Το ζήτημα των ελγινείων που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο, ενδεχομένως να μην επιλυθεί ποτέ. Το βέβαιο είναι πως θα εμφανίζονται πάντοτε περιστάσεις που θα καλούμαστε ως κράτος να εντείνουμε τις πιέσεις προς τη βρετανική πλευρά για να μας επιστρέψει τα μάρμαρα του Παρθενώνα. Μια τέτοια περίσταση είναι και αυτή των τελευταίων εβδομάδων, καθώς η υπεύθυνη του Βρετανικού Μουσείου ανακοίνωσε ότι σε μια από τις 7 αίθουσες που βρίσκονται τα μάρμαρα, υπάρχει διαρροή και στάζει νερό.
Τα μάρμαρα του Παρθενώνα είχε προγραμματιστεί να εκτεθούν ξανά στο κοινό ύστερα από 7 μήνες που δεν λειτουργούσε το Βρετανικό Μουσείο. Η ημερομηνία που θα άνοιγε η αίθουσα για το κοινό ήταν η 25η Ιουλίου. Από τότε έχουν περάσει σχεδόν 3 εβδομάδες και τα μάρμαρα παραμένουν σε αθέατο σημείο. Αιτία γι΄αυτό ήταν ότι μια πλημμύρα που σημειώθηκε στο Λονδίνο, οδηγήσε σε μια διαρροή νερού στο μουσείο, με αποτέλεσμα να στάζει σε μια από τις αίθουσες που βρίσκονται τα μάρμαρα. Με λίγα λόγια, τα μάρμαρα είναι έκθετα σε κίνδυνο διάβρωσης, γιατί στη Βρετανία θα μπορούν να τα διατηρήσουν καλύτερα από την Ακρόπολη. Αυτό είναι το μόνιμο επιχείρημα της βρετανικής πλευράς.
Το τραγελαφικό της υπόθεσης είναι πως δεν υπάρχει επίσημη ενημέρωση από το μουσείο για ακριβές σημείο της διαρροής και τα μάρμαρα που κινδυνεύουν, ενώ δε μπορούν ακόμα να πουν πότε θα ανοίξει τελικά η έκθεση. Ο λόγος που οι αίθουσες 12-18, όπου βρίσκονται τα μάρμαρα του Παρθενώνα, δεν είναι ανοιχτές λόγω εργασιών που γίνονται και οι οποίες καθυστέρησαν εξαιτίας της πανδημίας.
«Αυτές οι αναγκαίες εργασίες είναι μέρος μιας προσπάθειας για να υπάρξει συντήρηση και διατήρηση που θα βοηθήσουν μελλοντικές εργασίες στο μουσείο. Θα ανακαινίσουμε ιστορικά κτήρια και σημεία, θα βελτιώσουμε την εμπειρία του επισκέπτη και θα στήσουμε ένα φιλόδοξο τρόπο έκθεσης των συλλογών μας στα χρόνια που θα έρθουν».
Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που τόσο τα μάρμαρα του Παρθενώνα, αλλά και αρχαία αντικείμενα των Ασσυρίων βρίσκονται σε τέτοια θέση. Τόσο το 2019 όσο και το 2020 είχαν κυκλοφορήσει φωτογραφίες αμέλειας των αρχαίων αυτών θησαυρών, με τους εκπροσώπους του μουσείου να απαντούν πως «κανένα αγάλμα δεν έχει πάθει απολύτως τίποτα».