Περιεχόμενα
Η απόφαση της Δικαιοσύνης αλλά και η ασυνεννοησία μεταξύ του επενδυτή Glafka Capital και του Σωματείου Εργαζομένων ήταν οι δύο βασικοί παράγοντες που οδήγησαν την περασμένη Δευτέρα την Επιτροπή Εποπτείας & Ελέγχου Παιγνίων (ΕΕΕΠ) στο κλείσιμο του Καζίνο Ρίου.
Με το καζίνο να έχει χάσει τη δικαστική προστασία και έχοντας υπέρογκα χρέη προς το Δημόσιο -μόνον προς τον ΕΦΚΑ ξεπερνούν τα 50 εκατ. ευρώ- η ΕΕΕΠ, ως όφειλε εκ του νόμου, προχώρησε στο κλείσιμό του.
«Η ΕΕΕΠ έκανε ό,τι ήταν δυνατόν από την πλευρά της ώστε να επιτύχει η προσπάθεια, με τρόπο που και ο επενδυτής να μη χάσει τα χρήματά του, αλλά και οι εργαζόμενοι να μπορέσουν να εισπράξουν τις καθυστερημένες οφειλές και κυρίως να εξασφαλίσουν την απασχόλησή τους», αναφέρει ο πρόεδρος της Επιτροπής Παιγνίων, Δημήτρης Ντζανάτος.
Ο ίδιος σημειώνει ότι εκεί που φαινόταν να πηγαίνουν όλα κατ’ ευχήν, η απόφαση του δικαστηρίου ήταν απορριπτική για την αρχική αίτηση εξυγίανσης, με βασικό αιτιολογικό ότι το «κούρεμα» που έγινε στις απαιτήσεις του Δημοσίου ήταν δυσανάλογα μεγάλο, σε σχέση με το «κούρεμα» που δεν έγινε στις απαιτήσεις των εργαζομένων.
«Αυτή η εξέλιξη», λέει ο πρόεδρος της ΕΕΕΠ, «δεν ήταν αναμενόμενη από κανέναν και όξυνε τις ήδη υπάρχουσες εντάσεις ανάμεσα στους φορείς που είχαν συμφέρον να προχωρήσει ομαλά η εξυγίανση. Η επιχείρηση άσκησε έφεση, αλλά δεν έγινε δεκτή η αίτησή της για διατήρηση της προστασίας μέχρι την εκδίκαση της έφεσης, όπως η ίδια η επιχείρηση αιτούνταν».
Στην απόρριψη τόσο της έφεσης, όσο και της αίτησης λήψης προσωρινών μέτρων μέχρι την εκδίκαση της έφεσης από το δικαστήριο της Πάτρας, συντέλεσαν και οι εργαζόμενοι της επιχείρησης. Οι τελευταίοι, αφού αρχικά συμφώνησαν με τον επενδυτή Glafka Capital και έλαβαν περίπου 1,7 εκατ. ευρώ, στη συνέχεια ήρθαν σε ρήξη μαζί του, κατηγορώντας τον ότι αθέτησε τη συμφωνία τους.
Η συμφωνία αυτή, όπως αναφέρει ο πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων Καζίνο Ρίου, Δημήτρης Καραγεωργόπουλος, προέβλεπε ότι είτε γίνει δεκτή, είτε όχι από το δικαστήριο της Πάτρας η αίτηση εξυγίανσης του καζίνο, οι εργαζόμενοι θα συνεχίσουν να αποπληρώνονται τα αρχικώς συμφωνηθέντα.
Η πλευρά, ωστόσο, του επενδυτή έκανε πίσω. Όπως υποστηρίζουν στελέχη από την πλευρά του επενδυτή, ενώ είχε καταβάλει πάνω από 1,7 εκατ. ευρώ στους εργαζομένους, το σχέδιο εξυγίανσης του καζίνο μετά την πρωτόδικη απόφαση ήταν στον αέρα. Έτσι, η εταιρεία αποφάσισε να βάλει τέλος στις 300.000 ευρώ διατέθηκαν στην ομάδα των 30 εργαζομένων (που έκαναν επίσχεση και κατάσχεση εργασίας στο καζίνο):
-800.000 ευρώ στο Σωματείο Εργαζομένων.
-100.000 ευρώ σε πολλές υπο-ομάδες εργαζομένων του Σωματείου που είχαν προσφύγει στη Δικαιοσύνη στο παρελθόν για διάφορες εργατικές αξιώσεις.
-80.000 ευρώ σε άλλες απαιτήσεις του Σωματείου, όπως νομικά του έξοδα.
-Άνω των 80.000 ευρώ δαπάνες για το άνοιγμα του καζίνο, όπως προκαταβολές στον πάροχο ενέργειας, αντικατάσταση καμένου εξοπλισμού κ.λπ. και τέλος
-Περίπου 350.000 για πληρωμή μισθοδοσίας Μαρτίου για πλήρη απασχόληση, παρ’ όλο που το καζίνο είχε ανοίξει 11 Μαρτίου, αλλά δικαιούνταν, όπως και όλο το διάστημα που ήταν κλειστό, την πληρωμή μισθοδοσίας.
Ο κ. Μυλωνάς σημειώνει ότι όλες οι πληρωμές γίνονταν στην ώρα τους, μέχρι που το δικαστήριο απέρριψε την αρχική αίτηση εξυγίανσης. Η εταιρεία επανήλθε με αίτηση έφεσης και λήψης προσωρινών μέτρων, στην οποία ωστόσο ζητήθηκε προσωρινή προστασία και από τις αξιώσεις των εργαζομένων.
Η προστασία αυτή βρήκε αντίθετο το Σωματείο Εργαζομένων και τελικά τάχθηκε κατά της αίτησης λήψης προσωρινών μέτρων που είχε υποβάλει η Glafka Capital.
Η στάση αυτή των εργαζομένων, παρ’ όλο που το δικαστήριο είναι αυτεξούσιος θεσμός ν’ αποφασίσει σχετικά, θεωρείται ότι επιβάρυνε την έκβαση της αίτησης έφεσης επί της πρωτόδικης απόφασης.
Κόντρες από παλιά
Οι σχέσεις των δύο πλευρών, Glafka Capital και εργαζομένων, δεν ήταν ποτέ καλές. Συχνά στο παρελθόν ο κ. Καραγεωργόπουλος έχει κατηγορήσει την Glafka Capital ως «βιτρίνα» του επιχειρηματία Κώστα Πηλαδάκη και σημερινού ιδιοκτήτη του Καζίνο Ρίου. Το ίδιο υποστηρίζει και τώρα.
Προς επίρρωσιν των λεγομένων του, επισείει την πρωτόδικη απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου της Πάτρας, όπου αναφέρει ότι υπάρχει και δεύτερο σκεπτικό στην απόρριψη της αίτησης εξυγίανσης.
Στην πρωτόδικη απόφαση (αρ. 297/2023) αναφέρεται ότι «η υπό κρίση αίτηση τυγχάνει απορριπτέα για τον επιπρόσθετο λόγο ότι δεν πιθανολογείται, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, ότι η συμφωνία εξυγίανσης διαμορφώνει εύλογη προοπτική εξασφάλισης της βιωσιμότητας της επιχείρησης».
Με άλλα λόγια, το σχέδιο εξυγίανσης δεν θεωρείται ικανό από το δικαστήριο να βάλει τέλος στα προβλήματα της επιχείρησης. Επιπλέον, όπως επισημαίνεται στην απόφαση, ενώ ο νόμιμος εκπρόσωπός της, Π. Μυλωνάς, επικαλείται ενδιαφέρον τρίτων επενδυτών (π.χ. Novalphina) «δεν προσκομίζεται κανένα έτερο αποδεικτικό μέσο προς επίρρωσιν των λεγομένων του, όπως φέρ’ ειπείν αλληλογραφία του με την ως άνω εταιρεία Novalphina».
O κ. Μυλωνάς απέρριψε για άλλη μια φορά τις κατηγορίες του κ. Καραγεωργόπουλου ότι πίσω από αυτόν βρίσκεται ο επιχειρηματίας Κ. Πηλαδάκης. Αντίθετα, επέμεινε ότι το Σωματείο Εργαζομένων υπό την καθοδήγηση του προέδρου του επιδιώκει διακαώς το κλείσιμο του καζίνο και γι’ αυτό δεν συναίνεσε στην αίτηση προσωρινής διαταγής προστασίας μέχρι την εκδίκαση της έφεσης.
Επίσης, την ίδια θέση είχε και τον Δεκέμβριο του 2022, όταν λίγες ημέρες μετά την ανακοίνωση εξαγοράς των τραπεζικών δανείων ζήτησε την πτώχευση της επιχείρησης. «Μία μόνο μέρα μετά την υπογραφή απόκτησης των δανείων από εμάς, ομάδα πέντε εργαζομένων του σωματείου κατέθεσε αίτηση περί κήρυξης σε πτώχευση της εταιρείας. Χωρίς ποτέ να έρθουν σε επαφή μαζί μας έστω για μια συνάντηση», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Μυλωνάς.
Αβεβαιότητα και εκλογές
Τώρα το μέλλον του καζίνο είναι μάλλον δυσοίωνο, παρ’ όλο που υπάρχει περιθώριο περίπου δύο μηνών να διεκδικηθεί η δικαστική προστασία της επιχείρησης από τους πιστωτές. Ωστόσο, πολύ δύσκολα κάποιο δικαστήριο θα μπορούσε να αγνοήσει τις τεράστιες οφειλές του καζίνο προς το Δημόσιο και τον ΕΦΚΑ. Προς την κατεύθυνση αυτήν συμβάλλει και η απουσία μιας ισχυρής κυβέρνησης, η οποία θα μπορούσε να «κόψει τον γόρδιο» δεσμό.
«Είναι προφανές ότι οι δυνατότητες παρέμβασης της ΕΕΕΠ σε ζητήματα διαπραγμάτευσης ανάμεσα στους εργαζόμενους, την παλαιά διοίκηση και τους επενδυτές για το καζίνο είναι περιορισμένες και οι δυνατότητες παρέμβασής της στις αποφάσεις της δικαιοσύνης μηδενικές», παραδέχεται ο πρόεδρος της ΕΕΕΠ, Δημήτρης Ντζανάτος.
Και προσθέτει: «Είναι επίσης προφανές πως τα παράνομα δίκτυα στην περιοχή πανηγυρίζουν γι’ αυτές τις εξελίξεις. Η ΕΕΕΠ εύχεται οι όποιες αντιθέσεις μεταξύ των ιδιοκτητών της εταιρείας, παλαιών και νέων, και των εργαζομένων να διευθετηθούν και κυρίως η Δικαιοσύνη να στηρίξει την προοπτική της εξυγίανσης της επιχείρησης».