Οι κινεζικές κρατικές αμυντικές εταιρείες διατήρησαν εμπορικές σχέσεις με ρωσικές αμυντικές εταιρείες στις οποίες επιβλήθηκαν κυρώσεις κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, ακόμα και όταν πολλές από τις κορυφαίες οικονομίες του κόσμου διέκοψαν τους δεσμούς τους με τη Μόσχα και τις εταιρείες που προωθούν τη συνεχιζόμενη επίθεσή της στην Ουκρανία.

Τα τελωνειακά αρχεία που εξέτασε το CNN δείχνουν ότι οι εταιρείες-κλειδιά των τεράστιων στρατιωτικο-βιομηχανικών εταιρειών των δύο χωρών συνέχισαν τις πολυετείς σχέσεις τους, παρά τη φρίκη που έχει εξαπολύσει η Μόσχα στην Ευρώπη.

Στο φως εμπορικά αρχεία

Τα αρχεία δείχνουν ότι καθ’ όλη τη διάρκεια του 2022, μέχρι τουλάχιστον τα μέσα Νοεμβρίου, η αμυντική εταιρεία Poly Technologies με έδρα το Πεκίνο έστειλε τουλάχιστον 12 αποστολές, συμπεριλαμβανομένων εξαρτημάτων ελικοπτέρων και ραδιοεξοπλισμού αέρος-εδάφους, σε μια κρατικά υποστηριζόμενη ρωσική εταιρεία, στην οποία έχουν επιβληθεί κυρώσεις από τις ΗΠΑ για τη σύνδεσή της με τον πόλεμο του Ρώσου ηγέτη, Βλαντίμιρ Πούτιν, στην Ουκρανία.

Ο μακροχρόνιος εμπορικός εταίρος της Poly Technology, η Ulan Ude Aviation Plant, προμηθευτής στρατιωτικών ελικοπτέρων, συνέχισε επίσης να στέλνει ανταλλακτικά και αρκετά ελικόπτερα στην εταιρεία με έδρα το Πεκίνο πέρυσι, όπως δείχνουν τα εμπορικά στοιχεία.

Τα περισσότερα από τα εξαρτήματα των ελικοπτέρων που περιλαμβάνονταν στις αποστολές προς τη Ρωσία είχαν σήμανση για χρήση στο ελικόπτερο πολλαπλών χρήσεων Mi-171E, σχεδιασμένο για μεταφορές και έρευνα και διάσωση. Σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI), η Κίνα άρχισε να εισάγει αυτό το μοντέλο ελικοπτέρου από τη Ρωσία πριν από περισσότερα από 10 χρόνια.

Ακόμα, τρεις αποστολές από την Poly Technologies χαρακτηρίστηκαν ως προϊόντα για τη λειτουργία ή την εξυπηρέτηση του ρωσικής κατασκευής Mi-171SH, ενός στρατιωτικού μεταφορικού ελικοπτέρου που μπορεί να εξοπλιστεί με όπλα και έχει χρησιμοποιηθεί στις επιχειρήσεις της Μόσχας στην Ουκρανία.

Δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι κάποιο από τα αγαθά που ανταλλάχθηκαν, τροφοδοτεί άμεσα τον πόλεμο της Ρωσίας.

Τα τελωνειακά αρχεία προήλθαν από δύο σύνολα δεδομένων. Το πρώτο δόθηκε από την εταιρεία εμπορικών δεδομένων Import Genius, της οποίας οι πληροφορίες συγκεντρώνονται από δευτερογενείς πηγές από τα επίσημα ρωσικά τελωνεία και τα αρχεία αποστολών. Η δεξαμενή σκέψης C4ADS με έδρα την Ουάσινγκτον, η οποία συγκεντρώνει επίσημα τελωνειακά αρχεία από πολλούς τρίτους παρόχους, παρείχε το δεύτερο σύνολο.

Το CNN δεν έχει επαληθεύσει ανεξάρτητα τα δεδομένα, τα οποία μπορεί να παρέχουν μια μερική αλλά όχι πλήρη εικόνα του εμπορίου.

Οι στρατιωτικοί εμπειρογνώμονες και οι εμπειρογνώμονες σε θέματα ασφάλειας λένε ότι τα εξαρτήματα που αποστέλλονται από την κινεζική εταιρεία στη Ρωσία είναι αρκετά βασικός εξοπλισμός για αεροσκάφη ρωσικής σχεδίασης που θα μπορούσαν να αποτελούν μέρος υφιστάμενων συμβάσεων και τυποποιημένων επιχειρηματικών σχέσεων μεταξύ των εταιρειών.

Το περσινό εμπόριο, όμως, υπογραμμίζει τους διαρκείς δεσμούς μεταξύ των βασικών παραγόντων στους αμυντικούς τομείς που υποστηρίζονται από το κράτος και στις δύο πλευρές – σχέσεις που είχαν ενισχυθεί την τελευταία δεκαετία καθώς ο Βλαντίμιρ Πούτιν και ο Κινέζος ηγέτης, Σι Τζινπίνγκ, ανέπτυξαν τη στρατηγική τους ευθυγράμμιση.

Οι ειδικοί λένε ότι αυτά τα καθιερωμένα δίκτυα θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν εάν το Πεκίνο παρείχε άμεση, θανατηφόρα βοήθεια για την πολεμική προσπάθεια του Κρεμλίνου. Πάντως, οι δυτικοί ηγέτες τις τελευταίες εβδομάδες προειδοποίησαν ότι η Κίνα εξετάζει αυτό το βήμα. Το Πεκίνο το αρνήθηκε, χαρακτήρισε αυτή την προειδοποίηση ως «συκοφαντία» και υπερασπίστηκε επανειλημμένα το «κανονικό» του εμπόριο με τη Ρωσία και απέρριψε αυτές που αποκαλεί «μονομερείς» κυρώσεις κατά της Μόσχας.

Εξελισσόμενη εταιρική σχέση

Οι στρατιωτικοί δεσμοί του Πεκίνου και της Μόσχας έχουν εξελιχθεί δραματικά από το αποκορύφωμα του Ψυχρού Πολέμου – μια περίοδο που χαρακτηρίστηκε από αμοιβαία εχθρότητα και ιδεολογικές αποκλίσεις.

Παρ’ όλο που παραμένουν κάποιες τριβές, οι δύο γείτονες έχουν έρθει πιο κοντά, ιδίως υπό τον Βλαντίμιρ Πούτιν και τον Σι Τζινπίνγκ, οι οποίοι έχουν κάνει λόγο από κοινού για μια εταιρική σχέση «χωρίς όρια» μόλις λίγες εβδομάδες πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Αυτό περιλαμβάνει μια αυξανόμενη σχέση ασφαλείας. Μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης άνθισε ένα ισχυρό, αλλά σαφώς μονόδρομο εμπόριο όπλων, στο πλαίσιο του οποίου η Ρωσία προωθούσε τα ανώτερα όπλα της στην Κίνα.

Πιο πρόσφατα, ο ταχύς εκσυγχρονισμός του στρατού της Κίνας έχει αρχίσει να μετατοπίζει αυτή τη δυναμική.

Το 2021, ο Βλαντίμιρ Πούτιν καυχήθηκε ότι οι δύο χώρες «αναπτύσσουν από κοινού ορισμένους τύπους όπλων υψηλής τεχνολογίας», σύμφωνα με τα ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης, και εξήρε τις κοινές στρατιωτικές ασκήσεις τους, οι οποίες έχουν επίσης επεκταθεί σε έκταση και γεωγραφικό εύρος.

Στην πρώτη γραμμή αυτής της σχέσης βρίσκονται οι συνδεδεμένοι με το κράτος στρατιωτικοί εργολάβοι. Αυτοί ενσωματώνονται σε μια “όλο και πιο εξελιγμένη αλυσίδα εφοδιασμού”, σύμφωνα με τον Alex Gabuev, ανώτερο συνεργάτη της διεθνούς δεξαμενής σκέψης Carnegie Endowment for International Peace. Στη συνέχεια, ήρθε ο πόλεμος στην Ουκρανία.

Μέχρι στιγμής, η Κίνα έχει αποφύγει προσεκτικά τις σαρωτικές δυτικές κυρώσεις που στοχεύουν όσους υποστηρίζουν τη Ρωσία – αν και 10 κινεζικές εταιρείες έχουν πληγεί από αμερικανικούς περιορισμούς που σχετίζονται με τον πόλεμο.

Ένα μείζον ερώτημα για τους δυτικούς αξιωματούχους είναι αν οι υπάρχουσες αμυντικές σχέσεις θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από την Κίνα για την παροχή θανατηφόρας βοήθειας για την πολεμική προσπάθεια του Κρεμλίνου, το οποίο πιστεύεται ευρέως ότι έχει εξαντλήσει τα πυρομαχικά και τα όπλα.

Μάλιστα, τον περασμένο μήνα, το CNN ανέφερε ότι αξιωματούχοι των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών πιστεύουν ότι η κινεζική κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο να στείλει μη επανδρωμένα αεροσκάφη και πυρομαχικά στη Ρωσία.

Στις 7 Μαρτίου, ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Κίνας, Τσιν Τσανγκ, δήλωσε ότι η Κίνα «δεν έχει παράσχει όπλα σε καμία από τις δύο πλευρές» του πολέμου της Ρωσίας και αποκάλεσε «υποκριτικές» τις ανησυχίες των ΗΠΑ.

Οι παρατηρητές των κινεζικών εξωτερικών υποθέσεων λένε ότι οι ηγέτες της ασιατικής χώρας γνωρίζουν καλά τη φήμη και την οικονομική ζημιά που θα υποστεί αν θεωρηθεί ότι υποστηρίζει στρατιωτικά τη Μόσχα και πολλοί είναι επιφυλακτικοί ότι το Πεκίνο θα έκανε ένα τέτοιο βήμα για να βοηθήσει μια πυρηνικά οπλισμένη Ρωσία αυτή τη στιγμή.

Βλαντίμιρ Πούτιν, Ρωσία, Σι Τζινπίνγκ, Κίνα
Συνάντηση του Σι Τζινπίνγκ και του Βλαντίμιρ Πούτιν στο πλαίσιο Συνόδου των BRICS

Συνεχιζόμενο εμπόριο

Τα εμπορεύματα που διακινούνται μεταξύ κινεζικών και ρωσικών αμυντικών εταιρειών στα στοιχεία που εξέτασε το CNN, δεν είναι τα πυρομαχικά που ο ρωσικός στρατός πιστεύεται ότι χρειάζεται περισσότερο ένα χρόνο μετά την επίθεση στην Ουκρανία. Η Κίνα δεν είναι, επίσης, η μόνη που συνεχίζει τις προμήθειες από μια Ρωσία που βρίσκεται σε πόλεμο.

Όταν ρωτήθηκε από το CNN σχετικά με τις αποστολές από την Κίνα προς τις ρωσικές εταιρείες στις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις, το κινεζικό Υπουργείο Εξωτερικών δήλωσε ότι «δεν γνώριζε την κατάσταση» και ότι η Κίνα «στέκεται σταθερά στο πλευρό του διαλόγου και της ειρήνης».

Το Κρεμλίνο δεν απάντησε σε αίτημα του CNN για σχολιασμό. Στις 27 Φεβρουαρίου, όμως, ο εκπρόσωπός του δήλωσε ότι η Ρωσία δεν βλέπει «καμία ανάγκη για περαιτέρω σχολιασμό» των ισχυρισμών σχετικά με το ότι η Ρωσία ζήτησε από την Κίνα στρατιωτικό εξοπλισμό, οι οποίοι, όπως είπε, έχουν ήδη διαψευστεί από το Πεκίνο.

Η Poly Technologies αναφέρεται στην ιστοσελίδα της ως βασική θυγατρική του China Poly Group, μιας κορυφαίας κρατικής επιχείρησης, «αποκλειστικά εξουσιοδοτημένης από την κεντρική κυβέρνηση της Κίνας για την εισαγωγή/εξαγωγή αμυντικών συστημάτων».

Οι ΗΠΑ επέβαλαν κυρώσεις στην Poly Technologies το 2013 βάσει κανόνων που στόχευαν επιχειρήσεις που προμηθεύουν το Ιράν, τη Βόρεια Κορέα και τη Συρία, και ξανά τον Ιανουάριο του περασμένου έτους για υποτιθέμενη διάδοση πυραύλων. Η China Poly Group δεν απάντησε σε αίτημα για σχολιασμό.

Ο εμπορικός εταίρος της εταιρείας Ulan Ude Aviation Plant, θυγατρική του κορυφαίου κρατικού κατασκευαστή Russian Helicopters, ο οποίος κατασκευάζει τα ευρέως χρησιμοποιούμενα ελικόπτερα της σειράς Mi-8/17 που αποτελούν επί μακρόν αναπόσπαστο μέρος των ρωσικών στρατιωτικών μεταφορών, επίσης δεν απάντησε σε αίτημα σχολιασμού.

Δύο άλλες εταιρείες-κλειδιά εμφανίζονται στα τελωνειακά δεδομένα, η κινεζική AVIC International Holding που ελέγχεται από την κρατική Aviation Industry Corporation of China, και η ρωσική United Engine Corporation (UEC) η οποία αποτελεί μέρος του κρατικού αμυντικού γίγαντα Rostec.

Οι συναλλαγές τους αφορούσαν εξαρτήματα κινητήρων αεριωθουμένων ρωσικής σχεδίασης, πολλά από τα οποία είχαν επισημανθεί για έναν κινητήρα που χρησιμοποιείται σε κινεζικά μαχητικά αεροσκάφη.

Οι αποστολές από την AVIC International προς την UEC που πραγματοποιήθηκαν μέχρι τον Ιούλιο του περασμένου έτους αναφέρονταν ως συμβατικές υποχρεώσεις στο πλαίσιο της εγγύησης, και τα αρχεία εξαγωγών δείχνουν ότι η UEC στέλνει εξαρτήματα για το ίδιο μοντέλο κινητήρα στην Κίνα, μεταξύ άλλων και μόλις τον Δεκέμβριο, σύμφωνα με τα στοιχεία της Import Genius.

Η AVIC International και η UEC δεν απάντησαν σε αιτήματα για σχόλια. Η Wall Street Journal αναφέρθηκε προηγουμένως σε αποστολές που πραγματοποιήθηκαν από την Poly Technologies και την AVIC International Holding σε Ρώσους εταίρους.

Photos credits: Shutterstock