Αντίθετα από τους μεγάλους κλασικούς που μεγαλουργούσαν σε καμβάδες, η νέα ψηφιακή γενιά έχει μάθει να δημιουργεί σε iPad, λάπτοπ, ακόμη και σε κινητά. Το έργο της είναι άυλη πληροφορία, την οποία διοχετεύει ως επί το πλείστον στα social media. Κάποια στιγμή, μέσα στην απομόνωση της πανδημίας το διαδίκτυο γεμίζει με αμέτρητες εικόνες και βίντεο με τον χαρακτηρισμό « NFT » που βομβαρδίζουν τα timelines του Instagram και του Twitter, και μάλιστα κάθε μια με τη δική της τιμή. Καθόλου περίεργο θα μου πείτε, πολλοί εικονογράφοι και κομίστες πουλάνε τα έργα τους στο Instagram.
Από τον Γιάννη Παπαϊωάννου
Ναι σύμφωνοι, αλλά όταν βλέπεις μια αηδία σαν το «Gucci Φάντασμα» να κάνει 5.000 δολάρια, μια αηδιαστική φωσφορίζουσα κάλτσα να κοστίζει 60.000 δολάρια ή ένα βίντεο 3 δευτερολέπτων του ΛεΜπρον Τζέιμς να φτάνει τα 99.999 δολάρια, τότε σταματάς και αναρωτιέσαι «wtf»! Μέσα σε λίγους μόνο μήνες τα λεγόμενα NFTs βρίσκονται παντού και πωλούνται μαζικά σε εικονικές γκαλερί σαν χρωματιστοί Χριστούληδες στα πανηγύρια. Η μόνη τους διαφορά είναι στην τιμή. Και επιπλέον, για να τα αγοράσει κάποιος θα πρέπει να έχει και ένα «ψηφιακό πορτοφόλι» γεμάτο κρυπτονομίσματα.
Λίγο αργότερα, ένας αυθεντικός πίνακας του Banksy καίγεται σαν μάγισσα του Σάλεμ και το βίντεο γίνεται NFT για να πουληθεί στον ψηφιακό κόσμο. Η συλλογή της ποπ κουκλίτσας Grimes πωλείται σε δημοπρασία έναντι 6 εκατομμυρίων δολαρίων. Τον περασμένο Μάρτιο, ένα μωσαϊκό από 5.000 εικόνες του καλλιτέχνη Beeple βγαίνει στο σφυρί του διάσημου οίκου δημοπρασιών Christie’s και ξεπερνά το υπέρογκο ποσό των 69 εκατομμυρίων δολαρίων! Ναι, αλλά γιατί όλο αυτό δεν πρέπει να μας κάνει καμία εντύπωση;
Γιατί το νέο trend των NFT μας βρήκε όλους με τις πυζάμες και μας πλάσαρε μια νέα όαση κερδοσκοπίας μέσα στη βαρεμάρα του εγκλεισμού. Όλα τα σημάδια της τρέλας ήταν εκεί εξάλλου: διεξοδική κάλυψη από τους ειδησεογραφικούς κολοσσούς, μια παρέλαση από celebrities που αγοράζουν και πουλάνε ψηφιακά σκουπίδια, εντυπωσιακά ποσά που πληρώνονται για εμπορεύματα των οποίων η αξία, πόσο μάλλον η χρησιμότητα, είναι αμφισβητήσιμη. Kαι κάπως έτσι, η τρέλα δεν αργεί να κερδίσει και το δικό της σκετς στο Saturday Night Live.
Δηλαδή σε λίγο και η κουτσή Μαρία θα πουλάει NFTs;
Τα NFTs είναι μια νέα κερδοσκοπική μόδα (για να μην πούμε φούσκα αφού δεν έχει σκάσει τίποτα ακόμα) αλλά δυστυχώς είναι ακριβό σπόρ. Απαιτεί γνώσεις, φαντασία και ένα πολύ καλό κομπόδεμα σε κρυπτονομίσματα. Αρά είναι κομμάτι δύσκολο για την κουτσή Μαρία. Στην πραγματικότητα είναι μοναδικά και αυθεντικά μητρώα συλλεκτικών αντικειμένων περιορισμένης έκδοσης, όπως μια παλιά σπάνια κάρτα μπέιζμπολ ή ένα αριθμημένο αντίτυπο ενός χαρακτικού. Υποτίθεται ότι δεν μπορούν να παραποιηθούν, καθιστώντας τα μια νέα μορφή νομίσματος που συνδέεται με την αξία του αντικειμένου.
Το NFT ακρωνύμιο σημαίνει “non-fungible token”, δηλαδή ένα «μη ανταλλάξιμο νόμισμα» που στην ουσία «σφραγίζει» οποιοδήποτε ψηφιακό αντικείμενο: ένα PDF αρχείο, μια JPEG εικόνα, ένα κινούμενο GIF, ένα βίντεο σε mp4, ένα ψηφιακό βιβλίο, ένα μουσικό mp3. Αλλά τι είναι αυτό που τελικά τα κάνει τόσο συναρπαστικά και τόσο ακριβά αφού και πριν μπορούσες να αγοράσεις τέτοιου είδους ψηφιακά αντικείμενα; Όλως περιέργως, αυτή η ερώτηση μοιάζει λίγο σαν να ρωτάμε τι μπορεί να είναι συναρπαστικό με μια νέα τεχνολογία που σε πιάνει στον ύπνο!
Για να καταλάβει κανείς την αξία τους θα πρέπει να σκεφτεί ότι ένα κανονικό νόμισμα είναι ανταλλάξιμο σύμφωνα με τις ισοτιμιές του. Αντίθετα, ένα “μη ανταλλάξιμο” NFT, εκτιμάται ανεξάρτητα από όλα τα υπόλοιπα έργα γύρω του. Με αυτόν τον τρόπο, είναι σαν να έχεις το αυθεντικό έργο ενός δημιουργού, το οποίο δεν μπορείς να ανταλλάξεις με ένα άλλο όμοιο του – γιατί απλούστατα δεν γίνεται να έχεις δύο ίδιους πίνακες με τις «Δεσποινίδες της Αβινιόν» του Πικάσο.
Τα NFTs, λοιπόν, φέρνουν αυτό που πάντα έλειπε από την ψηφιακή τέχνη: περιορισμένες εκδόσεις με διασφαλισμένη την αυθεντικότητά τους. Έχουν σχεδιαστεί ώστε να προσφέρουν κάτι που δεν μπορεί να αντιγραφεί: την ιδιοκτησία του έργου. Ή για να το θέσουμε πιο απλά: ο καθένας μπορεί να αγοράσει την αφίσα ενός Πικάσο, αλλά μόνο ένα άτομο, ένα μουσείο, ή ένας οργανισμός, μπορεί να έχει το πρωτότυπο.
* Δες όλο το άρθρο στο τεύχος του Nitro που κυκλοφορεί