Το δημογραφικό πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ένα από τα πιο σημαντικά θέματα που επηρεάζει την κοινωνία και την οικονομία τα τελευταία χρόνια. Οι κύριες δημογραφικές τάσεις στη χώρα περιλαμβάνουν τη γήρανση του πληθυσμού, τη μείωση των γεννήσεων και την αυξανόμενη μετανάστευση, γεγονότα που συνδυάζονται για να δημιουργήσουν προκλήσεις για την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη.
Η Ελλάδα, όπως και άλλες χώρες του δυτικού κόσμου, έχει βιώσει μια έντονη μείωση των γεννήσεων τα τελευταία χρόνια, με τον συντελεστή γονιμότητας να είναι πολύ χαμηλότερος από το αναγκαίο επίπεδο των 2,1 παιδιών ανά γυναίκα για την ανανέωση του πληθυσμού. Παρά τη σημαντική μείωση της γεννητικότητας, δεν έχει υπάρξει επαρκής συνειδητοποίηση και αναγνώριση της σοβαρότητας του προβλήματος σε θεσμικό επίπεδο, ενώ σε πολλές περιπτώσεις οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν δεν είχαν τη διάρκεια ή τη συνοχή που απαιτούνται για να αντιμετωπιστεί το δημογραφικό ζήτημα αποτελεσματικά.
Επιπλέον, η οικονομική κρίση που έπληξε τη χώρα τα τελευταία χρόνια, η ανασφάλεια στους νέους ανθρώπους για το μέλλον τους, η αυξανόμενη ανεργία και η δυσκολία στην απόκτηση οικογένειας έχουν εντείνει την τάση της υπογεννητικότητας. Οι νέοι άνθρωποι καθυστερούν ή αποφεύγουν την τεκνοποίηση λόγω της οικονομικής πίεσης και της αβεβαιότητας για το μέλλον. Παράλληλα, η μετανάστευση των νέων και καταρτισμένων ανθρώπων προς άλλες χώρες της Ευρώπης ή εκτός αυτής έχει αποδυναμώσει ακόμα περισσότερο την κοινωνική και εργατική βάση της χώρας.
Την στιγμή που το δημογραφικό αποτελεί τεράστιο πρόβλημα, τα δεδομένα για το προσδόκιμο ζωής στην Ελλάδα, σύμφωνα με την Eurostat, δείχνουν ότι ο μέσος Έλληνας ζει κατά μέσο όρο 80,8 χρόνια, το οποίο είναι ελαφρώς υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο των 80,6 ετών. Ωστόσο, παρατηρείται σημαντική διαφορά στο προσδόκιμο ζωής μεταξύ ανδρών και γυναικών, με τις γυναίκες να ζουν κατά μέσο όρο 83,4 χρόνια και τους άνδρες 78,3 χρόνια στην Ελλάδα. Αυτή η διαφορά είναι μεγαλύτερη σε σύγκριση με την ΕΕ, όπου οι άνδρες ζουν κατά μέσο όρο 5,4 χρόνια λιγότερο από τις γυναίκες.
Σε περιφερειακό επίπεδο, το προσδόκιμο ζωής στην Ελλάδα παρουσιάζει σημαντικές διακυμάνσεις, με κάποιες περιοχές να καταγράφουν υψηλότερους μέσους όρους από τον εθνικό. Οι περιφέρειες με τα υψηλότερα προσδόκιμα ζωής είναι η Ήπειρος, η Αττική, η Κεντρική Μακεδονία, η Κρήτη και το Νότιο Αιγαίο. Ειδικότερα, στην νησιωτική Ελλάδα και στην Ήπειρο, το προσδόκιμο ζωής το 2022, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ήταν περίπου 82 έτη. Αντίθετα, στην υπόλοιπη Ελλάδα το προσδόκιμο ζωής κυμαίνεται μεταξύ 79 και 80 ετών. Αυτές οι διαφορές αντανακλούν πιθανώς κοινωνικοοικονομικούς, περιβαλλοντικούς και υγειονομικούς παράγοντες που διαφέρουν ανά περιοχή.
Ο εθνικός μέσος όρος του προσδόκιμου ζωής στην Ελλάδα κυμαίνεται γύρω από τα 80 έτη για τους άνδρες και τα 84 έτη για τις γυναίκες, με τις γυναίκες παραδοσιακά να παρουσιάζουν υψηλότερο προσδόκιμο ζωής σε όλες τις περιφέρειες. Ωστόσο, υπάρχουν σημαντικές περιφερειακές αποκλίσεις. Σύμφωνα με την Έκθεση κοινωνικών και οικονομικών τάσεων στις ελληνικές περιφέρειες του ΙΟΒΕ, η Αττική ξεπερνά τον εθνικό μέσο όρο για τα δύο φύλα, ενώ η Ήπειρος καταγράφει το υψηλότερο προσδόκιμο ζωής τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες.
Αντίθετα, η Δυτική Μακεδονία εμφανίζει το χαμηλότερο προσδόκιμο ζωής για τα δύο φύλα. Αυτές οι περιφερειακές ανισότητες αντανακλούν την πολύπλοκη αλληλεπίδραση κοινωνικοοικονομικών παραγόντων, προσβασιμότητας στην υγειονομική περίθαλψη, τρόπου ζωής και περιβαλλοντικών επιδράσεων.
Το διαρκές χάσμα μεταξύ των δύο φύλων στο προσδόκιμο ζωής υπογραμμίζει την ανάγκη για πολιτικές υγείας που να λαμβάνουν υπόψη τις διαφορετικές ανάγκες των ανδρών και των γυναικών και να προσαρμόζονται στις ιδιαιτερότητες των διαφόρων περιοχών.
Τι συμβαίνει στο δημογραφικό στην Κρήτη και στα Δωδεκάνησα
Το δημογραφικό της Κρήτης παρουσίασε τη θετικότερη μεταβολή στο φυσικό ισοζύγιο στην Ελλάδα κατά την περίοδο 1990-2022, με αύξηση του πληθυσμού κατά περίπου 30.000 άτομα. Ωστόσο, το 2022 καταγράφηκε αρνητικό φυσικό ισοζύγιο, καθώς οι γεννήσεις μειώθηκαν σε 5.529 και οι θάνατοι αυξήθηκαν σε 6.317. Αυτό αποτελεί ανησυχητική τάση, παρά τον υψηλότερο από τον εθνικό μέσο όρο συντελεστή γονιμότητας της Κρήτης, ο οποίος ήταν 1,54 μεταξύ 1990 και 2022. Παρότι μειώθηκε ελαφρώς στο 1,38 το 2022, παραμένει ακόμα από τους υψηλότερους στην Ελλάδα. Επίσης, το προσδόκιμο ζωής στην Κρήτη είναι υψηλότερο του εθνικού μέσου όρου, φτάνοντας τα 80,7 έτη το 2022.
Στο δημογραφικό στο Νότιο Αιγαίο, η περιοχή κατέχει το δεύτερο καλύτερο φυσικό ισοζύγιο στην Ελλάδα, με κατά μέσο όρο 3.260 γεννήσεις και 2.551 θανάτους ετησίως. Το 2022, υπήρξε ελαφρά μείωση στις γεννήσεις (3.039) και αύξηση στους θανάτους (2.700), ωστόσο το φυσικό ισοζύγιο παρέμεινε θετικό. Ο μέσος συντελεστής γονιμότητας στην περιοχή ήταν 1,46 την περίοδο 1990-2022, ελαφρώς υψηλότερος από τον εθνικό μέσο όρο, και μειώθηκε στο 1,35 το 2022, παραμένοντας όμως από τους υψηλότερους στην Ελλάδα. Το προσδόκιμο ζωής στο Νότιο Αιγαίο ήταν 80,27 έτη, αυξανόμενο στα 80,8 έτη το 2022, με την πλειονότητα των γεννήσεων να εντοπίζεται στην ηλικιακή ομάδα 18-39 ετών.
Αυτές οι περιοχές, παρά την αρνητική τάση στο φυσικό ισοζύγιο σε ορισμένα έτη, συνεχίζουν να παρουσιάζουν σχετικά υψηλούς δείκτες γονιμότητας και προσδόκιμο ζωής, οι οποίοι είναι θετικοί παρά την αυξανόμενη τάση των θανάτων και τη μείωση των γεννήσεων.
*Photo Credit: Shutterstock