Περιεχόμενα
- Είναι οι αφαλατώσεις πανάκεια για τη λειψυδρία στα νησιά;
- Η λειψυδρία προκύπτει από την αργοπορία και τη γραφειοκρατία σε τοπικό επίπεδο
- Η ανάγκη για ψηφιακή καταγραφή και για διαφανή διαχείριση των δεδομένων
- Χρειάζεται πιο δυναμική παρέμβαση από το κράτος
- Είναι ο υπερτουρισμός η βασική αιτία στη λειψυδρία;
- Ποιο είναι το κόστος μιας αφαλάτωσης;
- Εκτός από τη λειψυδρία, τα απορρίμματα/Τα νησιά-πρότυπο
- Τι ιδιαιτερότητα έχουν τα 7 νησιά που μελετώνται τώρα;
- Τα νησιά-πρότυπο στην διαχείριση του νερού
Είναι οι δύο πιο δημοφιλείς λέξεις του φετινού καλοκαιριού. Όχι διακοπές, όχι νησιά, όχι ακτοπλοϊκά, όχι ξενοδοχεία ή Airbnb, αλλά Υπερτουρισμός και Λειψυδρία. Ήταν να μη γίνει η αρχή κάπου στα τέλη Ιούνη με τη Λέρο που έγινε το πρώτο νησί για το φετινό καλοκαίρι που μπήκε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης για το νερό και από τότε η λειψυδρία, πρωτίστως, και μετά ο υπερτουρισμός, εμφανίζονται εκθετικά και με γεωμετρική πρόοδο μπροστά μας. Ο αλγόριθμος τα εμφάνιζε πολλαπλάσια. Όχι μόνο γιατί τα επιλέγαμε, αλλά και γιατί ήταν μεγάλος ο όγκος.
Και όλα αυτά μας έκαναν να φτιάξουμε το σχήμα στο κεφάλι μας: Κλιματική Κρίση+Υπερτουρισμός=Λειψυδρία. Είναι όμως έτσι; Η εξίσωση αυτή ισχύει, αλλά είναι αυτό το πρόβλημα, τελικά, στα νησιά; Μήπως η αλήθεια απέχει από αυτή την εύκολη ανάγνωση;
Στη συζήτηση που είχα με τον Γενικό Γραμματέα Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, τον κ. Μανώλη Κουτουλάκη, η εικόνα που διαμορφώθηκε άλλαξε σε σχέση με αυτή που είχα πριν, που ήταν αυτής της εξίσωσης.
Ναι, υπάρχει λειψυδρία, ναι, σε κάποιες περιπτώσεις ο τουρισμός δημιουργεί πιέσεις, αλλά δεν είναι τυχαίο πως αρκετοί δήμαρχοι με τους οποίους μιλήσαμε στο Intronews φέτος το καλοκαίρι μας μιλούσαν για υποδομές. Εμείς, ακούγοντας για υποδομές, φανταζόμασταν ότι μιλάνε μόνο για τουριστικές υποδομές, για ξενοδοχεία. Δεν εννοούσαν όμως μόνο αυτό.
Οι υποδομές έγκεινται στην ικανότητα εκμετάλλευσης στο 100% του διαθέσιμου νερού, χωρίς να χάνεται, χωρίς να σπαταλάται.
Η επικοινωνία μου με τον κ. Κουτουλάκη ξεκίνησε μετά από την έρευνα που κάνει η Γενική Γραμματεία Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής με τον καθηγητή του Δημοκριτείου κ. Δημήτρη Εμμανουλούδη και με το ΕΚΠΑ στους Φούρνους Ικαρίας, σχετικά με τις υποδομές απορρόφησης του νερού. Η κουβέντα μας ξεκίνησε από αυτό και επεκτάθηκε και στη νέα μελέτη σε 7 νησιά (Αγαθονήσι, Αμοργός, Θάσος, Κάσος, Σέριφος, Σίφνος και Παξοί) που κάνουν, με σκοπό να δουν ποιες πρακτικές μπορούν να εφαρμοστούν σε μεγαλύτερη κλίμακα.
«Εδώ και τρία χρόνια υπάρχει αυτό το ζήτημα με το νερό στα νησιά και αποφασίσαμε τότε να κάνουμε μια μελέτη για να βρούμε τι είναι αυτό που φταίει. Κάναμε λοιπόν αυτή την πρώτη πιλοτική έρευνα στους Φούρνους που δημοσιεύτηκε πριν λίγους μήνες, και η έρευνα μας έδειξε πράγματα που δεν τα ήξεραν ούτε οι δήμαρχοι. Απομυθοποιήσαμε κάποια πράγματα. Και αυτή την έρευνα που γίνεται με το Δημοκρίτειο και το ΕΚΠΑ, είπαμε να την επεκτείνουμε στην ίδια λογική και σε άλλα νησιά», αναφέρει αρχικά ο κ. Κουτουλάκης και μου εξηγεί ότι δεν υπάρχει στα νησιά σύστημα καταγραφής ώστε να ξέρουν ποιες είναι οι ανάγκες τους σε νερό και ποια η κατανάλωση.
«Ξέρεις, συμβαίνει κάτι τρελό. Όλοι λένε για λειψυδρία, για νερό που δεν φτάνει, αλλά κανείς δεν έχει αριθμούς, δεδομένα. Κανένας δήμος δεν έχει συγκεκριμένα δεδομένα ή, σε αρκετές περιπτώσεις, δεν θέλουν να τα μοιραστούν. Έχω πάρα πολλές περιπτώσεις σε νησιά που βγήκαν σε έκτακτη κατάσταση ή κηρύχθηκαν σε κατάσταση λειψυδρίας, όπου το πρόβλημα ήταν κατά 20% οι κλιματικοί λόγοι και το 80% ήταν η διαχείριση του διαθέσιμου νερού, γινόταν μια σπατάλη και υπήρχε μια αδυναμία εκμετάλλευσης του. Η Λέρος είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Μπορούμε εύκολα να πούμε ότι φταίει ο υπερτουρισμός, αλλά δεν είναι έτσι. Η Λέρος είναι ένα νησί που δεν έχει εξάρσεις, ούτε χτίστηκαν ξαφνικά 55 νέα ξενοδοχεία. Γνωρίζεις τι να περιμένεις, άρα προετοιμάζεσαι. Η προετοιμασία αφορά τα βραχυπρόθεσμα και τα μακροπρόθεσμα μέτρα.
Τα μεγάλα έργα των φραγμάτων θέλουν χρόνο για να υλοποιηθούν. Αυτή τη στιγμή σε 25 νησιά έχουμε 32 λιμνοδεξαμενές ή φράγματα. Λειτουργικά είναι τα 12 μόνο, γιατί κάποια είχαν χτιστεί παλιά κι έχουν κατασκευαστικά προβλήματα, αλλά φέτος μόνο τα 3 έχουν νερό. Αυτό είναι μια αντικειμενική συνθήκη. Εκεί όπου οι ταμιευτήρες δε μπορούν να βοηθήσουν, έχουν μισθωθεί μονάδες αφαλάτωσης, οι οποίες έχουν περαστεί στη συνείδηση ως πανάκεια, αλλά δεν είναι έτσι. Έχουν υψηλό λειτουργικό κόστος και δεν υπάρχει και η δυνατότητα στην αγορά να προσφέρει τόσες μονάδες, ώστε να σε καλύπτουν από μόνες τους.
Πρέπει να γνωρίζεις το υδάτινο ισοζύγιο του νησιού σου και το ιδανικό μείγμα. Έχω ένα φράγμα, έχω 50 πηγές, έχω και 3-4 αφαλατώσεις. Αυτός είναι ο σωστός σχεδιασμός, να μη στηρίζεσαι μόνο σε ένα. Για να μπορείς μετά, μετρώντας την ανάγκη σου, να την καλύψεις. Ξέρεις πόσους τουρίστες θα δεχτείς, πόση είναι η μέση κατανάλωση, άρα ξέρεις σχεδόν ακριβώς πόση θα είναι η ανάγκη σου. Αυτό δεν γινόταν και δε γίνεται στα νησιά. Πάνε με εκτιμήσεις.
Πριν 5 μήνες κάναμε τη μεγαλύτερη έρευνα που έχει γίνει στην προσφορά του νερού και της εκτίμησης του υδατικού ισοζυγίου, σε όλα τα νησιά, αν και το νότιο Αιγαίο είναι που πλήττεται κυρίως, επειδή δέχεται τον περισσότερο τουρισμό και έχει περισσότερα άνυδρα νησιά. Στο Ιόνιο, η έλλειψη νερού δεν οφείλεται σε βροχές που δεν γίνονται, αλλά γιατί δεν έγιναν οι υποδομές ώστε τα νερά της βροχής να αποθηκεύονται. Το Ιόνιο είναι η πρώτη περιοχή σε κατακρημνίσματα, δηλαδή σε βροχές».
Είναι οι αφαλατώσεις πανάκεια για τη λειψυδρία στα νησιά;
Οι αφαλατώσεις είναι επίσης κάτι που ακούσαμε πολύ το φετινό καλοκαίρι και φάνηκαν ως η μόνη λύση για τη λειψυδρία, που αντιμετώπισαν κάποια νησιά. Είναι όμως έτσι; Είναι μια ενδεδειγμένη λύση με μακροπρόθεσμο ορίζοντα;
«Δεν δαιμονοποιώ την αφαλάτωση. Μιλάμε για μονάδες ως 2.000 κυβικά τη μέρα, που είναι μη οχλούσες. Επιλύουν σημαντικά το πρόβλημα. Είναι κακός ο τρόπος που τις λειτουργούμε στην Ελλάδα, που τις χωροθετούμε και ότι δεν τη συσχετίζουμε με άλλες πηγές, δεν λειτουργούν ενισχυτικά, αλλά αποκλειστικά. Εμείς ως Γενική Γραμματεία Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής έχουμε αναλάβει μια fast track διαδικασία αδειοδοτήσεων για προσωρινές άδειες λειτουργίας. Αυτό ξεκίνησε το 2018. Μέχρι το 2023 εκδόθηκαν 24 άδειες.
Τα τελευταία χρόνια έχουμε συγχρηματοδοτήσει 23 αφαλατώσεις σε πάνω από 10 νησιά κι έχουμε εγκρίνει πάνω από 24 νέες. Την αφαλάτωση να την αξιολογήσουμε ανά νησί. Στη Νίσυρο για παράδειγμα, λόγω του ότι το νησί είναι ηφαιστειογενές, οποιαδήποτε γεώτρηση γίνει, θα βγάλει νερό που δεν είναι πόσιμο. Εκεί η εξάρτηση από αφαλατώσεις, είναι πλήρης. Μπήκε λοιπόν μια μονάδα που δίνει 1600 κυβικά τη μέρα και το πρόβλημα λύθηκε».
Το αίτημα για νέα αφαλάτωση από ένα νησί, είναι μια πλευρά. Μπορεί όμως αυτό το νησί να τη λειτουργήσει σωστά και να μην πάει στράφι η επένδυση;
«Το ζήτημα είναι στο αν οι δήμοι μπορούν να λειτουργήσουν σωστά τις αφαλατώσεις και να έχουν κάνει τις ενέργειες ώστε να εκμεταλλευτούν κάθε πηγή νερού, αντί να ζητάνε διαρκώς νερό και νέες αφαλατώσεις. Έχουμε πολλές ταχύτητες δήμων. Υπάρχουν δήμοι όπως στην Ιθάκη, που τις λειτουργούν άρτια μόνοι τους και έχουν ρίξει τα κόστη. Υπάρχουν όμως δήμοι που δεν ξέρουν να το κάνουν. Άρα, είναι οι λόγοι διαχείρισης του προβλήματος που το εντείνουν. Σε κάθε περιοχή την ευθύνη την έχουν οι ΔΕΥΑ (Δημόσιες Επιχειρήσεις Ύδρευσης Αποχέτευσης), όπου υπάρχουν, και οι δήμοι», εξηγεί ο κ. Κουτουλάκης.
Η Σίφνος ήταν ένα ακόμα νησί που τράβηξε την προσοχή διότι κηρύχθηκε επίσης σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης για λειψυδρία. Δεν ήταν όμως ίδια κατάσταση με τη Λέρο. Ήταν μια διαφορετική περίπτωση.
«Ας δούμε τη Σίφνο, που κι αυτή κηρύχθηκε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Με τη δήμαρχο, τη Μαρία τη Ναδάλη, δεν προέκυψε κάποιο πρόβλημα. Έπρεπε να κηρυχθεί ώστε να δοθεί ένα μήνυμα, ήταν προληπτικό. Αυτό βέβαια θέλει προσοχή, γιατί σε κάποια νησιά προκάλεσε ένα κύμα ακυρώσεων και μείωση τουρισμού. Συνολικά, φέτος, όπου άκουσες “κανόνια σε νησιά”, δεν οφειλόταν στη λειψυδρία ως κλιματικό λόγο.
Εγώ γνωρίζω για ποιους λόγους κάθε νησί μπήκε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Υπάρχει επίσης και το παράδειγμα της Κρήτης, όπου εκεί υπάρχει όντως κλιματικός λόγος, συνθήκες ξηρασίας και ανομβρίας, τα περισσότερα φράγματα έχουν αδειάσει και κάποια φράγματα του νότου αποδείχθηκε ότι αντλούσαν παρανόμως πολύ νερό.
Τι θέλω να πω; Να δαιμονοποιήσουμε και να πούμε ότι φταίει η κλιματική αλλαγή, η οποία ειρήσθω εν παρόδω να πούμε ότι έχει 2-3 παράγοντες που έχουν αξία: η χαμηλή ή μηδενική βροχόπτωση, η μεγάλη εξάντληση λόγω αύξησης θερμοκρασίας και το κομμάτι της υπεράντλησης που εξαντλεί τα υπόγεια ύδατα. Αυτό συμβαίνει, έχει συμβεί. Το πρόβλημα είναι ότι αντί να διαχειριστούμε μόνο τις κλιματικές συνθήκες, δε φροντίζουμε να σταματήσουμε την αλόγιστη χρήση, άρα αυτό εντείνει το φαινόμενο».
Η λειψυδρία προκύπτει από την αργοπορία και τη γραφειοκρατία σε τοπικό επίπεδο
Εκείνο που εντοπίζεται ως μείζον πρόβλημα, είναι η καθυστέρηση στη λήψη αποφάσεων από τους δήμους και στην ενημέρωση του κράτους ως προς τη λειψυδρία που εμφανίζεται. Το παράδειγμα του Καστελόριζου είναι χαρακτηριστικό.
«Σε πολλές περιπτώσεις εντοπίζεται και μια καθυστέρηση, μια έλλειψη γρήγορης δράσης από τους δήμους, με αποτέλεσμα να φτάνουμε στο αμήν για να ζητηθεί η συνδρομή του κράτους. Θα σου πω το παράδειγμα του Καστελόριζου. Εδώ και δύο χρόνια, έπρεπε να μπει μπροστά η Γενική Γραμματεία για να αντιμετωπίσουμε το αυτονόητο, την λειψυδρία, να αναβαθμίσουμε την υφιστάμενη αφαλάτωση, και να αντικαταστήσουμε την δεξαμενή των 500 κυβικών η οποία έχανε τη μισή της ποσότητα.
Εκεί ο δήμος εξέφρασε αδυναμία να κάνει το οτιδήποτε, οπότε μπήκαμε γρήγορα εμείς μπροστά, ώστε το εθνικά σημαντικό Καστελόριζο να μην αντιμετωπίσει θέμα. Αυτόν τον τρόπο συνεργασίας θέλουμε και δουλεύουμε. Δεν είναι δύσκολες περιπτώσεις τα νησιά, χρειάζεται όμως έγκαιρος σχεδιασμός».
Για να κάνουμε πιο σαφή όσα έχουν ειπωθεί ως τώρα, η λειψυδρία αντιμετωπίζεται ως εξής: με αφαλατώσεις, με γεωτρήσεις και με τα φράγματα-δεξαμενές, που όμως εξαρτώνται από τις βροχοπτώσεις. Ακόμα όμως κι αυτά δεν αρκούν, αν δεν γίνουν βελτιωτικά έργα σε υπάρχουσες δομές.
«Τα τελευταία 4 χρόνια η Γενική Γραμματεία διέθεσε πάνω από 45 εκατομμύρια ευρώ και έγιναν πάνω από 350 έργα που είχαν να κάνουν με αντικατάσταση δικτύων, ώστε να μην υπάρχουν απώλειες, προσθήκη αφαλατώσεων, ανόρυξη γεωτρήσεων και ρίξαμε χρηματοδότηση στην επισκευή ταμιευτήρων και φραγμάτων. Εδώ το ζήτημα είναι ότι αν δε λαμβάνονται σωστές αποφάσεις, καταλήγουμε σε έναν φαύλο κύκλο».
Ένα ερώτημα που υπάρχει πάντα σε τέτοιες καταστάσεις, είναι το αν υπάρχει ανθρώπινο δυναμικό για να τρέξει τη λειτουργία τέτοιων εγκαταστάσεων και μονάδων.
«Οι δήμοι πάντα θα σου λένε ότι δεν έχουν προσωπικό. Θα σου πω ξανά για την Ιθάκη. Έχει ένα στέλεχος στο κομμάτι της ύδρευσης, που όμως καταφέρνει να λειτουργήσει 3 εργοστάσια αφαλάτωσης. Έχουμε περιπτώσεις δήμων με αδυναμία προσωπικού, αλλά στις αφαλατώσεις, οι ίδιες οι εταιρείες που τις τοποθετούν, εκπαιδεύουν ντόπιους. Δε νομίζω, επομένως, πως είναι θέμα προσωπικού.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που διαπιστώνω είναι η αδυναμία των δήμων να τρέξει τους διαγωνισμούς. Τα τελευταία χρόνια το κράτος έχει δώσει χρήματα από το Πρόγραμμα Τρίτση, από το ΕΣΠΑ, από το Ταμείο Ανάκαμψης, από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Αυτό που εγώ διαπιστώνω είναι ότι δεν φέρνουν εις πέρας τους διαγωνισμούς με ταχύτητα. Υπάρχει ανάγκη να τεθεί ως προτεραιότητα από τους δήμους ένας έγκαιρο προγραμματισμός, να τεθεί το νερό ως προτεραιότητα. Είναι, στο τέλος, θέμα management».
Η ανάγκη για ψηφιακή καταγραφή και για διαφανή διαχείριση των δεδομένων
Η Νάξος είναι ένα ακόμα νησί όπου εντοπίστηκε λειψυδρία και συζητιέται εσχάτως και για την τεράστια μείωση στην παραγωγή πατάτας, που θα εξαφανίσει το προϊόν από την αγορά μετά τον Οκτώβριο. Εκεί, υπήρξε γρήγορη λήψη αποφάσεων.
«Στη Νάξο ας πούμε, που φέτος έγινε το νησί-έμβλημα στη λειψυδρία, υπάρχουν δύο φράγματα, αυτό στη Φανερωμένη και ο ταμιευτήρας Εγγαρών. Εκεί όντως η χαμηλή στάθμη δημιούργησε μια πρόσθετη πίεση. Εκεί ο δήμαρχος μίσθωσε εγκαίρως αφαλατώσεις, για να βγει η χρονιά. Είναι μια μικρογραφία του προβλήματος. Η Νάξος είχε χαμηλή στάθμη στις δεξαμενές, άρα δεν είχε να πάρει νερό. Ενεργοποιήθηκαν όμως άμεσα αφαλατώσεις 4.000 κυβικών στη Χώρα. Ταυτόχρονα, διαθέσαμε χρήματα για να γίνει αντικατάσταση δικτύων και να αγοραστεί αγωγός, επειδή η Νάξος δεν είναι ότι δεν έχει νερό. Στα ορεινά έχει νερό, που κατεβαίνει, αλλά χάνεται, δεν δεσμεύεται.
Γι’ αυτό και η μελέτη με τον κ. Μανουλούδη από το Δημοκρίτειο θέλει να δείξει στα νησιά ότι με μικρά έργα δέσμευσης, όχι παραγωγής, μπορούν να αυξήσουν κατά 30% το απόθεμά τους. Με ομβροπλατείες και δεξαμενές, μπορείς να συγκεντρώνεις νερό και να μην έχεις ανάγκη την αφαλάτωση που είναι ακριβή ή τις γεωτρήσεις όπου το νερό υφαλμυρώνει. Και μαζί με το νερό των επιφανειακών υδάτων που θα το χρησιμοποιείς στην άρδευση και την κτηνοτροφία, να είσαι καλυμμένος. Στους Φούρνους για παράδειγμα, είναι 8 οι παρεμβάσεις που αν γίνουν, θα μπορεί να καλυφθεί η ανάγκη των κτηνοτρόφων σε νερό απόλυτα.
Οι Φούρνοι είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα. Με ένα 30% παραπάνω, έχεις και φθηνότερη κατανάλωση, αλλά και καλύτερη διαχείριση. Δεν γίνεται να ποτίζονται τα κατσίκια από το νερό της αφαλάτωσης. Δε λέω ότι δεν πρέπει, αλλά ενώ μπορείς από τα επιφανειακά ύδατα να δεσμεύσεις με 10 λεπτά το κυβικό, στις αφαλατώσεις η παραγωγή είναι 1.5 ευρώ το κυβικό. Είναι πόροι αυτοί που θα μπορούσαν να διατεθούν αλλού.
Θέλουμε επομένως καλύτερη γνώση. Αυτή έρχεται μόνο μέσα από τα δεδομένα και το monitoring. Έχουμε εγκαταστήσει μετεωρολογικούς σταθμούς για να ξέρουμε επακριβώς πώς κινούνται τα κατακρημνίσματα και οι μετεωρολογικές συνθήκες».
Το παραπάνω εξηγεί πως το νερό τελικά δεν λείπει, δεν υπάρχει λειψυδρία πάντα, αλλά το νερό είναι εκεί, απλά αδυνατούν αρκετοί δήμοι να το συλλέξουν, να το αποθηκεύσουν. Είτε γιατί έχουν άλλες προτεραιότητες είτε γιατί δε γνωρίζουν το έδαφός τους ώστε να ξέρουν και τι χρειάζεται να κάνουν.
Όπως εξηγεί ο κ. Κουτουλάκης, «η απώλεια του νερού των όμβριων υδάτων, έχει να κάνει με τις γεωλογικές συνθήκες σε κάθε νησί. Υπάρχουν τοιχώματα που επιτρέπουν την απορρόφηση στον υδροφόρο ορίζοντα και υπάρχουν και επιφάνειες που δεν είναι απορροφητικές και διώχνουν τα επιφανειακά νερά. Αυτό είναι αντικειμενικό.
Μπορεί να χάνονται τα νερά διότι τα απορροφά το έδαφος και δεν τα βγάζει στον υδροφόρο ορίζοντα, μπορεί επίσης τα τοιχώματα και τα γεωλογικά υπόβαθρα να μην είναι απορροφητικά, αλλά επειδή δεν δεσμεύει κανείς τα επιφανειακά ύδατα με υδρομάστευση, αυτά χάνονται. Ή το έδαφος απορροφά ως σφουγγάρι και πρέπει να βρεις το σημείο αποθήκευσης για να κάνεις γεώτρηση, ή δεν απορροφά, είναι λεία επιφάνεια που διώχνει το νερό, άρα ό,τι πέφτει δεν μένει στο έδαφος.
Με μια υδρομάστευση, που είναι μικρά ανασχετικά φράγματα, δεσμεύεται το νερό, συνδέεται με μια δεξαμενή όπου καθιζεί το νερό και μετά μπορείς να το αξιοποιήσεις. Αυτή να ξέρεις ήταν μέθοδος στις Κυκλάδες πριν από δεκαετίες. Σε κάποιους οικισμούς ισχύει ακόμα. Χτίζονται δηλαδή τα σπίτια με μια στέρνα, δέσμευαν το βρόχινο νερό τα σπίτια εκεί και σε μια μεγάλη κλίμακα μπορεί να σου μειώσει την ανάγκη να βρεις από αλλού νερό.
Αυτό για τα μικρά νησιά, όχι τα υπερανεπτυγμένα. Μια ώριμη λύση, για τα μεγάλα νησιά, είναι στην τριτοβάθμια επεξεργασία των βιολογικών, να μπορείς να μετατρέψεις τα “γκρίζα νερά”, σε, τουλάχιστον νερό άρδευσης. Αυτό είναι κάτι που εφαρμόζεται ήδη σε διάφορα νησιά».
Χρειάζεται πιο δυναμική παρέμβαση από το κράτος
Παρακολουθώντας την αντίδραση του κράτους στη λειψυδρία που εμφανίστηκε σε 4-5 νησιά σε μεγάλη ένταση, φρονώ πως υπήρξε καθυστέρηση δράσης. Εν τέλει όμως, η πραγματικότητα διαφέρει.
«Αν μου ονοματίσεις ένα προς ένα τα νησιά που βγήκε προς τα έξω πως είχαν πρόβλημα με λειψυδρία, εγώ μπορώ σε κάθε ένα από αυτά, να σου απαντήσω ποιο ακριβώς ήταν το πρόβλημα. Αν δεν κάναμε τα προηγούμενα τρία χρόνια τις επενδύσεις που σου είπα, το φετινό πρόβλημα, θα το είχαμε δει τρία χρόνια πριν.
Ασχοληθήκαμε όσο έπρεπε από τη Γενική Γραμματεία και τα Υπουργεία, αλλά ένας μεγάλος αριθμός δήμων είναι που δεν μπορεί να φέρει λύση στο πρόβλημα. Φαίνεται ότι το νερό χρησιμοποιείται για μικροπολιτική. Αν θες να σου πω το λάθος από πλευράς κράτους, είναι ότι δεν παρεμβαίνει πιο δυναμικά σε τέτοιες περιπτώσεις. Να μην περιμένουμε το δημοτικό συμβούλιο, αλλά να ενεργούμε πιο γρήγορα.
Τέσσερα νησιά μας απασχόλησαν πραγματικά φέτος. 116 είναι τα υπόλοιπα κατοικήσιμα. Γιατί στα υπόλοιπα δεν είδαμε κάτι αντίστοιχο, μια τέτοια ένταση. Ήταν η Λέρος, η Σέριφος, η Νάξος και η Κέρκυρα. Η Σίφνος είπαμε, έγινε προληπτικά. Στη Σέριφο, που έχουν απαγορευτεί οι νέες πισίνες, αυτό έγινε σε συνεργασία με εμάς.
Όταν τον Απρίλιο τηλεφώνησα και είχα αλληλογραφία με όλους τους δημάρχους, ήξερα την εικόνα και τα προβλήματα, αλλά ήξερα πως δεν θα είναι τέτοια που θα προκαλέσουν αφόρητες πιέσεις. Αυτό που ζούμε φέτος, είναι ένα μάθημα. Άρα δε θεωρώ πως υπήρξε κάποια καθυστέρηση. Θα έλεγα ότι στις περιπτώσεις που αναδείχθηκαν, ήταν ζήτημα κακής διαχείρισης και μη έγκαιρων αποφάσεων».
Είναι ο υπερτουρισμός η βασική αιτία στη λειψυδρία;
Όσες φορές έχει αναφερθεί φέτος το καλοκαίρι η λέξη «λειψυδρία», πάει πακέτο με τον υπερτουρισμό. Ξενοδοχεία με πισίνες, τουρίστες που καταναλώνουν περισσότερο νερό, αυτά τοποθετούνται στην κλίμακα αιτιολόγησης για τη λειψυδρία. Και πάλι, δεν είναι η απόλυτη αλήθεια.
Ο κ. Κουτουλάκης εντοπίζει το πρόβλημα σε ένα κομμάτι του τουρισμού, όχι όμως αυτό που θα φανταζόταν ο κοινός νους. Φαίνεται πως τα Airbnb καταλύματα προκαλούν περισσότερη ζημιά από τα ξενοδοχεία. Ο λόγος;
«Ο υπερτουρισμός είναι ένα φαινόμενο με χωρική και χρονική ένταση, αλλά δεν πρέπει να τον πολυχρησιμοποιούμε. Το ότι πρέπει να διαχειριστούμε τις επιπτώσεις ή το εύρος της τουριστικής δραστηριότητας, ναι. Το πρόβλημα δεν είναι η επίσημη τουριστική δραστηριότητα όπως τα ξενοδοχεία και η χωροθέτησή τους. Άλλωστε, κάθε αδειοδότηση για νέο ξενοδοχείο περνά από την Έγκριση Περιβαλλοντικών Όρων. Εκεί δεν υπάρχει περίπτωση να φτιαχτεί ξενοδοχείο που να μην έχει εγκεκριμένη μελέτη και για τη διαχείριση των λυμάτων, αλλά και του νερού.
Το ειδικό χωροταξικό για το νερό και η εκτός σχεδίου δόμηση είναι τα προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Η εντολή εδώ του πρωθυπουργού είναι αρκετά αυστηρή, άρα θα πάμε σε αυστηροποίηση των όρων δόμησης. Εκείνο που θα έλεγα ότι πρέπει επίσης να ελεγχθεί, είναι τα ενοικιαζόμενα βραχυχρόνιας μίσθωσης που δε φαίνονται πουθενά, δεν ξέρουμε την κατανάλωσή τους.
Στη Λέρο, αν αθροίσεις τις κλίνες σε καταλύματα, δεν είναι κάτι υπέρογκο. Εκείνο που δε φαίνεται όμως, είναι τα τύπου Airbnb. Εκεί, να ξέρεις, η κατανάλωση κατά κεφαλήν, είναι ίδια με αυτή ενός ενοίκου ξενοδοχείου. Εδώ να σου πω δυο στοιχεία. Ένας μόνιμος κάτοικος σε νησί καταναλώνει 150 λίτρα την ημέρα. Ένας ένοικος ξενοδοχείου 2 ως 5 αστέρια, καταναλώνει 250-350 λίτρα, ένας ένοικος εξοχικής κατοικίας 250 λίτρα. Με βάση αυτό, μπορούμε να κάνουμε ένα σχεδιασμό για τις ανάγκες. Αλλά όταν έχουμε μια βίλα βραχυχρόνιας μίσθωσης που θα μείνουν 7 άτομα, εκεί δεν μπορούμε να έχουμε δεδομένα. Εκεί υπάρχει μια αόρατη κατανάλωση.
Στη Λέρο επίσης, έχουμε μαρίνες. Πρέπει λοιπόν ο δήμος και το λιμενικό ταμείο να μην επιβαρύνουν τις αφαλατώσεις και την υδροδότηση των οικισμών με το να υδροδοτούν τις μαρίνες. Οι μαρίνες θα πρέπει να χρεώνουν το νερό τόσο ώστε να μπορεί να καλυφθεί το κόστος για μια νέα μονάδα αφαλάτωσης.
Είναι λοιπόν και θέμα αποφάσεων τοπικής διοίκησης. Πρέπει να μπουν κανόνες στη ζήτηση. Όλοι ζητάνε λεφτά για γεωτρήσεις και αφαλατώσεις. Να το συζητήσουμε αυτό, αλλά πρώτα να συζητήσουμε για την διαχείριση της ζήτησης του νερού. Αν μαζέψουμε τις απώλειες από τα δίκτυα, θα μαζέψουμε το 30 με 40% του νερού που χάνεται. Παράγει δηλαδή η αφαλάτωση με 2 ευρώ το κυβικό το νερό και μετά από μερικά μέτρα το 1 ευρώ έχει χαθεί».
Ποιο είναι το κόστος μιας αφαλάτωσης;
Εκτός του ότι η αφαλάτωση δε μπορεί να είναι πάντα η απάντηση στη λειψυδρία, έχει κι ένα κόστος λειτουργίας και συντήρησης.
«Να σου δώσω πρώτα ένα παράδειγμα. Στα Ψαρά, με μια αφαλάτωση 300 κυβικά τη μέρα, με μια δεξαμενή μαζί, λύνουν το πρόβλημα. Μια μέση αφαλάτωση των 600 κυβικών έχει κόστος παραγωγής 45 λεπτά το κυβικό, συν το ενεργειακό κόστος, όπου εκεί κάνουμε προσπάθειες να μειωθεί, έχουμε επενδύσει σε πάνω από 20 μελέτες σε 20 νησιά, για να μπουν φωτοβολταϊκά, που θα συνδεθούν με το νερό. Αυτό αυξάνει το κόστος παραγωγής, αλλά αυτό το πληρώνει ο κόσμος ούτως ή άλλως μέσω του λογαριασμού ρεύματος.
Στα μικρά νησιά τη λειτουργία όμως την πληρώνουμε εμείς, ενώ την αρχική προμήθεια την πληρώνει το ΕΣΠΑ και ανέρχεται στα 1000 ευρώ το κυβικό μέτρο. Άρα, μια αφαλάτωση 600άρα μπορεί να κοστίζει αρχικά 600.000 ευρώ. Μετά όμως, μας απασχολεί η συντήρηση και λειτουργία».
Ξαναγυρίζω λίγο την συζήτηση για τη λειψυδρία στο ανθρώπινο δυναμικό που θα κληθεί να λειτουργήσει τα έργα αντιμετώπισης. Υπάρχει; Κι αν δεν υπάρχει, υπάρχει πλάνο να βρεθεί; Πιο ξεκάθαρα, πού θα πρέπει να κατευθύνουμε επαγγελματικά τις επόμενες γενιές;
«Αυτή τη στιγμή επενδύονται και θα επενδυθούν πολλά χρήματα σε πράσινες υποδομές, δηλαδή ένας βιολογικός καθαρισμός, μια αφαλάτωση, τα φωτοβολταϊκά, μια σειρά από έργα που θα γίνουν στα νησιά μέσα από το δικό μας πρόγραμμα το “Νέαρχος” ή τα GrEco Islands. Αυτά τα έργα όμως χρειάζονται τοπικά συνεργεία. Επομένως, στο ερώτημά σου, απαντώ: τεχνικός αφαλατώσεων, τεχνικός φωτοβολταϊκών, συνεργεία επισκευών και συντήρησης. Εμείς θα φτιάξουμε ένα πρόγραμμα επιδότησης για κατάρτιση, επιμόρφωση και απασχόληση νέων ανθρώπων σε αυτές τις θέσεις. Το ζήτημα εδώ είναι να βρούμε τους ανθρώπους που θα θέλουν να το κάνουν, διότι δε μπορείς να αναγκάσεις κανέναν να ακολουθήσει αυτό το επάγγελμα.
Πολλοί επιλέγουν τη μαύρη εργασία ή το εύκολο χρήμα. Εμείς χρειαζόμαστε εργαζόμενους. Κι αν δεν είναι ήδη στα νησιά, να τους φέρουμε στα νησιά. Βλέπω λοιπόν προοπτική στα πράσινα και γαλάζια επαγγέλματα, αρκεί όμως να υπάρξει το δυναμικό».
Κατόπιν όλων των παραπάνω, υπάρχει σημείο μηδέν ως προς τη λειψυδρία; Σύμφωνα με τον κ. Κουτουλάκη αυτό είναι στο…χθες!
«Χθες. Στο θέμα του νερού δεν υπάρχει αύριο. Και στα απόβλητα. Δεν πρέπει να φτάσουμε στο σημείο να αδειάσουν οι δεξαμενές. Οπότε χθες. Πρέπει να θεσπίσουμε έναν μηχανισμό παρακολούθησης, ώστε να μην επαφίεται στον έναν φορέα, τον δήμο, αλλά να έχει το κράτος μια εικόνα για κάθε νησί. Δεν είναι δυνατόν να περιμένουμε απλά την ενημέρωση του κάθε δήμου.
Κι αυτό είναι μια απόφαση που έχει ληφθεί και μάλιστα, πιλοτικά με την Amazon, με βάση τα στοιχεία της χαρτογράφησης που κάναμε τον Απρίλιο, φτιάχνουμε μια ψηφιακή εφαρμογή ώστε να τηρείται μια βάση δεδομένων παρακολούθησης και να είναι προσβάσιμη. Εκεί λοιπόν θα πούμε ότι θα υπάρχει μια γενική επίβλεψη από τη Γενική Γραμματεία με το Υπουργείο Περιβάλλοντος που θα ψηφιοποιηθεί. Εδώ υπάρχει και μια άλλη παράμετρος.
Αρκετοί δήμοι έχουν πάρει χρηματοδότηση για σύστημα τηλεμετρίας, που είναι πολύ σημαντικό. Όσο όμως και να ψηφιοποιηθούν τα στοιχεία, πάντα ένας άνθρωπος θα διαχειρίζεται τα δεδομένα. Εκεί είναι ένα άλλο ζήτημα, ποιος δηλαδή θα τα διαχειρίζεται σε κάθε περίπτωση».
Εκτός από τη λειψυδρία, τα απορρίμματα/Τα νησιά-πρότυπο
Η λειψυδρία δεν είναι το μόνο φλέγον θέμα για τα νησιά. Και για όλη την Ελλάδα. Τα απόβλητα, στερεά και υγρά, απαιτούν λύσεις διαχείρισης άμεσα, με επίκεντρο την ανακύκλωση.
«Στο ζήτημα των απορριμάτων-αποβλήτων, υγρών και στερεών, υπάρχει ως αρμόδια υπηρεσία ο ΦΟΔΣΑ, ο Φορέας Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων. Σε επίπεδο λοιπόν διαχείρισης, για μένα η Τήλος είναι ένα πρότυπο, που υπάρχει και σε άλλα νησιά, όπου κάνουν διαλογή στην πηγή και πλέον δεν καταλήγει ή δεν χρειάζεται να καταλήξει το σκουπίδι στην χωματερή ή τον ΧΥΤΑ. Στην Τήλο λοιπόν, στο 90% των σκουπιδιών γίνεται ανάκτηση. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Άρα αυτό που πρέπει να δούμε, είναι να κάνουμε αποτελεσματική την ανακύκλωση και την διαλογή στην πηγή. Θα μπορέσει αυτό να μας βοηθήσει να κάνουμε ανάκτηση υλικών. Σε ένα μικρό νησί, αυτό είναι εύκολο.
Οι Λειψοί για παράδειγμα, το κάνουν χρόνια αυτό. Δεν έχουν πρόβλημα ούτε με το νερό, ούτε με τα σκουπίδια. Γιατί βρέθηκε ο δήμαρχος, ο Φώτης Μάγγος, εντόπισε εγκαίρως τα ζητήματα, συνεργαστήκαμε επίσης εγκαίρως και εφαρμόζει ανακύκλωση και διαχωρίζει τι φεύγει εκτός και τι πάει σε ανακύκλωση».
Τι ιδιαιτερότητα έχουν τα 7 νησιά που μελετώνται τώρα;
Οι τεχνικές για να αποφευχθεί η λειψυδρία, δεν είναι στο μέλλον, δεν θα γεννηθούν σήμερα. Υπάρχουν χρόνια, κάποιες μάλιστα από τα μέσα του περασμένου αιώνα, και απλά αγνοούνταν μέχρι σήμερα.
«Τα 7 νησιά που μελετάμε, είναι πολύ διαφορετικά. Έχουμε τους Παξούς για παράδειγμα, που βιώνουν τέτοια τουριστική ανάπτυξη, που πιέζει αρκετά. Εκεί θα πρέπει να αναθεωρήσουμε τον τρόπο λειτουργίας των αφαλατώσεων και να είμαστε σίγουροι ότι παίρνουμε τις ποσότητες που πρέπει και ταυτοχρόνως, επειδή οι Παξοί έχουν νερά από βροχές, πρέπει να μετρήσουμε τι πρέπει να εγκαταστήσουμε σε ταμιευτήρες κι αφαλατώσεις για να καλυφθεί η ανάγκη.
Στο Αγαθονήσι υπάρχουν από το 1960 ομβροπλατείες, κατασκευές διαχείρισης των όμβριων υδάτων. Εκεί οι ανάγκες δεν είναι πολύ μεγάλες, είναι 180 κυβικά τη μέρα. Είπαμε με τον δήμαρχο πως στο μέλλον θα χρειαστούν 100 κυβικά παραπάνω. Συζητούσαμε με τον δήμαρχο αν υπάρχει άλλος τρόπος να τα πάρουμε, εκτός αφαλατώσεων. Ο δήμαρχος ήταν απαισιόδοξος και όταν του είπα για τις ομβροπλατείες, μου είπε ότι ο κόσμος δεν είναι εύκολος σε περίπλοκες διαδικασίες. Η ομβροπλατεία έχει μια πιο μεγάλη διαδικασία σε σχέση με το απλό, να ανοίξει ο κτηνοτρόφος τη βάνα και να χρησιμοποιήσει νερό.
Άρα είναι ένας συνδυασμός προτίμησης της ευκολίας με τη συνήθεια. Αυτό που βλέπεις, είναι κατηφορικές πλατείες, οι οποίες αν λειτουργήσουν σε σωστά σημεία, δεν χρειάζεσαι αφαλάτωση για να σου προσθέσω 100 κυβικά τη μέρα. Με αρκετές τέτοιες, μπορείς να δεσμεύσεις το νερό. Είναι θέμα κατανόησης και να πειστεί ο κόσμος πως είναι τρόπος συλλογής του νερού.
Η ξερολιθιά είναι επίσης μια άλλη μέθοδος. Κάνουμε μια προσπάθεια με το Ινστιτούτο Medina, σε μικρούς χειμάρρους, με την ξερολιθιά, η οποία σε μικρά φραγματάκια περιορίζει την ταχύτητα με την οποία πέφτει το νερό, το δεσμεύει και το εκτρέπει. Είναι πιο οικοσυστημική προσέγγιση. Με αυτό μπορείς να τροφοδοτήσεις τα ζαρζαβατικά σου. Όταν το κάνουμε αυτό συστηματικά με τον καθηγητή Εμμανουλούδη και το ΕΚΠΑ, θα δούμε σε ποια σημεία των συστημάτων απορροής, μπορούν να δημιουργηθούν τέτοια ανασχετικά φραγματάκια που θα μας βοηθήσουν στην άρδευση, στην κτηνοτροφία. Δε θα είναι τεράστιες ποσότητες, αλλά κι ένα 20% να είναι, μας γλυτώνει πόρους.
Αντίστοιχα, η Θάσος έχει πολλά νερά. Δεν είμαι σίγουρος ότι έχουν μετρήσει ποτέ πόσα νερά χάνονται από έλλειψη υποδομών απορρόφησης. Και στην Αμοργό επίσης θα έχει ενδιαφέρον η μέτρηση που θα γίνει».
Τα νησιά-πρότυπο στην διαχείριση του νερού
Για το τέλος της κουβέντας, έχοντας πάρει πληροφορίες που πρέπει να γίνουν γνώση σε όλους μας για τη λειψυδρία, ρώτησα τον κ. Κουτουλάκη αν η επάρκεια ενός νησιού μπορεί να μοιραστεί σε άλλο νησί.
«Δεν είναι εύκολο ένα νησί που έχει επάρκεια, να προσφέρει νερό σε άλλο νησί. Η Ικαρία για παράδειγμα έχει γεμάτο φράγμα. Αλλά πώς θα μεταφέρεις το νερό; Υπάρχουν τεχνικές δυσκολίες. Καλές πρακτικές μεταφέρονται, νερό όχι.
Ήμουν στη Σάμο με τους δημάρχους Ανατολικής και Δυτικής Σάμου και με απλές κινήσεις, γιατί η Σάμος έχει νερά, κατάφεραν φέτος να έχουν καλύτερο νερό από κάθε άλλη χρονιά. Το νερό ήταν εκεί, χανόταν, απλά δεν το δέσμευαν. Φέτος το έκαναν. Η έρευνα στους Φούρνους τους κινητοποίησε να με πάρουν τηλέφωνο, να με ρωτήσουν και έτσι απλά είχαν επάρκεια».
Εν τέλει, ποια τα νησιά που πρέπει να παίρνουμε παράδειγμα;
«Νησιά-πρότυπο είναι οι Φούρνοι, είναι οι Λειψοί, είναι η Ιθάκη. Καλές πρακτικές έχει και η Πάρος. Όσο κι αν σου φαίνεται περίεργο, έχουν έναν πολύ καλό στην ΔΕΥΑ και τα έχουν φέρει εις πέρας περίφημα. Κι εκεί τρέχουν μόνοι τους τις αφαλατώσεις. Πολλά μικρά νησιά επίσης, όπως η Κάσος με τις γεωτρήσεις. Στην Ίο γίνεται πολύ καλή προσπάθεια, παρά την εξάντληση από τις αφαλατώσεις».
Όλα τα παραπάνω θα προσπαθήσω στις επόμενες μέρες να τα σπάσω σε διαφορετικά κείμενα για να γίνουν πιο κατανοητά. Το επιμύθιο αυτής της συζήτησης με τον κ. Κουτουλάκη είναι ότι ναι, ο υπερτουρισμός και η λειψυδρία, αλλά στο τέλος της ημέρας, αν απλά δένεις μόνος σου τα χέρια σου και περιμένεις να γίνουν τα πράγματα ουρανοκατέβατα, δεν θα σου φταίει τίποτα από αυτά.
Άρα, τι χρειάζεται; Πρώτον, να υπάρξει μια εκπαιδευτική προσπάθεια να ωθήσουμε νέους ανθρώπους σε πράσινα και γαλάζια επαγγέλματα, ώστε να στελεχώσουν αυτές τις αναγκαίες θέσεις και, δεύτερον, να υπάρχει έλεγχος στους δημάρχους από τους πολίτες και βοήθεια ώστε να γίνουν όλα όσα πρέπει και να μην επιβαρύνουμε την λειψυδρία που προκαλεί η κλιματική κρίση με τη δική μας ανεπάρκεια εκμετάλλευσης του διαθέσιμου νερού και της διαχείρισής του.
* Κεντρική φωτογραφία: Illustration/Πέγκυ Δαδάκη
** Εσωτερικές φωτογραφίες: Δημήτρης Σμέτης