αποτιμηθεί σε περίπου 8 δισ. δολάρια.
* Πηγή: BBC