Η μέση ηλικία διάγνωσης της δυσφορίας φύλου έχει μειωθεί από τα 31 στα 26 έτη τα τελευταία χρόνια και είναι μικρότερη για τα άτομα που γεννιούνται κορίτσια, βάσει πρόσφατης μελέτης που είδε το φως της δημοσιότητας.

Στο περιοδικό General Psychiatry παρουσιάζονται τα αποτελέσματα που τονίζουν πως η δυσφορία φύλου ή διαταραχή ταυτότητας φύλου ορίζεται ως το αίσθημα της ανησυχίας που βιώνει ένα άτομο ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης ανάμεσα στο φύλο με το οποίο γεννήθηκε και στο φύλο με το οποίο αυτοπροσδιορίζεται.

Oι ερευνητές βασίστηκαν στα ιατρικά αρχεία 43 εκατομμυρίων ασθενών περίπου, ηλικίας 4 – 65 ετών, από οργανισμούς φροντίδας υγείας στις Η.Π.Α. μεταξύ 2017 και 2021. Περίπου οι 66.000 εξ αυτών (δηλαδή το 0.16% του πληθυσμού) αναγνωρίστηκαν με δυσφορία φύλου, υποδηλώνοντας ότι ο εκτιμώμενος επιπολασμός της διαταραχής έχει αυξηθεί σημαντικά.

Η μέση ηλικία διάγνωσης ήταν τα 27 έτη για τα άτομα που γεννήθηκαν θηλυκά και τα 30 έτη για τα άτομα που γεννήθηκαν αρσενικά.

Η εκτιμώμενη συχνότητα της διαταραχής στα άτομα που γεννήθηκαν θηλυκά αυξήθηκε απότομα στην ηλικία των 11 ετών, κορυφώθηκε σε ηλικίες 17-19 ετών και μετά μειώθηκε κάτω από την αντίστοιχη των ατόμων που γεννήθηκαν αρσενικά μέχρι την ηλικία των 22.