Στη συζήτηση που διαρκώς αυξάνει αναφορικά με τις ρυθμίσεις για την ελευθερία του τύπου, αναπόσπαστο κομμάτι της οποίας συνιστά η ανάγκη για ελευθερία του ίδιου του δημοσιογράφου, προστίθεται το επικίνδυνο σχέδιο της Ένωσης σε σχέση με τη σαφή προσπάθεια του ίδιου του λειτουργήματος.
Βάσει δημοσιεύματος του Guardian, πρόκειται για νομοσχέδιο που δημοσιεύτηκε από ηγέτες της ΕΕ που επέτρεπε στις υπηρεσίες εθνικής ασφάλειας να κατασκοπεύουν δημοσιογράφους. Ασφαλώς, καταδικάστηκε από τα μέσα ενημέρωσης και τις ομάδες της κοινωνίας των πολιτών ως επικίνδυνο και χαρακτηρίστηκε από έναν κορυφαίο ευρωβουλευτή ως «ακατανόητο», δίχως φυσικά να λάβει την έκταση που έπρεπε.
Πιο αναλυτικα, την Τετάρτη, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπου εκπροσωπούνται δηλαδή από τις κυβερνήσεις τους όλα τα κράτη μέλη– δημοσίευσε ένα προσχέδιο του Ευρωπαϊκού Νόμου για την Ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης που θα επέτρεπε την τοποθέτηση κατασκοπευτικού λογισμικού, στα τηλέφωνα των δημοσιογράφων, εάν μια εθνική κυβέρνηση το θεωρούσε απαραίτητο.
Πριν από τη δημοσίευση του δε, δεν έκανε μια συνάντηση των υπουργών που είναι αρμόδιοι για τα μέσα ενημέρωσης, όπως γίνεται ξεχωριστά για το εκάστοτε ζήτημα. Η Ολλανδή ευρωβουλευτής Σόφι Ιντ Βελντ, η οποία επέβλεπε την έρευνα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τη χρήση του λογισμικού κατασκοπείας Pegasus σε δημοσιογράφους και δημόσια πρόσωπα, είπε ότι ισχυρισμοί όπως αυτοί που προωθούν πως απαιτείται άδεια για κατασκοπεία του Τύπου με στόχο το συμφέρον της εθνικής ασφάλειας είναι ψεύτικοι. «Νομίζω ότι αυτό που κάνει το συμβούλιο είναι απαράδεκτο. Είναι επίσης ακατανόητο. Λοιπόν, είναι ακατανόητο αν ασχολούνται σοβαρά με τη δημοκρατία», σχολίασε χαρακτηριστικά.
Οι πρώτες προσπάθειες από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την ενίσχυση της προστασίας της ανεξαρτησίας της δημοσιογραφίας σε χώρες όπου απειλείται, όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία, περιλάμβανε ισχυρές διασφαλίσεις κατά της χρήσης spyware, παρόλο που πράγματι βρέθηκε σε τηλέφωνα δημοσιογράφων όπως επιβεβαιώνουν οι γαλλικές υπηρεσίες πληροφοριών.
Η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων (EFJ), η οποία εκπροσωπεί περισσότερα από 300.000 μέλη σε 45 χώρες, συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου, κατηγόρησε τους ηγέτες της ΕΕ ότι δεν τηρούν τις αρχές της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης ωθώντας τα σε επικίνδυνες οδούς.
Τόνισε μάλιστα, ότι η κίνηση αυτή ήταν ένα «πλήγμα για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης» που «θα έθετε τους δημοσιογράφους σε ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο» από ό,τι ήδη βρίσκονται. Η παροχή στις κυβερνήσεις, να τοποθετούν λογισμικό κατασκοπείας στα τηλέφωνα των δημοσιογράφων για λόγους «εθνικής ασφάλειας» θα είχε «ανατριχιαστική επίδραση στους καταγγέλλοντες» και σε άλλες πηγές, όπως σημειώνει.
«Γνωρίζουμε πολύ καλά πώς γίνεται κατάχρηση της υπεράσπισης της εθνικής ασφάλειας για να δικαιολογηθούν οι παραβιάσεις της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης», πρόσθεσε με δήλωσή της, καλώντας το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να «σώσει» το σχέδιο νόμου από αυτήν την απειλή.
Ως έχει, τα κράτη μέλη θα μπορούν να χακάρουν τα τηλέφωνα των δημοσιογράφων εάν υποψιάζονται ότι συνομιλούν με εγκληματίες που εμπλέκονται σε οτιδήποτε το κράτος αντιλαμβάνεται ότι αποτελεί απειλή. Εάν δε, ο νόμος περνούσε στην τρέχουσα κατάστασή του, οι Βρετανοί δημοσιογράφοι που εργάζονται στην ΕΕ θα κινδύνευαν περισσότεροι, σημειώνει το δημοσίευμα του Guardian.
Η προϊστορία του Pegasus
Πέρυσι οι ερευνητές της γαλλικής υπηρεσίας πληροφοριών επιβεβαίωσαν ότι το spyware Pegasus είχε βρεθεί στα τηλέφωνα τριών δημοσιογράφων, συμπεριλαμβανομένου ενός ανώτερου στελέχους του τηλεοπτικού σταθμού ειδήσεων France 24.
Ο μη κερδοσκοπικός οργανισμός μέσων ενημέρωσης Forbidden Stories και η Διεθνής Αμνηστία ανέφεραν ότι τουλάχιστον 180 δημοσιογράφοι μπορεί να έχουν επιλεγεί ως άτομα υψηλού ενδιαφέροντος πριν από πιθανή παρακολούθηση από κυβερνητικούς πελάτες της ισραηλινής ομάδας NSO.
Η NSO επιμένει εδώ και καιρό ότι οι κυβερνήσεις στις οποίες παραχωρεί το Pegasus είναι συμβατικά δεσμευμένες να χρησιμοποιούν το ισχυρό αυτό κατασκοπευτικό εργαλείο για την καταπολέμηση του «σοβαρού εγκλήματος και της τρομοκρατίας».
Την περασμένη εβδομάδα, τα Ευρωπαϊκά Ψηφιακά Δικαιώματα (EDRI), ένα δίκτυο ΜΚΟ υπέρμαχων των ψηφιακών δικαιωμάτων, κάλεσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να «επανεξετάσει» τις εξαιρέσεις του για την εθνική ασφάλεια για κατασκοπεία στον Τύπο.
«Το συμβούλιο λαμβάνει επικίνδυνα βήματα προς τη νομιμοποίηση απαράδεκτων μορφών παρακολούθησης των δημοσιογράφων και των πηγών τους», δήλωσε η Chloé Berthélémy, ανώτερη σύμβουλος πολιτικής στο EDRi.