Ο Τόλης Βοσκόπουλος, ο «Πρίγκιπας του ελληνικού τραγουδιού» όπως τον αποκαλούσαν, έφυγε σήμερα από τη ζωή σε ηλικία 81 ετών. Ο τραγουδιστής αντιμετώπιζε χρόνιο αναπνευστικό πρόβλημα και είχε μπει στο νοσοκομείο τον Μάιο, ωστόσο είχε καταφέρει να επιστρέψει σπίτι του. Τελικά, η ανακοπή καρδιάς ήταν η αιτία να σιγήσει για πάντα μια από τις κορυφαίες φωνές του λαϊκού τραγουδιού.
Η ζωή του στο ελληνικό τραγούδι
Όταν πρωτοξεκίνησε στο τραγούδι λόγω του στυλ, του στησίματος του στο πάλκο, και του τρόπου ερμηνείας και ντυσίματος, οι φανατικοί θαυμαστές του τον αποκαλούσαν Πρίγκιπα. Ένας καλλιτέχνης που είχε φανατικούς θαυμαστές, και όπως λένε χαρακτηριστικά «τον Βοσκόπουλο ή θα τον λατρεύεις ή δεν θα τον ακούς καθόλου».
Ο Τόλης Βοσκόπουλος βρισκόταν στην κορυφή του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού για δεκαετίες, γεγονός που οδήγησε τον εξίσου μεγάλο καλλιτέχνη και στιχουργό σε πολλές επιτυχίες του, Γιάννη Πάριο, να δηλώσει: «ο μόνος σταρ που έχει η Ελλάδα είναι ο Τόλης». Μάλιστα όπως έχει δηλώσει ο Γιώργος Γερολυμάτος τη δεκαετία του 1970 οι νέοι τραγουδιστές έσπαγαν το δόντι τους προκειμένου να μοιάσουν στον Βοσκόπουλο (λόγω της χαρακτηριστικής οδοντοστοιχίας του καλλιτέχνη). Ο Γιώργος Ζαμπέτας στην αυτοβιογραφία του σημειώνει: «Ο Τόλης είναι γεννημένος θεατρίνος. Ανεβαίνει στην πίστα και την καταπίνει όλη. Γιατί η πίστα όταν ανεβαίνεις σου λέει: φάε με για θα σε φάω. Να ξηγιόμαστε. Μεγάλος εργάτης ο Βοσκόπουλος, ο μεγαλύτερος».
Όπως είχε δηλώσει ο ίδιος ο Βοσκόπουλος κάποτε σε συνέντευξη του στη δημοσιογράφο Σεμίνα Διγενή, ξεκινώντας το τραγούδι, πήρα μαζί μου και τον ηθοποιό Βοσκόπουλο». Κατά περιόδους έχει γράψει τραγούδια τόσο σε στίχο όσο και μουσική που έχει συμπεριλάβει σε προσωπικούς του δίσκους ή τα έχουν ερμηνεύσει άλλοι καλλιτέχνες, με πιο γνωστό το ντουέτο του με τη Μαρινέλλα Εγώ κι εσύ το 1974 το οποίο έκανε ρεκόρ πωλήσεων και τραγουδιέται μέχρι και σήμερα. Ανάμεσα στους θαυμαστές του υπήρχαν και υπάρχουν άνθρωποι από όλες τις κοινωνικές τάξεις, από τον λαϊκό κόσμο των εργατικών συνοικιών, μέχρι την οικονομική ελίτ των εφοπλιστών, και βέβαια τον αείμνηστο Πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου.
Η πορεία στο καλλιτεχνικό στερέωμα
Γεννήθηκε στις 26 Ιουλίου του 1940 στον Πειραιά (Κοκκινιά). Είναι το δωδέκατο παιδί της οικογένειας Βοσκόπουλου (έχει 11 αδελφές). Πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο το 1958, σε ηλικία 18 ετών σε σκηνοθεσία Θάνου Τράγκα, και πέντε χρόνια αργότερα, το 1963, έκανε το ντεμπούτο του στον κινηματογράφο. Μπήκε στη δισκογραφία με το τραγούδι Βήμα-βήμα του αξέχαστου μουσικοσυνθέτη Λυκούργου Μαρκέα. Η καθιέρωσή του στο πεντάγραμμο ήρθε με την Άγωνία τη σημαδιακή χρονιά του 1968 (σύνθεση Γιώργου Ζαμπέτα) που μέσα σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα ξεπέρασε τις 300.000 πωλήσεις, ένα άπιαστο νούμερο για εκείνη την εποχή.
Είχε ένα εντυπωσιακό φάσμα συνεργασιών, ερμηνεύοντας τραγούδια του Γιώργου Ζαμπέτα, του Μίμη Πλέσσα, του Άκη Πάνου, του Θανάση Πολυκανδριώτη, του Μάριου Τόκα, του Γιάννη Πάριου, του Γιώργου Κατσαρού, του Κώστα Βίρβου, του Φοίβου και πολλών άλλων. Στην ιστορία έχει μείνει η συνεργασία του με τον Στράτο Διονυσίου. Μάλιστα όταν οι 2 καλλιτέχνες τραγουδούσαν στη Θεσσαλονίκη ένα απόγευμα αποφάσισαν να πάνε να παίξουν μπιλιάρδο. Η αγάπη του κόσμου για τα λαϊκά είδωλα ήταν τόσο μεγάλη που μέσα σε λίγη ώρα έξω από τη καφετέρια είχαν μαζευτεί χιλιάδες θαυμαστές με αποτέλεσμα να χρειαστεί η συνδρομή της αστυνομίας προκειμένου να μπορέσουν να βγούν από το μαγαζί. Για παραπάνω από 35 χρόνια όλες του οι εμφανίσεις ήταν sold-out με τον Πρίγκιπα να αποθεώνεται από τους φανατικούς θαυμαστές. Τραγούδια-επιτυχίες όπως «Δυο καρδιές», «Το φεγγάρι πάνωθέ μου», «Μα εγώ αγαπώ μία», «Και εσύ θα φύγεις», «Γλυκά πονούσε το μαχαίρι», «Οι άντρες δε μιλούν πολύ», «Άιντε στην υγειά της», «Αδέλφια μου, αλήτες, πουλιά», «Ανεπανάληπτος», «Πριν χαθεί το όνειρο μας», «Της Χελιδονούς το ρέμα», «Τσιγγάνα για χατίρι σου», «Ψύλλοι στα αφτιά μου», «Μου χρωστάει μια αγάπη η ζωή» και πόσα άλλα, όλα αγαπημένα, ακόμα και από κείνους που δεν λάτρεψαν το Βοσκόπουλο. Γιατί ο Βοσκόπουλος αμφισβητήθηκε πολύ. Όμως, τι είδωλο θα ‘ταν αν δεν είχε παράφορες και ακραίες τόσο αγάπες, όσο και αντιπάθειες;
Τη δεκαετία του 1980 ο Τόλης Βοσκόπουλος θα καθιερωθεί ως Πρίγκιπας του ελληνικού τραγουδιού με φανατικούς θαυμαστές που κάνουν κάθε δίσκο του χρυσό και πλατινένιο ενώ παράλληλα κάνουν κράτηση στα κέντρα που εμφανίζεται με το μήνα προκειμένου να εξασφαλίσουν προνομιακή θέση, κοντά στο είδωλο τους.
Το 2000 βραβεύτηκε από τα βραβεία ΠΟΠ ΚΟΡΝ (μετέπειτα Αρίων) για την συνολική προσφορά του στο ελληνικό τραγούδι. Το 2005 τραγούδησε σε 5000 άτομα στο φρούριο της Κέρκυρας και τα έσοδα από τη συναυλία πήγαν για φιλανθρωπικό σκοπό. Το 2011 έπειτα από τριετή απουσία από την αθηναϊκή νύχτα δέχτηκε την πρόταση του Αντώνη Ρέμου και εμφανίστηκε μαζί του στη μουσική σκηνή Διογένης στην Αθήνα, ένα σχήμα που αποτέλεσε το talk of the town της χρονιάς. Το καλοκαίρι του 2013 ο Τόλης Βοσκόπουλος επέστρεψε στον Πειραιά, στην πόλη που γεννήθηκε και μεγάλωσε. Σε μια συγκινητική συναυλία στο Βεάκειο Δημοτικό Θέατρο τραγούδησε στον κόσμο που είχε συγκεντρωθεί εκεί από νωρίς για να καταφέρει να εισέλθει μιας και τα εισιτήρια είχαν εξαντληθεί. Κατά τη διάρκεια της βραδιάς ο καλλιτέχνης βραβεύτηκε από τον δήμαρχο Πειραιά Βασίλη Μιχαλολιάκο για τη προσφορά του στο ελληνικό τραγούδι: «τον τόπο που γεννιέσαι και μεγαλώνεις τον κουβαλάς πάντα μέσα στην ψυχή σου, όπου κι αν βρεθείς. Μόνο συγκίνηση και βαθιά χαρά νοιώθω που επιστρέφω στον Πειραιά, που αγαπώ και έχω τόσες αναμνήσεις» δηλώνει ο Τόλης Βοσκόπουλος. Μια βραδιά γεμάτη συγκινήσεις. Μια ιδιαίτερη στιγμή ήταν όταν ανέβηκε στη σκηνή μαζί του ο Μίμης Πλέσσας ο οποίος δήλωσε: «δεν έκανα τίποτε άλλο από το να χειροκροτώ ένα συγκλονιστικό καλλιτέχνη».