Περιεχόμενα
Η ελληνική κυβέρνηση έπρεπε να εγκαταστήσει ένα σύστημα ασφαλείας πριν από σχεδόν τρία χρόνια, το οποίο είχε σχεδιαστεί για να αποτρέψει τη μετωπική σύγκρουση των τρένων, στα Τέμπη, η οποία ήταν η χειρότερη σιδηροδρομική καταστροφή στην ιστορία της χώρας.
Καθώς μια εμπορική αμαξοστοιχία και μια επιβατική αμαξοστοιχία συγκρούονταν με μεγάλη ταχύτητα στην ίδια γραμμή, το βράδυ της Τρίτης (28/02), οι σιδηροδρομικοί υπάλληλοι έπρεπε να βασιστούν σε ένα σύστημα που ήταν πολύ λιγότερο εξελιγμένο από εκείνα που χρησιμοποιούνται σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, σύμφωνα με σιδηροδρομικούς και συνδικαλιστικούς αξιωματούχους, όπως αναφέρουν οι «New York Times» την Παρασκευή (03/03).
Παρ’ όλα αυτά, ακόμα και αυτό το πιο υποτυπώδες σύστημα δεν ήταν πλήρως λειτουργικό, με τα φώτα και τα σήματα εκτός λειτουργίας, όπως δήλωσαν την Πέμπτη (02/03) διάφοροι αξιωματούχοι, καθώς οι διασώστες έψαχναν για περισσότερα πτώματα μέσα στα συντρίμμια.
Αυτή η συρροή καθυστερήσεων, προειδοποιήσεων και λαθών άφησε την πιο πολυσύχναστη σιδηροδρομική γραμμή της Ελλάδας ευάλωτη σε αυτό που κάθε σύστημα ασφαλείας έχει σχεδιαστεί για να αποτρέψει: Το ανθρώπινο λάθος.
Πολλά από τα γεγονότα που οδήγησαν στη σύγκρουση, η οποία στοίχισε τη ζωή σε 57 ανθρώπους, παραμένουν ασαφή. Αξιωματούχοι και εμπειρογνώμονες συμφωνούν σε ένα πράγμα: Εάν ένα σύγχρονο σύστημα ασφαλείας είχε τεθεί σε εφαρμογή όπως είχε προγραμματιστεί, θα ήταν σχεδόν αδύνατο για μια εμπορική αμαξοστοιχία να καταλήξει στην ίδια γραμμή με μια επιβατική αμαξοστοιχία γεμάτη κόσμο.
Θα είχαν ακουστεί προειδοποιήσεις και θα είχαν ενεργοποιηθεί τα αυτόματα φρένα. «Ναι, σίγουρα», δήλωσε ο Γιόζεφ Ντόπελμπαουερ, επικεφαλής του Οργανισμού Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος προειδοποιεί εδώ και χρόνια για σημαντικές ανεπάρκειες στο σύστημα σιδηροδρομικής ασφάλειας της Ελλάδας.
Ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, απέδωσε τη συντριβή σε «τραγικό ανθρώπινο λάθος». Ο υπουργός Μεταφορών, Κώστας Καραμανλής, παραιτήθηκε, αναγνωρίζοντας ότι οι προσπάθειες για τη βελτίωση της ασφάλειας των σιδηροδρόμων ήταν ανεπαρκείς. Ο σταθμάρχης στη Λάρισα, αντιμετωπίζει κατηγορίες, μεταξύ των οποίων και ανθρωποκτονία από αμέλεια.
Εντούτοις, το δυστύχημα ρίχνει φως σε συστημικά προβλήματα που υπερβαίνουν τα όποια λάθη έγιναν αυτή την εβδομάδα.
«Αδικαιολόγητες καθυστερήσεις» στα συστήματα ασφαλείας
Το σιδηροδρομικό σύστημα της Ελλάδας συγκαταλέγεται σταθερά μεταξύ των πιο επικίνδυνων της Ευρώπης, παρά το γεγονός ότι έχει λάβει 700 εκατομμύρια ευρώ για εκσυγχρονισμό από την Ε.Ε. κατά την τελευταία δεκαετία. Η εγκατάσταση του νέου συστήματος ασφαλείας καθυστέρησε τόσο πολύ που ένας ανώτερος αξιωματούχος παραιτήθηκε πέρσι για να διαμαρτυρηθεί για αυτό που αποκάλεσε «αδικαιολόγητες καθυστερήσεις».
Η Ε.Ε. αναμένει από τις 27 χώρες-μέλη της να θέσουν σε εφαρμογή εξελιγμένες νέες διαδικασίες, γνωστές ως Ευρωπαϊκό Σύστημα Ελέγχου Τρένων μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Το σύστημα αυτό παρακολουθεί τα τρένα και αναλαμβάνει τον έλεγχο όταν αυτά τρέχουν πολύ γρήγορα, παραβιάζουν τα κόκκινα φανάρια ή καταλήγουν σε λανθασμένη διαδρομή. Μάλιστα, η Ε.Ε. θέλει να επεκτείνει τα διασυνοριακά ταξίδια με τρένα και η εναρμόνιση των προτύπων ασφαλείας σε όλο το μπλοκ αποτελεί μέρος αυτής της στρατηγικής, αλλά η εφαρμογή της ήταν ασυνεπής, όπως αποδεικνύεται από το δυστύχημα αυτής της εβδομάδας.
«Εάν το Ευρωπαϊκό Σύστημα Ελέγχου Τρένων είχε εγκατασταθεί και λειτουργούσε σωστά, θα έπρεπε να είχε αποτρέψει απολύτως κάτι τέτοιο», δήλωσε ο Jedde Hollewijn, υπεύθυνος πολιτικής για τους σιδηροδρόμους της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Εργαζομένων στις Μεταφορές, συμπληρώνοντας: «Η πρόθεση είναι να το εφαρμόσουν όλες οι ευρωπαϊκές χώρες και γνωρίζουμε ότι η Ελλάδα έχει μείνει σημαντικά πίσω».
Το Λουξεμβούργο, η μικρότερη και πλουσιότερη χώρα του μπλοκ, χρησιμοποιεί ήδη το νέο σύστημα σε όλες τις σιδηροδρομικές γραμμές του. Το Βέλγιο σχεδιάζει να τεθεί σε πλήρη λειτουργία μέχρι το 2025. Άλλες χώρες έχουν αναβαθμίσει τις σημαντικότερες διαδρομές τους. Ακόμα και χωρίς τη νέα τεχνολογία, τα περισσότερα σιδηροδρομικά συστήματα διαθέτουν χαρακτηριστικά ασφαλείας για την αποφυγή μετωπικών συγκρούσεων. Η Εθνική Αρχή Ασφάλειας Σιδηροδρόμων της Γαλλίας, για παράδειγμα, χρησιμοποιεί συστήματα αυτόματης πέδησης, μεταξύ άλλων τεχνολογιών.
Αυτό, όμως, δεν ισχύει στην Ελλάδα. «Η χώρα δεν είχε ποτέ εθνικό σύστημα αυτόματης ασφάλειας, σύμφωνα με τα αρχεία της Ε.Ε. και το σύστημα διακοπτών στη Λάρισα ήταν ανεπαρκές εδώ και χρόνια, καθώς έλειπαν εξαρτήματα από τον βασικό εξοπλισμό σηματοδότησης», όπως δήλωσε ο Νίκος Τσικαλάκης, πρόεδρος του σωματείου προσωπικού του εθνικού οργανισμού σιδηροδρόμων.
Η ακριβής αιτία των αργών αναβαθμίσεων του συστήματος ασφαλείας δεν ήταν άμεσα σαφής, αλλά οι συνδικαλιστές, οι αξιωματούχοι και οι εμπειρογνώμονες ανέφεραν ως παράγοντες τους προϋπολογισμούς, τα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας που σχετίζονται με την πανδημία του κορονοϊού, τις γραφειοκρατικές καθυστερήσεις και τις διαμάχες για τις συμβάσεις.
Διάφορα στελέχη των σιδηροδρομικών συνδικάτων έχουν γράψει οργισμένες επιστολές προς την ελληνική κυβέρνηση εδώ και χρόνια, συμπεριλαμβανομένης και αυτής τον περασμένο μήνα, προειδοποιώντας για τα προβλήματα ασφαλείας. Η επιστολή αυτή έκανε λόγο για μία πιθανή τραγωδία και επέκρινε τους αξιωματούχους για τη χρονοτριβή τους.
«Δεν θα περιμένουμε το επερχόμενο ατύχημα για να τους δούμε να κλαίνε κροκοδείλια δάκρυα» ανέφερε η επιστολή, επισημαίνοντας: «Τι άλλο περιμένουν να συμβεί για να παρέμβουν;».
«Έχουμε πει σε κάθε κυβέρνηση για αυτά τα θέματα, αλλά δεν βρήκαμε ανοιχτά αυτιά», δήλωσε ο Νίκος Τσικαλάκης, συμπληρώνοντας: «Έτσι, φτάσαμε σε αυτό το τραγικό δυστύχημα. Δεν θέλουμε δάκρυα και αίμα στις ράγες».
Καθυστερήσεις και στην επικαιροποίηση εξοπλισμού ασφαλείας του δικτύου
Αξιωματούχοι για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων στην Ευρώπη δήλωσαν ότι οι ελληνικές Αρχές έχουν, επίσης, παραμελήσει το κρίσιμο έργο της παρακολούθησης και της επικαιροποίησης των διαδικασιών και του εξοπλισμού ασφαλείας σε όλο το δίκτυο. Αυτό θα μπορούσε να είχε βελτιώσει ακόμα και το υποτυπώδες σύστημα ασφαλείας της χώρας, όπως είπαν.
Το δυστύχημα αναδεικνύει, επίσης, την περιορισμένη δύναμη της Ε.Ε. να απαιτεί βελτιώσεις από τους σιδηροδρόμους, ακόμα και όταν ρίχνει χρήματα σε αυτούς. Το μπλοκ διέθεσε περίπου 117 εκατομμύρια ευρώ ειδικά για την αναβάθμιση της ασφάλειας στη διαδρομή Αθήνα-Θεσσαλονίκη, στην οποία συγκρούστηκαν τα τρένα.
Ο Γιόζεφ Ντόπελμπαουερ, από τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δήλωσε ότι έχουν εκδοθεί εκθέσεις και έχει καλέσει τις χώρες0μέλη να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους, αλλά δεν μπορεί να αναγκάσει τις εθνικές κυβερνήσεις να προβούν σε αλλαγές. Σύμφωνα με πολλαπλά πρότυπα, το ελληνικό σιδηροδρομικό σύστημα ήταν το πιο θανατηφόρο στην Ευρώπη.
«Καταρτίσαμε ένα σχέδιο δράσης και ζητήσαμε από τις ελληνικές αρχές να υποβάλουν έκθεση σχετικά με το σχέδιο δράσης, αλλά οι εξουσίες μας είναι περιορισμένες» δήλωσε ο ίδιος χαρακτηριστικά..
Ακόμα, ο Γιόζεφ Ντόπελμπαουερ ανέφερε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο διοικητικός βραχίονας της Ε.Ε., θα μπορούσε να λάβει νομικά μέτρα κατά της Ελλάδας για τη μη τήρηση των προτύπων ασφαλείας. Ο Άνταλμπερτ Γιαντς, εκπρόσωπος της Κομισιόν, δήλωσε ότι το μπλοκ στήριξε οικονομικά την Ελλάδα και παρέμεινε σε στενή επαφή με τις εθνικές Αρχές.
Οι ελληνικές αρχές, ωστόσο, δεν ήταν διαφανείς όσον αφορά σε σημαντικές λεπτομέρειες για τον σιδηρόδρομο. Δύο εβδομάδες πριν από το δυστύχημα, Ευρωπαίοι αξιωματούχοι προσέφυγαν στη δικαιοσύνη κατά της Ελλάδας λόγω της άρνησής της να δημοσιοποιήσει τη βασική σύμβαση που καθορίζει τον τρόπο διαχείρισης του σιδηροδρόμου καθώς εκσυγχρονίζεται.
Πάντως, την Πέμπτη (02/03), ο υπουργός Επικρατείας και νυν – πλέον – υπουργός Μεταφορών & Υποδομών, Γιώργος Γεραπετρίτης, ζήτησε συγγνώμη από τις οικογένειες των θυμάτων του δυστυχήματος και υποσχέθηκε ενδελεχή έρευνα. Υποσχέθηκε, επίσης, να εκσυγχρονίσει τις σιδηροδρομικές υποδομές για να «αποκαταστήσει την ασφάλεια των σιδηροδρομικών ταξιδιών και να ενισχύσει το αίσθημα ασφάλειας στην ψυχολογία των πολιτών».
Ο Γιόζεφ Ντόπελμπαουερ δήλωσε ότι ελπίζει ότι η τραγωδία θα επιβάλει βελτιώσεις σε άλλα σιδηροδρομικά συστήματα σε όλη την Ευρώπη, επισημαίνοντας: «Ένα τέτοιο καταστροφικό δυστύχημα είναι πάντα μία υπενθύμιση του πόσο σημαντική είναι η ασφάλεια. Μία υπενθύμιση για όλους να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους τις προειδοποιήσεις».
Φωτογραφία κειμένου: YouTube | Guardian News