Ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο κάθισε στο εδώλιο για δεύτερη φορά την Τρίτη, στην αστική του υπόθεση στη Νέα Υόρκη εναντίον της πρώην βοηθού του και παραδέχτηκε ότι ύψωσε τη φωνή του εναντίον της, ενώ την έβριζε.
Ερωτήθηκε αν της φώναξε όταν δεν τον ξύπνησε εγκαίρως για μια σημαντική συνάντηση και εκείνος είπε ότι «την έβρισε», παραδεχόμενος ότι την αποκάλεσε «οξύθυμη», «μυγιάγγιχτη» και «κακομαθημένο παλιόπαιδο». Ωστόσο, αρνήθηκε ότι πραγματικά φώναξε στη Ρόμπινσον.
Ο Ντε Νίρο ύψωσε τη φωνή του αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της κατάθεσής του, απορρίπτοντας ως γελοίες, κατηγορίες για διακρίσεις λόγω φύλου.
Μάλιστα, επιβεβαίωσε ότι η σύντροφός του, η Τίφανι Τσεν, «μπορεί να είπε» ασεβείς κουβέντες για τη Ρόμπινσον, αλλά άφησε να εννοηθεί ότι αυτό ήταν αποδεκτό επειδή η Ρόμπινσον ήταν πρώτη ασεβής.
Robert De Niro admits in court he asked ex-assistant to scratch his back, called her a 'f–king spoiled brat' https://t.co/MxWjl5X7JN pic.twitter.com/Itlp02ILtJ
— New York Post (@nypost) October 31, 2023
Η δικαστική διαμάχη του ηθοποιού με τη Ρόμπινσον ξεκίνησε τον Αύγουστο του 2019, όταν η εταιρεία παραγωγής του, «Canal Productions», την μήνυσε αφού φέρεται να έκανε κατάχρηση κεφαλαίων για προσωπικά έξοδα και ενέκρινε ψεύτικα επαγγελματικά ταξίδια τα οποία χρησιμοποιούσε για να πληρώνει για την κοινωνική της ζωή, όπως το πάρτι γενεθλίων ενός φίλου της στο Λος Άντζελες.
Η Ρόμπινσον κατηγορήθηκε επίσης ότι χρησιμοποίησε προσωπικά μίλια συχνών πτήσεων αξίας περίπου 125.000 δολαρίων, χρέωσε προσωπικές διαδρομές Uber και ταξί αξίας 32.000 δολαρίων, 8.923 δολάρια σε ψώνια και 3.000 δολάρια σε ανθοπωλείο της Νέας Υόρκης, που περιλάμβανε μια σύνθεση αξίας 1.311 δολαρίων για τα γενέθλιά της.
Σημειώνεται ότι εκείνη άρχισε να εργάζεται στην εταιρεία το 2008 και διετέλεσε αντιπρόεδρος παραγωγής και οικονομικών πριν αποχωρήσει απότομα από την εταιρεία τον Απρίλιο του 2019. Ο ανώτερος ρόλος της της επέτρεπε να εγκρίνει τέτοιες μεγαλοπρεπείς δαπάνες χωρίς την έγκριση κανενός άλλου. Υπέβαλε στην «Canal Productions» μια αγωγή ύψους 12 εκατομμυρίων δολαρίων σε αντάλλαγμα για εργασιακή και σεξουαλική παρενόχληση, καθώς και για σεξισμό.