Περιεχόμενα
Πέρασε ένας χρόνος από το πραξικόπημα στη Μιανμάρ, με τους πολίτες να πραγματοποιούν σιωπηλή απεργία. Τον περασμένο Φεβρουάριο, το πραξικόπημα ανέτρεψε τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας, στο πηδάλιο της οποίας βρισκόταν η Aung San Suu Kyi, η οποία έχει ήδη καταδικαστεί σε έξι χρόνια φυλάκιση από τη χούντα.
Πλέον αντιμετωπίζει ακόμα μια κατηγορία, αυτή της άσκησης πίεσης στην εκλογική επιτροπή κατά τις βουλευτικές εκλογές που διεξήχθησαν το 2020 και τις οποίες κέρδισε το κόμμα της.
Από το πραξικόπημα και μετά, ο στρατιωτικός Min Aung Hlaing έχει πια τον έλεγχο της χώρας, ο οποίος προσπαθεί να φέρει υπό τον έλεγχό του έναν απρόθυμο πληθυσμό, καθώς τα προβλήματα που μαστίζουν τη χώρα γίνονται πιο έντονα.
Η ανεργία και η φτώχεια μαστίζουν τη Μιανμάρ
Εκατομμύρια είναι άνεργοι, την ώρα που οι τιμές των τροφίμων και των καυσίμων αυξάνονται ολοένα και περισσότερο. Οι τομείς της εκπαίδευσης, η υγειονομική περίθαλψη και το πλήγμα των Τραπεζών από την πανδημία, πλησιάζουν σε κατάρρευση, εγείροντας ερωτήματα σχετικά στο τι ακριβώς βοήθησε το πραξικόπημα.
«Είναι ένα αποτυχημένο πραξικόπημα», δήλωσε ο Yanghee Lee, συνιδρυτής της Ειδικής Συμβουλευτικής Ομάδας για τη Μιανμάρ και πρώην ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη χώρα.
Οι ειδικοί εξηγούν πως οι προσπάθειες του τωρινού ηγέτη να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο, «ακυρώνονται» από τον λαό της Μιανμάρ. Διεξάγει ένα από μεγαλύτερα και πιο ενοποιημένα κινήματα αντίστασης που έχει δει η χώρα στη μακρά ιστορία της δημοκρατικής πάλης ενάντια στη στρατιωτική κυριαρχία.
Για την επέτειο, οι επιχειρήσεις θα παραμείνουν κλειστές, ενώ ο στρατός έχει προειδοποιήσει ότι θα συλλάβει όσους πολίτες διαμαρτυρηθούν. Και μπορεί να υπόσχεται ειρήνη, ωστόσο εκείνοι που τάσσονται κατά της χούντας, ισχυρίζονται πως χρησιμοποιούν πια ολοένα και πιο βάναυσες τακτικές συμμόρφωσης.
Η χούντα λέει ότι πολεμά τους τρομοκράτες, υπόσχεται επιστροφή στην ειρήνη, αλλά οι μαχητές της αντίστασης λένε ότι η χούντα χρησιμοποιεί ολοένα και πιο βάναυσες τακτικές για να αναγκάσει τη συμμόρφωση, υποδηλώνοντας ότι η κρίση πρόκειται να επεκταθεί για το δεύτερο έτος της.
Ένας χρόνος χάους στη Μιανμάρ
Η Μιανμάρ έχει βυθιστεί τους τελευταίους δώδεκα μήνες σε χάος. Η εξέγερση, στην οποία συμμετέχουν πολιτοφυλακές αλλά και διάφοροι στρατοί εθνοτικών μειονοτήτων, εντείνεται, ωθώντας τη χούντα να σκληρύνει ακόμη περισσότερο την καταστολή. Από τις συγκρούσεις έχουν ήδη εκτοπιστεί εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι.
Ανάμεσα στις φρικαλεότητες που φέρεται να διέπραξαν τα στρατεύματα, είναι και η σφαγή την παραμονή Χριστουγέννων στην πολιτεία Kayah, γνωστή και ως Karenni, όπου εντοπίστηκαν 35 καμμένα πτώματα. Ανάμεσά τους ήταν δύο μέλη της διεθνούς οργάνωσης βοήθειας Save the Children. Μια άλλη μαζική δολοφονία αναφέρθηκε στη δυτική πολιτεία Chin τον Ιανουάριο, όπου βρέθηκαν 10 χωρικοί, με τα σώματά τους δεμένα, σύμφωνα με την Οργάνωση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Chin.
«Δεν υπάρχει κράτος δικαίου», δήλωσε ένας εκπρόσωπος της Karenni Nationalities Defence Force (KNDF), ένας συνασπισμός ένοπλων αντιστασιακών ομάδων στην πολιτεία Kayah.
Η πόλη Thantlang έγινε ένας τόπος μιας πολύμηνης επίθεσης από τη χούντα. Ένας ολόκληρος ο πληθυσμός, με περισσότερους από 10.000 ανθρώπους, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τα σπίτια του και τουλάχιστον 800 σπίτια και κατασκευές κάηκαν, ανέφερε ο Οργανισμός Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Chin.
«Τρομοκρατικές ομάδες» όσοι αντιστέκονται
Ο στρατός, από την άλλη, χαρακτηρίζει τις δυνάμεις της αντίστασης ως «τρομοκρατικές ομάδες». Στα κρατικά μέσα ενημέρωσης υποστηρίζει πως χρησιμοποιεί την ελάχιστη βία,
ότι συμμορφώνεται με τον «υφιστάμενο νόμο και τους διεθνείς κανόνες» και δεσμεύεται για την εδραίωση της ειρήνης και τη διεξαγωγή εκλογών το 2023.
Ωστόσο, μάρτυρες αυτής της κατάστασης ισχυρίζονται πως τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Ο πρώην στρατιώτης Kuang Thu Win, 32, έφυγε από τη θέση του τον Δεκέμβριο, μεταφέροντας τη σύζυγό του και το 2 μηνών μωρό του σε ασφαλή τοποθεσία σε άγνωστη τοποθεσία. Είπε χαρακτηριστικά στο CNN ότι ένιωθε «ντροπή που ήταν στρατιώτης».
Εξήγησε πως από τη στιγμή που μία πόλη ή ένα χωριό χαρακτηρίζεται ως εχθρός, τότε όσοι μένουν εκεί, αντιμετωπίζονται έτσι. «Κατά τη διάρκεια των μαχών, υπέθεταν ότι όποιον έβλεπαν ήταν εχθροί και τους πυροβολούσαν», είπε. Και αν έπαιρναν αιχμαλώτους, είπε, οι στρατιώτες θα «χρησιμοποιούσαν πολλούς λόγους» για να τους σκοτώσουν.