Από τον Μάιο του 2019 η Google είχε κληθεί να συμμορφωθεί με τους εργασιακούς νόμους σε Ευρώπη και Ασία και να πληρώνει τους εποχικούς υπαλλήλους της με μισθό ίσο με αυτόν των μόνιμων εργαζομένων της, όμως μέχρι σήμερα δεν έχει αλλάξει την μισθολογική της πολιτική. Η Guardian φέρνει στο φως ένα νέο σκάνδαλο για τον ψηφιακό κολοσσό που σε αυτό το διάστημα των 2 ετών προσπάθησε να καλύψει την μη συμμόρφωση του με τους νόμους.

Στα έγγραφα που έχει στην κατοχή του το μέσο, αποδεικνύεται πως η Google προέβαλλε όλο αυτό το διάστημα ως αντεπιχείρημα το αυξημένο κόστος για τα τμήματα της που αποτελούνται κυρίως από εργαζομένους βραχείας σύμβασης και δεν προέβαινε στην μισθολογική τους εξίσωση με τους μόνιμους υπαλλήλους, γνωρίζοντας πως αυτό δεν αποτελεί κανενός είδους σύμπλευση με τους νόμους στα κράτη όπου ορίζεται αυτή η ισότητα.

Πρόκειται συνολικά για 30 κράτη, στα οποία έχουν εντοπιστεί ανισότητες από 12 ως 50% σε επίπεδο μισθού, με τις ΗΠΑ να μην συμπεριλαμβάνονται σε αυτά. Στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι υποχρεωτική η ίση μεταχείριση εργαζομένων μόνιμης και προσωρινής απασχόλησης σε επίπεδο μισθολογικό, σε ώρες εργασίας, διαλείμματα, διακοπές και προνόμια από την 12η εβδομάδα, ενώ στην Ιρλανδία αυτό ισχύει από την πρώτη κιόλας ημέρα εργασίας.

«Αν και οι συγκριτικές αναλογίες δεν έχουν αυξηθεί σε αυτό το διάστημα, έχουν υπάρξει αυξήσεις στους μισθούς των προσωρινών υπαλλήλων αρκετές φορές και πληρώνονται αρκετά περισσότερο από αυτά τα ποσοστά που φαίνονται προς τα έξω» ανέφερε ο Σπύρος Καρέτσος, επικεφαλής της Google στο τμήμα συμμόρφωσης.

«Σε κάθε περίπτωση, δεν υπήρξαμε επίμονοι στα υψηλά στάνταρ με τα οποία έχουμε περιβάλλει τους εαυτούς μας σε αυτή την εταιρεία. Κάνουμε μια ενδελεχή ανάλυση και δεσμευόμαστε να αναγνωρίσουμε και να διορθώσουμε οποιαδήποτε μισθολογική αδικία που δεν έχει ακόμα διευθετηθεί από το νομικό μας τμήμα. Και θα διεξάγουμε έρευνα για τις πρακτικές συμμόρφωσης ως προς αυτό το κομμάτι. Με πιο απλά λόγια, θα ψάξουμε τι πήγε στραβά, γιατί συνέβη και θα φροντίσουμε να το διορθώσουμε».

Η δημοσιοποίηση του σκανδάλου ξεκίνησε από την Whistleblower Aid, οργανισμό στον οποίο, όπως φαίνεται από το όνομα, καταφτάνουν ανώνυμες καταγγελίες και αναλαμβάνει να διεξάγει την απαραίτητη έρευνα.

Η Google έχει γλυτώσει περίπου 100 εκατομμύρια δολάρια

Ο επικεφαλής της, Τζον Τάι, δήλωσε ότι «τα έγγραφα δείχνουν ότι η Google όχι μόνο παρέβη εργασιακούς νόμους, αλλά παραπλάνησε και τους επενδυτές ως προς τις νομικές και οικονομικές της ευθύνες. Η ανώνυμη αυτή καταγγελία είναι μια βεβαίωση ότι η Google θα βρεθεί ενώπιον των ευθυνών της. Καλούμε την Επιτροπή Ασφάλειας και Συνδιαλλαγής των ΗΠΑ (SEC) να λάβει άμεση δράση κατά της Google και να προστατεύσει τους επενδυτές διασφαλίζοντας την πλήρη και ακριβή ενημέρωση τους για το ζήτημα».

Τα στοιχεία δείχνουν πως το ποσό που καλείται να αποδώσει αναδρομικά η Google, ανέρχεται στα 100 εκατομμύρια δολάρια, και αφορά σε υπαλλήλους που ανήκαν σε εταιρείες «ενοικίασης» και συμμετείχαν σε πρότζεκτ μακράς διαρκείας της εταιρείας, αλλά είχαν σχεδόν μηδενική επαφή με τα κεντρικά και τους μόνιμους υπαλλήλους. Ο αριθμός αυτών των ανθρώπων ανέρχεται στους 100.000 και έχουν δουλέψει για τη Google σε τομείς όπως υπηρεσίες τροφίμων, ασφάλεια, κωδικοποίηση και ανάλυση δεδομένων.

Σε ένα έγγραφο που περιλαμβάνει έκθεση της Deloitte, ως τις 16 Φεβρουαρίου του 2021, η Google είχε 1.030 εργαζομένους βραχείας απασχόλησης σε χώρες που απαιτούν ισότητα απολαβών, τους οποίους πλήρωνε χαμηλότερα, ενώ είχε 350 προσληφθέντες σε 16 χώρες όπου δεν είναι υποχρεωτική η ίση πληρωμή, μεταξύ των οποίων Αργεντινή Βραζιλία, Καναδάς, Αυστραλία, Ισραήλ, Ελβετία και Ταϊβάν.

Τα τμήματα μάρκετινγκ, προσλήψεων και WayMo, είναι αυτά που βασίζονται ως επί το πλείστον σε προσωρινούς υπαλλήλους, με τη Google να έχει άμεση ευθύνη και τον τελευταίο λόγο. Δεν πρόκειται δηλαδή για μια παραπλανημένη κεντρική εταιρεία που οι θυγατρικές της ή οι συνεργάτιδες εταιρείες της απέκρυψαν στοιχεία και δεν ακολούθησαν τη ντιρεκτίβα της.

Η Google πληρώνει συνολικά 800 εκατομμύρια δολάρια ετησίως στο προσωπικό της, όμως στο παρελθόν έχει δεχτεί έντονη κριτική και από το μόνιμο προσωπικό και κυβερνήσεις και συνδικάτα, καθώς το «σκιώδες δυναμικό», δηλαδή οι εποχικές προσλήψεις, υπερβαίνουν κατά πολύ τους μόνιμους.

* Φωτογραφία: Unsplash/Mitchell Luo