Όταν ο Γερμανός αρχαιολόγος Ερρίκος Σλήμαν (1822 – 1890) ταξίδεψε στην Ιθάκη το 1868, στη σκέψη του κυριαρχούσε μία και μόνη σκέψη: Η ανακάλυψη της Τροίας. Ο Σλήμαν ήταν πεπεισμένος ότι η ομηρική «Ιλιάδα» δεν είναι παρά ένας χάρτης που θα του αποκάλυπτε τη θέση αρχαίων πόλεων.
Ο Σλήμαν ακολούθησε τις συμβουλές του Ομήρου. Ο Σλήμαν έκανε την περιουσία του εμπορευόμενος πρώτες ύλες για την παραγωγή πυρομαχικών, «συμβουλευόταν» τον Όμηρο για τα πάντα, από τα τοπικά έθιμα μέχρι τη θεραπεία ασθενειών.
Μόλις το 1871 ο Σλήμαν πέτυχε το όνειρό του. Ο ατρόμητος αρχαιολόγος βρήκε την ομηρική πόλη του, αλλά βρήκε και κάτι άλλο: τη σβάστικα. Το σύμβολο που έμελε να διαμορφώσει τη νεότερη παγκόσμια ιστορία. Για την ακρίβεια, βρήκε τουλάχιστον 1.800 παραλλαγές του ίδιου συμβόλου.
Ο Σλήμαν βρήκε την επική πόλη του -και τη σβάστικα- στις ακτές του Αιγαίου της Τουρκίας. Εκεί, συνέχισε τις ανασκαφές που ξεκίνησε ο Βρετανός αρχαιολόγος Frank Calvert σε μια τοποθεσία γνωστή ως ανάχωμα Hisarlik.
Ο Σλήμαν είχε βρει την Τροία – και τα απομεινάρια των πολιτισμών που έρχονταν πριν και μετά από αυτήν. Και σε θραύσματα κεραμικής και γλυπτικής σε όλα τα στρώματα, βρήκε τουλάχιστον 1.800 παραλλαγές στο ίδιο σύμβολο: σπείρες ατράκτου ή σβάστικες.
«Τα ευρήματα που αποκάλυψε ο Σλήμαν στην Τροία αποκτούν για εμάς διπλό ενδιαφέρον», έγραφε ο Βρετανός γλωσσολόγος Archibald Sayce το 1896. «Μας πηγαίνουν πίσω στη φυλή των Αρίων, στο τέλος της Εποχής του Λίθου», αναφέρει το Smithsonianmag.
Αρχικά, ο όρος «Aryan» χρησιμοποιήθηκε προκειμένου να οριοθετήσει την ινδοευρωπαϊκή γλωσσική ομάδα, όχι ως φυλετική ταξινόμηση.
Οι μελετητές της γλωσσολογίας που έκανε τότε τα πρώτα της βήματα, παρατήρησαν ομοιότητες μεταξύ της γερμανικής, της ρωμαϊκής και των σανσκριτικών.
«Όταν ο Σλήμαν ανακάλυψε μοτίβα που έμοιαζαν με σβάστικα σε θραύσματα κεραμικής στην Τροία, θεωρήθηκε απόδειξη φυλετικής συνέχειας, μία απόδειξη ότι οι κάτοικοι του τόπου εκείνου ήταν ανέκαθεν Άριοι», γράφει ο ανθρωπολόγος Gwendolyn Leick.
«Η σύνδεση σβάστικας και ινδοευρωπαϊκής προέλευσης ήταν αδύνατο να απορριφθεί. Επέτρεψε την προβολή εθνικιστικών μηνυμάτων και συσχετισμών σε ένα παγκόσμιο σύμβολο, το οποίο ως εκ τούτου χρησίμευσε ως το διακριτικό όριο μεταξύ της μη-αρίας ή μάλλον της μη γερμανικής και της γερμανικής ταυτότητας ».
Θα συνέχιζε να βλέπει τη σβάστικα παντού, από το Θιβέτ μέχρι την Παραγουάη και τη Χρυσή Ακτή της Αφρικής.
Τον 19ο αιώνα ο Γάλλος αριστοκράτης Arthur de Gobineau -και άλλοι- συνέδεσαν τους μυθικούς Άριους με τους Γερμανούς, οι οποίοι ήταν οι ανώτεροι απόγονοι των πρώιμων ανθρώπων, προορισμένοι τώρα να οδηγήσουν τον κόσμο στην πρόοδο μέσω της κατάκτησης των γειτόνων τους.
Για τους εθνικιστές, το «καθαρό σύμβολο των Αρίων» που αποκαλύφθηκε από τον Σλήμαν δεν ήταν πια ένα αρχαιολογικό μυστήριο, αλλά ένα τεκμήριο της ανωτερότητας τους.
Καθώς η σβάστικα συνυφαινόταν όλο και περισσότερο με τον γερμανικό εθνικισμό, η επιρροή του Αδόλφου Χίτλερ μεγάλωνε, οπότε και υιοθέτησε τον αγκυλωτό σταυρό ως σύμβολο του ναζιστικού κόμματος το 1920.
«Τον προσέλκυσε επειδή χρησιμοποιούνταν ήδη από άλλες εθνικιστικές ομάδες» λέει ο Steven Heller, συγγραφέας των βιβλίων «Τhe Swastika: Symbol Beyond Redemption?» και «Iron Fists: Branding the 20th-Century Totalitarian State».
«Νομίζω επίσης, ότι κατάλαβε ενστικτωδώς ότι έπρεπε να υπάρχει ένα σύμβολο τόσο ισχυρό όσο το σφυρί και το δρεπάνι, που ήταν ο μεγάλος εχθρός του».
Για να εδραιώσει περαιτέρω τη σβάστικα ως σύμβολο της ναζιστικής εξουσίας, ο Γκέμπελες, (υπουργός προπαγάνδας του Χίτλερ) εξέδωσε διάταγμα στις 19 Μαΐου 1933 με το οποίο απαγόρευσε τη μη εξουσιοδοτημένη εμπορική χρήση του αγκυλωτού σταυρού.
Η σβάστικα συνδέθηκε επίσης με την προπαγανδιστική ταινία της Λένι Ρίφενσταλ «Triumph of the Will», γράφει ο ιστορικός Malcolm Quinn.
«Όταν ο Χίτλερ απουσιάζει… τη θέση του παίρνει η σβάστικα, η οποία, όπως και η εικόνα του Φύρερ, συμβολίζει το σημείο μετάβασης στη νέα προσωπική και εθνική ταυτότητα». Η συνέχεια είναι γνωστή – η σβάστικα μπήκε παντού, πάνω σε στολές, σημαίες και βέβαια, κυριάρχησε στις ναζιστικές συγκεντρώσεις και παρελάσεις.