Ήταν λίγο μετά την Πρωτοχρονιά, όταν ο Τσίπρας αποφάσισε να κάνει ακόμα μια στροφή προς την λαϊκίζουσα αριστερά και να επαναφέρει το mode ενός ΣΥΡΙΖΑ προ κυβερνητικού εμβαπτισμού και εξευγενισμού, τον ΣΥΡΙΖΑ της αντισυστημικής ενδυμασίας.

Αυτή τη φορά δεν έγινε και πάλι εγγαστρίμυθος του Αντρέα Παπανδρέου, αλλά αντέγραψε τον Ανένδοτο Αγώνα του πατέρα του, του Γεωργίου Παπανδρέου, όταν εκείνος έκανε λόγο για νοθεία και βία της ΕΡΕ στη δεκαετία του ’60.

Το γύρισε στον Β΄Παγκόσμιο και ξαναθυμήθηκε το ΕΑΜ, λες και το σημερινό κοινό των 18-45, έχει κάποια γνώση ή έστω συναισθηματική προσέγγιση σε μια ιστορία που έγινε 80 χρόνια πριν. Ή ότι ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας εναντίον των Γερμανών, έχει σχέση με την πολιτική κατάσταση σήμερα.

Προχώρησε και σε μια ανιστόρητη και γκροτέσκα θεωρία περί «δικτατορίας του Μητσοτάκη», ξεχνώντας αυτή τη φορά ότι αυτοί που ζήσαν την δικτατορία, την πραγματική, γνώριζαν καλά πως τα περί δικτατορίας ήταν μόνον γλωσσικοί σολοικισμοί άνευ ουσίας από τον Τσίπρα.

Όλο αυτό το σκηνικό στήθηκε γιατί έβλεπε ότι τα κεντρώα ψηφαλάκια πήγαιναν πακέτο στον Κυριάκο. Έτσι, στράφηκε εκ νέου σε αυτή την αντισυστημική και επαναστατική ρητορεία, για να μαζέψει, όπως επισήμαναν όλοι οι πολιτικοί αναλυτές, το κοινό που μπορούσε να του φύγει από τα αριστερά, δηλαδή προς Βαρουφάκηδες, ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τις πιο ακραίες, αναρχικές φωνές.

Στην πορεία, του την χάλασε βέβαια η γνωστή υπερβολή και η επικίνδυνη, ενίοτε, δημαγωγία του Πολάκη. Το αριστερό εξτρέμ της παράταξης («αριστερός» τρόπος του λέγειν) έσπευσε να βγάλει και φωτογραφίες «καταζητουμένων» δημοσιογράφων, τραπεζικών και δικαστικών, κάτι που παρέπεμπε στους σερίφηδες του Wild Wild West. Μόνο η κατά κεφάλην επικήρυξη έλειπε. Έτσι οδηγήθηκε, αναγκαστικά και υπό την πίεση της κοινής γνώμης, στην απομάκρυνσή του από τα ψηφοδέλτια και την πιθανή του διαγραφή από το κόμμα. Την διαγραφή δεν την πίστεψε κανένας βέβαια. Τόσο ένα κομμάτι της βάσης όσο και γνωστοί συνεργάτες του, «κλώτσησαν».

Και ξαφνικά…ήρθαν τα Τέμπη, που ανέτρεψαν όχι μόνο την εικόνα της κυβέρνησης, αλλά και αυτών που προηγήθηκαν αυτής, δηλαδή του ΣΥΡΙΖΑ.

Όπως φάνηκε σε όλες τις δημοσκοπήσεις (φιλικών και μη προς τον ΣΥΡΙΖΑ) μετά την τραγωδία των Τεμπών, μόνο ένα 15% έριχνε αποκλειστική ευθύνη στη Νέα Δημοκρατία και η πλειοψηφία έκρινε ως υπεύθυνες όλες τις κυβερνήσεις των τελευταίων 20 ετών.

Ο Τσίπρας, έξυπνος ων, κατάλαβε ότι αυτή είναι η ευκαιρία του. Και σε μία μέρα, έφερε τούμπα, και πάλι, την προεκλογική του καμπάνια. Από έξαλλος «αντισυστημικός», μετετράπη στη συνέντευξή του στο δελτίο του MEGA, σε έναν ήρεμο αντιπολιτευόμενο ηγέτη. Απέφυγε ακραίες εκφράσεις, απέφυγε χαρακτηρισμούς, άφησε ανοιχτό το να φταίει και ο ΣΥΡΙΖΑ κάπου (χωρίς να μας πει ακριβώς ποιες ήταν οι ευθύνες και χωρίς να ακουστεί και πάλι συγγνώμη) και ήταν χαμηλών τόνων, θέλοντας να αφήσει τα πράγματα να πάνε όπως τον βόλευαν, μιας και ήταν προφανές ότι το αντίτιμο θα το πληρώσει αυτός που πήρε τελευταίος τη σκυτάλη. Για να πούμε την αλήθεια, το εκσυγχρονιστικό έργο της Νέας Δημοκρατίας «πήγε στο φαναρτζίδικο για λαμαρινοδουλειά».

Την ίδια πολιτική ακολουθεί από εκείνη τη μέρα, αποφεύγοντας όπως ο διάολος το λιβάνι τις ευθύνες Σπίρτζη. Ένας ήρεμος Αλέξης που αυτή τη φορά δε στόχευε στα αριστερά του, αλλά κατευθείαν στον σκληρό πυρήνα των κεντρώων.

Άφησε τον λαϊκισμό στην άκρη και μίλησε ως εκπρόσωπος κόμματος που διεκδικεί την εξουσία. Άλλωστε, ήδη ήξερε τα αποτελέσματα των κυοφορούμενων δημοσκοπήσεων. Ότι δηλαδή, καμία δεν εξαιρούσε ούτε αυτόν, ούτε τον ΣΥΡΙΖΑ από τις ευθύνες για τα Τέμπη.

Το μόνο αστείο στην όλη περίπτωση, είναι ότι κατά τη διάρκεια της συνέντευξης στη Ράνια Τζίμα και τον Πρετεντέρη, χρησιμοποίησε τα αποτελέσματα των δύο δημοσκοπήσεων εκείνης της ημέρας, επειδή αυτά έδειχναν τη διαφορά του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ κάπου μεταξύ 2.9 και 3.5%. Στηρίχτηκε σε αυτές και είπε στο δελτίο ότι πλέον η διαφορά βρίσκεται στο πλαίσιο του στατιστικού λάθους. Δηλαδή, τις υιοθέτησε. Ενάντια στα όλα όσα συνωμοσιολογικά κατήγγειλε ο ΣΥΡΙΖΑ για τις δημοσκοπήσεις στο προηγούμενο των Τεμπών διάστημα. Λίγο πολύ, στημένες τις αποκαλούσαν από την Κουμουνδούρου. Και ξαφνικά, επιστρατεύτηκαν ως επιχείρημα στο στόμα του αρχηγού Αλέξη.

Έλα όμως που βγήκαν κι άλλες. Και τότε, πάλι στην κωλοτούμπα ο ΣΥΡΙΖΑ, της κατήγγειλε ξανά! Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του Ηλιόπουλου μια μέρα μετά τις δημοσκοπήσεις της Πέμπτης.

«Θα ήταν άδικο να μην αναγνωρίσουμε την αυτοθυσία που δείχνουν κάποιοι δημοσκόποι για να σωθεί ο Μητσοτάκης. Εκτός όμως από την επαφή με την πραγματικότητα έχουν χάσει και κάθε μέτρο».

Πιάστο αβγό και κούρευτο.

Αλλά η ιστορία δεν τελειώνει εδώ. Την Παρασκευή, τη μέρα του Αγίου Αλεξίου, έσκασε μια επιστολή Πολάκη που χάλασε τα κέφια του εορταζόμενου.

Ο Πολάκης, με λίγα λόγια, είπε το απίστευτο και «κουφό» ότι δεν είχε διαβάσει πλήρως τη συνέντευξη του Τσίπρα στο Πρώτο Θέμα, η οποία είχε πυροδοτήσει και την ανάρτηση του για τους δικαστικούς. Ποιος, ο Πολάκης που διαβάζει και την τελευταία ανθυπολέξη στην ανάρτηση του τελευταίου πολιτευόμενου με τη ΝΔ.

Ο πονηρός και αψύς Κρητικός μας είπε ότι ήταν για ψάρεμα και δεν προλάβαινε να διαβάσει τις εφημερίδες.

Το δεύτερο που ανέφερε στην επιστολή του, ήταν ότι δεν είχε σκοπό να στοχοποιήσει με φωτογραφίες (!) τους δικαστικούς και τους δημοσιογράφους, αλλά απλά να δείξει την αγανάκτηση του για την καταδίκη Παππά. Όπως λέει αυτός, ο μοναδικός αναγνώστης της κοινής γνώμης, αυτή η τελευταία ήταν ενάντια στην καταδίκη.

Συν τοις άλλοις, στην επιστολή αναφέρει, πέρα από το προφανές ψέμα, πως από δω και πέρα τα δικαστήρια θα πρέπει να αποφασίζουν με γνώμονα το λαϊκό αίσθημα μετά από δημοσκόπηση, ενδεχομένως. Που κι αυτές στημένες θα είναι, σύμφωνα με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Το δίλημμα του Τσίπρα, μέχρι το μεσημέρι του Σαββάτου, δεν ήταν εύκολο. Έπρεπε να διαλέξει ανάμεσα στο «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα». Ή θα ξαναβάλει τον Πολάκη στα ψηφοδέλτια, όπως ζητούσε ένα μεγάλο κομμάτι της εξτρέμ βάσης του, που αρέσκεται στα μπινελίκια και τον σοσιαλμιντιακό πόλεμο και θα στραφεί στο μάζεμα ψήφων που έφυγαν «αντισυστημικά» προς Βαρουφάκη και ΑΝΤΑΡΣΥΑ, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, ή θα τον στείλει αδιάβαστο, όπως είχε υποσχεθεί, ώστε να μη συγκρουστεί με το κομμάτι των ψηφοφόρων που του σηκώνεται η τρίχα ακόμα και στη θέα του Σφακιανού πολιτικού. Το κομμάτι αυτό που προσπάθησε να γοητεύσει κατά τη διάρκεια της πράας συνέντευξής του στο MEGA.

Με την τοποθέτηση του στην συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας, θέλησε να κάτσει και πάλι ισοβαρώς πάνω στη ζυγαριά. Αλλά αυτοί οι ακροβατισμοί είναι πάντοτε δύσκολοι. Ακόμα και Πετρούνιας να λέγεσαι. Τελικά, ο Αλέξης, καταπίνοντας κι ο ίδιος όσα έχει πει, μίλησε για «γενναία αυτοκριτική του Πολάκη» και για «επανεκτίμηση»!

Άνοιξε ξανά την πόρτα της υποψηφιότητας του Πολάκη, αλλά με την προϋπόθεση πως θα κρατήσει το στόμα του κλειστό και θα ακολουθήσει απαρέγκλιτα την κομματική γραμμή. Μετά απ΄αυτό όλοι σιγουρεύτηκαν πως ο Πολάκης είναι ένας άλλος άνθρωπος, ότι δεν εκφράζει ένα μεγάλο κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ κι ότι ο αρχηγός τού έβαλε μυαλό. Μέχρι να λαλήσει τρεις ο κόκορας όμως. Και βέβαια, ότι στο παρελθόν δεν ήταν το alter ego του αρχηγού του.

Πολλοί αναλυτές, αλλά και η Νέα Δημοκρατία, δήλωσαν και δηλώνουν ότι η στροφή του ΣΥΡΙΖΑ και του Τσίπρα προς τον συστημισμό, δε θα φτάσει ποτέ μέχρι τις εκλογές. Το DNA της παράταξης και του ιδίου θα τον οδηγούσαν και πάλι, αργά ή γρήγορα, πριν τις εκλογές πάντα, σε μετωπικές συγκρούσεις και σε «σκληρό ροκ», για να θυμηθούμε και τον Λαλιώτη.

Το λαϊκό ρητό λέει ότι «ο λύκος κι αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του…». Βέβαια, μπορεί και να διαψευστεί αυτό.

Όλα όμως θα κριθούν από την πορεία των δημοσκοπήσεων (όσο και να τις αποτάσσει ο ΣΥΡΙΖΑ σαν τον Σατανά, αυτές κοιτάζει καθημερινά). Αν δει ότι δεν ξεκολλάει το κεντρώο κομμάτι, να πάει προς αυτόν, μιας και μέχρι στιγμής έχασε η ΝΔ, αλλά δεν κέρδισε τίποτα ο ΣΥΡΙΖΑ, τόσο θα στρέφεται προς το μάζεμα της άκρας αριστεράς. Ιδιαίτερα τώρα, που βλέπει τον Βαρουφάκη στο 4.5% και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ πάνω από 1%. Άρα, θα λαϊκίζει, θα οξύνει και επιτίθεται. Αν δει το αντίθετο, θα συνεχίσει την τακτική που θα παρέπεμπε στον γκουρού της αυτοσυγκράτησης, τον Δαλάι Λάμα.

Μέχρι τις εκλογές, τα μάτια μας θα δουν πολλά και τα αυτιά μας θα ακούσουν ακόμα περισσότερα.