Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 78 ετών ο Ντούσαν Ίβκοβιτς, ένας από τους καλύτερους προπονητές του ευρωπαϊκού και του παγκοσμίου μπάσκετ, πρωταθλητής Ευρώπης με τον Ολυμπιακό το 1997 και το 2012.
Ειδικά η παρουσία του στους ερυθρόλευκους για συνολικά πέντε χρόνια (1996-1999, 2010-2012) θεωρείται ως εξόχως επιδραστική. Εκτός από τους δύο ευρωπαϊκούς τίτλους, ο Ιβκοβιτς κατέκτησε με την ομάδα του Ολυμπιακού δύο πρωταθλήματα Ελλάδας (1997, 2012) και δύο Κύπελλα (1997, 2011).
Preminuo Dušan Duda Ivković (1943-2021)
Proslavljeni selektor reprezentacije Jugoslavije i Srbije, jedan od najboljih trenera u istoriji svetske košarke Dušan Duda Ivković, preminuo je u Beogradu u 78. godini. pic.twitter.com/Xb2AjGKyOu
— Košarkaški savez SRB (@KSSrbije) September 16, 2021
Η καριέρα του Ντούσαν Ίβκοβιτς
Δεν είναι και πολλές οι περιπτώσεις ανθρώπων που έρχονται στην Ελλάδα από άλλη χώρα και σημαδεύουν τόσο πολύ τον τομέα με τον οποίο ασχολήθηκαν. Είναι ακόμα λιγότερες οι φορές που ένας άνθρωπος από άλλη χώρα καταπιάνεται με έναν τομέα, αλλά διαχέει το πνευματικό του σπέρμα σε μια ολόκληρη κοινωνία. Στην κοινωνία του μπάσκετ. Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς είναι (μαζί με τον κουμπάρο του, τον Ομπράντοβιτς) κάτι που συμβαίνει μια φορά στον αιώνα.
Όταν εμφανίστηκε ο Ντούσαν Ίβκοβιτς στο ελληνικό μπάσκετ, στις αρχές του ’80, ο Νίκος Γκάλης δεν είχε ακόμα εμφανιστεί για τα καλά και το άθλημα ήταν σε πολύ πρωτόγονο στάδιο. Προερχόμενος από την Ενωμένη Γιουγκοσλαβία, ο Ντούσαν Ίβκοβιτς έφερνε μαζί του την τεράστια μπασκετική κουλτούρα, αλλά είχε μόλις 3 χρόνια παρουσίας στους πάγκους σε επαγγελματική ομάδα ως πρώτος προπονητής. Από τα 26 του προπονούσε στις ακαδημίες της Ραντνίτσκι, απ΄όπου βρέθηκε στα 34 του στην Παρτιζάν, ξεκινώντας την προπονητική.
Το 1980 ανέλαβε τον Άρη για μια διετία, επέστρεψε στη Σερβία για 8 χρόνια (Ραντνίτσκι, Βοϊβοντίνα, Σιμπένκα) και από το 1991 μέχρι το 2001, πέρασε μια δεκαετία στους ελληνικούς πάγκους, διάστημα στο οποίο κατέκτησε 2 πρωταθλήματα, 3 κύπελλα, 1 Ευρωλίγκα και ένα Κύπελλο Σαπόρτα.
Το 2002 βρέθηκε στον πάγκο της ΤΣΣΚΑ, στο χτίσιμο της νέας της αυτοκρατορίας και έμεινε εκεί μέχρι το 2005 και το final-4 της Μόσχας, όπου οι Ρώσοι έπαιξαν στον μικρό τελικό.
Από την ΤΣΣΚΑ όπου είχε μαζί του τον Παπαλουκά και τον Χατζηβρέττα, βρέθηκε στην έτερη ομάδα της Μόσχας, τη Ντιναμό, όπου παρέα με τον Λάζαρο Παπαδόπουλο και τον Αντώνη Φώτση έφτασαν ως την 8αδα της Ευρωλίγκας. Ακολούθησε μια τριετία αποχής για το πολύπειρο Ντούντα και το 2010 επανήλθε στον Πειραιά, στην πιο ακριβή ομάδα του Ολυμπιακού, με την πρώτη του χρονιά να συνοδεύεται από τον σοκαριστικό αποκλεισμό από τη Σιένα.
Την επόμενη σεζόν όμως, άλλαξε τα πάντα στην ομάδα και με μπροστάρηδες Σπανούλη και Πρίντεζη, οδήγησε ξανά, μετά από 15 χρόνια, τον Ολυμπιακό στην κορυφή της Ευρώπης. Κάτι αντίστοιχο έκανε και με το πρωτάθλημα. Αυτό ήταν στην ουσία και το μεγάλο κύκνειο άσμα του, αφού μετά έκανε ένα σύντομο πέρασμα από την Εφές και το 2016 αποχώρησε από την προπονητική, αναλαμβάνοντας συμβουλευτικό ρόλο στη σερβική ομοσπονδία του μπάσκετ.
Αναρίθμητες ήταν οι διακρίσεις του με την Εθνική ομάδα της Γιουγκοσλαβίας (πρωταθλητής Ευρώπης και Κόσμου). Συγκεκριμένα με την εθνική ομάδα της πατρίδας του κέρδισε τρία χρυσά ευρωπαϊκά και ένα ασημένιο, ένα παγκόσμιο χρυσό, ένα ασημένιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες και ένα χρυσό στην Πανεπιστημιάδα. Μιλούσε σχεδόν άψογα τα ελληνικά και διατηρούσε σπίτι στην Ελλάδα.