Ως τολμηρή παρέμβαση κοινωνικής δικαιοσύνης και μέτρο που θα ενισχύσει τα δημόσια έσοδα χαρακτήρισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης το νέο σύστημα αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής. Παράλληλα ανακοίνωσε μείωση στο τέλος επιτηδεύματος για όσους επαγγελματίες δηλώνουν εισόδημα μεγαλύτερο του κατώτατου μισθού.
Όπως τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο σημερινό υπουργικό συμβούλιο, οι ελεύθεροι επαγγελματίες αποκτούν πλέον σοβαρό κίνητρο να είναι φορολογικά συνεπείς γιατί από το 2024, όσοι εμφανίζουν κέρδη πάνω από το κατώτατο τεκμαρτό όριο θα απαλλάσσονται αυτομάτως από το 50% του τέλους επιτηδεύματος. Για τους υπόλοιπους, η έκπτωση θα είναι της τάξης του 25%.
«Σε ό,τι αφορά στο εσωτερικό της χώρας, η πυξίδα μας δείχνει σταθερά τις μεταρρυθμίσεις. Έτσι, όσα ανακοίνωσα στη ΔΕΘ για τη μάχη κατά της φοροδιαφυγής παίρνουν τώρα τη μορφή νόμου. Είναι μία διαρκής μάχη κατά μίας βαθιά αντικοινωνικής στάσης, με την οποία -όπως έχουμε πει πολλές φορές- δεν συμβιβαζόμαστε.
Λαμβάνουμε, λοιπόν, μια σειρά από παράλληλα μέτρα σε πολλά πεδία. Από τη διασύνδεση, επιτέλους, των POS με τις ταμειακές μηχανές, την ΑΑΔΕ και την εφορία, μέχρι τις ρυθμίσεις εναντίον του λαθρεμπορίου καυσίμων και τις καινούριες παρεμβάσεις τις οποίες κάνουμε για τη δίκαιη φορολόγηση των βραχυχρόνιων μισθώσεων. Και, ασφαλώς, την δικαιότερη φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών. Στον τομέα αυτό θα πρέπει επιτέλους να δούμε κατάματα τη στρεβλή εικόνα, ώστε να μπορέσουμε και να την αλλάξουμε. Δεν γίνεται επτά στους δέκα ελεύθερους επαγγελματίες να δηλώνουν ετήσια εισοδήματα μικρότερα ακόμα και από τον κατώτατο μισθό», τόνισε αρχικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο υπουργικό και συνέχισε:
«Με άλλα λόγια, ο εργοδότης να εμφανίζεται συχνά να εισπράττει πολύ λιγότερα χρήματα από ότι ο υπάλληλός του, από ό,τι ο εργαζόμενός του. Προχωρούμε, λοιπόν, σε μια τολμηρή παρέμβαση κοινωνικής δικαιοσύνης αλλά φυσικά και ενίσχυσης των δημοσίων εσόδων.
Έτσι, από το 2024 οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι αυτοαπασχολούμενοι αποκτούν ένα σημείο αναφοράς για το τεκμαρτό τους εισόδημα, το οποίο δεν θα μπορεί να είναι κατώτερο του βασικού μισθού. Αποκτούν ωστόσο και ένα σημαντικό επιπρόσθετο κίνητρο για τη φορολογική τους συνέπεια. Γιατί, παράλληλα, όσοι εμφανίζουν κέρδη πάνω από αυτό το κατώτατο τεκμαρτό όριο θα απαλλάσσονται, από το 2024, αυτομάτως από το 50% του τέλους επιτηδεύματος. Ενώ για τους υπόλοιπους η έκπτωση θα είναι της τάξης του 25%.
Κάτι το οποίο είχα ανακοινώσει ότι θα ισχύσει από το 2025, έρχεται ουσιαστικά μπροστά κατά έναν χρόνο. Το επισπεύδουμε γιατί εμπιστευόμαστε τη λογική και την αποτελεσματικότητα του νέου συστήματος, το οποίο θα παρουσιάσει πολύ πιο αναλυτικά στο Υπουργικό Συμβούλιο και στη συνέχεια στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ο Υπουργός Οικονομικών.
Πρόκειται, βέβαια, για μία όψη μόνο της προσπάθειας να κλείσουν τα παράθυρα τα οποία ευνοούν τους λίγους εις βάρος των πολλών. Ένα μέτωπο, στο οποίο θα συμβάλει και η ίδια τεχνολογία, μέσω πολλών περισσότερων διασταυρώσεων τις οποίες είναι σε θέση πια να κάνει η ΑΑΔΕ.
Εδώ θέλω να επαναλάβω ότι τα χρήματα από τον εντοπισμό της φοροδιαφυγής αποτελούν δημόσιο πλούτο. Είναι δέσμευσή μου να επιστρέψουν στην κοινωνία, να βελτιώσουμε την καθημερινότητα των πολιτών. Να μεταφραστεί σε καλύτερη υγεία, σε περισσότερες δαπάνες για την παιδεία, σε αποτελεσματικότερη δημόσια ασφάλεια και άμυνα».