Περιεχόμενα
Το 4ο κύμα της πανδημίας «χτυπά» ήδη την χώρα μας, με πολιτεία, επιστήμονες και υγειονομικούς να βλέπουν τον αριθμό των κρουσμάτων να βρίσκεται σε δυσθεώρητα επίπεδα. Η πίεση στο ΕΣΥ γίνεται όλο και πιο ασφυκτική, ειδικά στις περιοχές με χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη και ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού να εξακολουθεί να αρνείται να εμβολιαστεί.
Νωρίτερα, σήμερα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιβεβαίωσε πως δεν πρόκειται να γίνει lockdown για τους ανεμβολίαστους, με το κυβερνητικό επιτελείο να εξετάζει άλλες επιλογές προκειμένου να ανακόψει την πορεία της πανδημίας, καθώς και να πείσει τους πολίτες να εμβολιαστούν. Την ίδια ώρα, θέλει να εφαρμόσει ένα πλαίσιο που από την μία να προστατεύει την δημόσια υγεία κι από την άλλη να κρατήσει «ζωντανή» την οικονομία.
Ανησυχία από τους επιστήμονες για το 4ο κύμα
Στο μεταξύ, οι επιστήμονες εκφράζουν συνεχώς την ανησυχία τους, κυρίως για τις αντοχές του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Τις επόμενες ώρες θα γίνει πιο ξεκάθαρη η εικόνα για το αν οι ιδιώτες γιατροί θα συνδράμουν τους συναδέλφους τους στα δημόσια νοσοκομεία, ανταποκρινόμενοι στην πρόσκληση που έγινε από τους Συλλόγους ή αν θα παρουσιαστούν στις κλινικές covid-19 έχοντας παραλάβει φύλλα επίταξης υπηρεσιών από τις κατά τόπους αστυνομικές διευθύνσεις.
Είναι αναγκαίο να γίνουν περισσότεροι εμβολιασμοί
Αναμφίβολα, η κυβέρνηση επιδιώκει σε περισσότερους εμβολιασμούς για την ανακοπή της πορείας της πανδημίας, ωστόσο έχει λάβει τα ακόλουθα μέτρα για τους ανεμβολίαστους:
• μείωση της χωρητικότητας και σε άλλους χώρους πλην των σούπερ μάρκετ, όπως η εστίαση και η ψυχαγωγία,
• Αύξηση του αριθμού των τεστ για τους ανεμβολίαστους
• επαναφορά της τηλεργασίας,
• θέσπιση κλιμακωτού ωραρίου προσέλευσης στο δημόσιο, το οποίο θα αραίωνε τα δρομολόγια στα μέσα μαζικής μεταφοράς
• χρήση της μάσκας σε ανοιχτούς χώρους και διπλής μάσκας στα μέσα μαζικής μεταφοράς,
• σύσταση σε υπερήλικες για αποφυγή συναναστροφών,
• είσοδος με τεστ στα σούπερ μάρκετ, για όσους δεν έχουν κάνει εμβόλιο
Σαρηγιάννης: Στις αρχές Δεκεμβρίου η κορύφωση του κύματος με πάνω από 7.000 κρούσματα
Για μείωση της αυξητικής τάσης στην εμφάνιση νέων κρουσμάτων του κορωνοϊού έκανε λόγο από πλευράς του ο Καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής του ΑΠΘ, Δημοσθένης Σαρηγιάννης. Μιλώντας στον ΑΝΤ1 το πρωί της Τρίτης προέβλεψε μία πρόσκαιρη επιβράδυνση για λίγες ημέρες και εκ νέου επιτάχυνση στη συνέχεια, προσδιορίζοντας την κορύφωση του «κύματος» της πανδημίας στις 3-4 Δεκεμβρίου, με περίπου 7.300 κρούσματα ημερησίως.
Ερωτηθείς σχετικά με την επάρκεια των μέτρων προκειμένου να φθάσουμε στη μείωση της διασποράς, ο κ. Σαρηγιάννης είπε χαρακτηριστικά: «Εξαρτάται πώς θέλουμε να φθάσουμε εκεί. Για να γίνει γρήγορα, χρειάζονται πολύ δραστικά μέτρα. Αντίθετα, αν επιλέξεις έναν πιο ήπιο τρόπο, που θα αφήνει την κοινωνία και την οικονομία να λειτουργεί με κανονικότητα, αυτό θα κοστίζει δυστυχώς ανθρώπινες ζωές. Και βλέπουμε την αύξηση των θανάτων αυτήν την στιγμή». Την ίδια ώρα χαρακτήρισε επίσης «εγκληματική» τη συμβολή ορισμένων επαγγελματιών υγείας στο να μην κάνουν το εμβόλιο συμπολίτες μας.
Λουκίδης: Να επανέλθει η εφαρμογή της μάσκας και η τηλεργασία
Για σταθεροποίηση του αριθμού των κρουσμάτων προς το παρόν, έκανε λόγο ο καθηγητής Πνευμονολογίας, Στέλιος Λουκίδης σημειώνοντας πως η Τρίτη είναι από τις πιο σημαντικές ημέρες όσον αφορά στην καταγραφή μολύνσεων καθώς τότε διενεργούνται πολλά τεστ.
Μιλώντας στην ΕΡΤ1 το πρωί της Τρίτης, εμφανίστηκε ιδιαίτερα προβληματισμένος για την επιβαρυμένη υγειονομική κατάσταση της χώρας και δήλωσε πως «δεν περιμένει πολλά πράγματα από αυτή την παρέμβαση», εννοώντας τα νέα μέτρα για τον έλεγχο της διασποράς του κορωνοϊού που τέθηκαν πρόσφατα σε ισχύ. Παράλληλα τάχθηκε υπέρ της επαναφοράς της μάσκας και της τηλεργασίας.
«Η εφαρμογή της μάσκας μάς βοήθησε πέρυσι να απομειώσουμε σημαντικά και όλες τις ιώσεις. Θα πρέπει, επίσης, σε κάποιες υπηρεσίες, να επανέλθει η τηλεργασία γιατί, και θα μειώσει την κινητικότητα ,και συγχρόνως θα απομειώσει την κίνηση στους δρόμους και στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Δεν μπορεί να κλείσει η κοινωνία ξανά, αλλά δεν μπορεί και το σύστημα υγείας να παραμείνει σε πίεση όλων των περιστατικών. Έχουμε να αντιμετωπίσουμε πλέον και τα περιστατικά και τα non Covid, τα οποία εμπιστεύονται και πάλι το ΕΣΥ».