Μόνο αδιάφορες δεν αφήνουν τις ΗΠΑ και την Ευρώπη οι επικείμενες εκλογές στην Ελλάδα και την Τουρκία, ειδικά όσο φουντώνουν τα σενάρια μεγέθυνσης της κρίσης στο ουκρανικό ζήτημα, εξαιτίας της Ρωσίας.

Η περιφερειακή αντιπαλότητα της Τουρκίας με την Ελλάδα άλλωστε, αποτελεί ένα από τα θέματα που λαμβάνει υπόψιν του το Κογκρέσο κατά τη διαδικασία αξιολόγησης του αιτήματος της Άγκυρας για την αναβάθμιση και την απόκτηση νέων μαχητικών F-16. Αξίζει να ληφθεί υπόψιν ότι στη σχετική πεντασέλιδη έκθεση της Υπηρεσίες Μελετών του Κογκρέσου με τίτλο «Τουρκία: Πιθανή Πώληση των F-16» αφιερώνεται μια παράγραφος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και μάλιστα υπενθυμίζεται ότι «η κοινή επεξηγηματική δήλωση που συνοδεύει το Νομοσχέδιο για τον Αμυντικό Προϋπολογισμό (NDAA) για το δημοσιονομικό έτος του 2024 προειδοποιεί τους νατοϊκούς συμμάχους ενάντια στις ‘μη εξουσιοδοτημένες εδαφικές υπερπτήσεις του εναέριου χώρου άλλου συμμάχου του ΝΑΤΟ’».

Το κλίμα συμφυλίωσης μεταξύ των γειτόνων βέβαια, στον απόηχο των καταστροφών του εγκέλαδου, δείχνει να… ανακουφίζει τους «εταίρους» που εστιάζουν στον πόλεμο και τις ρωσικές απειλές, δίχως να ανησυχούν εξίσου για τις ενδο- νατοϊκές αναταραχές στο Αιγαίο.

Η προσωρινή αναστολή του ενδεχομένου σοβαρής ελληνοτουρκικής κρίσης άλλωστε, καθησυχάζει τις μεγάλες δυτικές πρωτεύουσες, που υψηλότερα στην ατζέντα τους αναγκάζονται να έχουν τις εξελίξεις στην οικονομία και την κατακόρυφη εκτόξευση των πετρελαϊκών τιμών και την αστάθεια στο εσωτερικό Γαλλίας και Γερμανίας.

Οι βλέψεις της Ουάσινγκτον

Σε ό,τι αφορά τις ΗΠΑ, δεν ανησυχούν ιδαίτερα για την διαχείριση της ουκρανικής κρίσης από πλευράς Ελλάδας, αφού ακόμα και στο σενάριο αλλαγής κυβέρνησης, έχουν δεδομένη την στάση Αλέξη Τσίπρα και την καλή επαφή που διατηρεί με τον αμερικανικό παράγοντα και ο Νίκος Ανδρουλάκης, με αποτέλεσμα να μην θεωρούν ενδεχόμενη, τη στροφή σε αυτό το ζήτημα, έχοντας κατά νου, την σαφή έως τώρα, στάση της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Το κλίμα πάντως της έως τώρα επαφής Μητσοτάκη με τον Λευκό Οίκο κρίνεται με θετικό πρόσημο, γεγονός που κάνει την αμερικανική πλευρά να σκέπτεται ευνοϊκά την επανεκλογή του Έλληνα πρωθυπουργού.

Υπενθυμίζεται ότι, κατά την διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, άνοιξε ο δρόμος για τον στρατηγικό διάλογο Ελλάδας – ΗΠΑ, αφού η Αθήνα κατόρθωσε να κλείσει με τη συμφωνία των Πρεσπών τη μακροχρόνια ονοματολογική διαφορά με τα Σκόπια, κερδίζοντας αρκετούς πόντους στην Ουάσιγκτον. Από την άλλη πλευρά, ο κ.Ανδρουλάκης με σχεδόν εννέα χρόνια στην Ευρωβουλή είναι γνωστός για τις απόψεις του περί της ανάγκης μεγαλύτερου βαθμού ανεξαρτησίας της Ε.Ε. από τις ΗΠΑ, ωστόσο ούτε και από τη κατεύθυνση του ΠΑΣΟΚ αναμένεται κάποια συγκλονιστική διαφοροποίηση.

Στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής διπλωματίας οι εκλογές

Οι ευρωπαίοι εταίροι δείχνουν εξίσου σκεπτικοί αναφορικά με το θέμα της… κάλπης, εξού και οι τακτικές επαφές με τους εκπροσώπους των κομμάτων. Χαρακτηριστική είναι η προσπάθεια των διπλωματών που υπηρετούν στην Αθήνα, να αντιληφθούν την πιθανότητα παρατεταμένης πολιτικής αναταραχής ή κυβερνητικής αστάθειας, μια και μοιάζει έντονη η ανησυχία σε ό,τι άπτεται των τρόπων δημιουργίας νέας κυβέρνησης με νέα δεδομένα.

Οι διαφορές προσέγγισης των Ευρωπαίων και της Ουάσινγκτον

Η ουσδιώδης διαφοροποίηση πάντως, ανάμεσα στον τρόπο που αντιμετωπίζει από τη μία η Ουάσιγκτον και από την άλλη πλευρά, οι Ευρωπαίοι την κατάσταση στην Ελλάδα, έγγυται στο γεγονός ότι σε Βρυξέλλες, Βερολίνο και Παρίσι, δίδεται βαρύνουσα σημασία στον τρόπο που θα επιτευχθεί ο κυβερνητικός συνασπισμός, ενώ αναμενόμενα στις ΗΠΑ… «πονοκεφαλιάζουν» αναφορικά με τα γεωπολιτικά των Βαλκανίων.

Αναλυτικότερα, εκείνο που απασχολεί την Ευρώπη, πέρα από το αν μπορεί να επιτευχθεί νέα σταθερή κυβέρνηση, είναι η συζήτηση στα περί δυνητικής επίτευξης συνασπισμού, εάν χρειαστεί να υπάρξει συνεργασία δύο ή και περισσοτέρων κομμάτων. Ανησυχίες μάλιστα προκαλεί, κατά πόσο σταθερή μπορεί να είναι μια κυβέρνηση Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ, δεδομένου ότι κ. Ανδρουλάκης το προηγούμενο χρονικό διάστημα είχε αναδείξει το ζήτημα των υποκλοπών εις βάρος του. Βαρύνουσας επίσης σημασίας, είναι η διαρκής ανησυχία εισόδου μικρότερων κομμάτων που προέρχονται από τα άκρα, αφού παραμένει ο φόβος που περιστρέφεται γύρω από την αδυναμία χάραξης παγιωμένων πολιτικών, όπως φαίνεται από τα παραδείγματα της Γερμανίας αφενός (συνεχόμενη αστάθεια του τρικομματικού συνασπισμού) και στην ουσιαστική ευαλωτότητα του Μακρόν αφετέρου, να επιβάλλει την δική του τακτική χωρίς διαρκείς αναταραχές.

Τα στρατηγικής φύσης ζητήματα είναι αναμενώμενο να απασχολούν στο μέγιστο βαθμό την πολιτική των αμερικανών εταίρων, όχι μόνο γύρω από το ουκρανικο, μα συνολικα στην Ανατολική Μεσόγειο και τα Δυτικά Βαλκάνια. Ως εγγύηση συνέχειας της έως τώρα πολιτικής μας, αξιολογείται από την Ουάσιγκτον η τροποποίηση της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA), που επιτρέπει την επ’ αόριστον πολυετή ανανέωση της στάθμευσης των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων στην Ελλάδα. Άλλωστε, ας διευκρινιστεί πως λόγος γίνεται για διαπραγμάτευση που άρχισε επί ΣΥΡΙΖΑ και ολοκληρώθηκε επί Ν.Δ., με μικρές διαφορές επί της ουσίας του κειμένου, παρά τη δημόσια πολεμική ανάμεσα στα δύο κόμματα.