Περιεχόμενα
Ο 18χρονος Άγγελος Τσιαμούρας το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου επέβαινε στο Intercity 62 κι επέστρεφε στη Θεσσαλονίκη από την Αθήνα. Βρισκόταν στο βαγόνι 6 όταν ξαφνικά έγινε η σύγκρουση στα Τέμπη.
Στην αρχή δεν μπορούσε να καταλάβει το μέγεθος της καταστροφής, βγαίνοντας όμως από το βαγόνι του και τρέχοντας προς τα μπροστινά η καρδιά του άρχισε να χτυπά δυνατά γιατί κατάλαβε ότι πρόκειται για μια καταστροφή.
«Βλέπω συνέχεια την Ιφιγένεια, δεν με έχει αφήσει ακόμα»
«Κάθε βράδυ έχω εφιάλτες. Τα τρία πρώτα βράδια δεν κοιμήθηκα αλλά μετά ξεκίνησα να έχω τρεις, τέσσερις, πέντε ώρες ύπνου. Γενικώς με επισκέπτονται και δεν με αφήνουν να κοιμηθώ. Δε θέλουν να με αφήσουν ακόμα. Ίσως να θέλουν να μου πουν κάτι. Να ξυπνήσω κάποιον; Δεν ξέρω. Κάτι όμως θέλουν σίγουρα να μου πουν. Βλέπω συνέχεια την Ιφιγένεια, δεν με έχει αφήσει ακόμα. Την πρώτη βραδιά που κοιμήθηκα είδα και το άλλο παιδί που ήταν στο βαγόνι αλλά πολύ θολά. Η Ιφιγένεια έρχεται όμως καθαρά ακόμα», είπε ο Άγγελος στην εκπομπή «Πρωταγωνιστές» που ακόμα προσπαθεί να συνέλθει από τον εφιάλτη που έζησε.
Η πίκρα του για εκείνους που βρίσκονταν στο βαγόνι του και δεν ενδιαφέρθηκαν να βοηθήσουν τους συνανθρώπους του μεγάλη.
«Τους ένοιαζε απλά να βγάλουν τη βαλίτσα τους και να φύγουν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν»
«Βρισκόμουν στο βαγόνι 6 όπου η σύγκρουση δεν ήταν ισχυρή. Εγώ δηλαδή δεν το κατάλαβα ότι έγινε σύγκρουση. Σταματάει όμως το τρένο, υπήρχε μια γιαγιά που είχε χτυπήσει και είχε κόψει το φρύδι της, ξεκινάνε τα ουρλιαχτά οπότε καταλαβαίνω πως κάτι είχε συμβεί. Στην αρχή ασχολήθηκα με την γιαγιά, γιατί έπρεπε να την βγάλω κάτω από το βαγόνι, ενώ υπήρχαν και άνθρωποι που δεν τους ένοιαζε αυτό. Τους ένοιαζε απλά να βγάλουν τη βαλίτσα τους και να φύγουν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν αν και δεν υπήρχε καν σύγκρουση ή κίνδυνος στο δικό μας βαγόνι. Το καταλαβαίνω, μπορώ να το δικαιολογήσω και κάπως πως ήθελαν να σώσουν το τομάρι τους», είπε ο 18χρονος φοιτητής διοίκησης επιχειρήσεων.
Εκείνος πάλι δεν μπορούσε να αδιαφορήσει μπροστά στον όλεθρο που έβλεπε μπροστά του. Έφυγε προς τα μπροστινά βαγόνια και φώναζε αν υπήρχε κάποιος μέσα. Απάντηση δεν πήρε, μέχρι που εμφανίστηκε ο κ. Γιώργος και μαζί μπήκαν μέσα στο βαγόνι 3 για να σώσουν όσους μπορούσαν.
«Υπήρχαν κι άλλοι που έψαχναν εκείνη την ώρα και ένας από αυτούς ήταν ο κ. Γιώργος ο οποίος ήταν πραγματικά σαν άγιος που εμφανίστηκε σε μένα εκείνη την βραδιά. Δεν μπορώ να το εξηγήσω. Μαζί με τον κ. Γιώργο από το βαγόνι τέσσερα φύγαμε από τα παράθυρα, γιατί οι πόρτες ήταν εγκλωβισμένες και κατευθυνθήκαμε στο βαγόνι τρία. Εκείνος ήταν που ανέβηκε πρώτος στο βαγόνι τρία, πάτησε στα συντρίμμια για να μου δείξει που να πατήσω και να μην κοπώ. Δηλαδή θυσίασε τα δικά του χέρια ώστε να κοπεί αυτός και μετά να ανέβω εγώ για να δούμε τι θα δούμε. Προτού όμως ανέβω πάνω, μου είπε να πάω να φωνάξω την ΕΜΑΚ για να φέρουν ψαλίδια και φορεία», είπε και συνέχισε:
«Άκουσα τον φίλο της Ιφιγένειας που φώναζε ότι έχει σπάσει τον λαιμό της. Την βρήκα, όντως είχε σπάσει τον λαιμό της και είχε ακόμα σφυγμό, αλλά δεν ξέραμε μέχρι πότε. Μετά από δέκα λεπτά δυστυχώς η Ιφιγένεια έφυγε. Δεν είχαν έρθει φορεία, δεν είχαν έρθει ψαλίδια. Σκέφτομαι ότι αν είχαν έρθει νωρίτερα μπορεί να είχε σωθεί. Σκέφτομαι μήπως μπορούσα να κάνω κάτι περισσότερο. Μήπως θα είχαμε σώσει περισσότερους αν είχαν βοηθήσει πιο πολλοί».
«Από την Πολιτεία έχω πίκρα γιατί δεν ενδιαφέρθηκε κανείς. Εγώ με κοντομάνικο ήμουν όλη μέρα γιατί είχα δώσει τα ρούχα μου στους ηλικιωμένους να μπορούν να αναπνεύσουν. Η Ελλάδα δεν ενδιαφέρεται για τους πολίτες της. Το θέμα είναι να μην ξεχάσουμε γιατί έχουμε αυτή την τάση. Θα συνεχίσω να διαμαρτύρομαι και όχι γιατί δεν μου αρέσει η κυβέρνηση που έχουμε αλλά επειδή ο λαός, θεωρώ ότι είμαι μια κλωστή και εάν έρθουν όλοι θα δέσουμε ένα δυνατό ύφασμα. Αυτό δεν ήταν ένα απλό λάθος, αλλά ένα έγκλημα! Οι όποιες ευθύνες είτε του σταθμάρχη είτε κάποιου άλλου δεν κρύβουν το πρόβλημα της χώρας. Πρέπει να την αλλάξουμε, αφού πρώτα αλλάξουμε εμείς», είπε ο Άγγελος, που όπως παραδέχθηκε μετά την τραγωδία δεν είναι πια ο ίδιος άνθρωπος.