H Jung Yoo-jung χρησιμοποίησε μια εφαρμογή διδασκαλίας που «ματσάρει» καθηγητές ιδιαίτερων με μαθητές, για να βρει το θύμα της. Ήταν μια 20χρονη γυναίκα που ζούσε μόνη στο Πουσάν της Κορέας.
Η Jung υποδύθηκε τη μητέρα που αναζητούσε μια καθηγήτρια αγγλικών για το παιδί της.
Έκλεισε ραντεβού για την κόρη της στο σπίτι της φοιτήτριας. Εκεί η δράστης εμφανίστηκε ντυμένη με σχολική εμφάνιση (στην Κορέα φορούν ακόμα στολές στα σχολεία).
Όταν άνοιξε την πόρτα η 20χρονη, δέχθηκε επίθεση με μαχαίρι. Ο θάνατος ήταν ακαριαίος.
Μετά την ανθρωποκτονία, η Jung πήγε σε κοντινό κατάστημα και αγόρασε σακούλες απορριμάτων και χλωρίνη.
Στη συνέχεια διαμέλισε το σώμα της 20χρονης.
Κάποια μέλη τα έβαλε σε μια βαλίτσα, με την οποία έφυγε από το διαμέρισμα. Πρώτα άλλαξε ρούχα, καθώς τα δικά της ήταν γεμάτα αίμα. Φόρεσε πράγματα που βρήκε στην ντουλάπα του θύματος.
Την επομένη κάλεσε ταξί και πήγε σε δάσος, όπου εγκατέλειψε τη βαλίτσα.
Στην κατάθεσή του ο ταξιτζής είπε πως νόμισε ότι η γυναίκα πήγαινε μόνη ταξίδι. Τη βοήθησε να βγάλει και να μεταφέρει την αποσκευή από το πορτμπαγκάζ.
Όταν επέστρεψε στη θέση του, διαπίστωσε πως οι λεκέδες που είχε η βαλίτσα δεν ήταν νερό, αλλά αίμα -που είχε μεταφερθεί και στα χέρια του. Αμέσως κάλεσε την αστυνομία.
Ο πρώτος αστυνομικός που έφτασε στο σημείο όπου η δολοφόνος εγκατέλειψε τη βαλίτσα, βρήκε ίχνη από αίματα στην αποσκευή και στα ρούχα που υπήρχαν μέσα. Βρέθηκε και μια ταυτότητα (η δράστης είχε πάρει μαζί της, επίσης, το κινητό τηλέφωνο και το πορτοφόλι της 20χρονης).
«Κατευθύνθηκα προς τη διεύθυνση που αναγραφόταν στην ταυτότητα. Ανοίξαμε την πόρτα και βρήκαμε ίχνη εγκλήματος».
Στις 6 το πρωί, συνέλαβαν τη Jung στο σπίτι της, όπου βρέθηκαν μέλη του θύματος.
Στην ανάκριση είπε αρχικά πως η δολοφονία ήταν ατύχημα, ενώ ήταν σε εξέλιξη ο διαπληκτισμός της με το θύμα.
Αργότερα ομολόγησε ότι ένιωθε μια παρόρμηση να σκοτώσει και ήθελε να το κάνει πράξη. Εξήγησε πως το κίνητρό της ήταν η περιέργεια της «πώς είναι να σκοτώνεις κάποιον. Ήθελα να το προσπαθήσω, αφότου διάβασα σχετικά βιβλία και είδα σχετικά βίντεο”.
Eίπε και ότι μετάνιωσε για την πράξη της «όπως έφευγα από το σπίτι του θύματος».
Τα στοιχεία έδειξαν πως το έγκλημα ήταν προμελετημένο, με την Jung να προετοιμάζεται για τουλάχιστον ένα τρίμηνο: αναζητούσε στο διαδίκτυο πληροφορίες σχετικές με τη δολοφονία και μελετούσε μεθόδους εγκλήματος μέσω προγραμμάτων που σχετίζονται με ποινικές έρευνες.
Επίσης, είχε αναζητήσει στο κινητό της «τρόπους να κρύψεις ένα πτώμα».
Ανέκαθεν διάβαζε αστυνομικά μυθιστορήματα και παρακολουθούσε εγκληματικά βίντεο στο σπίτι της, σε βαθμό εμμονής.
Μετά την αποφοίτησή της από το λύκειο δεν κατάφερε να βρει δουλειά για πέντε χρόνια και προετοιμαζόταν να δώσει εξετάσεις για το δημόσιο.
Ζούσε με τον παππού της και σπάνια έβγαινε από το σπίτι.
Τώρα περιμένει να μάθει την ποινή της, ενώ σε ψυχομετρικά τεστ που την υπέβαλλαν, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι πρόκειται για ψυχοπαθή.