Περιεχόμενα
Πριν από λίγες εβδομάδες, ο συνιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της πλατφόρμας Airbnb, Μπράιαν Τσέσκι, μίλησε για το μεγαλύτερο rebound στον τουρισμό και στην αύξηση των κρατήσεων στα καταλύματα της υπηρεσίας διαμονής. Στην Ελλάδα, ωστόσο, το Airbnb χάνει σε δημοφιλία, καθώς ολοένα και περισσότερα καταλύματα αποχωρούν και γυρνούν στο κλασικό και «αξιόπιστο» ενοίκιο. Οι μειώσεις παρατηρούνται και στις πιο πολυσύχναστες περιοχές της Αθήνας.
Συγκεκριμένα σημειώθηκε μείωση της τάξης του 39,95%, με το σύνολο των εγγεγραμμένων ακινήτων να φτάνουν τα 4.996 όταν το 2019 την ίδια χρονική περίοδο ήταν 7.684, παρουσιάζουν τα εγγεγραμμένα ακίνητα στην πλατφόρμα βραχυχρόνιας μίσθωσης Airbnb, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της AirDNA.
Στο Κολωνάκι από 332 εγγεγραμμένα ακίνητα τον Ιούνιο του 2019, πλέον έχουν απομείνει 179, παρουσιάζεται δηλαδή μείωση της τάξεως του 46,08%. Στο Παγκράτι από 411 το 2019, λειτουργούν 202 το 2021, μείωση της τάξεως του 50,85%, ενώ μειώσεις της τάξεως ακόμη και 60%-70% στον αριθμό των εγγεγραμμένων ακινήτων καταγράφονται στις δευτερεύουσες σε επιλογή περιοχές του παρελθόντος, όπως Νέα Κυψέλη, Γούβα και Ριζούπολη.
«Τα ακίνητα που είναι εγγεγραμμένα σε πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης, είναι ακίνητα μικρής επιφάνειας από 30τμ έως 60τμ που είναι κατάλληλα για φοιτητές, εργένηδες και νέα ζευγάρια, δεν είναι ακίνητα που πληρούν τις προδιαγραφές μιας οικογένειας, που για να καλύψει τη στεγαστική της ανάγκη απαιτούνται, τουλάχιστον δυο υπνοδωμάτια, άρα στοχεύουν σε πολύ περιορισμένο κοινό για τα σημερινά δεδομένα», εξηγεί ο πρόεδρος του Πανελλαδικού Κτηματομεσιτικού Δικτύου E-RealEstates, Θεμιστοκλής Μπάκας, που διεξήγαγε την έρευνα.
Οι ζητούμενες τιμές μίσθωσης των ακινήτων που έχουν επιστρέψει στο ενοίκιο, σύμφωνα με την έρευνα, παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και σε πολλές περιπτώσεις, ιδίως σε περιοχές όπως το Μετς, το Κουκάκι, η Ακρόπολη και το Ζάππειο αγγίζουν τα 17€/τμ, ενώ σε Παγκράτι, Αμπελόκηπους και Μεταξουργείο κυμαίνονται από 10€/τ.μ. έως 12€/τ.μ. Σε αντίθεση με το παρελθόν αρκετοί ιδιοκτήτες έχουν υιοθετήσει πλέον την 3ετη διάρκεια μίσθωσης.
«Στις υψηλές ζητούμενες τιμές μίσθωσης που καταγράφονται στους σχετικούς πίνακες συντελεί η μικρή διαθεσιμότητα ακινήτων προς μίσθωση σε συνάρτηση με την αυξανόμενη ανάγκη για ανεύρεση προς μίσθωση ακινήτων, καθώς και το γεγονός ότι τα ακίνητα που διατίθενται είναι επί των πλείστων πλήρως ανακαινισμένα, επιπλωμένα και με το σύνολο των οικοσυσκευών», σημειώνει ο κ. Μπάκας. Και συνεχίζει: «Πολλοί ιδιοκτήτες για να πραγματοποιήσουν την ανακαίνιση του ακινήτου τους, είτε έχουν χρησιμοποιήσει τραπεζικό δανεισμό, είτε έχουν επενδύσει τις οικονομίες τους ή/και την αποζημίωση τους ή/και το εφάπαξ τους και επιθυμούν είτε να ανταπεξέλθουν στις δανειακές τους υποχρεώσεις, είτε να λάβουν μια καλή απόδοση από την επένδυση που έχουν πραγματοποιήσει, γεγονός που σε πολλές περιπτώσεις «μπερδεύονται» με τις αποδόσεις που λάμβαναν μέσω βραχυχρόνιας μίσθωσης και τώρα ευελπιστούν μέσω των μακροχρόνιων συμβατικών μισθώσεων».
Στην έκθεση σημειώνεται ότι αν οι ιδιοκτήτες επιθυμούν πραγματικά να επιστρέψουν στις μακροχρόνιες – παραδοσιακές μισθώσεις, μισθώνοντας το ακίνητό τους, θα πρέπει να εξετάσουν από την αρχή τις ζητούμενες τιμές ενοικίασης ιδιαίτερα όταν στοχεύουν να το εκμισθώσουν σε φοιτητή με τα σημερινά δεδομένα, όπου, τη φετινή χρονιά θα βρίσκονται σε στάση αναμονής με τη λογική ενδεχόμενου νέου κύκλου της πανδημίας και δεν θα προβούν άμεσα σε μίσθωση φοιτητικής στέγης όπως πριν από την πανδημία.
Οι επιπτώσεις που είχε η πανδημία
Οι απομείναντες ιδιοκτήτες ακινήτων εγγεγραμμένων σε πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης, δέχτηκαν την χαριστική βολή αρχές Φεβρουαρίου του 2020 με τα πρώτα κρούσματα του κορωνοϊού στην Κίνα, που αποτελούσαν και το μεγαλύτερο ποσοστό επισκεπτών τους. Οι ακυρώσεις από Κινέζους και Ινδούς, χτύπησαν «κόκκινο», ενώ στη συνέχεια είχαμε την εκδήλωση της πανδημίας σε διάφορες χώρες του πλανήτη.
Το μεγαλύτερο ποσοστό ακινήτων εγγεγραμμένων σε πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης, όπως καταγράφεται στην έκθεση του Πανελλαδικού Κτηματομεσιτικού Δικτύου E-RealEstates διαχειρίζονταν από τους ίδιους τους ιδιοκτήτες ως φυσικά πρόσωπα και δεν εντάχθηκαν στα μέτρα στήριξης λόγω πανδημίας του κορωνοϊού, όπου εντάχθηκαν μόνο οι εταιρείες – νομικά πρόσωπα διαχείρισης ακινήτων βραχυχρόνιων μισθώσεων.
Αποτέλεσμα ήταν οι ιδιοκτήτες ακινήτων εγγεγραμμένων σε πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης, στην προσπάθειά τους να κερδίσουν όσες περισσότερες πληρότητες μπορούσαν, να μειώσουν τις τιμές και να εφαρμόσουν την ευέλικτη πολιτική ακύρωσης (μη κλειδωμένες κρατήσεις). «Παράλληλα, πολλοί ιδιοκτήτες ενεργών ακινήτων εγγεγραμμένα σε πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης διαβλέποντας τα αρνητικά δεδομένα της τουριστικής σεζόν, από τον Ιούνιου του 2020 είχαν εγγράψει – καταχωρήσει τα ακίνητα τους ταυτόχρονα και σε site αγγελιών διαθέτοντάς τα προς μίσθωση μεγαλύτερης διάρκειας, προσδοκώντας είτε το ακίνητο να μισθωθεί για μεγαλύτερη διάρκεια στο ζητούμενο μηνιαίο μίσθωμα, είτε να πραγματοποιηθεί κάποια ικανοποιητική εισοδηματικά κράτηση μέσω βραχυχρόνιας μίσθωσης», σημειώνει ο Θεμιστοκλής Μπάκας.
Υψηλές οι τιμές για τον Ιούνιο του 2020
Οι ζητούμενες τιμές μίσθωσης μεγαλύτερης διάρκειας για επιπλωμένα – πλήρως ανακαινισμένα ακίνητα, ήταν αρκετά υψηλές ακόμη και αν συμπεριλάμβαναν το κόστος των κοινοχρήστων και internet. Ενώ, οι ιδιοκτήτες σε μεγάλο ποσοστό επιθυμούσαν να μισθώσουν τα ακίνητά τους για χρονικά διαστήματα 5-6μηνών έως και 1 έτος, χρονικά διαστήματα που δεν σχετίζονται με τις συμβατικές – μακροχρόνιες μισθώσεις. Κατ ΄ουσίαν, επιθυμούσαν να διατηρήσουν στάση αναμονής για την επιστροφή τους στις βραχυχρόνιες μισθώσεις αν άλλαζαν τα δεδομένα. Ταυτόχρονα, το μεγαλύτερο μέρος των ακινήτων ήταν επιπλωμένα, που για έναν εργένη, νέο ζευγάρι ή/και φοιτητή που στόχευαν για ενοικιαστή, η μίσθωση επιπλωμένου ακινήτου δεν εξυπηρετεί πάντα.
«Οι ιδιοκτήτες με τις αρχικές ζητούμενες τιμές μίσθωσης, είχαν ουσιαστικά «ταυτίσει» το μηναίο μίσθωμα – εισόδημα από τις παραδοσιακές – μακροχρόνιες μισθώσεις με τα έσοδα από τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, δυο δεδομένα που δεν μπορούν να συγκριθούν και παράλληλα να ταυτιστούν. Οι ιδιοκτήτες των ακινήτων, δεν ήθελαν – δεν μπορούσαν να συνειδητοποιήσουν τη διαφορά μεταξύ των δυο ειδών μίσθωσης, η βραχυχρόνια μίσθωση «απαιτεί» την ενεργή συμμετοχή του ιδιοκτήτη – την προσωπική του εργασία (καθαρισμός του ακινήτου, πετσέτες, σεντόνια, διάφορες εργασίες στο ακίνητο, διαδικασία άφιξης και αναχώρησης του εκάστοτε επισκέπτη), σε αντίθεση με τις παραδοσιακές μισθώσεις που το μηνιαίο μίσθωμα αποτελεί πραγματικό έσοδο χωρίς προσωπική εργασία και μηνιαία λειτουργικά έξοδα (internet, κοινόχρηστα, ρεύμα, νερό κλπ)», αναφέρεται στην έκθεση.
Ένα μεγάλο μέρος των ιδιοκτητών αντιλαμβανόμενοι ότι οι αρχικές ζητούμενες προϋποθέσεις μίσθωσης του ακινήτου τους (ύψος μηνιαίου μισθώματος, διάρκεια μίσθωσης) δεν είχαν τελικά την επιθυμητή ανταπόκριση από τους ενοικιαστές μακροχρόνιες μίσθωσης, με αποτέλεσμα τα εισοδήματα τους όλο αυτό το διάστημα να παραμένουν μηδενικά. Αρκετοί ιδιοκτήτες αποφάσισαν να προβούν αυτοβούλως σε μειώσεις των ζητούμενων μηνιαίων μισθωμάτων και ταυτόχρονα να αυξήσουν την διάρκεια μίσθωσης στα τρία έτη που αποτελεί νομοθετικά και τη μικρότερη διάρκεια οικιστικής μίσθωσης.
Ρεκόρ εγγραφής ακινήτων στην πλατφόρμα το 2019
Η οικονομία διαμοιρασμού τα τελευταία χρόνια – πριν την πανδημία του κορωνοϊού, ενίσχυσε την ελληνική οικονομία μέσω των εισπραχθέντων φόρων με περισσότερα από 444 εκατ €, 68 εκατ. € το 2017, 176 εκατ. € το 2018 και περίπου 200 εκατ. € το 2019. Ο τζίρος της οικονομίας διαμοιρασμού για την eλληνική οικονομία από τον Ιούνιο του 2018 έως τον Μάιο του 2019, άγγιξε τα 1,15 δις. €. Τα ακίνητα που καταχωρήθηκαν σε πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης το 2018 ήταν 72.144 (αύξηση κατά 21% σε σχέση με το 2017) και τον Δεκέμβριο του 2019 άγγιξαν τις 94.592.
Ο κ. Μπακας εξηγεί ότι «αν και τα παραπάνω νούμερα είναι εντυπωσιακά, ο κλάδος των βραχυχρόνιων μισθώσεων τους τελευταίους μήνες του 2019 και ιδιαίτερα από τον Μάιο του 2019 , βρισκόταν σ΄ ένα στάδιο αυτορρύθμισης, προσπαθούσε να βρει τον βηματισμό του και να αποκτήσει το μερίδιο που του αναλογεί στην κτηματαγορά και στην αναπτυσσόμενη τουριστική βιομηχανία της χώρας μας. Καθοριστικός παράγοντας για το 2020 καθώς και το 2021 αποτέλεσαν τα χαμηλά ή/και μηδενικά εισοδήματα λόγω Covid-19 ιδιαίτερα στις περιοχές του κέντρου της Αθήνας.
Φωτογραφία: Unsplash.com /
Evan Wise