Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει πολλά hashtags, με την λέξη cancel να ακολουθεί το γνωστό σύμβολο #, σαν ένδειξη διαμαρτυρίας για μέτρα και πολιτικές, ακόμα και για την στάση κάποιου δημόσιου προσώπου. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι το #cancel efood.
Στο Twitter έγινε το πρώτο trend, μετά την απόφαση της εταιρείας e-food να αλλάξει το εργασιακό καθεστώς των εργαζόμενων διανομέων. Η εταιρεία απάντησε με ανακοίνωση στην οποία κάνει λόγο για «λανθασμένη επικοινωνία» ενώ το υπουργείο Εργασίας σημειώνει ότι «η κατάχρηση διατάξεων του εργατικού δικαίου είναι καταδικαστέα».
Μέσα σε λίγες ώρες η efood είδε τα αστεράκια στις αξιολογήσεις του να χάνονται και να χάνει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών. Το eFood ήταν μια από τις πιο καλά βαθμολογημένες ελληνικής εφαρμογές με 4.7/5 στο marketplace της google. Μέσα σε λίγες ώρες αυτό έπεσε κάτω από το 1.5.
Έτσι, ανακοίνωσε σε διανομείς της, την απόφαση να επιλέξουν εάν θέλουν να συνεχίσουν τη συνεργασία τους ως ελεύθεροι επαγγελματίες (freelancer), χωρίς να τους υποχρεώνει.
Τα social media έδειξαν για ακόμα μια φορά την δύναμή τους, όπως έχει γίνει και στο παρελθόν. Το cancel culture ως έννοια, υπάρχει εδώ και καιρό. Η φράση κυκλοφορεί σε όλες τις ειδήσεις και βρίσκεται παντού στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Μερικές φορές φαίνεται πανταχού παρόν, λες και όλες οι μορφές του σύγχρονου λόγου οδηγούν είτε σε μια προσπάθεια «ακύρωσης» οποιουδήποτε του οποίου οι απόψεις προκαλούν αντιπαραθέσεις, είτε σε νέες κατηγορίες. Τις περισσότερες φορές δικαίως.
Done #cancel_efood pic.twitter.com/n3FY2kgjsB
— mika lovich (@LovichMika) September 17, 2021
Έχουν περάσει μόλις έξι χρόνια από τότε που η έννοια του «cancel culture» άρχισε να κυριαρχεί. Η φράση έχει κυκλοφορήσει εδώ και καιρό στην κουλτούρα των Μαύρων, ίσως σαν φόρος τιμής στο σινγκλ του Νάιλ Ρότζερς το 1981 “Your Love Is Cancled”.
Η έννοια της ακύρωσης ενός ολόκληρου ατόμου προήλθε από την ταινία του 1991 New Jack City και διαπέρασε για χρόνια πριν τελικά εμφανιστεί στο διαδίκτυο στο Black Twitter το 2014 χάρη σε ένα επεισόδιο Love and Hip -Hop: Νew York. Έκτοτε, ο όρος έχει υποστεί μαζικές μεταβολές στο νόημα και τη λειτουργία.
Ως όρος με ρίζες στη κουλτούρα των μαύρων, έχει απήχηση στα κινήματα τους, ήδη από τα μποϊκοτάζ των πολιτικών δικαιωμάτων της δεκαετίας του 1950 και του ’60. Καθώς η λογική πίσω από την επιθυμία ακύρωσης συγκεκριμένων μηνυμάτων και συμπεριφορών επικρατεί, τα μέσα ενημέρωσης, την συγχέουν με trends που περιλαμβάνουν δημόσια κατακραυγή, μηνύματα και άλλες μορφές δημόσιας αντίδρασης.
Αλλά ενώ η κουλτούρα ακύρωσης παραπέμπει σε πολλές ιδέες, συνδέεται πάντα άρρηκτα με τις εκκλήσεις για λογοδοσία. Ευρέως γνωστή έγινε όταν συνδέθηκε με κίνητρα κοινωνικής δικαιοσύνης προσανατολισμένα σε hashtag όπως το #BlackLivesMatter και το #MeToo.
Χρησιμοποιείται επίσης συχνά εναλλακτικά με την «αφυπνισμένη» πολιτική ρητορική, μια ιδέα που συνδέεται με την άνοδο των διαδηλώσεων του Black Lives Matter το 2014. Έτσι, η «αφύπνιση» όσο και η «ακύρωση» συνδέονται με τις συλλεκτικοποιημένες απαιτήσεις για μεγαλύτερη ευθύνη από τα κοινωνικά συστήματα που έχουν αποτύχει εδώ και καιρό να διαχειριστούν ανθρώπους και κοινότητες.
Είναι αλήθεια ότι ορισμένες προσωπικότητες ακυρώθηκαν ουσιαστικά, με την έννοια ότι οι ενέργειές τους είχαν ως αποτέλεσμα σημαντικές συνέπειες, συμπεριλαμβανομένων των απωλειών θέσεων εργασίας και της μείωσης της φήμης τους, αν όχι πλήρους τερματισμού της καριέρας τους.
Cancel culture εναντίον διάσημων προσώπων
Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται οι Harvey Weinstein, Bill Cosby, R. Kelly και Kevin Spacey, αλλά και ο Πέτρος Φιλιππίδης, Δημήτρης Λιγνάδης στην Ελλάδα, οι οποίοι αντιμετώπισαν κατηγορίες για βιασμό και σεξουαλική επίθεση που ήταν αδύνατο να αγνοηθούν.
Μαζί τους και η Roseanne Barr, η οποία έχασε την τηλεοπτική της εκπομπή μετά από ρατσιστικό tweet και τον Louis CK, ο οποίος είδε την καριέρα του να καταστρέφεται αφού παραδέχτηκε την κακή συμπεριφορά και την σεξουαλική παρενόχληση έναντι γυναικών συναδέλφων του.
Πολλά άτομα και ιδρύματα αντιμετώπισαν αντιδράσεις από το κοινό μετά από δηλώσεις – και αρκετά από αυτά μέχρι στιγμής είτε έχουν ξεπεράσει το πρόβλημα, φτιάχνοντας την εικόνα τους, είτε έχουν εγκαταλείψει τη δουλειά τους ή έχουν αναδιαρθρώσει τις λειτουργίες τους.
Για παράδειγμα, η αγαπημένη οικοδέσποινα της εκπομπής Ellen DeGeneres δέχτηκε πυρά τα τελευταία χρόνια για διάφορους λόγους. Οι ισχυρισμοί για το τοξικό χώρο εργασίας είχαν αδιαμφισβήτητη επίδραση στη show της, με το The Ellen DeGeneres Show να χάνει πάνω από το 40 τοις εκατό της τηλεθέασης στην τηλεοπτική σεζόν 2020–21.
Και το The Bachelor υποβλήθηκε σε λογοκρισία λόγω της φυλετικής αναισθησίας και της έλλειψης διαφορετικότητας, με τον παρουσιαστή του show, Chris Harrison, να αποχωρεί. Και τα δύο show συνεχίστηκαν, ενώ οι πωλήσεις των βιβλίων της J.K Rowling, παρά τον χαμό μετά τα ομοφοβικά της σχόλια το 2020, αυξήθηκαν κατακόρυφα στην Βρετανία.
Είναι θετικό τελικά αυτό που αντιπροσωπεύει;
Οι άνθρωποι συνδέουν συχνά τα μποϊκοτάζ με τους ομιλητές που απομακρύνονται από τις πλατφόρμες σε πανεπιστημιουπόλεις, με αποτέλεσμα πολλές φορές την παρενόχληση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή με ανθρώπους να απολύονται απότομα επειδή παραβίασαν ένα ταμπού σε ένα viral βίντεο.
Από την άλλη, το cancel hashtag μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την υπεράσπιση εργασιακών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων.
Με λίγα λόγια τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι δίκοπο μαχαίρι. Υπάρχει τώρα δημόσια ενημέρωση για ζητήματα -που δεν ήταν διαθέσιμα πριν-, και αυτό είναι καλό για την κοινωνία των πολιτών. Ο τρόπος ωστόσο μέσω του οποίου συμβαίνει αυτό, παράγει μερικές φορές κάποιους ανθυγιεινούς τρόπους έκφρασης.
Η κάθε εταιρεία δίνει τεράστια έμφαση στην αντιμετώπιση τέτοιων αρνητικών ξεσπασμάτων, που μπορεί να χαλάσουν μια για πάντα την εικόνα της. Όλα είναι ορατά στο κόσμο του διαδικτύου και η δράση είναι πιο άμεση από ποτέ.