Η χορήγηση της τρίτης δόσης του εμβολίου για τον κορωνοϊό στον γενικό πληθυσμό έχει ήδη ξεκινήσει. Πρόκειται για ένα κομβικό σημείο, καθώς η τρίτη δόση μαζί με την αύξηση των εμβολιασμών στους πολίτες που παραμένουν ανεμβολίαστοι μπορούν να φρενάρουν την εκρηκτική αύξηση των κρουσμάτων.

Σύμφωνα με όσα δήλωσε χθες ο υπουργός Υγείας Θάνος Πλεύρης, η πλατφόρμα για την τρίτη δόση θα ανοίξει την προσεχή Παρασκευή, 5 Νοεμβρίου, για όλους τους ενηλίκους άνω των 18 ετών.

Η πλατφόρμα για την τρίτη δόση δεν θα δέχεται αιτήσεις από όλους. Για να κλείσει κάποιος ραντεβού τρίτης δόσης θα πρέπει να έχει παρέλθει διάστημα έξι μηνών από τη δεύτερη δόση. Η συγκεκριμένη οδηγία αφορά όλους όσοι έκαναν εμβόλιο της Moderna, της Pfizer και της AstraZeneca.

Για όσους έκαναν το εμβόλιο της Johnson η διαδικασία για την αναμνηστική δόση θα είναι μερικώς διαφορετική. Συγκεκριμένα, ο γενικός γραμματέας Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας του υπουργείου Υγείας, Μάριος Θεμιστοκλέους, δήλωσε τη Δευτέρα ότι την προσεχή Παρασκευή θα ανοίξει η πλατφόρμα, έτσι ώστε τα άτομα που έχουν εμβολιαστεί με το μονοδοσικό εμβόλιο της Johnson & Johnson να κάνουν την αναμνηστική δόση.

Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να έχουν περάσει δύο μήνες από την ημερομηνία του εμβολιασμού τους. Η αναμνηστική δόση θα μπορεί να είναι είτε με το ίδιο εμβόλιο της Johnson & Johnson, είτε με εμβόλιο της Pfizer, ενώ στο άμεσο διάστημα θα γίνεται αναμνηστική δόση και με Moderna.

Σύμφωνα με πληροφορίες, για την τρίτη/αναμνηστική δόση δεν θα υπάρχει ειδοποίηση με SMS όταν συμπληρώνεται το εξάμηνο από τη δεύτερη δόση ή το δίμηνο από τον εμβολιασμό με Johnson & Johnson.

Οι πολίτες θα πρέπει να μπαίνουν στην πλατφόρμα στον κατάλληλο χρόνο και να κλείνουν το ραντεβού τους. Αν το κάνουν νωρίτερα, η πλατφόρμα δεν θα επιτρέπει την είσοδο και τον προγραμματισμό ραντεβού.

Είναι αναγκαία η τρίτη δόση

Ένα ερώτημα που διατυπώνεται από αρκετούς το τελευταίο διάστημα είναι το κατά πόσο βοηθά και είναι αναγκαία η χορήγηση της τρίτης δόσης. Στο ζήτημα τοποθετήθηκε η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών Μαρία Θεοδωρίδου.

«Τι προστασία προσφέρει η τρίτη δόση; Πριν δύο ημέρες δημοσιεύτηκε στο Lancet από την Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ σε συνεργασία με το Ερευνητικό Ινστιτούτο στο Ισραήλ, μία μελέτη παρατήρησης με τίτλο “Αποτελεσματικότητα της τρίτης δόσης του mRNA εμβολίου της Pfizer”.

Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή, αφού έγινε ανάλυση στοιχείων από 728.321 άτομα άνω των 12 ετών, με μέση ηλικία 52 ετών, στα οποία είχε χορηγηθεί η τρίτη δόση του εμβολίου από τον Ιούλιο- τον Ιούλιο είχε αρχίσει η χορήγηση της τρίτης δόσεως στο Ισραήλ- μέχρι και το Σεπτέμβριο του 2021.

Και αυτά τα άτομα τα οποία είχαν πάρει την τρίτη δόση συγκρίθηκαν με τα ίδια χαρακτηριστικά που είχαν, έχοντας κάνει δύο δόσεις εμβολίου, τουλάχιστον πριν πέντε μήνες» ανέφερε αρχικά η κυρία Θεοδωρίδου.

Όπως εξήγησε, «οι παράγοντες που αναζητήθηκαν στη μελέτη ήταν οι εισαγωγές στο νοσοκομείο, η σοβαρή νόσος και οι θάνατοι από Covid. Έτσι, έχουμε δύο ομάδες σύγκρισης, επαναλαμβάνω, αυτούς που είχαν πάρει την τρίτη δόση και αυτοί που είχαν εμβολιαστεί με τις δύο δόσεις. Η αποτελεσματικότητα ελέγχθηκε τουλάχιστον επτά ημέρες μετά τη χορήγηση της τρίτης δόσης σε αυτούς που ήταν εμβολιασμένοι με το εμβόλιο της Pfizer».

Τα ευρήματα ήταν τα εξής: Σε ποσοστό 93% τα άτομα που είχαν λάβει την τρίτη δόση, είχαν μικρότερη πιθανότητα εισαγωγής στο νοσοκομείο, 92% είχε μικρότερο κίνδυνο σοβαρής νόσου και 81% είχε μικρότερο κίνδυνο για θάνατο.

«Το συμπέρασμα είναι ότι η τρίτη δόση είναι αποτελεσματική στην προστασία των εμβολιασθέντων από σοβαρές μορφές της νόσου σε σύγκριση με τα άτομα που έλαβαν δύο δόσεις εμβολίου, τουλάχιστον πέντε μήνες πριν. Η αναγκαιότητα, όπως γνωρίζουμε, της τρίτης δόσης υπαγορεύεται από τη βαθμιαία μείωση των αντισωμάτων της χημικής ανοσίας, αλλά και την λοιμογόνο δράση και τη μεταδοτικότητα των μεταλλάξεων του ιού», σημείωσε καταλήγοντας.

Τα νέα μέτρα δεν έχουν τιμωρητικό χαρακτήρα

Με βασική θέση ότι τα μέτρα που ανακοινώθηκαν έχουν προστατευτικό και όχι τιμωρητικό χαρακτήρα, ο υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσος επέμεινε στην ανάγκη του εμβολίου, των τεστ και των μασκών.

Ενώ ταυτοχρόνως απάντησε στην κριτική γιατί οι εκκλησίες εξαιρέθηκαν από το υποχρεωτικό rapid test, αλλά και στην πρόταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης για επιτροπή εμπειρογνωμόνων κοινής αποδοχής.

Στο αρχικό ερώτημα, αν υπήρξε κάποια καθυστέρηση ως προς τη λήψη των νέων μέτρων, εξήγησε μιλώντας στο ραδιοφωνικό σταθμό ΣΚΑΪ πως «δεν μπορούμε να συγκρίνουμε την περσινή περίοδο με τη φετινή περίοδο, γιατί πέρυσι δεν είχαμε τον εμβολιασμό.

Το εμβόλιο είναι ένας καταλύτης που αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο διαχειριζόμαστε την πανδημία (…). Η κοινωνία διαθέτει αυτή τη στιγμή ένα σημαντικό ποσοστό ανοσίας έναντι του ιού, γι’ αυτό έχουμε πει ότι δεν θα εφαρμόσουμε ξανά οριζόντια περιοριστικά μέτρα σε οικονομικές και κοινωνικές δραστηριότητες».

Ανατρέχοντας εξάλλου σε στοιχεία, ο υπουργός Επικρατείας ανέφερε ότι «ο πληθυσμός που έχει εμβολιαστεί ή έχει κλείσει το πρώτο ραντεβού, αυτή τη στιγμή, είναι 6,7 εκατομμύρια. Επιπλέον, έχουμε καταγεγραμμένους στο μητρώο COVID 415.000 ανθρώπους που έχουν νοσήσει το τελευταίο 6μηνο-8μηνο και δεν έχουν κάνει το εμβόλιο. Επίσης υπάρχει μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού που έχει νοσήσει χωρίς να έχει διαγνωσθεί, τους υπολογίζουμε σε μισό εκατομμύριο. Άρα, 7,5-7,7 εκατ. πολίτες διαθέτουν εμβολιαστική ή φυσική ανοσία.

Ο υπόλοιπος ενήλικος πληθυσμός είναι 1-1,2 εκατ. και ο πληθυσμός που διατρέχει μεγάλο κίνδυνο είναι οι πολίτες άνω των 60 ετών. Αυτοί είναι που νοσηλεύονται κατά μεγάλο μέρος, όπως δείχνουν τα στοιχεία από τα νοσοκομεία μας, και εισάγονται σε ΜΕΘ/διασωλήνωση, και ένα μέρος αυτών καταλήγει. Αυτοί που δεν έχουν εμβολιαστεί πρέπει να τρέξουν άμεσα και να κάνουν το εμβόλιο, είναι ο βασικός τρόπος να θωρακίσουν την υγεία τους», ήταν το βασικό μήνυμα του Άκη Σκέρτσου.

Ανέπτυξε, συγχρόνως, τη στρατηγική της Πολιτείας που είναι «συμβίωση με τον ιό, λήψη όλων των κατάλληλων προστατευτικών μέτρων όπως εμβόλιο, μάσκα, τακτικά τεστ ακόμη και για τους εμβολιασμένους». Μάλιστα, ειδικά τον χειμώνα «πρέπει να κάνουν εκτεταμένο testing όλοι οι πολίτες, για να μπορείτε να διατηρείτε την κοινωνική και οικονομική σας δραστηριότητα».

Οι ανεμβολίαστοι κινδυνεύουν έως και 20 φορές περισσότερο

Κληθείς να σχολιάσει τη δημοσκόπηση της εταιρείας Pulse, που εμφανίζει τους μισούς από τους ανεμβολίαστους να είναι αμετάπειστοι, ο υπουργός Επικρατείας επιχειρηματολόγησε ότι αυτοί οι άνθρωποι που επιλέγουν να μην κάνουν το εμβόλιο εκθέτουν τον εαυτό τους και τους άλλους σε έναν μεγάλο κίνδυνο, επαναλαμβάνοντας το στοιχείο ότι οι ανεμβολίαστοι διατρέχουν από 13 έως 20 φορές υψηλότερο κίνδυνο να νοσήσουν βαριά και να διασωληνωθούν.

«Τα δεδομένα υπάρχουν, έχει γίνει μεγάλη εκστρατεία ενημέρωσης και πειθούς, κανείς δεν μπορεί να πει ότι δεν γνωρίζει ποιοι είναι οι κίνδυνοι από τον κορωνοϊό», τόνισε.

Εκτιμώντας επίσης ότι είναι 600.000 οι άνω των 60 ετών που δεν έχουν κάνει το εμβόλιο, θύμισε ότι «το σύστημα υγείας και προ πανδημίας ζοριζόταν, πιεζόταν τους χειμερινούς μήνες». Κατά συνέπεια, «θα πιεσθεί και φέτος, το γνωρίζουμε, και γνωρίζουμε ποιες είναι οι δυνατότητές του.

Έχουμε κάνει τα πάντα για να αυξήσουμε τη δυναμικότητα, έχουμε διπλασιάσει τις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, έχουμε προσθέσει 12.000 έκτακτο προσωπικό στο σύστημα υγείας, δεν μπορούμε μέσα σε έναν χρόνο -και δεν υπάρχει και λόγος- να δημιουργήσουμε ένα πολυτελές σύστημα υγείας, το οποίο μετά την πάροδο της πανδημίας θα εκλείψει ο λόγος να έχουμε πάρα πολλές ΜΕΘ. Διαθέτουμε όλες μας τις δυνάμεις για να κρατήσουμε το σύστημα υγείας ανοιχτό και για τους υπόλοιπους πολίτες που νοσούν πέραν του COVID», διαβεβαίωσε ο υπουργός Επικρατείας.

Ερωτηθείς για την πρόταση του βουλευτή της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Νίκου Φίλη, που ζητά μεγαλύτερη πίεση προς εκείνους που δεν έχουν κάνει την αναμνηστική δόση αν και θα μπορούσαν, είπε πως «είναι μια επιστημονική συζήτηση, οι πολιτικοί να μην προτρέχουν, είναι σύνθετα ζητήματα αυτά». Σε κάθε περίπτωση, για την 3η δόση «δεν αργήσαμε, κινηθήκαμε το ταχύτερο δυνατόν» με βάση τις συστάσεις της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών αλλά και την ευρωπαϊκή εμπειρία. Η μόνη χώρα που έτρεξε την τρίτη δόση ήταν το Ισραήλ χωρίς επιστημονικά δεδομένα.

Αναφερθείς στους εμβολιασμένους που έχουν νοσήσει, είπε πως με βάση τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του, «πάσχουν σχεδόν στο 100% από σοβαρά υποκείμενα νοσήματα, το εμβόλιο δεν είναι ελιξίριο αθανασίας». Αντιθέτως, το μικρό ποσοστό εμβολιασμένων που φθάνουν να νοσήσουν υπογραμμίζει τη σημασία του εμβολιασμού, εξήγησε ακόμη.

Γιατί τα μέτρα στις εκκλησίες δεν αυστηροποιήθηκαν

Στο κεφάλαιο των νέων κυβερνητικών ανακοινώσεων, ο Α. Σκέρτσος δήλωσε εμφατικά ότι «τα μέτρα δεν είναι τιμωρητικά, είναι προστατευτικά της δημόσιας υγείας». Και ειδικώς για τον εκκλησιασμό τόνισε: «η Εκκλησία υπάγεται στην κατηγορία που καλύπτει ζωτικές ανάγκες, η πίστη είναι μια ζωτική ανάγκη του ανθρώπου, όπως είναι και η τροφή και η νοσηλεία. Σε αυτές τις δραστηριότητες συνειδητά και συλλογικά δεν έχουμε επιβάλει υπερβολικούς περιορισμούς.

Οι περισσότεροι πιστοί είναι άνω των 50, 60 ετών, εκεί ο εμβολιασμός είναι στο 80%, αντίστοιχα και οι ιεράρχες, οι ιερείς, οι ψάλτες έχουν εμβολιαστεί σε πολύ μεγάλα ποσοστά, θεωρούμε ότι είναι χώροι σε μεγάλο βαθμό προστατευμένοι». Ενώ θύμισε ότι οι ιερείς, ως μισθοδοτούμενοι από το κράτος, υποχρεούνται σε δύο τεστ την εβδομάδα. Πάντως, κατέληξε, «οι ανεμβολίαστοι πολίτες άνω των 60 ετών πρέπει να λαμβάνουν πολύ σοβαρά μέτρα προστασίας αν αποφασίζουν να πηγαίνουν στους ναούς».

Παραλλήλως, όμως, ανέδειξε και ένα ακόμη στοιχείο: «Βλέπουμε τις τελευταίες ημέρες τριπλασιασμό των ραντεβού για την πρώτη δόση, από τις 5-7.000 έχουμε φθάσει τις 15-20.000, άρα τα μέτρα αποδίδουν». Επιπλέον, «το ποσοστό 73% των εμβολιασμένων ενηλίκων είναι για τη χώρα μας και τα χαρακτηριστικά που έχει ένα υψηλό ποσοστό», υποστήριξε επίσης, υπενθυμίζοντας ότι «πέρυσι, πριν από την έναρξη της εμβολιαστικής εκστρατείας, αυτοί που στις δημοσκοπήσεις έλεγαν πως σίγουρα θα κάνουν το εμβόλιο ήταν στο 33%».

Η Ελλάδα είναι στο μεταίχμιο Δύσης και Ανατολής -«προφανώς θέλουμε να πάμε στη Δύση»- ανέφερε ο υπουργός, με την ταυτόχρονη διευκρίνιση ότι άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Πορτογαλία, έχουν κουλτούρα πολιτικής συνεννόησης και άλλη κουλτούρα μεταξύ των πολιτών.

«Στον υπόλοιπο βαλκανικό χώρο τα ποσοστά είναι στο μισό του δικού μας ποσοστού, να μην ισοπεδώνουμε την προσπάθεια που έχει γίνει, είμαστε μια χώρα χωρίς οργανωμένο σύστημα πρωτοβάθμιας υγείας», πρόσθεσε.