Σε ένα από τα πιο ενδιαφέροντα δημοσιεύματά του, το Politico, παρουσιάζει την μεθοδολογία βάσει της οποίας ο Τούρκος Πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, επιδιώκει να εξασφαλίσει την εξουσία χάρη στον περιορισμό των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και του τρόπου ελέγχου τους.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι το Σαββατοκύριακο, η κυβέρνηση του Ερντογάν απαίτησε από το το Twitter να μπλοκάρει τους λογαριασμούς περίπου δώδεκα δημοσίων προσώπων της αντιπολίτευσης το Σαββατοκύριακο, σε μια κίνηση που προκάλεσε έντονες αντιδράσεις, ακόμα και από την ίδια την διαχείριση του Twitter.
Τον Οκτώβριο πάντως, το κυβερνόν κόμμα της Τουρκίας ενέκρινε εκτενείς κανόνες σε σχέση με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που, εν μέρει, αντικατοπτρίζουν παρόμοια νομοθεσία με αυτή που ψηφίστηκε πρόσφατα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τόσο το τουρκικό όσο και το ευρωπαϊκό καθεστώς στοχεύουν να περιορίσουν τις επιβλαβείς αναρτήσεις στο διαδίκτυο βάσει της φαινομενικής τους αποτύπωσης, να σταματήσουν τη διάδοση παραπληροφόρησης όπως ισχυρίστηκαν οι ιθύνοντες, και να αυξήσουν τη διαφάνεια σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο τα likes του Instagram και του YouTube επηρρεάζουν το περιεχόμενο των χρηστών τους. Σημειώνεται ότι οι κανόνες της ΕΕ, περιλαμβάνουν επίσης πρόστιμα έως και 6 τοις εκατό των εσόδων μιας εταιρείας για πιθανές παραβάσεις.
Το εγχειρίδιο κανόνων της Άγκυρας, ουσιαστικά επιδίωξε να μιμηθεί λέξη προς λέξη τη γλώσσα χάραξης πολιτικής των Βρυξελλών. Περιορίζει δηλαδή με αυτόν τον τρόπο την διαδικτυακή επικοινωνία με τρόπους που ευνοούν την προσπάθεια του Ερντογάν να διατηρήσει την τουρκική προεδρία.
Χαρακτηριστικότερο όλων ότι προβλέπονται ποινές φυλάκισης έως και πέντε ετών, εάν οι χρήστες δημοσιεύουν περιεχόμενο στο διαδίκτυο που διαδίδει «πληροφορίες που είναι ανακριβείς» με τρόπους που «διαταράσσουν την εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια της Τουρκίας» . Οι δημοσιογράφοι θα μπορούσαν παρομοίως να βρεθούν αντιμέτωποι με ποινή φυλάκισης για τη σύνταξη ιστοριών που δεν ευνοούν το κυβερνών Κόμμα AKP της Τουρκίας. Και ο Κιλιτσντάρογλου όμως, ο οποίος εξασφάλισε το 45 τοις εκατό των εθνικών ψηφοφοριών της Κυριακής, έχει ήδη αντιμετωπίσει ποινική καταγγελία υπό το νέο καθεστώς για διάδοση «ψευδών ειδήσεων» για την κυβέρνηση.
«Υπάρχουν πολλά διακυβεύματα γύρω από τον νόμο περί παραπληροφόρησης της Τουρκίας», έγραψε ο Άλπερ Σοτσκαν, ανώτερος συνεργάτης στο Carnegie Endowment for International Peace. Ο Ερντογάν και το πολιτικό του κόμμα «δεν πρέπει να υποκύψουν σε βραχυπρόθεσμα πολιτικά συμφέροντα και να μπουν στον πειρασμό να χρησιμοποιήσουν αυτή τη νομοθεσία για να καταστείλουν τις αντίθετες απόψεις», σχολιάζει ο ίδιος.
Δεν είναι σαφές εάν οι νέοι κανόνες της χώρας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έγειραν τη ζυγαριά υπέρ του Ερντογάν στην σκληρή μάχη του πρώτου γύρου αυτού του Σαββατοκύριακου. Ο χειρισμός των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και ο τρόπος που εκτίθενται οι πρακτικές Ερντογάν, συνιστά τη μεγαλύτερη απειλή για την διακυβέρνηση του, από την απόπειρα πραξικοπήματος το 2016.
Η κυβέρνηση θέσπισε την απαγόρευση Facebook, Instagram, Twitter μετά από μια θανατηφόρα επίθεση στην Κωνσταντινούπολη τον Νοέμβριο. Ακολούθησε απαγόρευση εστιασμένη στο Twitter μετά τον τεράστιο σεισμό στην Τουρκία τον Φεβρουάριο, ο οποίος οδήγησε επίσης σε 78 συλλήψεις μετά από κοινοποιήσεις τάχα «προκλητικών αναρτήσεων». Παρόμοιες απαγορεύσεις ψηφιακών πλατφορμών χρονολογούνται πριν από μια δεκαετία και αντικατοπτρίζουν τον ευρύτερο έλεγχο του Ερντογάν στο τοπίο των μέσων ενημέρωσης για να καταπνίξουν τις φωνές της αντιπολίτευσης.
Η Τουρκία συνεπώς φαίνεται να επιλέγει όλο και πιο αυταρχικές κυβερνήσεις, που πλησιάζουν το προφίλ εκείνων στη Ρωσία και τη Σαουδική Αραβία, που έχουν δανειστεί πολλά από τον χειρισμό του τρόπου κοινωνικής δικτύωσης της Ευρώπης. Έχουν σαφώς τροποποιήσει αυτούς τους κανόνες για να προσαρμοστούν στη φύση που έχουν ως καθεστώτα. Η Μόσχα, για παράδειγμα, ψήφισε πρόσφατα επαχθή νομοθεσία, η οποία περιλαμβάνει έως και 15 χρόνια φυλάκιση, για όσους διαδίδουν «ψεύδη» σχετικά με τον στρατό της χώρας.
«Η ψήφιση του λεγόμενου νομοσχεδίου παραπληροφόρησης αναμένεται να βοηθήσει την κυβερνητική συμμαχία να φιμώσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης και την κριτική σκέψη των μέσων ενημέρωσης», σύμφωνα με έκθεση για την Τουρκία από το Freedom House, μια μη κερδοσκοπική οργάνωση που παρακολουθεί παγκόσμια ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων.