Βαθιές προκαταλήψεις, αμοιβαία δυσπιστία, θρησκευτικές συγκρούσεις και εθνικός ανταγωνισμός. Για να μη μιλήσουμε για μόνιμη εχθρότητα που γίνεται μίσος κάθε φορά που πολεμούν για το διαφιλονικούμενο Κασμίρ. Φαίνεται ότι επτά δεκαετίες δεν είναι αρκετές για να ξεχαστεί μία από τις μεγαλύτερες και πιο αιματοβαμμένες μετακινήσεις πληθυσμού στην Ιστορία, μια σκληρή κληρονομιά που χωρίζει ακόμα Ινδούς και Πακιστανούς 76 ολόκληρα χρόνια από την ανεξαρτησία τους από τη βρετανική αποικιοκρατία.
Η τραγωδία που στιγμάτισε τη διχοτόμηση και τη γέννηση των δύο κρατών στις 15 Αυγούστου του 1947 ρίχνει βαριά τη σκιά της. Εκδηλώσεις συμφιλίωσης δεν προβλέπονται, ούτε υπάρχουν μνημεία για τους νεκρούς της διχοτόμησης. Και όμως, εκείνο το καλοκαίρι 12 εκατομμύρια άνθρωποι έγιναν πρόσφυγες, και περί το ένα εκατομμύριο σκοτώθηκε, θύματα μιας άγριας σεχταριστικής βίας.
Γκάντι εναντίον Τζίνα
Το ινδικό Κόμμα του Κογκρέσου, με επικεφαλής το Μαχάτμα Γκάντι, ζητούσε επίμονα τη δημιουργία ενός μεγάλου ομοσπονδιακού κράτους που θα περιλαμβάνει όλη την έκταση της Ινδίας, ενώ ο ηγέτης της Μουσουλμανικής Ένωσης (Λίγκας), Μοχάμαντ Άλι Τζίνα, αξίωνε να αποσπασθεί το 30% του ινδικού εδάφους για να δημιουργηθεί ένα ανεξάρτητο μουσουλμανικό κράτος, προκειμένου να προφυλαχθεί η θρησκευτική μειονότητα από οποιαδήποτε καταπίεση από την ινδουιστική πλειοψηφία.
Ο τελευταίος Βρετανός αντιβασιλέας της Ινδίας, λόρδος Μάουντμπάτεν αποδέχθηκε εν τέλει αυτή την τελευταία λύση και χώρισε την υποήπειρο σε τρία μέρη. Ένα μεγάλο μέρος της νότιας περιοχής, κεντρική και βόρεια, απετέλεσε την κρατική οντότητα που σήμερα αναγνωρίζουμε ως Ινδία, ενώ το βόρειο-δυτικό και βόρειο-ανατολικό άκρο της, που χωρίζονται με μία συνοριογραμμή μήκους 2.000 χλμ.
Από την Ινδία, έγινε το κράτος του Πακιστάν (που και από αυτό το δεύτερο βορειο-ανατολικό τμήμα του τελικά απέκτησε την ανεξαρτησία του στη δεκαετία του ’70 κι απετέλεσε το Μπανγκλαντές). Αυτό που έγινε γνωστό ως «Διαχωρισμός» (Partition) τέθηκε σε ισχύ τα μεσάνυχτα της 14ης και της 15ης Αυγούστου 1947, και είναι grosso modo η ημέρα που οι δύο χώρες γιορτάζουν την ημέρα της ανεξαρτησίας τους (το Πακιστάν γιορτάζει στις 14, η Ινδία στις 15).
Η κοιλάδα του Κασμίρ
Το κομβικό σημείο της σύγκρουσης μεταξύ της Ινδίας και του Πακιστάν αποτελεί η κοιλάδα του Κασμίρ, μια περιοχή μήκους 135 χλμ. και πλάτους περίπου 30 χλμ., που κείται βορειοανατολικά της Ινδίας, σε υψόμετρα πάνω από 1.500 μέτρα. Η ιστορία της κοιλάδας είναι πολυτάραχη. Το 1846 οι Βρετανοί κατατρόπωσαν εκεί την αυτοκρατορία των Σιχ, που κυριαρχούσε στην περιοχή και προσάρτησαν τα περισσότερα από τα εδάφη της.
Η κοιλάδα του Κασμίρ και τα γύρω εδάφη, μια ιδιαίτερα πλούσια και εύφορη περιοχή, πωλήθηκαν σε μια πλούσια οικογένεια Ινδών ευγενών, τους Ντόγκρα. Έτσι γεννήθηκε το πριγκιπάτο του Τζάμου και Κασμίρ, ένα από τα 500 ημι-ανεξάρτητα κρατίδια μέσω των οποίων το βρετανικό στέμμα κυβερνούσε εμμέσως τα υποτελή ινδικά εδάφη, χωρίς να ασκεί απ’ ευθείας την εξουσία του.
Σε αντίθεση με πολλά άλλα κρατίδια, όπου ήσαν αμιγώς μουσουλμανικά, ή ινδουιστικά, στο Κασμίρ επικρατούσε μία ιδιάζουσα κατάσταση: ήταν μία περιοχή με πλειοψηφούντα μουσουλμανικό πληθυσμό, αλλά με ινδουιστή ηγέτη. Όταν ήρθε η ώρα να χωριστεί η χώρα το 1947, τόσο η Ινδία όσο και το Πακιστάν ισχυρίστηκαν ότι το μικρό πριγκιπάτο ήταν δικό του, βασίζοντας τις αξιώσεις τους σε θρησκευτικούς, ή πολιτιστικούς λόγους.
Οι Πακιστανοί για να υποστηρίξουν τους ισχυρισμούς τους έστειλαν επί τόπου στρατό εθελοντών. Ο τοπικός άρχοντας παραιτήθηκε από την ιδέα να γίνει αυτόνομο έθνος, μία περίπτωση που εξετάσθηκε για βραχύ χρονικό διάστημα και ζήτησε από τον ινδικό στρατό βοήθεια για να αντιμετωπισθεί η άφιξη των Πακιστανών. Η σύγκρουση ήταν σύντομη και τελικά το Πακιστάν κατόρθωσε να αποκτήσει τον έλεγχο μόνο ενός μικρού τμήματος της περιοχής, ενώ μεγάλο μέρος της κοιλάδας και των μουσουλμάνων κατοίκων της παρέμειναν υπό τον έλεγχο της Ινδίας.
Έκτοτε, το Πακιστάν συνέχισε να στέλνει εθελοντές στην περιοχή και να στηρίζει τις αυτονομιστικές ομάδες, αναγκάζοντας την Ινδία να διατηρήσει μια σημαντική στρατιωτική φρουρά στην περιοχή. Οι επτά εκατομμύρια κάτοικοι της κοιλάδας χρειάστηκε να πληρώσουν υψηλό τίμημα για αυτόν τον πολυετούς κατάστασης συναγερμό. Όλα τούτα τα χρόνια, οι ινδικές στρατιωτικές δυνάμεις έχουν προβεί σε χιλιάδες συλλήψεις, έρευνες και στρατιωτικές επιχειρήσεις. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 έως σήμερα, οι Πακιστανοί αντάρτες και η ινδική καταστολή έχουν προκαλέσει περισσότερους από 40.000 θανάτους.
Η σημερινή κατάσταση
Ωστόσο, πολλοί μουσουλμάνοι του Κασμίρ προτιμούν σήμερα να ζουν σε μια δημοκρατία όπως η Ινδία αντί για το Πακιστάν, μια πολύ πιο ασταθή χώρα που συχνά στενάζει από τις πάμπολλες στρατιωτικές δικτατορίες που καταλύουν την πολιτική εξουσία. Τούτη η λεπτομέρεια αποτελεί ένα λεπτό στοιχείο που αποκαλύπτει το ουσιαστικό βάθος του προβλήματος: το ζήτημα του Κασμίρ έχει γίνει μια δικαιολογία χάρις στην οποία οι εθνικιστές και στις δύο πλευρές των συνόρων δικαιολογούν μια μόνιμη κατάσταση έχθρας, που εξυπηρετεί τους πολιτικούς τους σκοπούς στο εσωτερικό της χώρας τους.
Βέβαια, οι προφανείς πληθυσμιακές και θρησκευτικές διαφορές -μουσουλμάνοι ενάντια σε Χιντού– αποτελούν μόνον την προφανή αιτία. Ο βαθύτερος λόγος για την μακρόβια τούτη διένεξη είναι ο διαφορετικός ρόλος που διαδραματίζουν οι στρατιωτικοί στο πολιτικό σύστημα εκάστοτε χώρας. Στην Ινδία, το σύστημα είναι σαφώς δημοκρατικό και ο ρόλος των στρατιωτικών είναι πλήρως και σταθερά καθορισμένος από το Σύνταγμα, ένα από τα πιο μακρά και πλήρη κείμενα στον κόσμο, που ουδέποτε έχει τροποποιηθεί.
Απεναντίας, στο Πακιστάν από τον θάνατο του ιδρυτή του Άλι Τζινάχ, οι στρατιωτικοί βρίσκονται πάντοτε στο επίκεντρο των πολιτικών εξελίξεων, ακόμη κι όποτε δεν κυβερνούν οι ίδιοι, σε μία χώρα με μακρά και διαιωνιζόμενη ιστορία πραξικοπημάτων.
Σημαντικό ρόλο διαδραματίζει, επίσης, το ισχυρό εθνικιστικό πνεύμα που κυριαρχεί και στις δύο πλευρές των συνόρων. Τα επεισόδια ανάμεσα στις δύο χώρες έχουν πολλαπλασιασθεί μετά την άνοδο του ινδουϊστή εθνικιστή Μαρέντρα Μόντι στο Νέο Δελχί. Μολονότι, αμφότερες οι πλευρές διαβεβαιώνουν πως θα διαχειρισθούν με νηφαλιότητα και μετριοπάθεια όποια εκατέρωθεν απάντησή τους σε ένα θερμό επεισόδιο, για να αποφευχθεί μία κλιμάκωση, ο εθνικισμός όμως πλειοδοτεί, σε επικίνδυνα επίπεδα στην κοινή γνώμη και τον Τύπο των δύο χωρών.
Η στάση ΗΠΑ, Ρωσίας και Κίνας
Εν μέσω αυτού του σχεδόν πολεμικού κλίματος, το περιθώριο διεθνούς διαιτησίας είναι ισχνό. Αντίθετα από τις δύο υπερδυνάμεις ΗΠΑ και Ρωσία, οι δύο χώρες ουδέποτε προσπάθησαν να δημιουργήσουν ένα σύστημα ελέγχου των πυρηνικών όπλων. Και στον ορίζοντα δεν υπάρχει κάποιος ισχυρός διαμεσολαβητής, μία υπερδύναμη που να είναι αμοιβαίος σύμμαχος των δύο χωρών.
Μολονότι ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν κλίνει προς τον Μόντι για να βρει ένα αντίβαρο στην προτίμηση που έχει αρχίσει να δείχνει η Κίνα προς το Πακιστάν και για εμπορικούς λόγους, η Ισλαμαμπάντ παραμένει ένας ισχυρός σύμμαχος, καθώς ελέγχει την κατεύθυνση της ισλαμικής τρομοκρατίας.
Συνεπώς, δεν είναι διαθέσιμος να διαδραματίσει έναν διαμεσολαβητικό ρόλο σε τούτη τη φάση. Με την Κίνα να βρίσκεται εμφανώς στο πλευρό του Πακιστάν, μένει μόνον η Ρωσία, που ενδεχομένως να δει στο τελευταίο επεισόδιο μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να επεκτείνει την επιρροή της και σε αυτήν την περιοχή της Ασίας.
Αν και η επιτυχημένη κινηματογραφική βιομηχανία της Ινδίας – γνωστή ως Bollywood – είναι εξαιρετικά δημοφιλής στο Πακιστάν και τηλεοπτικές σαπουνόπερες από το Πακιστάν γνωρίζουν επιτυχία στην Ινδία, δε φαίνεται «φως στο τούνελ» Ινδοί και Πακιστανοί δεν είναι καλά πληροφορημένοι για το τι συμβαίνει στην άλλη πλευρά των συνόρων. Ακούγεται απίστευτο αλλά κανένας σημαντικός ινδικός ή πακιστανικός οργανισμός ειδήσεων δεν έχει σήμερα ανταποκριτή στην πρωτεύουσα της άλλης χώρας.
Προκαταλήψεις και εθνικιστική προπαγάνδα ανθούν σε τέτοιο περιβάλλον, καθώς ούτε το ταξίδι στην άλλη χώρα είναι εύκολη υπόθεση για Ινδούς και Πακιστανούς. Αλλο απίστευτο; Απευθείας πτήση μεταξύ Δελχί και Ισλαμαμπάντ δεν υπάρχει. Γίνεται λοιπόν απόλυτα καταννοητό πως απομένουν πολλά ακόμα βήματα μέχρις ότου Ινδία και Πακιστάν να θεωρηθούν όχι φίλοι αλλά έστω γείτονες που ανέχεται ο ένας τον άλλο.