Περίπου 20 ημέρες έχουν περάσει από τότε που η Εύα Καϊλή συνελήφθη, μαζί με άλλους τρεις, για το μεγαλύτερο σκάνδαλο διαφθοράς εδώ και δεκαετίες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η Ελληνίδα Ευρωβουλευτής βρίσκεται στις φυλακές του Χάρεν και θα παραμείνει εκεί μέχρι τις 22 Ιανουαρίου, όπου θα επανεκτιμηθεί η κατάσταση.

Μεταξύ των στοιχείων που την βαραίνουν φαίνεται πως είναι και τα μπιμπερό της ανήλικης κόρης της, τα οποία βρίσκονταν μαζί με τα χρήματα στη βαλίτσα που μετέφερε ο πατέρας της. Η βελγική εφημερίδα Le Soir, που δίνει συνεχώς αποκαλύψεις επί του θέματος, αλλά και η ιταλική La Repubblica, θέλουν την Εύα Καϊλή να κινητοποιείται το πρωί της 9ης Δεκέμβρη, προκειμένου να αποφύγει την ύπαρξη ενοχοποιητικών στοιχείων στο περιβάλλον της, στοιχεία που υπήρχαν πιθανά στο σπίτι που ζούσε με τον σύντροφό της, Φραντσέσκο Τζιόρτζι.

Ο Τζιόρτζι στην απολογία του έχει ομολογήσει τη συμμετοχή του στη ΜΚΟ του Αντόνιο Παντσέρι, αθωώνοντας βέβαια την σύντροφό του, Εύα.

«Η Εύα προφανώς γνώριζε για την ύπαρξη των χρημάτων και την πηγή τους αφού ζούσαμε μαζί, αλλά δεν ήταν μέρος του δικτύου. Μου είχε πει πολλές φορές να σταματήσω γιατί την έβαζα σε κίνδυνο σε σχέση με τα καθήκοντά της» δήλωσε χαρακτηριστικά στις Αρχές του Βελγίου.

Στο μεταξύ, η ιταλική εφημερίδα La Repubblica ισχυρίζεται σε δημοσίευμά της πως η Εύα Καϊλή κλήθηκε να απαντήσει σε τρία καίρια ερωτήματα των αστυνομικών. Αυτά είναι: 1) σε ποιον ανήκαν τα χρήματα, 2) γιατί βρέθηκαν στο σπίτι της και 3) γιατί ζήτησε από τον πατέρα της να τα κρύψει όταν έμαθε για τη σύλληψη του Τζιόρτζι.

«Μετά τη σύλληψη του συντρόφου μου μπήκα στο γραφείο του. Έψαξα τα πράγματά του για να καταλάβω γιατί είχε συλληφθεί» φέρεται να λέει η Καϊλή στους αστυνομικού του Βελγίου, σύμφωνα με το δημοσίευμα.

Έπειτα, τους είπε ότι βρήκε την βαλίτσα με τα χιλιάδες ευρώ στο εσωτερικό της, έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή και ένα κινητό τηλέφωνο. «Τηλεφώνησα στον πατέρα μου, ο οποίος ήταν με την κόρη μου. Του ζήτησα να έρθει να πάρει τη βαλίτσα. Ήξερα ότι ο πατέρας μου θα ήταν με την κόρη μου γιατί είχα βάλει μπιμπερό στη βαλίτσα», εξήγησε η ίδια.

Όσον αφορά τα τηλεφωνήματα που έκανε, η Καϊλή είπε πως «Στην αρχή προσπάθησα να καλέσω τον Παντσέρι αλλά δεν τον βρήκα οπότε προσπάθησα να επικοινωνήσω με τον Μαρκ Ταραμπέλα και τη Μαρία Αρένα. Δεν γνώριζαν γιατί δεν απαντούσε ο Παντσέρι»

Από την άλλη, δημοσίευμα της Le Soir κάνει λόγο πως ο Τζιόρτζι διαψεύδει τον Παντσέρι, λέγοντας πως η δέα του lobbying για το Κατάρ ανήκε στον υπουργό Άμυνας της αραβικής χώρας με τον οποίο συμφώνησε ο Παντσέρι. Αυτό σημαίνει, όπως υπογραμμίζει η βελγική εφημερίδα, ότι όλα ξεκίνησαν όταν ο Παντσέρι ήταν ακόμα ευρωβουλευτής.

«Στις αρχές του 2019 ξεκίνησε η συνεργασία. Είχαμε καθορίσει τις αμοιβές, τις οποίες δυσκολεύομαι να θυμηθώ, για τις παρεμβάσεις μας. Ήταν σε μετρητά» φέρεται να είπε ο Τζιόρτζι στους αστυνομικούς, ενώ ο Παντσέρι φέρεται να έχει καταθέσει ότι όλα ξεκίνησαν τον Οκτώβριο-Νοέμβριο του 2019, δηλαδή ενώ δεν ήταν ευρωβουλευτής.

Διαβάστε ακόμη: Τι συμβαίνει με τον κορωνοϊό στην Κίνα: Η μεγάλη ανησυχία της Δύσης και η «κρυψίνοια» των Κινέζων μετά τη χαλάρωση των μέτρων

Qatargate: «Μοναδική η κλίμακα της έρευνας»

Την ίδια ώρα, ο υπουργός Δικαιοσύνης του Βελγίου χαρακτήρισε «μοναδική» την κλίμακα της έρευνας, μιλώντας στους Financial Times. Η έρευνα περιλαμβάνει «παρέμβαση κρατικών παραγόντων στην καρδιά της ευρωπαϊκής μας δημοκρατίας» μεγέθους που το Βέλγιο δεν έχει ξαναδεί, είπε διευκρινίζοντας ότι τα γεγονότα της υπόθεσης μένει ακόμη να αποδειχθούν.

Η έρευνα ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2021, οδηγώντας στη σύλληψη τεσσάρων υπόπτων. Οι ίδιοι κατηγορούνται για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση.

«Γνωρίζουμε περιπτώσεις κρατικών παραγόντων που προσπαθούν να παρέμβουν στο δημοκρατικό μας σύστημα. Όπως επίσης και από το οργανωμένο έγκλημα», είπε ο υπουργός δικαιοσύνης και πρόσθεσε: «Αλλά στην πραγματικότητα, η δωροδοκία μελών ενός κοινοβουλίου, ειδικά του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, είναι εντελώς μοναδική για την υπηρεσία πληροφοριών μας».

Τέλος, τόνισε πως η τρέχουσα έρευνα για διαφθορά έδειξε ότι το Βέλγιο, το οποίο φιλοξενεί πολλά θεσμικά όργανα της ΕΕ, καθώς και το ΝΑΤΟ, δεν δίνουν «δωρεάν πάσο» σε φερόμενους εγκληματίες και πως η έρευνα πρέπει να συνεχιστεί χωρίς την παρέμβαση της κυβέρνησης.

Στο μεταξύ, ο πρόεδρος της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και πρώην εισαγγελέας του Άρειου Πάγου, Χαράλαμπος Βουρλιώτης, αναμένει την απάντηση της αντίστοιχης αρχής του Παναμά για το κατά πόσο βρέθηκαν λογαριασμοί της Εύας Καϊλή, του Τζιόρτζι και των μελών της οικογένειας της.

Κι αυτό γιατί σύμφωνα με ανάρτηση στο διαδίκτυο, εμφανίζονταν τραπεζικά έγγραφα με λογαριασμούς της Εύας Καϊλή και μελών της οικογένειας της σε τράπεζα του Παναμά, με καταθέσεις 28 εκατ. ευρώ και με το Κατάρ να είναι η χώρα προέλευσης των χρημάτων.

Έρευνα για λογαριασμούς ύψους 28 εκατ. ευρώ της οικογένειας Καϊλή

Οι εν λόγω λογαριασμοί είναι στην Τράπεζα Bladex of Panama και φέρεται να ανήκουν στην Εύα Καϊλή, τον πατέρα και τη μητέρα της. Ειδικότερα, στους λογαριασμούς αυτούς εμφανίζονται να υπάρχουν 20 εκατ. ευρώ σε δύο καταθέσεις από το Κατάρ προς την Εύα Καϊλή, 4 εκατ. ευρώ σε δύο καταθέσεις από το Κατάρ προς τον Αλέξανδρο Καϊλή και 4 εκατ. ευρώ σε δύο καταθέσεις από το Κατάρ προς τη Μαρία Ιγνατιάδου.

Ο Χαράλαμπος Βουρλιώτης ζήτησε, μετά από αυτές τις αναρτήσεις, να του γνωστοποιήσουν αν υπάρχουν τραπεζικοί λογαριασμοί στο όνομα της πρώην ευρωβουλευτή και των άλλων μελών της οικογένειάς της, όχι μόνο στη συγκεκριμένη Τράπεζα του Παναμά (Bladex of Panama), αλλά σε όλα τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας αυτής.

Αν τελικά αποδειχθεί πως υπάρχουν, ζήτησε επιπλέον να του αποσταλούν αντίγραφα και των κινήσεων τους, το οποίο θα συμβεί τις πρώτες ημέρες της νέας χρονιάς.

Σημειώνεται πως ο συνήγορος της Εύας Καϊλή, έχει αμφισβητήσει τη γνησιότητα των επίμαχων τραπεζικών εγγράφων και υποστήριξε ότι τα έγγραφα που δείχνουν μεταφορά δεκάδων εκατομμυρίων από το επίσημο κράτος του Κατάρ στην Τράπεζα του Κατάρ και στη συνέχεια σε εμβάσματα τριών λογαριασμών στον Παναμά, στην Εύα Καϊλή, στη μητέρα της και τον πατέρα της είναι «προδήλως και εμφανέστατα πλαστά».

Εξού και ο δικηγόρος της Καϊλή ζήτησε να πιστοποιηθεί η πλαστογραφία και συγχρόνως να αποσταλούν στη Διεύθυνση Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Ελληνικής Αστυνομίας, ώστε να εντοπιστεί ο πλαστογράφος που «επιχειρεί να παραπλανήσει τους δημοσιογράφους και τους πολίτες».