Οι διαπιστευμένοι στον Λευκό Οίκο δημοσιογράφοι, που παρακολουθούν καθημερινά το πρόγραμμα του Τζο Μπάιντεν κι έχουν ευκαιρίες να τον ρωτήσουν, έχουν βάλει εδώ και καιρό ένα στοίχημα μεταξύ τους. Κερδισμένος θα είναι αυτός που θα «αναγκάσει» τον Αμερικανό πρόεδρο να πει κάτι για τον Ντόναλντ Τραμπ και τα μπλεξίματα που έχει με την δικαιοσύνη.

Μέχρι στιγμής κανείς δεν έχει κερδίσει, παρά τις προσπάθειές όλων τους να κάνουν ερωτήσεις που σχεδόν τοποθετούν τον Μπάιντεν μπροστά στο πρόβλημα, έστω και με τρόπο θεσμικό. Ακόμα κι αν βγει το πρόσωπο του Τραμπ από το κάδρο, έχει ενδιαφέρον τι έχει να πει ένας νυν πρόεδρος των ΗΠΑ για τον προκάτοχό του. Αλλά αυτό δεν συμβαίνει με τον Μπάιντεν. Όσες προκλήσεις κι αν έχει δεχτεί, δεν μιλάει.

Αυτό, προφανώς, δεν είναι κάτι τυχαίο. Έχει συζητηθεί, οριοθετηθεί και αποφασιστεί στο επίπεδο των επικοινωνιολόγων, που συμβουλεύουν τον Μπάιντεν. Ούτε για τις δικαστικές του περιπέτειες με την πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς είπε κάτι, ούτε για την κατηγορία σεξουαλικής κακοποίησης και δυσφήμισης της συγγραφέα Ελίζαμπεθ Τζιν Κάρολ, ούτε για τα άκρως απόρρητα έγγραφα που βρέθηκαν μέχρι και μέσα στην τουαλέτα του σπιτιού του στο Μάρε Λάργκο της Φλόριντα.

Επιτελείο Μπάιντεν: Ο Τραμπ του 46%

Σε αυτή την τελευταία περιπέτεια του Τραμπ, η οποία έχει και σχέση με το κράτος και όχι με τις προσωπικές επιλογές του πρώην προέδρου, θα δοκιμαστεί περισσότερο αυτή η τακτική. Ο Τραμπ επιμένει ότι τα κατηγορητήρια έχουν πολιτικά κίνητρα, σχεδιασμένα να βλάψουν τον κύριο υποψήφιο για την προεδρική υποψηφιότητα των Ρεπουμπλικάνων για το 2024.

Ο Μπάιντεν το μόνο που ακούστηκε να λέει, κι αυτό με χίλια ζόρια, ήταν μια δήλωση πριν από λίγες ημέρες: «Δεν έχω προτείνει ποτέ ούτε μία φορά, ούτε μία φορά, στο Υπουργείο Δικαιοσύνης τι πρέπει να κάνουν ή να μην κάνουν σε σχέση με την άσκηση κατηγορίας ή τη μη απαγγελία κατηγορίας. Είμαι ειλικρινής». Οι εκπρόσωποι Τύπου πήραν αυτή τη δήλωση και θα παρουσιάσουν πολλές παραλλαγές της τον επόμενο καιρό.

Το εκλογικό επιτελείο του Μπάιντεν, το οποίο έχει στηθεί ήδη, έχει συγκεκριμένες απόψεις περί του θέματος. Γνωρίζουν απολύτως τι είναι και ποιος είναι ο Τραμπ και τι παίρνει. Τον έχουν μετρήσει ως έναν υποψήφιο του 46%, δηλαδή ικανό να συσπειρώσει μεγάλο κομμάτι του Ρεπουμπλικανικού κοινού, αλλά ανίκανο να διευσδύσει στις ομάδες και τους ανθρώπους εκείνους που θα του έδιναν την κρίσιμη ψήφο της πλειοψηφίας. Αντιθέτως, το επιτελείο δεν μπορεί ακόμα να κάνει πρόβλεψη εκλογικού ταβανιού ούτε για την Νίκι Χέιλι, ούτε για τον Ρον Ντε Σάντις. Οπότε, δεν είναι λογικό να θεωρούν ότι ο Τραμπ είναι ο πιο βολικός αντίπαλος;

Αλλαγή τακτικής μετά το χρίσμα

Ο Τραμπ, βέβαια, θα συνεχίσει να προσπαθεί να χρησιμοποιεί τις διώξεις ως εμβλήματα μαρτυρίου, και οι σκληροπυρηνικοί οπαδοί του θα αγοράσουν την ιστορία. Ίσως αυτό να είναι αρκετό για να εεπιτρέψει στον Τραμπ να επιλεγεί και πάλι ως υποψήφιος, από ένα μάλλον κατακερματισμένο τοπίο των Ρεπουμπλικανών. Το πώς θα έπαιζε σε γενικές εκλογές, πάντως, είναι δύσκολο να προβλεφθεί. Επειδή όλοι περιμένουν πως με το που θα ανακοινωθεί η υποψηφιότητα του Τραμπ, πιθανότατα όλοι οι άνθρωποι του Μπάιντεν θα ξόδευαν πολλά για να τονίσουν το αμφίβολο νομικό ιστορικό του πρώην προέδρου, για να κερδίσουν τους αναποφάσιστους ψηφοφόρους.

Ο Μπάιντεν έχει και ένα τεράστιο πλεονέκτημα: Δεν χρειάζεται να αναλωθεί σε εκστρατεία για να κερδίσει το χρίσμα των Δημοκρατικών. Άπαξ και το αποφάσισε ότι βαστάνε τα κότσια του για μία ακόμα θητεία, η συζήτηση τελείωσε. Μπορεί, λοιπόν, να μαζέψει τις δυνάμεις του, να καθίσει αναπαυτικά στον καναπέ του και να παρακολουθήσει με ενδιαφέρον τη μάχη που θα δώσει ο Τραμπ για να τον εμπιστευθούν και πάλι οι Ρεπουμπλικάνοι, με πολύ νεότερους ανθυποψήφιους, οι οποίοι προφανώς θα έχουν κι αυτοί κάτι να πουν για το δικαστικό του παρελθόν.

** Με πληροφορίες από Vanity Fair.