Η Τουρκία ανοίγει τις κάλπες της την Κυριακή 14 Μαϊου για να εκλέξει νέο πρόεδρο και νέα Εθνοσυνέλευση. Όσοι παρακολουθούν το θέμα έστω κι επιδερμικά καταλαβαίνουν πόσο κρίσιμες είναι. Η παντοδυναμία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αμφισβητείται σοβαρά για πρώτη φορά μετά από 21 χρόνια εξουσίας. Αυτή η πιθανότητα, μαζί με τις κορώνες ακόμα και για κλονισμό της δημοκρατίας, αλλά και τις πάντα δύσκολες σχέσεις μαζί μας, ανεβάζουν το βαρόμετρο της έντασης στα ύψη.

Αντί για αναλύσεις με ξύλινη διπλωματική γλώσσα και αριθμητικά στοιχεία που ενίοτε ζαλίζουν κιόλας, προτιμήσαμε κάτι άλλο: Το Q&A. Ερωτήσεις που έρχονται στο μυαλό όλων για τις εκλογές, για την Τουρκία, για την κατάσταση πριν και μετά. Και απαντήσεις βγαλμένες από το ρεπορτάζ, από την ατμόσφαιρα που καλλιεργεί ο Τύπος, από προσωπικές επαφές και από τα διδάγματα της ιστορίας. Πάμε, λοιπόν:

Θα εκλεγεί πρόεδρος από την πρώτη Κυριακή ή θα έχουμε δεύτερο γύρο προεδρικών εκλογών στις 28 Μαϊου;

Αυτή ήταν μια κομβική ερώτηση μέχρι πριν από λίγες ημέρες, όσο βρισκόταν στην κούρσα ο Μουχαρέμ Ιντζέ. Το πράγμα έχει ξεκαθαρίσει τόσο πολύ, που οι περισσότεροι εκλογικοί αναλυτές στην Τουρκία λένε ότι το ποσοστό να αναδειχτεί πρόεδρος από την πρώτη Κυριακή ξεπερνά πια το 80%, αφού στην κούρσα έχουν μείνει πια μόνο τρεις: Ο Ερντογάν, ο υποψήφιος των έξι αντιπολιτευτικών κομμάτων Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου και ο ανεξάρτητος Σινάν Ογάν, ο οποίος προέρχεται από τον εθνικιστικό χώρο (με θητεία στο MHP του Μπαχτσελί και πιο πρόσφατα στο IYI PARTISI της Μεράλ Ακσενέρ).

Ως τώρα οι προεδρικές εκλογές αντιμετωπίζονταν από τα μικρότερα κόμματα (που δεν είχαν ελπίδες να εκλέξουν πρόεδρο) ως μια προσπάθεια καταγραφής δυνάμεων. Με την (δύσκολη, πάντως) συνεννόηση των έξι στο πρόσωπο του Κιλιτσντάρογλου, την απόφαση του φιλοκουρδικού HDP να μην κατεβάσει υποψήφιο και την απόσυρση του Ιντζέ, τα πολλά άλογα έφυγαν από την κούρσα.

Ποια είναι η διαφορά αν εκλεγεί πρόεδρος στον πρώτο ή τον δεύτερο γύρο;

Η διαφορά είναι τεράστια, κολοσσιαία, και δεν αφορά προφανώς το χρονικό διάστημα των δύο εβδομάδων, στις οποίες η Τουρκία θα είναι ακυβέρνητη. Έχει να κάνει κυρίως με το μηδενικό περιθώριο αντίδρασης του δεύτερου να αντιστρέψει την κατάσταση.

Γνωρίζοντας ότι βρίσκεται στα σχοινιά, ο Ερντογάν έκανε μεγάλη προσπάθεια να πείσει κι άλλους υποψήφιους να μπουν στην κούρσα, ειδικά όταν οι Κούρδοι αποφάσισαν να μην κατεβάσουν υποψήφιο. Η φημολογία, που οργιάζει στην Τουρκία όλο αυτό το διάστημα, φέρνει και τον Ιντζέ και τον Ογάν να έχουν συνομιλήσει με τον Ερντογάν, υποτίθεται τον πιο βασικό τους αντίπαλο, πριν ανακοινώσουν την υποψηφιότητά τους.

Ο Ιντζέ που αποσύρθηκε ήταν βασικός υποψήφιος του κεμαλικού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος  (CHP) στις προηγούμενες εκλογές κι έχασε πανηγυρικά. Σαν προσωπικότητα δεν ακτινοβολούσε ούτως ή άλλως, θα έπαιρνε μόνο τις ψήφους κάποιων που δεν συμφωνούν με την ετερόκλητη αντιπολιτευτική συμμαχία (που περιλαμβάνει από εθνικιστές μέχρι Κούρδους), αλλά παραδοσιακά δεν… πάει το χέρι τους να ψηφίσουν Ερντογάν. Ο Ογάν, ο τρίτος της παρέας, θα πάρει κάποιο ποσοστό ψηφοφόρων της Ακσενέρ που δεν συμφωνούν με την προσχώρησή της στο αντι-ερντογανικό μέτωπο.

Οι ψήφοι στον Ιντζέ και τον Ογάν, αν και πολύ λιγότερες σε σχέση μ’ αυτές που θα καταλήξουν στον Ερντογάν ή τον Κιλιτσντάρογλου, αποτελούσαν μέχρι πρότινος την ασφαλιστική δικλείδα του Ερντογάν ότι θα έχει χρονικό περιθώριο να αντιδράσει, διότι όσοι περισσότεροι συμμετέχουν στην κούρσα, τόσο δυσκολότερο είναι για έναν απ’ αυτούς να πάρει τις μισές συν μία ψήφους.

Έτσι, λοιπόν, ο Ερντογάν αν υπάρξει δεύτερος γύρος ανάλογα με το αποτέλεσμά του στον πρώτο έχει δύο εβδομάδες μπροστά του να αντιδράσει. Να υποσχεθεί, να κινδυνολογήσει, να απειλήσει, να κινητοποιήσει στελέχη και να ασκήσει πιέσεις σε περιοχές που δεν πήγε καλά στον πρώτο γύρο. Ενώ τώρα το πράγμα πηγαίνει όλο και περισσότερο στο «μία κι έξω». Κάτι που προφανώς ευνοεί τον Κιλιτσντάρογλου.

Πώς γίνεται και με κατεστραμμένη οικονομία, πραγματικό πληθωρισμό στο 80% και τις μνήμες ακόμα νωπές από τους καταστροφικούς σεισμούς ο Ερντογάν να έχει ακόμα σχεδόν 50%;

Οι σκληροπυρηνικοί θα απαντούσαν για στημένα γκάλοπ, για καθεστώς που γνωρίζει πώς να χειρίζεται τους αρμούς της εξουσίας, για απόπειρα βίας και νοθείας που θα επιχειρηθεί. Αυτό που έχει δείξει, όμως, η ιστορία είναι ότι ο Ερντογάν έχει διαχρονικά χειριστεί πολύ καλά την εικόνα του. Ανέκαθεν προσπαθούσε να απεμπλακεί το πρόσωπό του ακόμα και από κρατικά σκάνδαλα. Οι ψηφοφόροι του στην κυριολεξία ψάχνουν ευκαιρία να τον δικαιολογήσουν, ως πρόσωπο.

Το αφήγημα έχει ως εξής: Στο κόμμα και στο κράτος υπάρχει ένας μηχανισμός διαφθοράς και ένα διαρκές «αλισβερίσι» με τους οικονομικούς παράγοντες της χώρας. Ο Ερντογάν διαφωνεί, αλλά δεν μπορεί να τα προλαβαίνει και όλα, κάποια του ξεφεύγουν. Ακόμα και για τους σεισμούς, ο φιλοκυβερνητικός Τύπος τόνιζε συνεχώς ότι τα σπίτια που χτίστηκαν από τον TOKI (Toplu Konut İdaresi Başkanlığı), δηλαδή κάτι ανάλογο με τον δικό μας Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας, είχαν πολύ μικρότερο ποσοστό κατάρρευσης απ’ όσο τα άλλα. Συμπέρασμα; Οι ίδιοι εργολάβοι όταν έχτιζαν κρατικά σπίτια χρησιμοποιούσαν καλά υλικά γιατί είχαν έλεγχο από τον Ερντογάν, αλλά όταν έκαναν δικές τους οικοδομές έβαζαν άμμο αντί για τσιμέντο.

Μπορεί το επιχείρημα να φαίνεται παιδικό, αλλά πιάνει σε πολύ κόσμο. Για την οικονομία πολλοί Τούρκοι (ψηφοφόρι του Ερντογάν, εννοείται) έχουν πειστεί ότι οι πιέσεις στη λίρα και τα οικονομικά χάλια είναι συνέπεια ενός διεθνούς οικονομικού πολέμου που δέχεται ο Ερντογάν επειδή αρνείται να δεθεί στο δυτικοευρωπαϊκό άρμα κι έχει απευθείας επαφές με τη Ρωσία. Αν όλο αυτό το πασπαλίσουμε με τις εθνικιστικές κορώνες περί «Γαλάζιας Πατρίδας» και του ισχυρού στρατεύματος, που πάντα πιάνουν στα πιο χαμηλά οικονομικά στρώματα, καταλαβαίνουμε γιατί ο Ερντογάν διατηρεί αξιοπρόσεκτες δυνάμεις κι αναμένεται να το παλέψει.

Τις τελευταίες μέρες, μάλιστα, ανεπισήμως λέγεται ότι έχει δοθεί γραμμή στα στελέχη του AKP (του κόμματος του Ερντογάν δηλαδή) να προσεγγίσουν δυσαρεστημένους ψηφοφόρους και να τους πουν περίπου το εξής: «Ψηφίστε Ερντογάν και θα είναι η τελευταία φορά. Άλλωστε δεν μπορεί να είναι πάλι υποψήφιος. Δεν του αξίζει μετά απ’ όσα έκανε να χάσει σε εκλογές. Στις επόμενες θα αναλάβει η νέα γενιά».

Το αν θα πείσει αυτό το επιχείρημα μένει να το δούμε. Απλά, σε μεγάλα στρώματα του πληθυσμού που ο Ερντογάν έχει υποσχεθεί πολλά (αύξηση 45% στους δημόσιους υπαλλήλους, νέα σπίτια και υποδομές στους σεισμόπληκτους) μπορεί να παίξει ρόλο και η δύναμη της συνήθειας. Ότι ο Ερντογάν, όντας 20 χρόνια στην εξουσία, «ξέρει πώς γίνεται» σε σχέση με τον Κιλιντσντάρογλου.

Οι εκλογές για την Εθνοσυνέλευση, που γίνονται την ίδια μέρα, έχουν καμιά σημασία ή το κοινοβούλιο δεν έχει πλέον δυνατό ρόλο;

Με την αλλαγή του Συντάγματος πριν λίγα χρόνια η Τουρκία έγινε προεδρική δημοκρατία. Ο πρόεδρος είναι δυνατότερος από το κοινοβούλιο, αλλά δεν μπορεί να κυβερνήσει χωρίς να περνάει τους νόμους από την Εθνοσυνέλευση. Ως εκ τούτου έχουν μεγάλη σημασία οι κοινοβουλευτικές εκλογές, όσο κι αν έχουν περάσει σε δεύτερη μοίρα σε σχέση με τις προεδρικές.

Οι εκλογές αυτές δεν έχουν επαναληπτικές, ό,τι ψηφίσουν την Κυριακή οι Τούρκοι θα τους βγει σε κατανομή εδρών. Το εκλογικό σύστημα είναι ενισχυμένης αναλογικής με τη μέθοδο D’Hondt (διαδοχικές διαιρέσεις των ψήφων κάθε κόμματος σε μια εκλογική περιφέρεια και απόδοση των εδρών στα μεγαλύτερα πηλίκα), που ευνοεί πολύ τα μεγάλα κόμματα σε σχέση με τα μικρότερα. Tο όριο εισόδου στην Εθνοσυνέλευση μειώθηκε από το 10% στο 7%, ωστόσο παραμένει ένα από τα υψηλότερα παγκοσμίως.

Οι τελευταίες κρυφές δημοσκοπήσεις (ισχύει απαγόρευση για το τελευταίο δεκαήμερο πριν τις εκλογές) διατηρούν το AKP του Ερντογάν μπροστά από το CHP του Κιλιτσντάρογλου. Το παιχνίδι, όμως, εκεί θα παιχτεί στις συμμαχίες. Τo MHP του εθνικιστή Μπαχτσελί με τη μείωση του ορίου στο 7% αναμένεται να μπει στη Βουλή, οπότε οι δυνάμεις των δύο κομμάτων θα αθροιστούν (ούτως ή άλλως έχουν ανακοινώσει την εκλογική συμμαχία CUMHUR, δηλαδή Λαός). Το ίδιο θα γίνει και με το IYI της Ακσενέρ με το CHP, τα οποία τρέχουν μαζί στη συμμαχία MILLET (Έθνος). Τα γκάλοπ δείχνουν τη συμμαχία της αντιπολίτευσης να έχει πιο πολλές δυνάμεις, αλλά με την κατανομή των εδρών ανά περιφέρεια δεν είναι σίγουρο ότι αυτή η διαφορά θα μεταφραστεί ακριβώς σε έδρες.

Γιατί οι Κούρδοι θεωρούνται κομβικής σημασίας για το αποτέλεσμα και στις δύο εκλογές;

Το κουρδικό στοιχείο αποτελεί περί του 10% του εκλογικού σώματος. Με την πτώση του ορίου πια στο 7% και την παραδοσιακή ψήφο-μπλοκ σε πολλές περιοχές στα νοτιοανατολικά, η παρουσία του στην επόμενη Εθνοσυνέλευση θεωρείται σίγουρη. Το ζήτημα είναι με πόσους βουλευτές θα εκπροσωπηθεί. Όσο μεγαλύτερη η δύναμή του, τόσο σημαντικότερος και ο ρόλος που θα παίξει μετεκλογικά.

Η ηγεσία του HDP έκανε υπέρβαση με την απόσυρση του υποψηφίου της από τις προεδρικές εκλογές. Επισήμως δεν υπάρχει κάποια ανακοίνωση περί στήριξης στον Κιλιτσντάρογλου, αλλά προφανώς έχει «πέσει γραμμή», που λένε, κυρίως στις απομακρυσμένες περιοχές. Υπάρχει πολύ μικρή πιθανότητα να μην ακολουθήσουν τη γραμμή, ειδικά τα κατώτερα οικονομικά και μορφωτικά στρώματα.

Επισήμως, επίσης, δεν υπάρχει κανένα «αντάλλαγμα». Τα κομματικά στελέχη του Ερντογάν στις περιοχές αυτές υποστηρίζουν ότι υπάρχει υπόγεια συμφωνία των Κούρδων με τον Κιλιτσντάρογλου, ώστε τάχα να απελευθερωθεί ο ηγέτης του PKK Αμπντουλάχ Οτζαλάν, να αναγνωριστεί διοικητική αυτονομία στις περιοχές με κουρδική πλειοψηφία κτλ. Όλα αυτά για να ερεθίσουν περισσότερο το τουρκικό στοιχείο να ψηφίσει Ερντογάν. Κι ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος κάνει συνεχείς υπαινιγμούς τις τελευταίες μέρες, ότι ο Κιλιτσντάρογλου ποντάρει στις ψήφους των Κούρδων.

Αν το HDP (που συμμετέχει στην ευρύτερη εκλογική συμμαχία EMEK VE OZGURLUK, εργασίας και ελευθερίας, με αριστερά και οικολογικά κόμματα) ταχθεί υπέρ του Κιλιτσντάρογλου και στο κοινοβούλιο, θεωρείται σίγουρο ότι συνολικά η αντιπολίτευση θα ελέγχει περισσότερες από 300 έδρες, από τις συνολικά 600 της Εθνοσυνέλευσης. Άρα και την πλειοψηφία. Τον Οτζαλάν μπορεί να μην τον δουν ελεύθερο οι Κούρδοι, ωστόσο θα απαιτήσουν τουλάχιστον την αποφυλάκιση του Σελαχετίν Ντεμίρτας, του ηγέτη του HDP, o οποίος βρίσκεται στη φυλακή από το 2016 καταδικασμένος (κατ’ εντολή του Ερντογάν) για «προσβολή του έθνους».

Υπάρχει ενδεχόμενο βίας και νοθείας;

Πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι η Τουρκία δεν είναι ούτε δυτικοευρωπαϊκή χώρα με απόλυτα διαφανείς εκλογικές διαδικασίες, αλλά απέχει και πολύ από τις στυγνές δικτατορίες, όπου οι εκλογές είναι απλά ένας δημοκρατικός φερετζές του καθεστώτος. Κάπου ανάμεσα κινείται. Κι έτσι αντιμετωπίζεται από τους διεθνείς παρατηρητές, οι οποίοι θα παρακολουθήσουν τη διαδικασία.

Η γενική αίσθηση που υπάρχει είναι ότι σε κάποιες περιπτώσεις κάποια στελέχη θα προσπαθήσουν να το παίξουν… βασιλικότερα του βασιλέως. Κυρίως υπό μορφή πίεσης, όμως, και όχι απόπειρας νοθείας απευθείας στην κάλπη. Η εικόνα των κομματαρχών που βρίσκονται στα σταυροδρόμια έξω από τα εκλογικά τμήματα και «νουθετούν» τους πολίτες, υπενθυμίζοντάς τους ακόμα και προσωπικές χάρες, είναι πολύ συνηθισμένη ειδικά στην περιφέρεια και στα χωριά.

Ο Ερντογάν δεν δίστασε να προκαλέσει νέες εκλογές στον δήμο της Κωνσταντινούπολης πριν λίγα χρόνια, όταν δεν του άρεσε η εκλογή του Εκρέμ Ιμάμογλου (ο οποίος, βέβαια, επανεξελέγη και τη δεύτερη φορά). Δεν υπήρξε ευθεία αναφορά σε νοθεία, ωστόσο υπήρξαν υπαινιγμοί. Ακόμα και το καθεστώς του Ερντογάν, που κυβερνά τα τελευταία 20 χρόνια, προσπαθεί να βάλει τον εαυτό του σε ρόλο αμυνόμενου, υποστηρίζοντας ότι υπάρχουν σκοτεινές δυνάμεις στο κράτος, τις οποίες δεν έχει καταφέρει να ελέγξει. Άρα, ακόμα και ο Ερντογάν μπορεί να επικαλεστεί νοθεία, όσο τραγελαφικό κι αν φαίνεται.

Θα παραδώσει αναίμακτα την εξουσία ο Ερντογάν αν χάσει;

Εδώ μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν. Η ατμόσφαιρα είναι τεταμένη, πάντως, και ο τρόπος που θα χάσει, αν χάσει, θα παίξει ρόλο. Αν πρόκειται για μια πολύ μικρή διαφορά, θεωρείται σίγουρο ότι θα την αμφισβητήσει. Το ίδιο, προφανώς, θα κάνει και ο Κιλιτσντάρογλου, αν το αποτέλεσμα δεν είναι ευνοϊκό γι’ αυτόν.

Το καίριο ερώτημα είναι μέχρι ποιο σημείο θα φτάσει την αντίδρασή του ο χαμένος. Ένα εκλογικό τουρκικό «μέχρι τέλους» μπορεί να έχει απρόβλεπτες συνέπειες, είτε από τη μία, είτε από την άλλη πλευρά. Όπως και να’ χει, όταν είσαι 20 χρόνια στην εξουσία και θέλεις να μείνεις κι άλλο, δεν είναι εύκολο να το πάρεις απόφαση ότι έχασες. Μην ξεχνάμε ότι εκτός από τον Ερντογάν, οι εκλογές επηρεάζουν κι ένα ολόκληρο διοικητικό σύστημα δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων, που έχουν συνδέσει την παρουσία και τη ζωή τους με τον Ερντογάν. Ούτε αυτοί εμφανίζονται διατεθειμένοι να φύγουν με χαμόγελα και χειραψίες.

Ο διεθνής παράγοντας, πάντως, θα έχει ανοιχτά τηλέφωνα το βράδυ της Κυριακής και δεν θα κοιμηθούν οι ηγέτες, πριν ξεκαθαρίσει η κατάσταση. Μια σαφής αναγνώριση του νικητή από το ΝΑΤΟ, τις ΗΠΑ και την Ε.Ε. θεωρείται ότι μπορεί να παίξει κατευναστικό ρόλο.

Εμάς, σαν Ελλάδα, ποιος μας συμφέρει να νικήσει;

Δεν είναι εύκολη η απάντηση, γι’ αυτό και όλοι όσοι ασχολούνται με τις εκλογές, από διεθνολόγοι – πολιτικοί αναλυτές μέχρι δημοσιογράφοι, αποφεύγουν να πάρουν θέση. Στην ουσία το δίλημμα είναι το εξής: Τον Ερντογάν τον ξέρουμε καλά, έχουμε πια αποκρυπτογραφήσει τις αντιδράσεις του, ξέρουμε τον τρόπο σκέψης και τα χούγια του, κι έχουμε καταλάβει ότι κι αυτός αντιλαμβάνεται τα όριά του. Είναι καλύτερος από το άγνωστο που πρεσβεύει ο Κιλιτσντάρογλου;

Ένας Ερντογάν, βέβαια, αναβαπτισμένος με νωπή λαϊκή εντολή και μέσα σ’ αυτή την συγκυρία, θα είναι ίδιος μ’ αυτόν που έχουμε συνηθίσει ως τώρα; Ή μήπως θα συνδέσει την τελευταία του θητεία με επικίνδυνες αποφάσεις, που θα δοκιμάζουν συνεχώς τα όριά μας;

Ο Κιλιτσντάρογλου, αν και εμφανίζεται πιο μετριοπαθής, δεν ήταν αυτός που έκανε πρώτος λόγο για γκρίζες ζώνες στο Αιγαίο; Δεν είναι αυτός που, αν εκλεγεί, θα θελήσει να στείλει μήνυμα στο μέσο Τούρκο ότι είναι το ίδιο πατριώτης και αποφασιστικός με το διάδοχό του;

Μην ξεχνάμε και τούτο: Στα μάτια του μέσου Τούρκου, η Ελλάδα από μόνη της δεν λέει τίποτα. Περισσότερο μας θεωρούν μια δυτική αιχμή του δόρατος, ένα πιόνι στα χέρια των Ευρωπαίων και Αμερικάνων, παρά σαν μια ισχυρή περιφερειακή και στρατιωτική δύναμη, όπως θέλουμε να πιστεύουμε εμείς ότι είμαστε. Οπότε οι τουρκο-ελληνικές σχέσεις, από τη μεριά της Τουρκίας, έχουν άμεση σχέση με το γενικότερο σχεδιασμό της χώρας. Αν θέλει να βρίσκεται, δηλαδή, πιο κοντά στη Δύση ή θα πλησιάσει περισσότερο τη Ρωσία και την Κίνα.

Οι διεθνείς αναλυτές εκτιμούν ότι ακόμα κι αν εκλεγεί ο Κιλιτσντάρογλου, ελάχιστα πράγματα θα αλλάξουν στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Οι διαφορές, άλλωστε, είναι δομικές και δεν έχουν να κάνουν με πρόσωπα. Ενδεχομένως να υπάρξει μια περίοδος ηρεμίας και αβροφροσύνης, αλλά σημαντικές αλλαγές στην στόχευση της Τουρκίας κυρίως στο Αιγαίο αποκλείεται να δούμε. Δεν συμφέρει ούτε τον Κιλιτσντάρογλου η απόλυτη ειρήνευση μαζί μας, διότι ένα (μεγάλο) μέρος του λαού θα το θεωρήσει υποχώρηση. Κι ας μην είναι, στην ουσία.