Ένα από τα πλέον καθιερωμένα πρότυπα αναφορικά με το πώς αφουγκραζόμαστε και μετράμε την κοινή γνώμη είναι ότι κάθε γενιά τείνει να κινείται ενιαία όσον αφορά την πολιτική και τη γενική ιδεολογία της.

Τα μέλη της, μέχρι πρότινος και ανεξαρτήτως φύλου, μοιράζονται τις ίδιες εμπειρίες που τα διαμόρφωσαν ως άτομα, φτάνουν στα μεγάλα ορόσημα της ζωής την ίδια στιγμή και αναμειγνύονται στους ίδιους χώρους.

Πώς πρέπει λοιπόν να κατανοήσουμε τις αναφορές ότι η GenZ είναι υπερπροοδευτική σε ορισμένα θέματα, αλλά εκπληκτικά συντηρητική σε άλλα; Και πόσο ρόλο παίζει στο παραπάνω το πόσο διαφορετικά αντιδρούν τα δύο φύλα στα μηνύματα, τις τάσεις και τους προβληματισμούς της εποχής;

Η απάντηση, σύμφωνα με την Alice Evans, επισκέπτρια συνεργάτιδα στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ και μία από τις κορυφαίες ερευνήτριες επί του θέματος, είναι ότι οι νέοι άνθρωποι του σήμερα, κυρίως αυτοί κάτω των τριάντα ετών, υφίστανται μια μεγάλη απόκλιση που έχει να κάνει με ζητήματα φύλου, με τις νεαρές γυναίκες στη μία πλευρά και τους νεαρούς άνδρες στην άλλη. Η Gen Z, λοιπόν, είναι δύο γενιές. Όχι μία.

Σε χώρες σε κάθε ήπειρο, έχει ανοίξει ένα ιδεολογικό χάσμα μεταξύ των νέων ανδρών και των γυναικών. Δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι που κατοικούν στις ίδιες πόλεις, στους ίδιους χώρους εργασίας, στις ίδιες αίθουσες διδασκαλίας, ακόμα και στα ίδια σπίτια, δεν συγκλίνουν πουθενά, ακόμα κι αν καλούνται να εξετάσουν το ίδιο θέμα, να αντιμετωπίσουν τις ίδιες καταστάσεις: στη ζωή, στο σπίτι, στην εργασία, πουθενά δεν υπάρχει μία κοινή ματιά.

Στις ΗΠΑ, τα στοιχεία του Gallup δείχνουν ότι μετά από δεκαετίες όπου τα δύο φύλα ήταν το καθένα περίπου ισομερώς κατανεμημένο σε φιλελεύθερες και συντηρητικές κοσμοθεωρίες, οι γυναίκες ηλικίας 18 έως 30 ετών είναι τώρα 30 ποσοστιαίες μονάδες πιο φιλελεύθερες από τους άνδρες συνομηλίκους τους. Αυτό το χάσμα χρειάστηκε μόλις έξι χρόνια για να δημιουργηθεί.

Η Γερμανία εμφανίζει επίσης τώρα ένα χάσμα 30 μονάδων μεταξύ των όλο και πιο συντηρητικών νέων ανδρών και των προοδευτικών σύγχρονων γυναικών, ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο αυτό το χάσμα μετριέται στις 25 μονάδες.

Στην Πολωνία πέρυσι, σχεδόν οι μισοί άνδρες ηλικίας 18-21 ετών υποστήριξαν το ακροδεξιό κόμμα «Συνομοσπονδία», σε σύγκριση με μόλις το ένα έκτο των νεαρών γυναικών της ίδιας ηλικίας.

Όσο απομακρυνόμαστε από τη Δύση, το χάσμα μεγαλώνει και εμφανίζει ακόμα πιο έντονες ποσοστιαίες διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα. Στη Νότια Κορέα ακριβώς αυτό το χάσμα χωράει πλανήτες μεταξύ ανδρών και γυναικών, ενώ παρόμοια είναι η κατάσταση και στην Κίνα. Στην Αφρική, η Τυνησία παρουσιάζει το ίδιο μοτίβο.

Κάπου εδώ ας σημειωθεί ότι σε κάθε χώρα αυτή η δραματική διάσπαση είτε αφορά αποκλειστικά τη νεότερη γενιά είτε είναι πολύ πιο έντονη εκεί από ό,τι μεταξύ ανδρών και γυναικών από τα τριάντα και πάνω.

Φυσικά, καθοριστικό ρόλο στο άνοιγμα του χάσματος έπαιξε ο παράγοντας του #MeToo, ένα κίνημα που έδωσε ώθηση και πρόσφερε ενδυνάμωση στον φεμινιστικό λόγο, που ισχυροποίησε τις φεμινιστικές αξίες των νεαρών γυναικών.

Αυτές ήταν που ένιωσαν τη δύναμη, για πρώτο φορά μετά από ολόκληρες δεκαετίες να μιλήσουν για συστημικές αδικίες και εγκλήματα, όπως η σεξουαλική παρενόχληση και οι βιασμοί στο επαγγελματικό περιβάλλον και σ’ όλο το φάσμα του ιδιωτικού και δημόσιου βίου, η παραγνωρισμένη εργασία και η οικειοποίηση της δουλειάς και των ιδεών τους από άνδρες και άλλα αποσιωπημένα και διαχρονικά φρικτά.

Αυτή η σπίθα, έγινε φωτιά ειδικά στη Νότια Κορέα, εκεί όπου η ανισότητα των φύλων παραμένει ως μέγα κοινωνικό πρόβλημα και ο μισογυνισμός είναι στην καθημερινότητα κάθε γυναίκας να απειλεί από τη ζωή μέχρι την ευημερία της, κοινωνική, προσωπική και εργασιακή.

Στις προεδρικές εκλογές της χώρας το 2022, ενώ οι μεγαλύτεροι σε ηλικία άνδρες και γυναίκες ψήφισαν στο ίδιο μήκος κύματος, οι νέοι άνδρες τάχθηκαν σε μεγάλο βαθμό υπέρ του δεξιού κόμματος People Power και οι νέες γυναίκες υποστήριξαν το φιλελεύθερο Δημοκρατικό κόμμα σε σχεδόν ίσα και αντίθετα ποσοστά.

Η περίπτωση της Κορέας είναι μια ακραία κατάσταση, αλλά χρησιμεύει ως προειδοποίηση για άλλες χώρες για το τι μπορεί να συμβεί όταν οι νέοι άνδρες και οι γυναίκες χωρίζουν με τόσο δραματικό τρόπο τους ιδεολογικούς και εν συνεχεία τους κοινωνικούς δρόμους τους. Η κοινωνία της είναι σχισμένη στα δύο. Το ποσοστό γάμων της χώρας γνωρίζει κατακόρυφη πτώση και, συνεκδοχικά, και το ποσοστό γεννήσεων, με 0,78 γεννήσεις ανά γυναίκα το 2022, το χαμηλότερο από κάθε άλλη χώρα στον κόσμο.

Επτά χρόνια μετά την αρχική έκρηξη του #MeToo, η απόκλιση στις συμπεριφορές των δύο φύλων έχει μετατραπεί σε μία αυτοσυντηρούμενη κατάσταση. Τα στοιχεία των ερευνών δείχνουν ότι σε πολλές χώρες οι ιδεολογικές διαφορές επεκτείνονται πλέον πέρα από αυτό το ζήτημα.

Το σαφές προοδευτικό-συντηρητικό χάσμα στο θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης φαίνεται να έχει προκαλέσει -ή τουλάχιστον να αποτελεί μέρος- μιας ευρύτερης αναδιάταξης των νέων ανδρών και γυναικών σε συντηρητικά και φιλελεύθερα στρατόπεδα αντίστοιχα σε άλλα θέματα.

Στις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γερμανία, οι νεαρές γυναίκες παίρνουν τώρα πολύ πιο φιλελεύθερες θέσεις για τη μετανάστευση, τη φυλετική και την έμφυλη δικαιοσύνη από ό,τι οι νεαροί άνδρες, ενώ οι μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες παραμένουν ισοδύναμες.

Η τάση στις περισσότερες χώρες είναι ότι οι γυναίκες μετατοπίζονται προς τα αριστερά, ενώ οι άνδρες παραμένουν αμετακίνητοι, αλλά υπάρχουν ενδείξεις ότι οι νέοι άνδρες μετακινούνται ενεργά προς τα δεξιά στη Γερμανία, όπου οι σημερινοί νέοι κάτω των 30 ετών είναι σαφώς πιο αντίθετοι στη μετανάστευση από τους μεγαλύτερους και έχουν μετατοπιστεί προς το ακροδεξιό AfD τα τελευταία χρόνια.

Θα ήταν εύκολο να πούμε ότι όλα αυτά είναι μια φάση που θα περάσει, αλλά τα ιδεολογικά χάσματα, συνήθως έχουν την τάση μόνο να «ανοίγουν» και τα στοιχεία δείχνουν ότι οι άνθρωποι πολύ δύσκολα αποτινάσουν τις πολιτικές εμπειρίες που τους καθόρισαν. Όλα τα παραπάνω επιδεινώνονται από τη συστηματική χρήση smartphones, Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης και του διαδικτύου φυσικά, που δεν «κλείνει» ποτέ. Μέσω αυτών τόσο οι νέοι άνδρες όσο και οι γυναίκες τείνουν πια να «συχνάζουν» -έστω και διαδικτυακά- σε διαφορετικούς χώρους, να βιώνουν και να μοιράζονται διαφορετικές κουλτούρες.

Πολύ συχνά οι απόψεις των νέων παραβλέπονται λόγω των χαμηλών ποσοστών πολιτικής συμμετοχής τους, αλλά αυτή η αλλαγή θα μπορούσε να επηρεάσει τις επόμενες γενιές και φυσικά τον αριθμό των ψήφων που οι εκάστοτε πολιτικοί ηγέτες θα βλέπουν στις κάλπες.

Αυτό από μόνο του είναι βαθιά επικίνδυνο και θα πρέπει να προβληματίσει άμεσα τις πολιτικές ηγεσίες ανά τον κόσμο.

ΠΗΓΗ: Financial Times