Καθώς οι Ταλιμπάν ετοιμάζονται να κυβερνήσουν το Αφγανιστάν, αφού κατέλαβαν τη χώρα σε λιγότερο από μία εβδομάδα, ένα προφανές ερώτημα είναι τι σημαίνει αυτό για το μέλλον της Αλ Κάιντα και άλλων εξτρεμιστικών ισλαμιστικών ομάδων που έχουν δεσμευτεί να κηρύξουν μια παγκόσμια τζιχάντ. Χωρίς αμφιβολία, η εκπληκτική ταχύτητα της νίκης των Ταλιμπάν, θα δώσει μια τεράστια ώθηση στους εξτρεμιστές ισλαμιστές παντού – είτε στην Αλ Κάιντα το Ισλαμικό Κράτος, τους μαχητές στη Μοζαμβίκη ή τη Συρία, είτε τους τζιχαντιστές του Μπέρμιγχαμ ή τη Μανίλα.
Την περασμένη εβδομάδα, ο Βρετανός υπουργός Άμυνας Μπεν Ουάλας υποστήριξε ότι ανησυχεί για το ενδεχόμενο να ανακάμψει η αλ Κάιντα, κάτι που θα «απειλήσει την ασφάλεια» όλου του κόσμου. Σύμφωνα με τον ίδιο, το Αφγανιστάν θα καταλήξει ένα «αποτυχημένο» κράτος, το οποίο ενδέχεται να αποτελέσει πρόσφορο έδαφος για τζιχαντιστές. «Ανησυχώ πάρα πολύ ότι τα αποτυχημένα κράτη αποτελούν πρόσφορο έδαφος για αυτού του είδους τους ανθρώπους», είχε επισημάνει.
https://www.intronews.gr/3288-2-afghanistan-haos-kabul-egkataleipoyn-ti-hora
Ο Ουάλας είχε δίκιο να ανησυχεί για αποτυχημένα κράτη – οι επιθέσεις στους Δίδυμους Πύργους, στις 11 Σεπτεμβρίου 2001, οργανώθηκαν από την Αλ Κάιντα στο Αφγανιστάν όταν κυβερνούσαν στη χώρα οι Ταλιμπάν– , ωστόσο είχε άδικο για την επιστροφή τέτοιων οργανώσεων. Η Αλ Κάιντα βρίσκεται ήδη εκεί.
Μόλις τον περασμένο μήνα ο ΟΗΕ δημοσίευσε μία αξιολόγηση βασισμένη σε πληροφορίες που έλαβαν τα κράτη μέλη, σύμφωνα με την οποία η Αλ Κάιντα «είναι παρούσα σε τουλάχιστον 15 αφγανικές επαρχίες» και στην ινδική υποήπειρο. Τα ΜΜΕ της Αλ Κάιντα γιορτάζουν τις προφανώς συχνές επιχειρήσεις των μαχητών της στο Αφγανιστάν.
Αυτό ήταν πάντα και το πρόβλημα για τη διοίκηση του Τζο Μπάιντεν, το οποίο προσπαθούσε να αγνοήσει. Στο πλαίσιο της περσινής συμφωνίας με τις ΗΠΑ, οι Ταλιμπάν δεσμεύτηκαν να μην επιτρέψουν εκπαίδευση, συγκέντρωση χρημάτων ή στρατολόγηση «τρομοκρατών, συμπεριλαμβανομένης της Αλ Κάιντα, που θα απειλούσαν την ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων της», Ο Ζαλμάι Χαλιλζάντ, ο ειδικός αντιπρόσωπος των ΗΠΑ για τη συμφιλίωση στο Αφγανιστάν, δήλωσε στο Κογκρέσο τον Μάιο ότι οι Ταλιμπάν «έχουν κάνει σημαντική πρόοδο» στην εκπλήρωση αυτών των δεσμεύσεων. Αλλά ακόμα κι αν αυτό ίσχυε τότε, τώρα όλα τα στοιχήματα βρίσκονται στον αέρα.
Δεν είναι σαφές ποια στάση θα υιοθετήσουν οι Ταλιμπάν έναντι της Αλ Κάιντα ή τους υπόλοιπους εξτρεμιστές ισλαμιστές, αλλά ούτε είναι σαφές πώς θα αντιδράσει η Αλ Κάιντα στα πρόσφατα γεγονότα. Η ήττα από τους Αφγανούς μουτζαχεντίν επί των Σοβιετικών το 1989 και η ήττα μιας δεύτερης υπερδύναμης από μια νέα ομάδα Αφγανών Ισλαμιστών αποτελεί προπαγάνδα του τζιχαντιστικού κινήματος.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι Ταλιμπάν θα επιδιώξουν διεθνή νομιμότητα. Το έκαναν στο παρελθόν όταν ήταν στην εξουσία και θα το κάνουν ξανά τώρα. Το ερώτημα είναι από ποιον θα το κάνουν αυτό και ποιους συμβιβασμούς μπορεί να είναι έτοιμοι να κάνουν για να το επιτύχουν. Ένας βασικός παράγοντας για τη σχέση τους με την Αλ Κάιντα μπορεί να είναι η αλλαγή στρατηγικής που εφαρμόστηκε από τον Αϊμάν αλ-Ζαουαχίρ όταν ο Αιγύπτιος βετεράνος μαχητής ανέλαβε την ηγεσία της ομάδας μετά το θάνατο του Οσάμα Μπιν Λάντεν, το 2011, σε επιδρομή των ΗΠΑ στο Πακιστάν.
Μόνον που ο ίδιος είναι πολύ άρρωστος, όπως υποστηρίζουν δυτικοί κι άλλοι αξιωματούχοι ασφαλείας, και δεν υπάρχει εγγύηση ότι η στρατηγική του θα παραταθεί μετά τις πρόσφατες εξελίξεις στο Αφγανιστάν και ενδεχόμενο θάνατό του. Κι ακόμη και αν δε το αποτολμήσει η Αλ Κάιντα, θα σπεύσουν πιθανώς άλλοι, εκτιμούν αναλυτές, να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες που δημιουργεί η επικράτηση των Ταλιμπάν, η ήττα των Αμερικανών από μια ισλαμιστική παραστρατιωτική οργάνωση, η κατάσταση στη Μέση Ανατολή μετά από δύο δεκαετίες πολωτικών συγκρούσεων και εξτρεμιστικής βίας και η επέκταση της τζιχαντιστικής ιδεολογίας στις περισσότερες περιοχές του πλανήτη.