Η Αντιόχεια έχει γίνει μια πόλη-φάντασμια πια. Μια ακμάζουσα σύγχρονη μητρόπολη σχεδόν 400.000 ανθρώπων και κοιτίδα της ρωμαϊκής, βυζαντινής και οθωμανικής ιστορίας «σβήστηκε» από τον χάρτη. Οι δύο τεράστιοι σεισμοί της 6ης Φεβρουαρίου σκόρπισαν την καταστροφή σε ολόκληρη τη νότια Τουρκία, αλλά η καταστροφή σε αυτή την πόλη ξεχωρίζει.
Το πιο εντυπωσιακό είναι η αίσθηση της εγκατάλειψης στην Αντιόχεια, καθώς όσοι επέζησαν από το χτύπημα του Εγκέλαδου, έφυγαν από την πόλη με ό,τι μπορούσαν να κουβαλήσουν. Έτσι, σύμφωνα με τη «The Washington Post», άφησαν διαβατήρια στο συρτάρι και οικογενειακές φωτογραφίες στους τοίχους. «Η Αντιόχεια τελείωσε»: Αυτή η φράση αντηχεί πλέον στους κατοίκους της νοτιοανατολικής Τουρκίας.
Antakya has become a city of ghosts. A thriving modern metropolis of nearly 400,000 people — and a cradle of Roman, Byzantine and Ottoman history — belongs now to the birds and earth-moving machines after the two massive earthquakes on Feb.6. https://t.co/t66DlLV4cz
— The Washington Post (@washingtonpost) February 24, 2023
Ερείπια πια η Αντιόχεια
Οι Τούρκοι λένε ότι η οδός Κουρτουλούς ήταν η πρώτη στην ιστορία που φωτίστηκε τη νύχτα. Παρέμεινε ζωντανή όλες τις ώρες κατά σύγχρονη εποχή, μια εμπορική περιοχή διάσπαρτη με παλαιοπωλεία, εστιατόρια και σπίτια.
Στη μία άκρη του δρόμου βρίσκεται το Habib-i Neccar, ένα από τα παλαιότερα τζαμιά της Ανατολίας, που σήμερα είναι ερειπωμένο. Στην άλλη άκρη βρίσκεται η εκκλησία του Αγίου Πέτρου, που χρονολογείται από τις αρχές του 12ου αιώνα και την εποχή των Σταυροφοριών. Μια σκάλα υπέστη ζημιές από τους σεισμούς, αλλά η πέτρινη όψη της εκκλησίας έμεινε αλώβητη.
Έξω από ένα ξενοδοχείο, τα δωμάτια του οποίου πήραν τα ονόματα βασιλιάδων των Χετταίων καθώς και θεοτήτων της Αρχαίας Ελλάδας, υπάρχουν απομεινάρια… ζωής: Φωτοτυπημένες σημειώσεις, ένα ταλαιπωρημένο τζιν μπουφάν, ένα δοχείο με παιδικές τροφές.
Όλα ήταν απόκοσμα ήσυχα μέχρι που ο Μουσταφά Ουγκούρ εμφανίστηκε ξαφνικά από ένα κτήριο κατοικιών, κρατώντας ένα χαρτόκουτο. «Κοίτα αυτό, είναι πανέμορφο» είπε, βγάζοντας ένα περιστέρι από το κουτί. «Ήρθα εδώ για να βοηθήσω τον γέρο θείο και να πάρω τα περιστέρια του σε ασφαλές μέρος».
Σημάδια ζωής και… ελληνικά διαβατήρια
Ακόμα και τα κτήρια που παραμένουν όρθια στην Αντιόχεια, είναι γεμάτα από ρωγμές, που διαπερνούν υπνοδωμάτια και κουζίνες. Οι κουρτίνες κουνιούνται από τον αέρα, ο οποίος περνά μέσα από τα σπασμένα παράθυρα και τις τρύπες στους τοίχους.
Μερικές φορές, μόνο μικρά αντικείμενα επιβίωσαν από τα φονικά Ρίχτερ: Κάποια ελληνικά διαβατήρια και μερικά τσιμπιδάκια για τα μαλλιά βρίσκονταν με ασφάλεια σε ένα συρτάρι. Ένα βάζο χωρίς καπάκι, άθικτο ακόμα, είχε πάνω του ένα χειρόγραφο σημείωμα. «Nane» ήταν η μοναδική λέξη, που στα Τουρκικά σημαίνει «μέντα».
Σε μερικούς δρόμους, στρατιώτες έκαναν σκοπιά για να αποτρέψουν τις λεηλασίες. Συγκεντρώθηκαν γύρω από αυτοσχέδιες φωτιές, τρέμοντας από το κρύο. Τα άδεια διαμερίσματα στέκονταν από πάνω τους.
Μόνο αναμνήσεις πια
Πολύχρωμα ρούχα ήταν πεταμένα στις γωνίες των δρόμων σε όλη την πόλη, καλυμμένα με σκόνη. Είχαν δοθεί σε σεισμόπληκτους, αλλά λίγοι κάτοικοι έχουν μείνει στην Αντιόχεια για να τα πάρουν. Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που βρίσκονταν ακόμα εδώ, ήταν από τις ομάδες έρευνας και διάσωσης.
Η Βελί και ο Γεσίμ Μπαγκί ήταν η εξαίρεση. Tα καθαρά υπάρχοντά τους βρίσκονταν πάνω στα χαλάσματα. Περίμεναν στον μακρύ, ήσυχο δρόμο, με το μουσικό τους κατάστημα, το οποίο κάποτε ήταν απέναντι από ένα πάρκο. «Αυτό το μέρος ήταν πολύ όμορφο», είπε η Βελί Μπαγκί, καθηγήτρια μουσικής, και πρόσθεσε: «Η γειτονιά ήταν καινούργια, τα περισσότερα κτήρια ήταν καινούργια. Όλα θα ήταν τέλεια, όλα υποτίθεται ότι θα ήταν όμορφα».