Υπήρξε μια περίοδος που το μπέργκερ είχε γίνει κάτι σαν θρησκεία για το αθηναϊκό κοινό. Τα ψηφιακά μίντια συντελούσαν σε αυτό με κείμενα που διαβάζονταν τρελά και διαμοίραζαν κόσμο στα μαγαζιά που είχαν να προσφέρουν κάτι εντυπωσιακό όπως το Μπαρ Μπεε Κιου ή το Juicu Grill ή το Butcher’s. Για 3 σερί χρονιές δεν προλαβαίναμε να μετράμε τα Burger Fests που γίνονταν στο παλιό αμαξοστάσιο στον Κεραμεικό. Ακόμα και γκουρμέ εστιατόρια αναγκάστηκαν να προσθέσουν επιλογές με μπέργκερ στο μενού τους, έστω σε πιο εκλεπτυσμένη μορφή.
Σήμερα, μετά από μια γεμάτη 6ετία στην οποία τα stories στο Instagram βοούσαν με μπέργκερ και οι παρέες έστηναν τα πιάτα που είχαν πάρει, δίπλα δίπλα για να τα φωτογραφίσουν και να τρέξει το σαλάκι των ακόλουθων, τα μπέργκερ δεν είναι πια στο επίκεντρο. Δεν είναι λόγος παροξυσμού και μεγάλης επιθυμίας. Δεν ακούγεται και πολύ το κλασικό «ρε δε μαζευόμαστε να πάμε να φάμε στο Μπαρ Μπεε Κιου να πεθάνουμε από τη χοληστερίνη;», ούτε είναι το μπέργκερ ο λόγος για να βγεις.
Τότε, το κόνσεπτ ήταν «πάμε να φάμε μπέργκερ». Και μιλούσαμε μεταξύ μας 10 λεπτά, τρώγαμε τα υπόλοιπα 20 και για το επόμενο μισάωρο παλεύαμε να χωνέψουμε και λέγαμε ευτυχώς που δεν είχαν βουλώσει οι αρτηρίες μας. Τώρα το κόνσεπτ είναι, στην καλύτερη των περιπτώσεων, «ψήνεστε να βγούμε για φαγητό; πάμε αν είναι για κανένα μπέργκερ».
Τι συνέβη λοιπόν και αυτό το trend με τα μπέργκερ τελείωσε;
Η πανδημία δεν έπαιξε ρόλο, καθώς το πράγμα είχε αρχίσει να πνέει τα λοίσθια από πριν. Κι αυτό συνέβη γιατί ξέφυγε πολύ από τις βασικές αρχές του μπέργκερ κι από μπέργκερ έγινε σάντουιτς που δεν είχε τετράγωνο ή ορθογώνιο ψωμί ή μπαγκέτα, αλλά είχε buns.
Η φιλοσοφία του μπέργκερ είναι στην απλότητα γιατί ο στόχος είναι να δέσει το λίπος του καλοψημένου μπιφτεκιού με τη δροσιά της ντομάτας και του μαρουλιού, να αγκαλιάσει το τσένταρ που έχει λιώσει πάνω του και όλο αυτό να εμπλουτιστεί με μια σος.
Σε αυτό το διάστημα της μπεργκεροπαράκρουσης, είδαμε μπέργκερ-ουρανοξύστες που έπρεπε να πάθεις κάταγμα στο σαγόνι για να χωρέσει όλο στο στόμα ή κατέληγες να το τρως όπως τα καλαμπόκια, στα πλάγια. Ή έκανες την ιερόσυλη κίνηση να χωρίσεις τα υλικά και να αφήσεις κάποια στην άκρη για μετά.
Συνειδητοποιήσαμε, θα έλεγα, ότι ένα μπέργκερ που έχει μέσα λουκάνικο, τηγανητό αυγό, πατάτες, onion rings και γενικά υλικά που θα γέμιζαν συναυλία, είναι πολύ καλύτερο να το βλέπεις, παρά να το τρως. Κι αν είναι να πληρώσεις κάτι με 15 ευρώ για να το βλέπεις τότε δεν έχει και πολύ ενδιαφέρον. Ναι, εννοείται πως μια φορά θα φας κι έναν τέτοιο Γκοτζίλα. Αλλά θα το κάνεις μια φορά στο δίμηνο κι όχι μια φορά στιος 2 εβδομάδες. Από τελετουργικό, το μπέργκερ έγινε τελευταίος τρόχος εξαιτίας αυτού.
Έπαιξαν βέβαια το ρόλο τους κι άλλοι παράγοντες που αναδείχθηκαν μες στην πανδημία. Μια στροφή προς ένα πιο υγιεινό lifestyle, η σταδιακή άνοδος του ethical food, αλλά ιδίως η απόλυτη κυριαρχία της σταθεράς που λέγεται σουβλάκι, έκαναν στην άκρη το μπέργκερ. Πλέον, τα σουβλατζίδικα προσφέρουν αντίστοιχους συνδυασμούς και ποικιλία και κοστίζουν στη χειρότερη 2.80. Μπορείς δηλαδή με τα λεφτά που θα έδινες σε ένα μπέργκερ, να πληρώσεις για να χορτάσουν 3 άνθρωποι. Αυτό ίσχυε και παλιότερα, απλώς τώρα γίνεται πιο καθαρό στη σκέψη.
Πολλά σουβλατζίδικα επίσης έχουν προσθέσει επιλογές πέρα από το τυλιχτό, όπως η σκεπαστή, το θρακόψωμο, η φεγγαρόπιτα, το σάντουιτς ή η κυπριακή πίτα και ξέρεις ότι με 6-7 ευρώ μπορείς να χορτάσεις περισσότερο από το μπέργκερ. Να χορτάσεις δίχως να σκάσεις, δίχως να παίξεις κορώνα γράμματα αν θα καταλήξεις στο νοσοκομείο ή αν θα πρέπει να πιεις 4-5 κοακόλες μαζί με losec μπας και κοιμηθείς το βράδυ.
Γι΄αυτό κιόλας, αν παρατηρήσει κανείς, αυτό που εξερευνούν περισσότερο πια τα μπεργκεράδικα δεν είναι ο…πληθωρισμός της κατασκευής, αλλά οι πιο extreme γεύσεις. Θα βρεις μπέργκερ με μια φέτα ανανά, θα βρεις ψωμάκια από παντζάρι ή από γλυκοπατάτα, θα βρεις φυτικά υποκατάστατα κρέατος, θα βρεις ευφυία στις σος, θα κινηθείς σε λίγα και καλά υλικά, θα δεις ακόμα μεγαλύτερη περιποίηση στις πατάτες.
Τα μαγαζιά που ενώνουν τις παρέες είναι ακόμα εδώ, ναι, όμως καλούνται κι αυτά να διαφοροποιήσουν τη φιλοσοφία τους από το more is less στο less is more!
* Φωτογραφία: Pexels/amirali mirhashemian