Σε ηλικία 34 ετών, ένας από τους δημοφιλέστερους ράπερ της Νοτίου Αφρικής, ο Riky Rick αποφάσισε να δώσει τέλος στη ζωή του και αυτοκτόνησε. Ο Rikhado Makhado, όπως είναι το αληθινό του όνομα, γεννήθηκε το 1988 στο KwaMashu, μια πόλη που χτίστηκε στα παράλια του Ντέρμπαν της Νοτίου Αφρικής πριν το τέλος του Απαρτχάιντ, από τη λευκή και προνομιούχα μειονότητα της χώρας και μέχρι το 1994 αποτελούσε ένα θέρετρο πλουσίων. Ο Riky Rick έπασχε από κατάθλιψη τα τελευταία 4 χρόνια και δεν μπόρεσε να νικήσει το τέρας.

Στα 34 του τα είχε όλα. Τεράστια επιτυχία στη μουσική, μια οικογένεια (γυναίκα με δύο παιδιά), ήταν αγαπητός στον κόσμο, όμως η κατάθλιψη δεν έχει κριτήρια. Χτυπάει οπουδήποτε. Σε ένα podcast που έκανε το 2020, είχε πει ότι «υπάρχουν δύο πλευρές του Riky. Η μία του οικογενειάρχη και η άλλη πλευρά που είναι ένας επικίνδυνος συνδυασμός Liberace με Slick Rick. Ήταν ένας δύσκολος, πολύ δύσκολος δρόμος για μένα τα τελευταία μερικά χρόνια καθώς προσπαθούσα να αποφασίσω, κάθε φορά που παρουσίαζα κάτι στον κόσμο, ποια πλευρά μου θα το παρουσίαζε».

Ο Ricky Rick έκανε την πρώτη μεγάλη επιτυχία το 2014 με το τραγούδι Nafukwa και το 2015 κυκλοφόρησε το πρώτο του άλμπουμ με τίτλο Family Values, όπου βρίσκει κανείς την ακόμα μεγαλύτερη επιτυχία του, το Boss Zonke, ένα τραγούδι με το οποίο έδειχνε αυτόν τον εσωτερικό δυϊσμό, αφού ο Boss Zonke έγινε το προσωπείο του, το alter ego του. Σε εκείνο το άλμπουμ, στο εξώφυλλο, είναι ο ίδιος γυμνός από τη μέση και πάνω, με τον γιο του Maik να είναι στα χέρια του, σε μια εικόνα όπου ο Riky Rick θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηριστεί Tupac της Νοτίου Αφρικής.

Αυτή η φωτογραφία κάνει τον γύρο του διαδικτύου στη χώρα μετά την αυτοκτονία του στο στούντιο ηχογράφησης του την περασμένη εβδομάδα.

Ο Riky Rick είχε ένα μουσικό ύφος που συνδύαζε το hip-hop με το kwaito, τη νοτιοαφρικάνικη εκδοχή της house μουσικής. Η επίδραση του στη μουσική σκηνή της χώρας ήταν τέτοια, ώστε χάρη σε εκείνον ξεκίνησε το Cotton Fest, μια πλατφόρμα πολιτισμού μέσα από την οποία έβρισκαν δίοδο έκφρασης διάφοροι νέοι καλλιτέχνες.

Μια γενιά ανδρών μεγαλώνει στη Ν. Αφρική με ένα βαθύ τραύμα απώλειας

 

Η αυτοκτονία του Rick δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό. Σύμφωνα με το BBC, στη Νότιο Αφρική υπάρχουν υψηλά επίπεδα κατάθλιψης στην καλλιτεχνική κοινότητα λόω της κοινωνικής καταπίεσης και οι περισσότεροι μουσικοί είναι φοβισμένα πλάσματα.

«Το μεγαλύτερο μας ναρκωτικό είναι ο θόρυβος όταν είμαστε στη σκηνή και κάνουμε performance και τρεφόμαστε από την ενέργεια. Όταν αυτή η ενέργεα φύγει, τότε καταλαβαίνεις πως δεν διαφέρεις ιδιαίτερα από τον άντρα που περπατάει δίπλα σου στο δρόμο», εξηγεί ο μουσικός παραγωγός Kutloano “DA Kruk” Nhlapo.

Η αυτοκτονία του Riky Rick ανοίγει μια ευρύτερη συζήτηση στη Νότιο Αφρική για την πνευματική υγεία των ανδρών, οι οποίοι υπό την πίεση της αρρενωπότητας, καταλήγουν να είναι τόσο εύθραυστοι χωρίς να μπορούν να το επικοινωνήσουν.  «Τα μεγάλα αγόρια δεν κλαίνε. Έτσι λέει το πατριαρχικό μοντέλο και κάποιες από τις πολιτιστικές πεποιθήσεις γύρω από την πνευματική υγεία, είναι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Νότιος Αφρική αυτή τη στιγμή», εξηγεί ο Garron Gesll, ιδρυτής του οργανισμού ενημέρωσης πνευματικής υγείας τον ανδρών, Men’s Foundation.

«Έχουμε ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά αυτοκτονιών στον κόσμο. Η Νότιος Αφρική έχει 200 απόπειρες αυτοκτονίας κάθε μέρα και περίπου 20 με 22 αυτόχειρες». Το 2019 η Νότιος Αφρική, το Λεσότο και η Σουαζιλάνδη είχαν μερικά από τα υψηλότερα ποσοστά αυτοκτονιών. Το Λεσότο είχε 72 αυτοκτονίες ανά 100.000 πληθυσμού κι είναι πρώτο στην παγκόσμια κατάταξη, η Σουαζιλάνδη είναι τρίτη με 29 και η Ν. Αφρική 10η με 23 αυτοκτονίες. Η πλειοψηφία τους αφορά σε άντρες.

Ο Riky Rick έχασε τον πατέρα του. Κι αυτό τον σημάδεψε για πάντα.

Σύμφωνα με τον Gesll, στη Νότιο Αφρική είναι ακόμα νωπά τα κατάλοιπα της περιόδου πριν το Απαρτχάιντ και υπάρχει βαθύ τραύμα στον πληθυσμό, καθώς σε αυτά τα 28 χρόνια, μεγάλωσαν και έγιναν ενήλικες όλα εκείνα τα αγόρια που είδαν τους πατεράδες τους να δολοφονούνται από το καθεστώς ή να αυτοκτονούν επειδή δεν άντεχαν να τους αντιμετωπίζουν ως σκλάβους και υποδεέστερα όντα.

Ο Riky Rick είναι μια τέτοια περίπτωση. Σύμφωνα με τον Kulani Nkuna, εκδότη του περιοδικού Culture Review, που έπασχε από κατάθλιψη για περίπου μια δεκαετία, ο Riky ήταν ένας επιτυχημένος άνθρωπος και όλοι θεωρούσαν πως έχει τα μέσα για να απευθυνθεί σε κέντρα πνευματικής υγείας. «Εμείς οι υπόλοιποι βασιζόμαστε στο δημόσιο σύστημα υγείας, που δεν είναι και το καλύτερο. Ο θάνατος του Riky με έκανε να νιώσω ότι κανείς από εμάς τους κοινούς θνητούς δεν έχει ελπίδα να επιβιώσει, αν επηρεάζει τόσο αυτούς που έχουν τα μέσα».

«Όταν πέθανε ο πατέρας μου, ήμουν τόσο θυμωμένος, τόσο λυπημένος και σκεφτόμουν “Γιατί ζωή μου;”. Έχασα τον πατέρα μου όταν τον χρειαζόμουν περισσότερο. Τον έχασα όταν χρειαζόμουν τη φωνή του. Πολλοί άνθρωποι δεν κατανοούν ότι δε μπορείς ποτέ να αναπληρώσεις τη φωνή του πατέρα σου», είχε πει στο ίδιο podcast ο Riky Rick.

Στην κηδεία του οι άνθρωποι έκλαψαν πολύ. Κυρίως γιατί, όπως είπε ο πατριός του Kumi Naidoo, ο Riky είχε δείξει σημάδια πως σκέφτεται να αυτοκτονήσει. Τον περασμένο Αύγουστο είχε πει σε συνέντευξη στον Youtuber King Oumar το εξής: «Θα σας δω στην άλλη πλευρά. Είναι ο άνθρωπος σας, ο Riky Rick, αν δεν ακούσετε ξανά από εμένα. Σας αγαπώ, ο Θεός να σας ευλογεί και καλό βράδυ».

Στο τελευταίο του tweet είχε γράψει: «Θα γυρίσω πιο δυνατός. Αυτός ο τόπος είναι ακόμα το σπίτι μου».