Τουλάχιστον 55 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους από τις πυρκαγιές που τροφοδοτούνται από τους ανέμους ενός μακρινού τυφώνα και έχουν καταστρέψει μεγάλο μέρος του θερέτρου Λαχέινα στο νησί Μάουι, στη Χαβάη, ανέφερε σήμερα σε ανακοίνωσή της η Κομητεία Μάουι.
Συνοικίες ολόκληρες έγιναν παρανάλωμα του πυρός και η δυτική πλευρά του νησιού έχει σχεδόν αποκοπεί, με μόνο έναν αυτοκινητόδρομο να παραμένει ανοικτός και χιλιάδες ανθρώπους να περιμένουν να απομακρυνθούν, ενώ αξιωματούχοι κάνουν λόγο για εκτεταμένη καταστροφή στη Λαχάινα, το λιμάνι της και τις γύρω περιοχές.
Παράλληλα, χωριά ολόκληρα έχουν σχεδόν σβηστεί από τον χάρτη με τη σύγκριση του χθες και του σήμερα στο νησί να προκαλεί απλά θλίψη καθώς το μαύρο έχει σκεπάσει τα πάντα.
Ο δήμαρχος της κομητείας Μάουι, Ρίτσαρντ Μπίσεν Τζούνιορ είπε ότι η περιοχή μετά την πυρκαγιά, δεν μοιάζει με το μέρος που γνώρισε μεγαλώνοντας.
«Το πιο κοντινό πράγμα με το οποίο νομίζω ότι μπορώ να το συγκρίνω είναι ίσως μια εμπόλεμη ζώνη ή την καταστροφή μετά από έκρηξη βόμβας», είπε στο «Good Morning America» του ABC την Παρασκευή. «Ήταν αυτοκίνητα στον δρόμο, πόρτες ανοιχτές, λιωμένες στο έδαφος. Οι περισσότερες δομές δεν υπάρχουν πλέον», σημείωσε.
Βίντεο ντοκουμέντο, δείχνει ανθρώπους να πηδούν σε βραχώδη ακτή στον ωκεανό, με τα σακίδιά τους στην πλάτη ώστε να σωθούν από την πύρινη λαίλαπα.
Μαρτυρίες ανθρώπων, που βρέθηκαν στην πύρινη λαίλαπα της στη Χαβάη, έρχονται στο φως και συγκλονίζουν την ώρα που το νησί μετρά νεκρούς, τραυματίες και υλικές ζημιές.
Η Τι Ντανγκ βρισκόταν σε ένα νοικιασμένο αυτοκίνητο με τα τρία της παιδιά και τον σύζυγό της στην Φροντ Στριτ της Λαχάινα στη Χαβάη, όταν είδε τις φλόγες να πλησιάζουν επικίνδυνα προς το μέρος τους.
Όταν είδαν τα οχήματα γύρω τους άρχισαν να παίρνουν φωτιά αποφάσισαν, όπως αναφέρει το BBC, να αρπάξουν τα τρόφιμα, το νερό και τα τηλέφωνά τους και να τρέξουν προς τη θάλασσα.
Είχαν ήδη δει άλλους που προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τις ταχύτατα κινούμενες φλόγες στη Χαβάη να κάνουν το ίδιο, συμπεριλαμβανομένης μιας ηλικιωμένης γυναίκας που με τη βοήθεια άλλων περιοίκων μπήκε στον ωκεανό.
«Έπρεπε να φτάσουμε στον ωκεανό», δήλωσε την Πέμπτη στο BBC News η μητέρα από το Κάνσας. «Δεν υπήρχε τίποτε άλλο γιατί ήμασταν περικυκλωμένοι από τις φλόγες».
Με τα παιδιά τους – ηλικίας πέντε, 13 και 20 ετών – έμειναν αρχικά κοντά στην ακτή. Αλλά καθώς πλησίαζε το βράδυ και η παλίρροια ανέβαινε, το νερό άρχισε να τους ρίχνει στον βραχώδη τοίχο του λιμανιού, με αποτέλεσμα να υποστεί ένα βαθύ κόψιμο στο πόδι της.
Όταν η σειρά των αυτοκινήτων στην Φροντ Στριτ στη Χαβάη – «τουλάχιστον 50» από αυτά – άρχισε να εκρήγνυται, αναγκάστηκαν να μετακινηθούν πιο βαθειά καθώς συντρίμμια άρχισαν να εκτοξεύονται προς το μέρος τους.
Βρέθηκαν στο νερό για σχεδόν τέσσερις ώρες, είπε η ίδια. Ήταν απόγευμα Τρίτης στη Χαβάη, αλλά ο ουρανός πίσω τους ήταν κατάμαυρος από τον καπνό της πυρκαγιάς.
Ήταν μια οδυνηρή δοκιμασία για την οικογένεια, η οποία δεν ήξερε αν θα κατάφερναν να βγουν ζωντανοί. Κάποια στιγμή, ένα από τα παιδιά της από την καταπόνηση λιποθύμησε μέσα στο νερό.
Τελικά η σωτηρία ήρθε από έναν πυροσβέστη που τους κατεύθυνε μέσα από τους φλεγόμενους δρόμους.
Θυμάται τον πυροσβέστη να τους λέει: «Δεν ξέρω καν αν θα τα καταφέρουμε. Απλά κάντε ό,τι σας λέω. Αν σας πω να πηδήξετε, πηδήξτε. Αν σας πω να τρέξετε, τρέξτε».
Όλη η οικογένεια υπέστη εγκαύματα. Αφού έφτασαν σε καταφύγιο στο Maui Prep School, αναγκάστηκαν να μετακινηθούν άλλες δύο φορές, μεταξύ των οποίων μία φορά επειδή ένα καταφύγιο απειλήθηκε από τις φλόγες.